Αποκάλυψη – «βόμβα» για πασίγνωστη εταιρεία: Δείτε τι έκανε

Επιχειρήσεις: Με μια απόφαση-ορόσημο, η Chiquita Brands International διατάχθηκε να καταβάλει 38,3 εκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση στις οικογένειες οκτώ Κολομβιανών ανδρών που σκοτώθηκαν από τις Ηνωμένες Δυνάμεις Αυτοάμυνας της Κολομβίας (AUC).

Η απόφαση ελήφθη μετά από μήνυση που κατέθεσαν οι οικογένειες, θεωρώντας την Chiquita υπεύθυνη για τους άδικους θανάτους που συνδέονται με τη διαβόητη παραστρατιωτική ομάδα.

Οι ένορκοι, που συνεδρίασαν σε ομοσπονδιακό δικαστήριο της Νότιας Φλόριντα, έκριναν την Chiquita ένοχη για την παροχή ουσιαστικής βοήθειας στην AUC, η οποία έχει εμπλακεί σε πολλές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των στοχευμένων δολοφονιών ατόμων που ήταν ύποπτα για διασυνδέσεις με τους αριστερούς αντάρτες.

Τα θύματα κυμαίνονταν από συνδικαλιστικούς ηγέτες μέχρι εργάτες φυτειών μπανάνας.

Οι οικογένειες κατέθεσαν τη μήνυση μετά την παραδοχή της ενοχής της Chiquita το 2007 για την καταβολή πληρωμών στην AUC. Κατά τη διάρκεια εκείνης της δίκης, αποκαλύφθηκε ότι η Chiquita είχε καταβάλει πάνω από 1,7 εκατομμύρια δολάρια στην AUC από το 1997 έως το 2004.

Η υπεράσπιση της Chiquita υποστήριξε ότι οι πληρωμές αυτές ήταν απαραίτητες για την προστασία των Κολομβιανών υπαλλήλων της από τη βία.

Ωστόσο, οι πληρωμές συνεχίστηκαν ακόμη και μετά τον χαρακτηρισμό της AUC ως ξένης τρομοκρατικής οργάνωσης από τις Ηνωμένες Πολιτείες το 2001.

Αυτή η ομαδική αγωγή επικεντρώθηκε σε εννέα υποθέσεις που επιλέχθηκαν από εκατοντάδες αξιώσεις κατά της εταιρείας.

Οι ένορκοι διαπίστωσαν ότι η Chiquita είχε εν γνώσει της παράσχει σημαντική βοήθεια στην AUC, δημιουργώντας προβλέψιμο κίνδυνο βλάβης.

Σε απάντηση στην ετυμηγορία, η Chiquita εξέδωσε δήλωση με την οποία αναγνωρίζει την τραγική κατάσταση στην Κολομβία, η οποία έχει επηρεάσει πολλούς, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που επηρεάζονται άμεσα από τη βία.

Η εταιρεία διατήρησε τη θέση της ότι δεν υπάρχει νομική βάση για τους ισχυρισμούς, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η νομική της θέση θα επικρατήσει τελικά.

Η Agnieszka Fryszman, μία από τις δικηγόρους των εναγόντων, επαίνεσε τις οικογένειες που εκπροσωπούσε, τονίζοντας το θάρρος τους να επιδιώξουν δικαιοσύνη κατά της Chiquita.

Δήλωσε: «Η ετυμηγορία δεν φέρνει πίσω τους συζύγους και τους γιους που σκοτώθηκαν, αλλά διορθώνει τα πράγματα και τοποθετεί την ευθύνη για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας εκεί που ανήκει: στο κατώφλι της Chiquita».

Επιχειρήσεις: Κολοσσός πάει για… φούντο! Απολύσεις και μειώσεις για να σωθεί

Μπορεί κάποτε η Under Armour να διαφημιζόταν ως ο άξιος αντίπαλος της Nike, ωστόσο τα τελευταία χρόνια φαίνεται να έχει χάσει τα πατήματά της στην αγορά των αθλητικών ειδών, καταγράφοντας ανησυχητικά χαμηλές επιδόσεις.

Η Under Armour πλέον αγωνίζεται για την επιβίωσή της, σε μια όλο και πιο ανταγωνιστική αγορά αθλητικών ειδών, όπου οι νεότεροι «παίκτες» – όπως η Hoka και η On running shoes – φαίνεται να προσεγγίζουν περισσότερο τους νέους καταναλωτές.

Οι πωλήσεις της Under Armour είναι πολύ υποτονικές τα τελευταία χρόνια, ενώ η μετοχή της έχει υποχωρήσει κατά 88% από το ιστορικό υψηλό της το 2015.

Οι ειδικοί του κλάδου αναφέρουν ότι η εταιρεία είναι βυθισμένη σε ένα δυσάρεστο μείγμα προβλημάτων: κρίση ταυτότητας, διοικητικές αντιπαραθέσεις, υποτονικότητα απέναντι στις εξελισσόμενες τάσεις της αγοράς και συνεχείς αλλαγές στη θέση του CEO.

Ενας από αυτούς είναι ο Κέβιν Πλανκ, ιδρυτής τής εταιρείας, ο οποίος επέστρεψε στο τιμόνι για δεύτερη φορά ως CEO, μετά την αντικατάστασή του το 2019.

«Όταν η Under Armour αναπτυσσόταν με αριθμούς 20% και πλέον, ο κόσμος την έβλεπε ως νόμιμο ανταγωνιστή της Nike», δήλωσε ο David Swartz, ανώτερος αναλυτής μετοχών της εταιρείας ερευνών Morningstar, σε συνέντευξή του στο CNN.

«Ήταν σαν την On ή τη Hoka, αλλά πριν από 10 χρόνια. Ήταν η νεοσύστατη αθλητική μάρκα που έκανε πραγματική επέλαση ενάντια στη Nike, το κυρίαρχο όνομα στον κλάδο. Ο κόσμος την έβλεπε ως μια εταιρεία που θα μπορούσε πραγματικά να ξεφύγει και να πάρει μερίδιο αγοράς από τη Nike μεταξύ των σκληροπυρηνικών αθλητών», δήλωσε ο Swartz. «Αυτό πράγματι συνέβη για λίγο, αλλά δεν είχε διάρκεια».

Από το 1996 που ιδρύθηκε μέχρι το 2010, η επιχείρηση είχε ξεπεράσει το 1 δισεκατομμύριο δολάρια σε πωλήσεις. Πέντε χρόνια αργότερα, οι πωλήσεις ξεπέρασαν τα 4 δισεκατομμύρια δολάρια. Απο κει και πέρα η εταιρεία έχασε τη δυναμική της.

Τα τελευταία οκτώ χρόνια η Under Armour κάνει… αγώνα δρόμου.

Η εταιρεία ανακοίνωσε νωρίτερα αυτόν τον μήνα την αναδιάρθρωσής της, καθώς οι πωλήσεις τριμήνου στη Βόρεια Αμερική έπεσαν κατά 10%, ενώ εκτιμά ότι για το τρέχον οικονομικό έτος, οι πωλήσεις θα είναι μειωμένες κατά 15% – 17%. Οι απολύσεις θα αποτελέσουν μέρος της αναδιάρθρωσης, ωστόσο δεν έχει διευκρινιστεί πόσοι εργαζόμενοι θα χάσουν τη δουλειά τους.

Η Under Armour ανακοίνωσε επίσης την επαναγορά μετοχών ύψους 500 εκατομμυρίων δολαρίων, μια κίνηση με στόχο την ανταμοιβή των μετόχων.

Ο Πλανκ δήλωσε στους αναλυτές ότι η νέα στρατηγική της εταιρείας θα επικεντρωθεί: στην πώληση λιγότερων αλλά πιο καινοτόμων προϊόντων για την κάλυψη των αναγκών των αθλητών, στη σημαντική επιτάχυνση της ανάπτυξης προϊόντων, στην επανεστίαση στην κατηγορία ανδρικής ένδυσης και τη μείωση των εκπτώσεων στα προϊόντα της.

«Η εταιρεία είχε ουσιαστικά πέντε διευθύνοντες συμβούλους τα τελευταία πέντε χρόνια, αν υπολογίσουμε τον Κέβιν Πλανκ δύο φορές», δήλωσε ο Swartz.

Ο Πλανκ ανέλαβε ξανά διευθύνων σύμβουλος τον Μάρτιο, τερματίζοντας τη μονοετή θητεία της Stephanie Linnartz.

Την περίοδο από το 2016 και μετά «τα πράγματα άρχισαν να καταρρέουν» στην Under Armour, δήλωσε ο Swartz. Τεράστιο ζήτημα προέκυψε όταν ένα σημαντικό κανάλι διανομής της μάρκας χρεοκόπησε και έκλεισε τα καταστήματα.

Ο κύριος όγκος των προϊόντων της Under Armour πωλείται μέσω λιανοπωλητών αθλητικών ειδών και πολυκαταστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των Macy’s και Kohl’s, καθώς και μέσω του διαδικτύου.

Η 15ετής συμφωνία χορηγίας, που υπογράφηκε το 2016, ήταν τότε η μεγαλύτερη στην ιστορία του κολεγιακού αθλητισμού. Σε αντάλλαγμα των 280 εκατομμυρίων δολαρίων, οι αθλητές-φοιτητές και το προσωπικό του UCLA θα φορούσαν και θα χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά προϊόντα της Under Armour (UA).

Το 2020, το UCLA μήνυσε την Under Armour για τη λήξη της συμφωνίας χορηγίας. Η αγωγή ισχυριζόταν ότι η Under Armour αντιμετώπιζε προβλήματα πριν από την περίοδο της Covid-19 και ότι χρησιμοποίησε την πανδημία ως λόγο για να σταματήσει τη συμφωνία.

Η εταιρεία κατέληξε σε διακανονισμό με το UCLA.

Τον επόμενο χρόνο, η Under Armour κατέβαλε 9 εκατομμύρια δολάρια για να διευθετήσει μια πολυετή έρευνα με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ σχετικά με τις προηγούμενες λογιστικές πρακτικές της, σύμφωνα με το Footwear News.

«Η Under Armour απέτυχε να προσκολληθεί στο streetwear, ή στο αθλητικό στυλ που εκτόξευσε την On ή την Hoka ή την Merrell», δήλωσε ο Zak Stambor, ανώτερος αναλυτής, λιανικής και ηλεκτρονικού εμπορίου, της εταιρείας ερευνών αγοράς eMarketer, σε συνέντευξή του στο CNN.

«Όταν η Sports Authority χρεοκόπησε το 2016, αυτό έβλαψε πραγματικά την Under Armour. Ήταν ένας σημαντικός πελάτης της, όπως και η Dick’s Sporting Goods”, δήλωσε ο Schwartz.

Επιχειρήσεις: Μεγάλη ελληνική εταιρεία φέρνει τετραήμερο με ίδιες αποδοχές

Νέα εποχή στα εργασιακά φέρνει μεγάλη εταιρεία στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, η PwC Ελλάδας πρόκειται να εφαρμόσει τετραήμερη απασχόληση για τους εργαζόμενους του Assurance που βρίσκονται σε διαδικασία απόκτησης της υποχρεωτικής επαγγελματικής πιστοποίησης (professional qualification).

Όπως σημειώνεται, η εφαρμογή προγράμματος 32ωρης εργασίας την εβδομάδα αφορά το εξάμηνο μεταξύ Ιουλίου-Δεκεμβρίου κάθε έτους,χωρίς καμία μεταβολή στο μηνιαίο εισόδημα ή στα εργασιακά προνόμια των ωφελούμενων.

Μέσω της πρωτοβουλίας αυτής, η PwC Ελλάδας προσφέρει τη δυνατότητα στους νέους auditors να διαχειριστούν με περισσότερη ευελιξία τις εργασιακές τους υποχρεώσεις, ενώ, παράλληλα εστιάζουν στην απόκτηση μιας εξαιρετικά σημαντικής για τη μελλοντική τους επαγγελματική εξέλιξη, πιστοποίησης.

Η Μαρία Φιλίππου, Human Capital Partner, της PwC Ελλάδας τόνισε πως η εταιρεία επιθυμεί να δημιουργήσει νέα δεδομένα ευρύτερα για τον κλάδο:

«Στόχος μας να συμβάλλουμε ενεργά στην υιοθέτηση καινοτόμων εργασιακών μοντέλων που υποστηρίζουν έμπρακτα τους ανθρώπους μας στην προσπάθειά τους να αναπτυχθούν και να επιδιώξουν τις επαγγελματικές τους φιλοδοξίες, ενώ, παράλληλα, εκπληρώνουν και τους προσωπικούς τους στόχους»

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η πρωτοβουλία τετραήμερης εργασίας είναι εναρμονισμένη με το νέο εργασιακό μοντέλο που έχει ήδη θεσπίσει η PwC Ελλάδας.

Σε αυτό το πλαίσιο, συμπεριλαμβάνονται πρωτοβουλίες όπως η υβριδική εργασία, η δημιουργία γραφείων-δορυφόρων ανά την Ελλάδα, οι σύγχρονοι χώροι εργασίας που σύντομα θα εγκαινιαστούν στην Αθήνα κι έχουν σχεδιαστεί με επίκεντρο τη συνεργασία και την ευημερία των εργαζομένων, η διαρκής επιμόρφωση, αλλά και η υιοθέτηση πολιτικών που προωθούν την ποικιλομορφία και τη συμπερίληψη», καταλήγει η σχετική ανακοίνωση.

Επιχειρήσεις: Κόλπο… γκρόσο – Αλλάζει χέρια!

Ένα από τα πλέον ιστορικά σήματα της ελληνικής βιομηχανίας τροφίμων, αυτό της ΕΒΓΑ δεν αποκλείεται να αλλάξει χέρια το επόμενο διάστημα.

H Unilever στην οποία έχει περάσει το σήμα για την κατηγορία του παγωτού από το 2010 ανακοίνωσε χθες ότι προχωρά στην απόσχιση της δραστηριότητας του παγωτού, που ουσιαστικά αποτελεί το πρώτο βήμα για πώληση του κλάδου.

Στην Ελλάδα η Unilever στην αγορά του παγωτού δραστηριοποιείται πέρα από το σήμα της ΕΒΓΑ με αυτά της Algida και Ben and Jerry’s.

Η ΕΒΓΑ, η Εθνική Βιομηχανία ΓΑλακτος, ξεκίνησε ακριβώς πριν από 90 χρόνια, το 1934, από τους αδελφούς Σουραπά οι οποίοι επιστρέφοντας από την Αμερική αποφάσισαν να δημιουργήσουν στη Ελλάδα το πρώτο εργοστάσιο παστεριωμένου γάλακτος.

Το γάλα το οποίο διανέμονταν χύμα από τους γαλακτοπώλες στους δρόμους της Αθήνας θα εμφιαλώνονταν για πρώτη φορά σε γυάλινες φιάλες στο εργοστάσιο του Βοτανικού όπου βρίσκονται ακόμη και σήμερα οι εγκαταστάσεις της εταιρείας.

Δύο χρόνια αργότερα, το 1936, η εταιρεία μετονομάζεται σε Ελληνική Βιομηχανία Γάλακτος και εισέρχεται και στην κατηγορία του παγωτού.

Το “παγωτό ξυλάκι”, μόνο βανίλια με ή χωρίς επικάλυψη σοκολάτας, ήταν το λανσάρισμα που άλλαξε την τότε βραχύβια ιστορία του παγωτού στην Ελλάδα.

Η δυναμική της εταιρείας θα ανακοπεί προσωρινά από τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς το εργοστάσιο επιτάχθηκε και η διανομή του γάλακτος, το οποίο ήταν το μόνο προϊόν στο οποίο είχε περιοριστεί εκείνη την περίοδο, γίνονταν από τον Ερυθρό Σταυρό και υπό τον έλεγχο των δυνάμεων Κατοχής.

Μετά το τέλος και του εμφυλίου η ΕΒΓΑ όχι μόνο θα ορθοποδήσει αλλά θα επεκταθεί δυναμικά με ένα νέο εργοστάσιο στο ίδιο οικόπεδο.

Η δεκαετία του 1950 η ΕΒΓΑ φέρνει το franchise πολύ πριν από την καθιέρωση του όρου. Παρέχει το σήμα της και δημιουργεί ένα δίκτυο που φθάνει τα 900 σημεία στην Αθήνα.

Η “ΕΒΓΑ της γειτονιάς” φιλοξενούσε όλη την γκάμα των προϊόντων της (γάλα, γιαούρτι, βούτυρο, κρέμα γάλακτος, παγωτά) και αποτελούσε για δεκαετίες το σημείο αναφοράς κάθε γειτονιάς.

Η δεκαετία του “50 πέρα από τα “εβγατζίδικα” ήταν αυτή των μεγάλων επεκτάσεων και των καινοτομιών. Γεωγραφικών επεκτάσεων όπως σε Μακεδονία και Θράκη μέσω του υποκαταστήματος στην Θεσσαλονίκη αλλά προϊόντικών όπως αυτή στην κατηγορία της σοκολάτας.

Παράλληλα ήταν η περίοδος που λάνσαρε πρώτη στην Ελλάδα την πλαστική συσκευασία στο γιαούρτι κάτι που έκανε μία δεκαετία αργότερα και στο γάλα.

Η πρώτη αλλαγή ιδιοκτησίας θα έρθει το 1971 όταν η ΕΒΓΑ θα περάσει στα χέρια του Καρόλου Πολίτη, γνωστού επιχειρηματία της εποχής ο οποίος τα επόμενα χρόνια επικέντρωσε την εταιρεία στην κατηγορία του παγωτού.

Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, το 1988, η ΕΒΓΑ θα αλλάξει ξανά χέρια και θα περάσει στον όμιλο του Κυριάκου Φιλίππου ενός εκ των δύο αδελφών που δημιούργησαν την ΦΑΓΕ.

Επί των ημερών του η ΕΒΓΑ επεκτάθηκε στους χυμούς ψυγείου (Refresh) και για ένα μικρό διάστημα επέστρεψε ξανά και στο φρέσκο γάλα.

Παράλληλα έγιναν προσπάθειες διεθνοποίησης μετά από μία εξαγορά που πραγματοποίησε ο όμιλος στην Νότια Αφρική.

Στον χώρο του παγωτού η ΕΒΓΑ κοντράρονταν με την ΔΕΛΤΑ αλλά και την Algida της Unilever. Από την τελευταία εξαγοράστηκε τον Σεπτέμβριο του 2010.

Στην οικογένεια Φιλίππου παραμένουν ακόμη και σήμερα οι εγκαταστάσεις της ΕΒΓΑ (η εταιρεία έχει μετονομαστεί πλέον σε EMFI) στον Βοτανικό καθώς και η εκμετάλλευση του σήματος για προϊόντα ζύμης (κρουασάν κ.α.).

Στις εγκαταστάσεις παράγονται ακόμη και σήμερα παγωτά όπου ένα μέρος κατευθύνεται και στα ψυγεία της Unilever με την οποία υπάρχει μακροχρόνια συνεργασία με την οικογένεια Φιλίππου. Μέχρι στιγμής είναι άγνωστο κατά πόσο θα επηρεαστεί η συνεργασία από το νέο σκηνικό που διαγράφεται.