«Κλείδωσε»: Αυτοί είναι οι εργαζόμενοι που θα πάρουν αύξηση μισθού έως 195 ευρώ

Κατώτατος μισθός 2021: Μπορεί το… ξενέρωμα για την αύξηση του κατώτατου μισθού στο 2% να παραμένει ωστόσο φαίνεται πως οι τελικές αυξήσεις θα είναι κατά πολύ μεγαλύτερες!

Αύξηση από 13 έως και 195 ευρώ το μήνα θα δουν στις απολαβές τους με την έλευση της νέας χρονιάς περίπου 700.000 εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό ανάλογα με τα έτη της προϋπηρεσίας τους και την λήψη επιδομάτων

Πρόκειται για εργαζόμενους που αμείβονται είτε με τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ που θα διαμορφωθεί στα 663 ευρώ, αύξηση 2%, με συμβάσεις πλήρους απασχόλησης είτε με συμβάσεις μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης και αποδοχές κάτω από 500 ευρώ το μήνα σε συνάρτηση πάντα με το ύψος του κατώτατου μισθού.

Επίσης με τα μέτρα που διατηρούνται, όπως το πάγωμα της εισφοράς αλληλεγγύης και της διατήρησης των μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες παρατείνεται η αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα από 8 έως 112 ευρώ τον μήνα για μισθούς από 800 έως 3.000 ευρώ αντίστοιχα, με τους εργαζόμενους με μεικτές αποδοχές περί τα 2.000 ευρώ να είναι οι περισσότερο κερδισμένοι.

Ουσιαστικά, οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα με μικτές μηνιαίες αποδοχές από 663 ευρώ έως 6.500 ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν σήμερα σε καθαρές μηνιαίες αποδοχές από 569,39 έως 3.354,67 ευρώ (μετά την αφαίρεση των μηνιαίων κρατήσεων ασφαλιστικών εισφορών, φόρου εισοδήματος και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης), θα λάβουν επί των καθαρών μηνιαίων αποδοχών τους αυξήσεις που θα κυμαίνονται σε ποσοστά από 2 % έως και 10,43% .

Τα οφέλη για τους εργαζομένους προκύπτουν από την εφαρμογή-παράταση τριών μέτρων, που είναι:

  • Η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από την 1η Ιανουαρίου του 2022.
  • Η διατήρηση της μείωσης εισφορών κατά 1,1% στους εργαζομένους (και 3% συνολικά με τη μείωση κατά 1,9% που αφορά τους εργοδότες).
  • Η απαλλαγή των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα από την εισφορά αλληλεγγύης.

Κατώτατος μισθός 2021: Πώς διαμορφώνεται πλέον

Έως και 195 ευρώ είναι το κέρδος από την αύξηση του κατώτατου μισθού από την 1η Ιανουαρίου 2022 αν συνυπολογισθούν και οι τριετίες σε εργαζόμενους με πολυετή εμπειρία. Ο κατώτατος μισθός από τα 650 ευρώ που είναι σήμερα θα διαμορφωθεί σε 663 ευρώ το μήνα, ή 773,5 ευρώ αν συνυπολογισθεί το γεγονός ότι καταβάλλονται 14 μισθοί το χρόνο και το νέο κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών θα διαμορφωθεί από 29,04 σε 29,62 ευρώ.

Ο νέος κατώτατος μισθός για τον εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα με 0 έως 3 χρόνια προϋπηρεσία διαμορφώνεται στα 663 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 729,30. Για το μισθωτό με προϋπηρεσία από 3 έως 6 χρόνια διαμορφώνεται σε 729,3 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 795,60.

Για τον μισθωτό με προϋπηρεσία από 6 έως 9 χρόνια διαμορφώνεται σε 795,6 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 861,60. Για το μισθωτό με προϋπηρεσία άνω των 9 ετών διαμορφώνεται στα 861,9 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 928,20. Επίσης η αύξηση του κατώτατου μισθού θα συμπαρασύρει τα επιδόματα του ΟΑΕΔ με το σημαντικότερο το επίδομα ανεργίας που θα αυξηθεί κατά 9 ευρώ.

Κατώτατος μισθός 2021: Μείωση εισφορών

Η διατήρηση της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες θεωρείται σημαντική κίνηση, καθώς εκτιμάται ότι θα δώσει ισχυρά κίνητρα στους εργοδότες να προχωρήσουν σε προσλήψεις και να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας, σε μια δύσκολη περίοδο, καθώς η αγορά εργασίας έχει πληγεί βαρύτατα από τις συνέπειες των παρατεταμένων lockdown.

Το όφελος σε μεικτούς μισθούς της τάξης των 2.000 ευρώ θα είναι 23 ευρώ τον μήνα, τα οποία θα «χάνονταν» αν η ελάφρυνση δεν διατηρούνταν και το 2022. Το όφελος παραμένει ισχυρό και για τους εργοδότες το 2022, καθώς ξεπερνά τα 12 ευρώ για τον κατώτατο μισθό και τα 35 ευρώ εάν ο μισθός είναι άνω των 2.000 ευρώ.

Το κονδύλι για την μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ανέρχεται σε περίπου 245 εκατ. ευρώ τον χρόνο και θα καλυφθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό. Η μείωση επιμερίζεται σε -1,79 ποσοστιαίες μονάδες για τον εργοδότη και -1,21 ποσοστιαίες μονάδες για τους εργαζομένους, τονώνοντας ταυτόχρονα την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.

Οι ασφαλιστικές εισφορές, στο βασικό πακέτο κάλυψης μισθωτού, ανέρχονταν σε 39,66% το 2020. Τα ασφάλιστρα επιμερίζονταν κατά 15,33% στον εργαζόμενο και κατά 24,33% στον εργοδότη. Με την μείωση κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες το συνολικό ασφάλιστρο διαμορφώθηκε το 2021 στα 36,66%. Τα ασφάλιστρα επιμερίζονται κατά 14,12% στον εργαζόμενο και κατά 22,54% στον εργοδότη.

Υπενθυμίζεται ότι οι εισφορές είχαν ήδη μειωθεί κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες τον Ιούνιο του 2020 για τους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης και πλέον η συνολική μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ανέρχεται σε 3,9 ποσοστιαίες μονάδες.

Πέρα από την μείωση των 3 ποσοστιαίων μονάδων αναμένεται να εφαρμοστεί και νέα νομοθετημένη μείωση, μισής ποσοστιαίας μονάδας, δηλαδή 0,50 π.μ., από τον Ιούνιο του 2022, μειώνοντας τις εισφορές επικουρικής ασφάλισης από 6,5% σε 6%.

Με την εφαρμογή της μείωσης το όφελος αυξάνεται. Μισθωτός με τον κατώτατο μισθό θα λάβει καθαρά 571,04 ευρώ, ενώ στον εργοδότη το κόστος θα μειωθεί από 812,44 ευρώ σε 810,32 ευρώ. Ετησίως, σε μισθό 1.500 ευρώ (μεικτά) το επιπλέον κέρδος για τον εργοδότη ανέρχεται σε 67,20 ευρώ τον χρόνο και για τον εργαζόμενο σε 39,9 ευρώ.

Κατώτατος μισθός 2021: Αυξήσεις στην Ευρώπη!

Υπενθυμίζεται, ότι σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ), παρότι οι συνέπειες της πανδημικής κρίσης ήταν οριζόντιες, 17 κράτη μέλη της ΕΕ έχουν αυξήσει τον κατώτατο μισθό από την 1/1/2021, τρία κράτη μέλη τον διατήρησαν σταθερό στο ύψος του 2020, ενώ μόνο στην Ελλάδα οι διαπραγματεύσεις αναβλήθηκαν την προηγούμενη χρονιά και ο κατώτατος μισθός εξακολουθεί να είναι στο ύψος του 2019.

Από τις 17 χώρες που αύξησαν τον κατώτατο μισθό το 2021, οι 14 τον είχαν αυξήσει και το 2020 σε σχέση με το 2019. Παράλληλα, ανάμεσα στις χώρες που διατήρησαν την 1η Ιανουαρίου του 2021 τον κατώτατο μισθό σταθερό σε σχέση με την 1η Ιανουαρίου του 2020, η Εσθονία και η Ισπανία, είχαν ήδη αυξήσει τον ωριαίο κατώτατο μισθό σε σχέση με το 2019 κατά 8,15% και 5,55%. Για το 2021, υψηλότερη ήταν η αύξηση του ωριαίου κατώτατου μισθού στη Λετονία (16,3%) και χαμηλότερη στη Γαλλία και στη Μάλτα (1%).

Σύμφωνα με τη μελέτη, η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα είναι η 5η χαμηλότερη σε όλη την ΕΕ, πάνω μόνο από την Ουγγαρία, την Λετονία, την Εσθονία και την Βουλγαρία. Επιπλέον, η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος-μέλος το οποίο υπέστη απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού σε σχέση με το επίπεδο του 2010 (-9,45%), όταν στα υπόλοιπα κράτη-μέλη υπήρξε πολύ μεγάλη αύξηση.

Η χώρα μας με λιγότερα από 4,5 ευρώ ίδιας αγοραστικής δύναμης έχει πλέον χαμηλότερη πραγματική αγοραστική δύναμη από ορισμένα κράτη-μέλη της ανατολικής Ευρώπης, καθώς το κόστος διαβίωσης στην Ελλάδα είναι σημαντικά υψηλότερο. Παρατηρείται λοιπόν απόκλιση του κατώτατου μισθού της Ελλάδας από τον μισθό αξιοπρεπούς διαβίωσης και επιδείνωση της πραγματικής αγοραστικής δύναμής του στην ΕΕ.

Κατώτατος μισθός 2021: Επηρεάζονται οι μισοί εργαζόμενοι!

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μια αύξηση του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα στο 60% του διάμεσου μισθού θα επηρεάσει το 34% των απασχολουμένων, που είναι το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό είναι αυτό της Πολωνίας (26%), το οποίο είναι αρκετά χαμηλότερο από της Ελλάδας, ενώ το χαμηλότερο ποσοστό απασχολουμένων που θα επηρεαστούν από τη μεταβολή του κατώτατου μισθού είναι του Βελγίου (μόλις 3%). Το εύρημα αυτό είναι ενδεικτικό των συνθηκών που δημιούργησε η εφαρμογή εισοδηματικής λιτότητας την περασμένη δεκαετία, εδραιώνοντας ένα παραγωγικό πρότυπο το οποίο στηρίζεται σε χαμηλά αμειβόμενη εργασία.

Στη χώρα μας ο κατώτατος μισθός βρίσκεται κάτω από το όριο της απόλυτης και της σχετικής φτώχειας. Είναι υπερβολικά χαμηλός για να εξασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Ένα μεγάλο ποσοστό μισθωτών λαμβάνει τον κατώτατο μισθό, επομένως ο κίνδυνος φτώχειας για τους απασχολουμένους (in-work poverty) και ειδικότερα για τις γυναίκες είναι αρκετά υψηλός, και γίνεται ακόμη μεγαλύτερος αν συμπεριλάβουμε εκείνους που αμείβονται χαμηλότερα από τον κατώτατο μισθό.