Εφορία: Διέγραψε στα «μουγκά» χρέη – Ποιοι είναι οι υπερτυχεροί

Εφορία: Χρέη ύψους πάνω από 36 δισ. ευρώ διέγραψε ή «πάρκαρε» η Εφορία τα τελευταία χρόνια, μέσα από συγκεκριμένες διαδικασίες και αφού πείστηκαν οι εισπρακτικές υπηρεσίες ότι, δεν υπάρχει καμία πιθανότητα για να εισπραχθούν.

Σύμφωνα με τον επικαιροποιημένο Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων της ΑΑΔΕ, για να διαγραφεί ή να ξεχαστεί μπει στο «αρχείο» μια οφειλή, θα πρέπει να έχουν ληφθεί όλα τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης και να μην έχουν αποδώσει.

Αν μάλιστα πρόκειται, για μεγάλα χρέη, θα πρέπει να υπάρξει η σύμφωνη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, όπως αναφέρει το sofokleousin.gr.

Σημειώνεται ότι τα τελευταία χρόνια η ΑΑΔΕ έχει χαρακτηρίσει ως «ανεπίδεκτα» είσπραξης χρέη ύψους 26,3 δισ. ευρώ, ενώ διαγράφηκαν και χρέη πάνω από 10 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα το ύψος των θεωρητικά εισπράξιμων οφειλών, να περιορίζεται σε 79,4 δισ. ευρώ, από 115,5 δισ. ευρώ. σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΑΑΔΕ που αφορούν στο τέλος του περασμένου Νοεμβρίου.

Εφορία: Τι προβλέπει ο νέος ΚΕΔΕ

Αναλυτικότερα σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:

  1. Έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της ΑΑΔΕ και δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων ή απαιτήσεων αυτών έναντι τρίτων ή διαπιστώθηκε η καθ’ οποιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκειται σε ακύρωση ή σε διάρρηξη και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων του οφειλέτη με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή με διαδικασία εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον πρόκειται για πτωχό.
  2. Έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης ή δεν είναι δυνατή η υποβολή της.
  3. Έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή της αρμόδιας φορολογικής ή τελωνειακής αρχής, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων περιπτώσεων και ότι είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών.
  4. Οι πράξεις του χαρακτηρισμού των επιδεκτικών ή ανεπίδεκτων είσπραξης και της καταχώρισης των απαιτήσεων σε ειδικά βιβλία ανεπίδεκτων είσπραξης γίνονται με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις που τη διέπουν.
  5. Εφόσον πρόκειται για συνολική βασική οφειλή άνω του 1.500.000 ευρώ, οι πράξεις αυτές κοινοποιούνται στην υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου που είναι αρμόδια για τον έλεγχο των δημόσιων εσόδων, από την οποία και ελέγχονται. Αν κρίνεται αναγκαίο, έλεγχος μπορεί να διενεργηθεί και στις πράξεις της παρούσας που αφορούν συνολική βασική οφειλή κατώτερη του ως άνω ποσού.

Από την καταχώριση της οφειλής στα βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης και για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών από τη λήξη του έτους μέσα στο οποίο έγινε η καταχώριση:

  • Αναστέλλεται αυτοδικαίως η παραγραφή της,
  • Δεν χορηγείται στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για οποιαδήποτε αιτία ούτε άλλο νομίμως προβλεπόμενο πιστοποιητικό για μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, εκτός εάν πρόκειται για είσπραξη χρημάτων που θα διατεθούν για την ικανοποίηση του Δημοσίου ή για εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, το προϊόν των οποίων θα διατεθεί για τον ίδιο σκοπό, 
  • Δεσμεύονται στο σύνολό τους οι τραπεζικοί και επενδυτικοί λογαριασμοί και το περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα των παραπάνω προσώπων.
  • Το Δημόσιο διατηρεί ακέραιο το δικαίωμά του για την είσπραξη της οφειλής ή συμψηφισμό και μετά την καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης. 
  • Οφειλή που έχει καταχωρισθεί, κατά τα ανωτέρω, ως ανεπίδεκτη είσπραξης επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν πριν από την παραγραφή της, διαπιστωθεί ότι υπάρχει δυνατότητα μερικής ή ολικής ικανοποίησής της είτε από τον οφειλέτη είτε από συνυπόχρεο πρόσωπο.

Εφορία: Πότε διαγράφονται τα χρέη προς το Δημόσιο

Ο νέος ΚΕΔΕ προβλέπει επίσης και τη διαδικασία διαγραφής των χρεών προς το Δημόσιο.

Ειδικότερα, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους, που έχουν χαρακτηριστεί ως ανεπίδεκτες είσπραξης, είναι δυνατό να κριθούν διαγραπτέες και να διαγραφούν εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:

  • έχουν ολοκληρωθεί οι προβλεπόμενες ενέργειες για τον χαρακτηρισμό τους ως ανεπίδεκτων είσπραξης,
  • έχουν ολοκληρωθεί οι σχετικές ενέργειες για την ανταλλαγή των πληροφοριών και των διαδικασιών αναγκαστικής είσπραξης για τα κράτη με τα οποία υφίστανται αντίστοιχες συμφωνίες και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον με τα κράτη μέλη της Ε.Ε.
  • έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες στην αλλοδαπή κατόπιν αξιοποίησης πληροφοριών και δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή απαιτήσεων αυτού έναντι τρίτων,
  • έχει ολοκληρωθεί η ποινική διαδικασία σε βάρος των οφειλετών, εφόσον προβλέπεται, με την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.

Ακόμη, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους που δεν έχουν χαρακτηριστεί ανεπίδεκτες είσπραξης, είναι δυνατό να διαγραφούν, εφόσον εμπίπτουν αποκλειστικά και μόνο στις ακόλουθες κατηγορίες οφειλών:

  • οφειλές αποβιωσάντων που δεν καταλείπουν οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο και των οποίων οι κληρονόμοι αποποιήθηκαν την επαχθείσα κληρονομιά,
  • οφειλές ανά φορολογούμενο μικρότερες του ποσού του εκάστοτε ελάχιστου ποσού φόρου από την καταβολή του οποίου απαλλάσσεται ο φορολογούμενος.

Εφορία: Από γκάφα σε γκάφα – 21.000 πολίτες πλήρωσαν… τζάμπα πρόστιμο!

Δεν σταματάει να μας παίρνει λεφτά η Εφορία ακόμη και χωρίς… λόγο!

Αδικαιολόγητα πρόστιμα και μη οφειλόμενους φόρους εκατομμυρίων ευρώ επέβαλε η Εφορία σε 20.294 φορολογούμενους, οι οποίοι αφού έμπλεξαν σε γραφειοκρατικές περιπέτειες μηνών και ετών, στο τέλος δικαιώθηκαν.

Η πολυδαίδαλη φορολογική νομοθεσία, που αφήνει πολλές ερμηνείες για μία διαδικασία ή παράβαση, οι πιέσεις στους εφοριακούς υπαλλήλους να διενεργήσουν συγκεκριμένο αριθμό ελέγχων και να βεβαιώσουν συγκεκριμένα ποσά φόρων και προστίμων, καθώς και οι χρόνοι παραγραφής των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, οδηγούν σε πλήθος λαθών, τα οποία ταλαιπωρούν χιλιάδες φορολογούμενους.

Οι παράγοντες αυτοί, έχουν ως αποτέλεσμα να υποβάλλονται κατά χιλιάδες προσφυγές φορολογουμένων στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, προκειμένου να βρουν το δίκιο τους, όταν νιώθουν ότι αδικήθηκαν από τους ελέγχους ή τις διασταυρώσεις των αρχείων του Taxisnet.

Η προσφυγή στη ΔΕΔ υποβάλλεται εντός 30 ημερών από τη ημερομηνία έκδοσης της Πράξης Διοικητικού Προσδιορισμού του Φόρου, ενώ κατόπιν χάνεται το δικαίωμα προσφυγής και ο φορολογούμενος δεν μπορεί να προσφύγει ούτε στα διοικητικά δικαστήρια.

Συγχρόνως, οι μισοί φορολογούμενοι από όσους δεν δικαιώνονται από τη ΔΕΔ, προσφεύγουν στα φορολογικά δικαστήρια, που σημαίνει την επιβάρυνσή τους με πρόσθετα έξοδα αλλά και χρόνο, αφού μια υπόθεση για να τελεσιδικήσει απαιτεί αρκετά χρόνια.

Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία της ΑΑΔΕ στο δεκάμηνο Ιανουαρίου Οκτωβρίου υποβλήθηκαν συνολικά 5.928 ενδικοφανείς προσφυγές, από φορολογούμενους στους οποίους επιβλήθηκαν φόροι και πρόστιμα, για διάφορες υποθέσεις.

Από τις ανωτέρω υποθέσεις εκδικάστηκαν οι 5.529 και από αυτές, στις 1.687 περιπτώσεις διαπιστώθηκε ότι άδικα καταλογίστηκαν φόροι και πρόστιμα είτε εν μέρει είτε στο σύνολό τους.

Οι 3.543 προσφυγές απορρίφθηκαν από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, 31 υποθέσεις τέθηκαν στο αρχείο λόγω παραίτησης των προσφυγόντων, ενώ 268 προσφυγές απορρίφθηκαν σιωπηρώς, επειδή εξέπνευσε το περιθώριο των 120 ημερών για την εξέτασή τους.

Σύμφωνα με τα συγκεντρωτικά στοιχεία της ΑΑΔΕ, από το 2013 οπότε και ξεκίνησε να λειτουργεί η ΔΕΔ, έχουν υποβληθεί 87.610 ενδικοφανείς προσφυγές, από τις οποίες εκδικάστηκαν οι 83.421.

Σε 20.294 περιπτώσεις, η ΔΕΔ ακύρωσε στις αποφάσεις του φοροελεγκτικού μηχανισμού και δικαίωσε τους φορολογούμενους.

Στις 44.442 περιπτώσεις απορρίφθηκε η προσφυγή και επικυρώθηκαν οι φόροι, για 14.938 εξέπνευσε η προθεσμία εκδίκασης και απορρίφθηκαν ενώ στις υπόλοιπες είτε παραιτήθηκαν οι ενάγοντες είτε έκλεισαν με «ρητή απόφαση».

Οι φορολογούμενοι που έχασαν την υπόθεση στη ΔΕΔ και επικυρώθηκαν οι φόροι και τα πρόστιμα των ελεγκτών, μπορούν να προσφύγουν στα φορολογικά δικαστήρια, εφόσον θεωρούν ότι έχουν πιθανότητες δικαίωσης.

Στο σημείο αυτό διευκρινίζεται, πως, βασική προϋπόθεση για να φτάσει μια υπόθεση στα δικαστήρια θα πρέπει προηγουμένως να περάσει από τη ΔΕΔ. Αν δεν υποβληθεί προσφυγή στη ΔΕΔ, δεν μπορεί να εξεταστεί η υπόθεσή του στο δικαστήριο.

Όσον αφορά δε την προθεσμία, προβλέπεται ότι η ΔΕΔ θα πρέπει να δώσει απάντηση σε όποιον προσφεύγει εντός 120 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της υπόθεσης στην αρμόδια φορολογική αρχή.

Αν δεν εκδοθεί απόφαση και δεν ενημερωθεί σχετικά ο υπόχρεος ή δεν επιδοθεί η απόφαση, τότε θεωρείται ότι η ενδικοφανής προσφυγή έχει απορριφθεί και ο υπόχρεος έχει λάβει γνώση αυτής της απόρριψης κατά την εκπνοή της ανωτέρω προθεσμίας.

Επίσης, για την προσφυγή στη ΔΕΔ καταβάλλεται το 50% των φόρων και των προστίμων που έχουν καταλογιστεί. Αν χάσει την υπόθεση, τότε καταβάλει και το υπόλοιπο 50%. Αν κερδίσει είτε στη ΔΕΔ είτε στο δικαστήριο, τότε του επιστρέφεται το ποσό που έχει καταβάλει.

Μια άλλη παράμετρος που χρησιμοποιούν ορισμένοι, αφορά στο χρόνο πληρωμής των προστίμων. Με την προσφυγή στη ΔΕΔ και κατόπιν στο δικαστήριο και μέχρι την τελική εκδίκαση της υπόθεσης, ο υπόχρεος έχει καταβάλει το 50% των φόρων και των προστίμων.

Δεδομένου ότι οι υποθέσεις στα φορολογικά δικαστήρια καθυστερούν χρόνια να εκδικαστούν, στο διάστημα αυτό παγώνει η είσπραξη για το 50% των φόρων και των προστίμων.