Εργασιακά: Την ώρα που δεκάδες συμπολίτες μας είδαν τις περιουσίες τους να καίγονται, ο νόμος τους δίνει άδεια για… γέλια! Δείτε τι απίστευτο ισχύει στο xristika.gr.
Ο δικηγόρος και εργατολόγος Γιάννης Καρούζος, μιλώντας στον ΣΚΑΪ, επισήμανε ότι θα πρέπει οι εργοδότες να διευκολύνουν με περισσότερους ημέρες αδείας τους πυρόπληκτους εργαζόμενους, που αντιμετωπίζουν μια δύσκολη πραγματικότητα, ωστόσο τόνισε ότι για να συμβεί κάτι τέτοιο θεσμικά απαιτείται νομοθετική ρύθμιση.
Όπως ανέφερε ο κ. Καρούζος στον δημόσιο τομέα δεν προβλέπεται κάτι και οι πυρόπληκτοι εργαζόμενοι μπορούν να κάνουν χρήση μόνο της κανονικής τους άδειας και απηύθυνε έκκληση προς τον υπουργό Εσωτερικών Μάκη Βορίδη με εγκύκλιό του να διευκολύνει στο να χορηγηθούν άδειες στους πυρόπληκτους δημοσίους υπαλλήλους.
Αναφορικά με τις αποζημιώσεις, ο κ. Καρούζος διευκρίνισε ότι αν μια επιχείρηση καεί και διακόψει λειτουργία για λόγους ανωτέρας βίας, δεν οφείλεται μισθός καθώς λύνεται η σύμβαση με τον εργαζόμενο χωρίς αποζημίωση, εκτός αν η εταιρεία είναι ασφαλισμένη τότε οφείλει να καταβάλλει τα δύο τρίτα της αποζημίωσης στους εργαζόμενους.
Εργασιακά: Ο… αστείος, κατώτατος μισθός
Μέσα σε όλα αυτά, ισχύει επίσημα πλέον ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε και μαζί και τα έσοδα των εργαζομένων, ωστόσο το 2% δεν έφερε και πολλά χαμόγελα! Διαβάστε στο xristika.gr πως διαμορφώνονται πλέον οι αμοιβές.
Την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% ( περίπου 13 ευρώ) όχι άμεσα αλλά από 1ης Ιανουαρίου 2022 ενέκρινε το υπουργικό συμβούλιο μετά από σχετική εισήγηση του υπουργού εργασίας Κ. Χατζηδάκη.
Ετσι ο κατώτατος μισθός από τα 650 ευρώ που είναι σήμερα θα διαμορφωθεί σε 663 ευρώ το μήνα, ή 773,5 ευρώ αν συνυπολογισθεί το γεγονός ότι καταβάλλονται 14 μισθοί το χρόνο και το νέο κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών θα διαμορφωθεί από 29.04 σε 29.62 ευρώ.
Ο νέος κατώτατος μισθός για τον εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα με 0 έως 3 χρόνια προϋπηρεσία διαμορφώνεται στα 663 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 729.30 . Για το μισθωτό με προϋπηρεσία από 3 έως 6 χρόνια διαμορφώνεται σε 729.3 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 795.60.
Για τον μισθωτό με προϋπηρεσία από 6 έως 9 χρόνια διαμορφώνεται σε 795.6 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 861.60. Για το μισθωτό με προϋπηρεσία άνω των 9 ετών διαμορφώνεται στα 861.9 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 928.20
Η απόφαση ελήφθη ύστερα από την ολοκλήρωση της διαβούλευσης στην οποία συμμετείχαν οι κοινωνικοί εταίροι, ερευνητικοί και επιστημονικοί φορείς, η Τράπεζα της Ελλάδος κ.ά., με βάση τις προτάσεις που διατυπώθηκαν, τις αντοχές της οικονομίας και των επιχειρήσεων, ιδίως των μικρομεσαίων αλλά και τη διεθνή συγκυρία.
Η στάθμιση των δεδομένων ήταν δύσκολη για την κυβέρνηση καθώς το σύνολο των εργοδοτικών και επιστημονικών φορέων είχε ταχθεί υπέρ του «παγώματος» του κατώτατου μισθού στα σημερινά επίπεδα, με το επιχείρημα ότι οι επιπτώσεις ενδεχόμενης αύξησής του στο δυσοίωνο περιβάλλον που έχει δημιουργήσει η πανδημία θα είναι δυσμενείς για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και την ανεργία.
Ωστόσο για την τελική απόφαση , ελήφθησαν υπόψη οι ανάγκες των εργαζόμενων και ο αναδυόμενος πληθωρισμός.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του οικονομικού επιτελείου η έστω και συμβολική αύξηση του κατώτατου μισθού θα τονώσει την ψυχολογία της αγοράς και θα σηματοδοτήσει την επιστροφή στην κανονικότητα.
Στην Ελλάδα ο νομοθετημένος από 1/2/2019 κατώτατος μηνιαίος μισθός για τους υπαλλήλους ανέρχεται στα 650 ευρώ και το ημερομίσθιο για εργατοτεχνίτες στα 29,04 ευρώ. Δεδομένου ότι στην Ελλάδα καταβάλλονται 14 μισθοί, αυτό αντιστοιχεί σε 758 ευρώ/μήνα. Με την εγκύκλιο 7613/395-18-02-2019 του υπουργείου Εργασίας ορίστηκε ότι τα ποσά αυτά προσαυξάνονται μέχρι και 30% ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας που έχει συμπληρώσει ο/η εργαζόμενος/η προ του 2012. Συνεπώς ο κατώτατος μισθός μπορεί να είναι έως και 195 ευρώ υψηλότερος (βλ. πίνακα).
Αντίστοιχα από 1-1-2022 ο κατώτατος μισθός διαμορφώνεται στα 663 ευρώ τον μήνα (ή 773,5 ευρώ με αναγωγή των 14 μισθών), ενώ με τις τριετίες φθάνει έως και 198,9 ευρώ υψηλότερα. Το κατώτατο ημερομίσθιο από 1-1-2022 διαμορφώνεται σε 29,62 ευρώ.
Οι ισχύοντες και οι νέοι μισθοί για άγαμους και έγγαμους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες με τις τριετίες παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα:
Κατώτατος μισθός και ημερομίσθιο στην Ελλάδα – Σημερινό καθεστώς και διαμόρφωση από 1-1-2022
Από τον Φεβρουάριο του 2019, η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού έχει αυξηθεί, αφενός εξαιτίας των αποπληθωριστικών πιέσεων (-1,3% το 2020), αφετέρου λόγω της μείωσης κατά 1,63% των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλουν οι εργαζόμενοι (από 15,75% σε 14,12%). Για έναν μισθωτό πλήρους απασχόλησης που λαμβάνει τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ, το συνολικό όφελος από τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ανέρχεται σε 10,6 ευρώ/μήνα ή 148,3 ευρώ/έτος (14 μισθοί).
Δηλαδή, συνολικά το πραγματικό ετήσιο διαθέσιμο των μισθωτών πλήρους απασχόλησης που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ έχει αυξηθεί κατά περίπου 250 ευρώ τον χρόνο, λόγω του αρνητικού πληθωρισμού και της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και θα αυξηθεί από 1-1-2022 επιπλέον κατά 182 ευρώ με την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Υπενθυμίζεται, ότι σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ), παρότι οι συνέπειες της πανδημικής κρίσης ήταν οριζόντιες, 17 κράτη μέλη της ΕΕ έχουν αυξήσει τον κατώτατο μισθό από την 1/1/2021, τρία κράτη μέλη τον διατήρησαν σταθερό στο ύψος του 2020, ενώ μόνο στην Ελλάδα οι διαπραγματεύσεις αναβλήθηκαν την προηγούμενη χρονιά και ο κατώτατος μισθός εξακολουθεί να είναι στο ύψος του 2019.
Από τις 17 χώρες που αύξησαν τον κατώτατο μισθό το 2021, οι 14 τον είχαν αυξήσει και το 2020 σε σχέση με το 2019. Παράλληλα, ανάμεσα στις χώρες που διατήρησαν την 1η Ιανουαρίου του 2021 τον κατώτατο μισθό σταθερό σε σχέση με την 1η Ιανουαρίου του 2020, η Εσθονία και η Ισπανία, είχαν ήδη αυξήσει τον ωριαίο κατώτατο μισθό σε σχέση με το 2019 κατά 8,15% και 5,55%. Για το 2021, υψηλότερη ήταν η αύξηση του ωριαίου κατώτατου μισθού στη Λετονία (16,3%) και χαμηλότερη στη Γαλλία και στη Μάλτα (1%).
Σύμφωνα με τη μελέτη, η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα είναι η 5η χαμηλότερη σε όλη την ΕΕ, πάνω μόνο από την Ουγγαρία, την Λετονία, την Εσθονία και την Βουλγαρία. Επιπλέον, η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος-μέλος το οποίο υπέστη απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού σε σχέση με το επίπεδο του 2010 (-9,45%), όταν στα υπόλοιπα κράτη-μέλη υπήρξε πολύ μεγάλη αύξηση.
Η χώρα μας με λιγότερα από 4,5 ευρώ ίδιας αγοραστικής δύναμης έχει πλέον χαμηλότερη πραγματική αγοραστική δύναμη από ορισμένα κράτη-μέλη της ανατολικής Ευρώπης, καθώς το κόστος διαβίωσης στην Ελλάδα είναι σημαντικά υψηλότερο. Παρατηρείται λοιπόν απόκλιση του κατώτατου μισθού της Ελλάδας από τον μισθό αξιοπρεπούς διαβίωσης και επιδείνωση της πραγματικής αγοραστικής δύναμής του στην ΕΕ.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μια αύξηση του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα στο 60% του διάμεσου μισθού θα επηρεάσει το 34% των απασχολουμένων, που είναι το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό είναι αυτό της Πολωνίας (26%), το οποίο είναι αρκετά χαμηλότερο από της Ελλάδας, ενώ το χαμηλότερο ποσοστό απασχολουμένων που θα επηρεαστούν από τη μεταβολή του κατώτατου μισθού είναι του Βελγίου (μόλις 3%). Το εύρημα αυτό είναι ενδεικτικό των συνθηκών που δημιούργησε η εφαρμογή εισοδηματικής λιτότητας την περασμένη δεκαετία, εδραιώνοντας ένα παραγωγικό πρότυπο το οποίο στηρίζεται σε χαμηλά αμειβόμενη εργασία.
Στη χώρα μας ο κατώτατος μισθός βρίσκεται κάτω από το όριο της απόλυτης και της σχετικής φτώχειας. Είναι υπερβολικά χαμηλός για να εξασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Ένα μεγάλο ποσοστό μισθωτών λαμβάνει τον κατώτατο μισθό, επομένως ο κίνδυνος φτώχειας για τους απασχολουμένους (in-work poverty) και ειδικότερα για τις γυναίκες είναι αρκετά υψηλός, και γίνεται ακόμη μεγαλύτερος αν συμπεριλάβουμε εκείνους που αμείβονται χαμηλότερα από τον κατώτατο μισθό.