Νέα μέτρα: Διπλή παράταση σε πάγωμα ΦΠΑ και φοροκίνητρα ανακαίνισης. Οι φοροελαφρύνσεις λειτουργούν ως πηγή εσόδων για το κράτος λόγω του τζίρου που θα δημιουργηθεί σε οικοδομή και κτηματαγορά. Όλες οι λεπτομέρειες στο xristika.gr.
Παράταση μέχρι… νεωτέρας σχεδιάζει να δώσει η κυβέρνηση σε δύο πολύ σημαντικές φοροελαφρύνσεις και συγκεκριμένα στο πάγωμα του ΦΠΑ που ισχύει -προσωρινά- για τα νεόδμητα ακίνητα και στην έκπτωση φόρου για όσους προχωρούν σε ανακαίνιση.
Οι παρατάσεις αυτές θα δώσουν επιπλέον κίνητρα σε όσους σχεδιάζουν να αναβαθμίσουν την κατοικία τους ή ακόμα να αγοράσουν και καινούρια.
Παράλληλα είναι και μια πρώτης τάξεως πηγή εσόδων για το κράτος λόγω του ευρύτερου τζίρου που θα δημιουργηθεί στην οικοδομή και την κτηματαγορά.
Εκτός από τον τουρισμό η κυβέρνηση έχει ποντάρει πολλά στην οικοδομή, που όχι μόνο έχει ζεσταθεί για τα καλά αλλά έχει αρχίσει να αφήνει και ισχυρό αποτύπωμα στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Σε αυτό βοήθησαν και οι μεταβιβάσεις που έγιναν τόσο λόγω της αύξησης των αντικειμενικών αξιών όσο και το νέο πλαίσιο για αφορολόγητες γονικές παροχές.
Πάνω απ’ όλα όμως βρίσκεται η ανάγκη των νοικοκυριών να αναβαθμίσουν την ποιότητα ζωής και διαμονής τους.
Η κυβέρνηση, τώρα, που βλέπει τα θετικά αποτελέσματα της αναθέρμανσης της κτηματαγοράς στην αναζωπύρωση στο ΑΕΠ και, κυρίως, στα φορολογικά έσοδα, θέλει να ενισχύσει την τάση αυτή.
Σχεδιάζει να παρατείνει τον μηδενικό ΦΠΑ στα νεόδμητα για τα επόμενα χρόνια αλλά και τα φοροκίνητρα στις εργασίες ανακαίνισης.
Εκτιμάται ότι έτσι θα δοθεί ένα ακόμα «σπρώξιμο» σε όσους θέλουν να «βάλουν χέρι» στις αποταμιεύσεις τους για να επενδύσουν στις συνθήκες διαμονής τους.
Ακόμα και σε δύσκολες εποχές τα ακίνητα συνεχίζουν να προσελκύουν το επενδυτικό ενδιαφέρον, αφού εν μέσω πανδημίας η οικοδομή κρατήθηκε ζωντανή: από τον Ιανουάριο του 2020 έως και τον Οκτώβριο του 2021, δηλαδή μέσα στην υγειονομική κρίση, εκδόθηκαν 38.237 οικοδομικές άδειες.
Εξάλλου, το τελευταίο διάστημα οι μεταβιβάσεις ακινήτων έχουν πάρει φωτιά, καθώς υποβάλλονται σε καθημερινή βάση τουλάχιστον 500 αιτήσεις στην ηλεκτρονική πλατφόρμα «my property».
Εντυπωσιακά είναι και τα στοιχεία για την περσινή χρονιά. Το 2021 οι μεταβιβάσεις στην Αττική κατέγραψαν αύξηση της τάξης του 16% σε σύγκριση με το 2020.
Οι Δήμοι Αθηναίων, Θεσσαλονίκης, Πειραιώς, Καλλιθέας, Νέας Σμύρνης συνθέτουν την πεντάδα των περιοχών με τις περισσότερες μεταβιβάσεις ακινήτων το 2021. Στον Δήμο Αθηναίων άλλαξαν χέρια 4.573 ακίνητα, στον Δήμο Θεσσαλονίκης πραγματοποιήθηκαν 2.029 αγοραπωλησίες ακινήτων, στον Πειραιά 686, στην Καλλιθέα 489 και στη Νέα Σμύρνη 278.
Με αυτά τα δεδομένα στο υπουργείο Οικονομικών εξετάζουν παράταση των κινήτρων και συγκεκριμένα:
1. Παράταση της αναστολής ΦΠΑ 24% σε όλα τα ακίνητα και μετά την 31η Δεκεμβρίου 2022 οπότε λήγει κανονικά το μέτρο, το οποίο έδωσε το «φιλί της ζωής» στην οικοδομή.
Οπως αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, οι αλλαγές στους κανόνες των συντελεστών ΦΠΑ που αποφάσισε στις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου το Εcofin δίνουν τη δυνατότητα στην Ελλάδα να παρατείνει την αναστολή του ΦΠΑ 24% στις μεταβιβάσεις νεόδμητων ακινήτων για ακόμη δύο χρόνια και συγκεκριμένα έως το τέλος του 2024.
Από την 1η Ιανουαρίου 2025, ανάλογα με τις δημοσιονομικές συνθήκες, η Ελλάδα θα έχει τη δυνατότητα να επιλέξει αν θα εφαρμόσει στις μεταβιβάσεις νέων οικοδομών μειωμένο συντελεστή 13% ή ακόμη και μηδενικό, όπως ισχύει σε άλλες χώρες της Ε.Ε. (π.χ. Λουξεμβούργο).
Σημειώνεται ότι ο ΦΠΑ 24% επιβλήθηκε στις αγοραπωλησίες ακινήτων το 2006 και αφορούσε ακίνητα με άδεια οικοδομής από την 1η Ιανουαρίου 2006 και μετά, με εξαίρεση την αγορά πρώτης κατοικίας.
Η κυβέρνηση το 2019 αποφάσισε την αναστολή του ΦΠΑ από την 1η Ιανουαρίου 2020 έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2022, η οποία περιλαμβάνει τόσο περιπτώσεις νέων αδειών όσο και παλιές άδειες που εκδόθηκαν από 1ης Ιανουαρίου 2006.
Η αναστολή του ΦΠΑ που σχεδιάζεται στα νεόδμητα ακίνητα έως και το τέλος του 2024 αναμένεται να στηρίξει την αγορά ακινήτων, η οποία καταγράφει ανοδική τροχιά τους τελευταίους μήνες, και να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις από το εξωτερικό.
Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς προβλέπει ότι «με αίτηση του υποκειμένου στον φόρο, κατασκευαστή οικοδομών προς πώληση, αναστέλλεται, υποχρεωτικά μέχρι τις 31.12.2022, η εφαρμογή του ΦΠΑ στα ακίνητα και επιβάλλεται φόρος μεταβίβασης ακινήτων.
Η αναστολή αφορά το σύνολο των αδιάθετων παραπάνω ακινήτων του υποκειμένου. Μαζί με την αίτηση ο υποκείμενος υποβάλλει κατάσταση με τα αδιάθετα ακίνητα και το ποσό του φόρου που αντιστοιχεί στο κάθε ακίνητο προς διακανονισμό».
2. Διατήρηση της έκπτωσης φόρου έως 6.400 ευρώ για εργασίες επισκευής και ανακαίνισης ακινήτων.
Το φορο-μπόνους εφαρμόζεται για δαπάνες ενεργειακής, λειτουργικής και αισθητικής αναβάθμισης κτιρίων που πραγματοποιούνται έως και 31 Δεκεμβρίου 2022 και ήδη στο υπουργείο Οικονομικών εξετάζουν να το παρατείνουν τουλάχιστον κατά ένα έτος.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, η έκπτωση φόρου κατανέμεται ισόποσα σε περίοδο τεσσάρων ετών και ανέρχεται σε ποσοστό 40% του ύψους των επιλέξιμων δαπανών για τη λήψη των υπηρεσιών, με ανώτατο συνολικό όριο δαπανών για τα έτη 2020, 2021 και 2022 τα 16.000 ευρώ.
Το μέγιστο ποσό έκπτωσης διαμορφώνεται, συνεπώς, συνολικά στα 6.400 ευρώ.
Αυτό σημαίνει ότι εάν κάποιος δαπάνησε 5.000 ευρώ μέσα στο 2021 για την ανακαίνιση του σπιτιού του, τότε θα γλιτώσει φόρο εισοδήματος συνολικού ύψους 2.000 ευρώ, ποσό το οποίο επιμερίζεται σε τέσσερα χρόνια: 500 ευρώ αφαιρούνται από το εκκαθαριστικό του 2022, άλλα 500 ευρώ από το εκκαθαριστικό του 2023, 500 ευρώ από τον λογαριασμό του 2024 και 500 ευρώ από το εκκαθαριστικό σημείωμα του 2025. Για τον υπολογισμό της έκπτωσης λαμβάνονται υπόψη μόνο οι δαπάνες για τις εργασίες και όχι τα έξοδα για τις προμήθειες υλικών. Απαραίτητες προϋποθέσεις για να ισχύσει η έκπτωση είναι η απόδειξη των δαπανών με νόμιμα παραστατικά και η εξόφλησή τους με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής (χρεωστικές, πιστωτικές ή προπληρωμένες κάρτες, υπηρεσίες ηλεκτρονικής τραπεζικής) ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.
Νέα μέτρα: Ενοίκιο με 700 ευρώ ή δόση με 400;
Προάγγελος νέων αυξήσεων των τιμών πώλησης κατοικιών αποτελεί η συνεχής αύξηση της ζήτησης τόσο για νεόδμητα όσο και για μεταχειρισμένα ακίνητα.
Η εικόνα αυτή αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην αγορά στεγαστικής πίστης, όπου οι χορηγήσεις νέων δανείων κινούνται έντονα ανοδικά, με τις τρέχουσες εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για 1,2 δισ. ευρώ νέων στεγαστικών δανείων το 2022, από περίπου 900 εκατ. ευρώ το 2021.
Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας IMS (Individual Mortgage Solutions), το 2021 σημειώθηκε αύξηση κατά 20,3% των νέων αιτήσεων στεγαστικών δανείων, ενώ άνοδο σημείωσε και το μέσο αιτούμενο ποσό χρηματοδότησης, σε 95.000 ευρώ, από 82.000 ευρώ το 2020 και 85.000 ευρώ το 2019, αναφέρει ρεπορτάζ της Καθημερινής.
Μάλιστα, σήμερα το μέσο αιτούμενο ποσό έχει αυξηθεί σε 100.000 ευρώ, ενώ κατά κανόνα οι τράπεζες χρηματοδοτούν μέχρι το 80% της αξίας του προς απόκτηση ακινήτου.
Η IMS λειτουργεί ως σύμβουλος για τους ενδιαφερόμενους δανειολήπτες, αναλαμβάνοντας όλες τις σχετικές διαδικασίες, έχοντας συνάψει συνεργασίες με τις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας, από τις οποίες και αμείβεται, εφόσον εκταμιευθεί το στεγαστικό δάνειο.
Μάλιστα έχει κατορθώσει να κατέχει σημαντικό μερίδιο της αγοράς στεγαστικής πίστης, καθώς μέσω αυτής εκταμιεύεται περίπου το 10% της αξίας των στεγαστικών δανείων πανελλαδικά.
Οπως αναφέρει στην «Κ» ο επικεφαλής της IMS, κ. Κυριάκος Καμπούρης, η ζήτηση στην αγορά κατοικίας –και συνεπώς και για στεγαστικά δάνεια– οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων, αρχής γενομένης από το περιβάλλον πολύ χαμηλών επιτοκίων.
Η εξέλιξη αυτή έχει επιτρέψει στις τράπεζες να λανσάρουν αρκετά χαμηλότοκα προϊόντα και μάλιστα με σταθερό επιτόκιο, ακόμα και για δάνεια διάρκειας 30 ετών. «Σήμερα τα περισσότερα δάνεια που χορηγούνται είναι 30 ετών.
Υπολογίζοντας ένα σταθερό επιτόκιο της τάξεως του 3% για ποσό δανείου 100.000 ευρώ, η μέση μηνιαία δόση διαμορφώνεται σε 428 ευρώ.
Προϋπόθεση για την έγκριση ενός τέτοιου δανείου, εφόσον πρόκειται για έγγαμο με δύο παιδιά, είναι να διαθέτει ετήσιο οικογενειακό εισόδημα της τάξεως των 20.000-22.000 ευρώ», σημειώνει ο κ. Καμπούρης.
Αυτή ακριβώς η χαμηλή μηνιαία δόση δανείου, σε συνδυασμό με την εκτίναξη του κόστους ενοικίασης, είναι και ο δεύτερος λόγος που ωθεί όλο και περισσότερους στην επιλογή της αγοράς αντί της ενοικίασης.
Μέχρι και πριν από 3-4 χρόνια μια τετραμελής οικογένεια μπορούσε να νοικιάσει ένα ποιοτικό διαμέρισμα της τάξεως των 100 τ.μ. με ένα μηνιαίο ενοίκιο της τάξεως των 600-700 ευρώ.
Στο διάστημα που μεσολάβησε το κόστος ενός στεγαστικού δανείου έχει μειωθεί κι άλλο, τη στιγμή που τα ενοίκια έχουν αυξηθεί κατά 30-40% στην Αττική, με αποτέλεσμα τα 700 ευρώ να αντιστοιχούν πλέον σε αρκετά χαμηλότερης ποιότητας και μεγαλύτερης ηλικίας διαμερίσματα.
Οσον αφορά το προφίλ των αγοραστών, σύμφωνα με τον κ. Καμπούρη, η κύρια κατηγορία αφορά ανθρώπους ηλικίας 35-45 ετών, έγγαμους ή νέα ζευγάρια, με καθαρό μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα τουλάχιστον 2.000 ευρώ.
Πρόκειται για δημοσίους ή και ιδιωτικούς υπαλλήλους, αλλά και για ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους. Αρκετοί εξ αυτών επιθυμούσαν να αποκτήσουν το δικό τους ακίνητο, ήδη από την προηγούμενη δεκαετία, αλλά ανέβαλαν τη σχετική απόφαση λόγω της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης.
Νέα μέτρα: 35 – 45 ετών οι αγοραστές
Κατά τον κ. Καμπούρη, πάνω από το 50% του αγοραστικού ενδιαφέροντος αφορά κατοικίες στα βόρεια και τα νότια προάστια.
Εκεί βέβαια ο μέσος όρος των αιτούμενων δανείων διαμορφώνεται σε 200.000 ευρώ, ενώ ανάλογα αυξάνεται και η ίδια συμμετοχή των ενδιαφερομένων, καθώς το μέσο κόστος των προς απόκτηση ακινήτων κινείται μεταξύ 250.000 και 300.000 ευρώ.
Στις περιοχές αυτές, αγοραστές είναι κυρίως αυτοαπασχολούμενοι (π.χ. γιατροί, επιχειρηματίες κ.ά.), όπως επίσης και υπάλληλοι υψηλών μισθολογικών απολαβών (π.χ. εργαζόμενοι σε ναυτιλιακές εταιρείες, στελέχη με διευθυντικές αρμοδιότητες κ.ά.).
Εκτός από τις δημοφιλείς περιοχές των βορείων και των νοτίων προαστίων, σημαντική ζήτηση καταγράφεται και για ακίνητα στο κέντρο της Αθήνας (κυρίως για επενδυτικούς λόγους) αλλά και στα δυτικά προάστια.
Νέα μέτρα: Σε ποιες περιοχές
«Κατά μέσον όρο αγοράζονται διαμερίσματα επιφάνειας της τάξεως των 85-90 τ.μ., ενώ αν πρόκειται για ακίνητα στα βόρεια και τα νότια της Αττικής οι επιφάνειες μεγαλώνουν σε περίπου 110-130 τ.μ.
Τα μικρότερα ακίνητα αγοράζονται κυρίως με στόχο την εκμετάλλευση, π.χ. μέσω ψηφιακών πλατφορμών βραχυχρόνιας ενοικίασης», αναφέρει ο κ. Καμπούρης.
Σημαντική ζήτηση παρουσιάζουν και τα νεόδμητα διαμερίσματα, ακόμα και σε περιοχές όπως τα δυτικά προάστια, όπου το ελάχιστο κόστος διαμορφώνεται σε 2.500 ευρώ/τ.μ.
Μάλιστα, οι περισσότεροι σπεύδουν να αποκτήσουν ακίνητο προτού αποπερατωθεί η κατασκευή του.