Καφές: Το κύμα ακρίβειας που σαρώνει καύσιμα και βασικά είδη διατροφής δεν θα μπορούσε να μην επηρρεάσει και την τιμή του καφέ. Το αγαπημένο ρόφημα των Ελλήνων αναμένεται να αγγίξει ακόμα και τα 5 ευρώ. Πώς θα αντιδράσει η κυβέρνηση για να μην γίνει ο καφές … φαρμάκι! Όλες οι εξελίξεις στο xristika.gr.
Θέμα μείωσης ή ακόμη και κατάργησης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στον καφέ, ως αντιστάθμισμα στις σημαντικές αυξήσεις που αναμένονται στην τιμή του εν λόγω προϊόντος το επόμενο διάστημα, έχει θέσει εκ νέου στην κυβέρνηση η Ελληνική Ένωση Καφέ.
Το εάν βεβαίως η κυβέρνηση θα προβεί σε μία τέτοια κίνηση θα εξαρτηθεί από τη «ζυγαριά» στην οποία θα βάλει το δημοσιονομικό κόστος αυτής. Κι αυτό διότι ο καφές αφήνει πολύ χρήμα στο κράτος… τα έσοδα του κράτους μόνο από τον ΕΦΚ στον καφέ ήταν το 2019 134 εκατ. ευρώ, ενώ το 2020 διαμορφώθηκαν σε 127 εκατ. ευρώ με τη μείωση να οφείλεται στα lockdowns.
Υπενθυμίζεται ότι ο ΕΦΚ ανέρχεται σε 3 ευρώ/κιλό στον καβουρδισμένο καφέ, 2 ευρώ/κιλό στον μη καβουρδισμένο καφέ, 4 ευρώ/κιλό στον στιγμιαίο καφέ και 4 ευρώ/κιλό στα παρασκευάσματα καφέ. Τι ανατιμήσεις αναμένονται την ίδια ώρα στην τιμή του καφέ; Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς 1 έως 3 ευρώ ανά κιλό (τιμή στο ράφι και όχι σερβιριζόμενος).
Το άλμα στην τιμή του καφέ οφείλεται κυρίως στον παγετό που έπληξε τις φυτείες καφέ στη Βραζιλία, τη μεγαλύτερη παραγωγό καφέ στον κόσμο, οδηγώντας σχεδόν σε διπλασιασμό της χρηματιστηριακής τιμής του προϊόντος στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Το γεγονός δε ότι ακόμη δεν έχει εκτιμηθεί επακριβώς το μέγεθος της καταστροφής στις φυτείες καφέ στη Βραζιλία έχει ως συνέπεια η αγορά να προεξοφλεί διαταραχές και στην επόμενη σοδειά, κάτι που σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, σημαίνει διατήρηση των υψηλών τιμών και το 2022.
Ο καφές και τα παράγωγά του που εισάγονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα είναι αξίας άνω των 290 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Καφέ η Ελλάδα βρίσκεται στη 17 η θέση παγκοσμίως σε ό,τι αφορά την κατανάλωση καφέ με την κατά κεφαλήν κατανάλωση να ανέρχεται σε 5,4 κιλά ετησίως.
Καφές: Τα χειρότερα έρχονται – Αυξήσεις… σοκ στα ράφια!
Δεν έχει τέλος το ράλι της ακρίβειας στα ράφια των σούπερ μάρκετ και δυστυχώς τα χειρότερα για τους καταναλωτές… έρχονται! Δείτε στο xristika.gr τις εξελίξεις…
Aνησυχία επικρατεί για τις αυξήσεις που ήδη καταγράφονται σε βασικά προϊόντα αλλά και για το κύμα ανατιμήσεων σε τρόφιμα και ενέργεια που αναμένεται να χτυπήσει τη χώρα το αμέσως επόμενο διάστημα.
Ήδη, η αύξηση έως και 30% που παρατηρείται σε όλο τον κόσμο στις σχετικές πρώτες ύλες, φέρνει και αυξήσεις στην τιμή του ψωμιού, αλλά και βασικών προϊόντων αρτοζαχαροπλαστικής όπως το γάλα.
Η τιμή του ψωμιού και των σιτηρών στην Ελλάδα βρισκόταν το 2020 πάνω από τον μέσο δείκτη τιμών στην ΕΕ σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat στις 20 Αυγούστου, ενώ υπάρχει ο κίνδυνος να εκτοξευθεί το αμέσως επόμενο διάστημα.
«Είναι γεγονός ότι το τελευταίο τετράμηνο έχουν γίνει κάποιες αυξήσεις 25 – 30%. Είναι αναμενόμενο να υπάρχουν και οι επακόλουθες αυξήσεις», δήλωσε επαγγελματίας αρτοποιός στο Open, εκτιμώντας πως η τιμή του ψωμιού θα ανέβει κατά 0,15 – 0, 20 ευρώ.
Παράλληλα καταγράφεται μεγάλη αύξηση στην τιμή της βενζίνης τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και στην Ελλάδα ενώ μεγάλος φόβος επικρατεί για φημολογούμενη εκτίναξη στα τιμολόγια ρεύματος που μπορεί να φτάσει ακόμα και στο +50%.
Οι δυσοίωνες εκτιμήσεις για το ρεύμα οφείλονται στο άλμα που καταγράφεται στις τιμές της χονδρικής αγοράς ολόκληρης της Ευρώπης και στους εξής 3 λόγους:
- Μεγάλη ζήτηση λόγω καύσωνα
- Το χρηματιστήριο των ρύπων, πράγμα που σημαίνει ότι όποιος μολύνει θα πληρώνει παραπάνω
- Αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου, με αυτή να θεωρείται η βασικότερη αιτία (Στα 45 ευρώ από τα 28 ευρώ ανέβηκε η τιμή της μεγαβατόρας).
Σε περίπτωση που οι αυξήσεις αποτυπωθούν στη λιανική, θα πρόκειται για τιμές ρεκόρ που θα φτάνουν ακόμα και τα 100 ευρώ ανά μεγαβατόρα. Η αύξηση στο ρεύμα αναμένεται να αυξήσει την τιμή και άλλων προϊόντων.
Η ΓΣΕΒΕΕ σε ανακοίνωσή της στις αρχές της εβδομάδας τονίζει ότι το κύμα ανατιμήσεων στην ενέργεια επηρεάζει δραματικά τα κοστολόγια των επιχειρήσεων, ενώ η μετακύλιση του στους καταναλωτές είναι θέμα χρόνου.
Καφές: Παγκόσμιο φαινόμενο το ράλι τιμών
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με μετρήσεις του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών αυξήσεις παρατηρήθηκαν και σε άλλα είδη όπως η φέτα, το γιαούρτι, τα αυγά. Ωστόσο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις το συνολικό ποσοστό αύξησης στον οικογενειακό προϋπολογισμό συγκρατήθηκε στο 0,7%, καθώς εξισορροπήθηκε από προϊόντα σε προσφορά.
Όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ΙΕΛΚΑ, Κωνσταντίνος Μαχαίρας, στον enikos.gr «οι ανατιμήσεις αφορούν σε ολόκληρη την Ευρώπη καθώς ανεβαίνουν οι πρώτες ύλες». Σύμφωνα με τον ίδιο, έχουμε «μεσοσταθμικές αυξήσεις 5%-6% εφέτος και το λιανεμπόριο έως τώρα έχει απορροφήσει ένα 4% και στην τελική τιμή του προϊόντος έχει… περάσει ένα 2%. Με το που άνοιξαν έξω οι αγορές, ήρθαν και οι ανατιμήσεις. Είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και όχι ελληνικό».
Ο Γιώργος Λεχουρίτης, πρόεδρος του ΙΝΚΑ, βλέπει ωστόσο πιο μόνιμα χαρακτηριστικά στις ανατιμήσεις, οι οποίες όπως είπε ξεκίνησαν από τον Ιανουάριο.
Όπως είπε σε συνέντευξή του στο OPEN το μπαράζ ανατιμήσεων παρατηρείται σχεδόν σε όλα τα προϊόντα από τα μακαρόνια και όσπρια μέχρι το λάδι και το ρύζι. Μάλιστα, επεσήμανε ότι οι ανατιμήσεις είναι μεγάλες εάν αναλογιστεί κανείς δεν υπάρχει καμιά αύξηση στις αποδοχές των εργαζομένων και στις συντάξεις.
Στο ερώτημα εάν συνδέονται οι ανατιμήσεις με το κύμα της πανδημίας ο πρόεδρος του ΙΝΚΑ σημείωσε ότι δεν υπάρχει καμιά συσχέτιση της πανδημίας με τις αυξήσεις στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα και στα προϊόντα που φτάνουν στα ράφια του σούπερ μάρκετ.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΙΝΚΑ, «αυτό που επικαλούνται για παράδειγμα οι πωλητές λαϊκών αγορών ότι πήγαιναν κάθε 15 ημέρες και ότι μειώθηκαν οι πάγκοι, γι’ αυτό και αυξήθηκαν οι τιμές, δεν ισχύει για τα σούπερ μάρκετ, καθώς αυτά δεν έκλεισαν καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας.
Όταν θέλουμε να δικαιολογήσουμε τις αυξημένες τιμές προϊόντων, βρίσκουμε δικαιολογίες. Θεωρούμε λοιπόν ως ΙΝΚΑ ότι πολλές επιχειρήσεις βρίσκουν δικαιολογίες για να αυξάνουν τις τιμές των προϊόντων. Η αύξηση των τιμών πρώτων υλών επηρεάζει τις τελικές τιμές αλλά δεν δικαιολογούνται τέτοιου είδους αυξήσεις.
Παράλληλα ενώ μειώθηκε ο ΦΠΑ από το 24% στο 13% θα περιμέναμε και γενικότερη μείωση τιμών στα προϊόντα, ωστόσο αυτές δεν μειώθηκαν, παρέμειναν σταθερές ή ίσως και να αυξήθηκαν σε ορισμένες περιπτώσεις».
Την ίδια στιγμή ο πλανήτης βιώνει μία οξεία επισιτιστική κρίση. Συγκεκριμένα, σχεδόν 20 εκατ. επιπλέον άνθρωποι προστέθηκαν στους πληγέντες των επισιτιστικών κρίσεων στη διάρκεια της περσινής χρονιάς, ενώ οι προοπτικές για το άμεσο μέλλον φαντάζουν εξίσου δυσοίωνες, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Δίκτυο Κατά των Επισιτιστικών Κρίσεων (GNAFC).
Καφές: Ποιο προϊόν αγόρασαν περισσότερο οι Έλληνες
Η πανδημία άνοιξε την όρεξη των καταναλωτών για τοπικά προϊόντα τα οποία αύξησαν τη δύναμη τους στο καλάθι κατά 6 μονάδες σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Αυτό προκύπτει από στοιχεία της Nielsen σύμφωνα με τα οποία διαφαίνεται μια τάση, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς όπου έχει δημιουργηθεί και το κίνημα των “locavore”, οι καταναλωτές να στρέφονται στα τοπικά προϊόντα.
Και όταν λέμε τοπικά προϊόντα, αυτό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι προτιμούν τα ελληνικά προϊόντα γενικά και αόριστα.
Η επιλογή ενός τοπικού προϊόντος πηγαίνει σε επίπεδο περιοχής, δηλαδή προτιμούν Κρητικά, Ναξιώτικα, κ.λ.π. και ψάχνουν για μεγιστοποίηση της αξίας με την τιμή να παραμένει σημαντικός παράγοντας αλλά όχι ο μοναδικός.
Με απλά λόγια οι καταναλωτές αναζητούν φθηνότερες τιμές αλλά την ίδια ώρα εμφανίζονται διατεθειμένοι -όταν έχουν τη δυνατότητα- να πληρώσουν παραπάνω για κάτι που εγγυάται καλύτερη ποιότητα.
Αυτός ίσως να είναι ένας από τους βασικούς λόγους που καταγράφεται νέα υποχώρηση των πωλήσεων των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας (PL) και των προϊόντων που φέρουν το brand του σούπερ μάρκετ. Οι πωλήσεις τους μειώθηκαν κατά 15,4% ενώ μόνο το 37% των καταναλωτών δηλώνει ότι επιλέγει πάντα PL.
Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι οι καταναλωτές δεν είναι ευαίσθητοι στο θέμα των τιμών.
Αντιθέτως, σύμφωνα με τους αναλυτές της Nielsen, όσο αβέβαιο είναι το περιβάλλον -η καταναλωτική εμπιστοσύνη έχει υποχωρήσει κατά 14 μονάδες μέσα στο 2020- τόσο υψηλότερη είναι η ευαισθησία στη μεταβολή των τιμών.
Το 66% των καταναλωτών δηλώνει πως γνωρίζει σχεδόν όλες τις τιμές των προϊόντων που αγοράζει, το 56% από 51% το 2019, αγοράζει τα απαραίτητα έχοντας μειώσει τις πολυτέλειες, ενώ το 16% αυτών, δηλαδή 2 μονάδες περισσότερο από το 2019, αγοράζει μεγαλύτερες ποσότητες ή πολυσυσκευασίες για να επωφεληθεί από τις προσφορές.
Από την άλλη πλευρά πάντως το ποσοστό των καταναλωτών που μετακινείται σε φθηνότερες μάρκες υποχώρησε πέρυσι στο 23% από 27% που ήταν το 2019.
Η ουσία για τους προμηθευτές και τους παραγωγούς προϊόντων είναι πως για κάθε 1% αύξηση της τιμής των βασικών ειδών που πωλούν τα σούπερ μάρκετ καταγράφεται μείωση 2,5% στον όγκο πωλήσεων.
Ο συγκεκριμένος δείκτης, που δείχνει πόσο αρνητικά μεταβάλλεται ο όγκος από μια μεταβολή στην τιμή, ήταν στο 3,2 κατά την προ covid περίοδο δείχνοντας ότι η εγχώρια αγορά είναι οριακά πιο ανελαστική σε σχέση με πριν.
Πάντως η προωθητική ένταση -δηλαδή το σύνολο των πωλήσεων που έγινε υπό προώθηση- μειώθηκε στο πρώτο lockdown. Στη μετά lockdown περίοδο στα τρόφιμα οι προωθητικές ενέργειες αγγίζουν το 39%.
Δηλαδή 4 στα 10 προϊόντα πωλούνται υπό προώθηση ενώ στα ποτά, αναψυκτικά, αφεψήματα, κ.λ.π. η προωθητική ένταση έφθασε στο 80,2% δηλαδή -3,3 μονάδες.