Τράπεζες: Μπορεί οι τράπεζες να διαλαλούν πως οι στρόφιγγες άνοιξαν και μοιράζουν δάνεια αλλά η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Δείτε στο xristika.gr τι ισχύει…
έντε, τουλάχιστον, λόγους επικαλούνται οι τράπεζες για το γεγονός ότι κρατούν κλειστές τις στρόφιγγες χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, με την κυβέρνηση να παρακολουθεί απαθής και να προβαίνει απλά σε χλιαρές συστάσεις.
Παρά το γεγονός ότι έχει αυξηθεί εντυπωσιακά η ρευστότητά τους την περίοδο της πανδημίας, με τις καταθέσεις να έχουν αυξηθεί κατά περισσότερο από 30 δισ. ευρώ, εντούτοις εξακολουθούν και δεν χορηγούν δάνεια στις επιχειρήσεις.
Τους λόγους για τους οποίους που εμποδίζουν τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, παρουσίασε στη Βουλή ο πρόεδρος της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, Βασίλης Ράπανος και όπως προκύπτει από το περιεχόμενό τους, δεν πρόκειται να βελτιωθεί η κατάσταση της χρηματοδότησης.
Ειδικότερα ο βασικότερος λόγος είναι η χαμηλή ή ανύπαρκτη πιστοληπτική ικανότητα και η εγγραφή στις λίστες του ΤΕΙΡΕΣΙΑ, χιλιάδων επιχειρήσεων.
Αιτία είναι η δεκαετής περιπέτεια των μνημονίων, που εκτόξευσε στα ύψη τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια και φράκαρε η λίστα του ΤΕΙΡΕΣΙΑ.
Όλοι αυτοί οι επιχειρηματίες είναι αποκλεισμένοι από την τραπεζική χρηματοδότηση, όχι μόνο στο άμεσο μέλλον αλλά και μεσοπρόθεσμα.
Ταυτόχρονα, μια άλλη κατηγορία επιχειρηματιών, δεν μπορούν να λάβουν τραπεζικό δάνειο, επειδή έχουν ήδη παλαιά δάνεια τα οποία είναι μεν «πράσινα», αλλά συγχρόνως έχουν και οφειλές προς την Εφορία και προς τα Ασφαλιστικά Ταμεία, με αποτέλεσμα να θεωρούνται υπερδανεισμένοι και επισφαλής η νέα χρηματοδότηση.
Οι 5 (τουλάχιστον) λόγοι
Τους λόγους για τους οποίους οι τράπεζες κρατούν κλειστές τις στρόφιγγες, ανέλυσε ο πρόεδρος της ΕΕΤ, Βασ. Ράπανος, ο οποίος κωδικοποίησε τις αιτίες απόρριψης των αιτημάτων χρηματοδότησης των επιχειρήσεων.
Το μήνυμα που έστειλε είναι ότι, «δεν μπορούμε όμως να παραβιάσουμε βασικές αρχές υγιούς χρηματοδότησης και τα κριτήρια που επιβάλλουν οι ρυθμιστικές αρχές και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα». Όσο για τους λόγους που δεν επιτρέπουν τις εκταμιεύσεις νέων δανείων αυτοί είναι οι ακόλουθοι:
- Χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα: Από την αξιολόγηση του πελάτη, προκύπτει δυσμενής διαβάθμιση πιστοληπτικής ικανότητας (SMEs Rating) ή / και σε συνδυασμό με ληξιπροθεσμίες στην αποπληρωμή των εν γένει υποχρεώσεων, ή εντοπίστηκαν σημαντικά δυσμενή στοιχεία ή διαπιστώθηκε η ύπαρξη οφειλών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να κόβεται το 60,5% των αιτημάτων.
- Μη σκόπιμη επένδυση: Η προτεινόμενη επένδυση δεν κρίνεται σκόπιμη, βάσει της επιχειρηματικής δραστηριότητας του υποψήφιου δανειολήπτη. Για τον συγκεκριμένο λόγο, κόβεται το 16,1% των αιτήσεων.
- Μη διαφαινόμενη δυνατότητα αποπληρωμής των αιτουμένων: Ο πελάτης παρουσιάζει συνεχόμενες ζημιογόνες οικονομικές χρήσεις σε συνδυασμό με απουσία άλλων πηγών εισοδήματος (πέραν της επιχειρηματικής δραστηριότητας) ή είναι υπερδανεισμένος, ή ο κύκλος εργασιών του είναι περιορισμένος και απαγορευτικός για χρηματοδότηση ή υπάρχει πληροφόρηση από το Κατάστημα ως προς αντενδείξεις για την επιχείρηση που δεν προκύπτουν με άλλο τρόπο. Για τους λόγους αυτούς κόβεται το 14,1% των αιτήσεων.
- Μη προσφορά των απαιτούμενων εξασφαλίσεων: Ο πελάτης δεν προσφέρει τις απαιτούμενες ενοχικές ή εμπράγματες εξασφαλίσεις και απορρίπτεται το 2,0% των αιτημάτων.
- Ανεπαρκής Ίδια Συμμετοχή: Ο επιχειρηματίας δεν προσφέρει το απαιτούμενο ύψος της ίδιας συμμετοχής στο επενδυτικό σχήμα, που οδηγεί στην απόρριψη του 0,4% των αιτημάτων.
Παράλληλα υπάρχουν και άλλοι λόγοι που οδηγούν στην απόρριψη του 7% των αιτημάτων και αυτοί είναι μεταξύ άλλων η μη επιλεξιμότητα σε εγγυοδοτικά προγράμματα, η μη ανταπόκριση σε απαίτηση για διευκρινίσεις, μη προσκόμιση δικαιολογητικών, η ύπαρξη αφανών φορέων με αντενδείξεις κ.α.
Τράπεζες: Νέο «τσουνάμι» λουκέτων – Τι συμβαίνει;
Παράλληλα, με κάθε τρόπο προσπαθούν οι τράπεζες να οδηγήσουν τους εργαζομένους τους στην εθελούσια έξοδο, σε σημείο που δεν διστάζουν να κλείσουν και τα καταστήματά τους!
Οι τράπεζες έχουν εξαπολύσει (ακόμα ένα) κύμα πιέσεων για εφαρμογή του προγράμματος «εθελούσιας» εξόδου, με στόχο τη συρρίκνωση του δικτύου τους και τη μείωση προσωπικού.
Η εν λόγω τράπεζα εξήγγειλε τον Μάρτιο του 2021 το σχέδιο εταιρικού μετασχηματισμού «Sunrise».
Σε αυτό συμπεριλαμβάνεται η πρόβλεψη για απομάκρυνση πάνω από 2.200 εργαζόμενων έως το τέλος του 2022, καθώς και το κλείσιμο 135 καταστημάτων σε όλη την επικράτεια (από 505 θα μειωθούν σε 430).
Ο πρόεδρος του ΣΕΥΤΠΕ Μανώλης Μπεμπένης καταγγέλλει στην ΑΥΓΗ ότι έχει δημιουργηθεί στην Τράπεζα Πειραιώς από πρόθεση ένα τοξικό περιβάλλον με αντιεπαγγελματικές συμπεριφορές, ανασφάλεια, ανέφικτους στόχους, με απώτερο σκοπό οι εργαζόμενοι να καμφθούν ψυχολογικά και να φύγουν με εθελούσια.
Στην ετήσια αξιολόγηση «υπήρξε σωρεία πιέσεων μέσω περιφερειακών διευθυντών προκειμένου να αξιολογηθούν οι συνάδελφοι των καταστημάτων με την ελάχιστη δυνατή βαθμολογία. Στη συνέχεια, άρχισαν και περίεργες μετακινήσεις (και ΑμεΑ) σε καταστήματα τα οποία όλοι υποπτεύονταν πως θα κλείσουν το επόμενο διάστημα, προκειμένου να πιεστούν να αποχωρήσουν».
Οι εργαζόμενοι των καταστημάτων που κλείνουν έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στην εθελούσια έξοδο (αφού δεν θα έχουν δουλειά την επόμενη μέρα), σε κάποιες προσχηματικές θέσεις σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας ή σε νησιωτικές περιοχές και στην υποχρεωτική άδεια!
Την ίδια περίοδο πύκνωσαν τα δημοσιεύματα περί «γενναιόδωρης εθελούσιας», μια κλασική συνταγή κοινωνικού αυτοματισμού, όπως σχολιάζει η εφημερίδα.
«Στην πραγματικότητα, μιλάμε για ποσά 40.000 – 50.000 ευρώ, που απευθύνονται σε εργαζομένους με ηλικία γύρω στα 40 ή 45 έτη – ποιος λογικός άνθρωπος θα έφευγε με αυτά τα χρήματα όταν θέλει πάνω από 25 χρόνια για να συνταξιοδοτηθεί, ενώ η ανεργία καλπάζει;» επισημαίνει στην ΑΥΓΗ ο Σταμάτης Μπούκας, μέλος του Δ.Σ. του Συλλόγου Εργαζομένων Τράπεζας Αγροτικής Πειραιώς (ΣΕΤΑΠ).
«Συνάδελφος, μητέρα δύο παιδιών, πώς θα πάει από μια πόλη της ηπειρωτικής Ελλάδας στη Μύκονο ή τη Σαντορίνη (αυτό προτείνει η τράπεζα), όπου το κόστος ζωής, αν δεν έχεις δικό σου σπίτι, είναι πάρα πολύ μεγάλο; Ξαφνικά, ενώ σε όλα τα καταστήματα καταργούν τους ταμίες, ειδικά στη Μύκονο και στη Σαντορίνη έχουν ανάγκη από ταμίες; Έτσι, αρκετοί ‘παίρνουν’ την εθελούσια γιατί δεν αντέχουν την πίεση», αναφέρει ο ίδιος.
«Οι τράπεζες, με ‘ούριο’ άνεμο από την πρόσφατη τροποποίηση της νομοθεσίας περί απολύσεων, προχωρούν σε απολύσεις ομαδικού χαρακτήρα επικαλούμενες τη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή. Κάθε φορά που κλείνει ένα κατάστημα, οι εργαζόμενοι εκβιάζονται και όσοι δεν αποχωρήσουν ‘εθελούσια’, απολύονται» τονίζει η Ειρήνη Πλιάτσικα, μέλος του Δ.Σ. του Συλλόγου Υπαλλήλων της Τράπεζας Αττικής (σ.σ.: έγινε πρόσφατα μία απόλυση στον Πύργο Ηλείας).
«Οι (επαπειλούμενες) απολύσεις είναι παράνομες καθώς καταστρατηγούν τις ανειλημμένες υποχρεώσεις των διοικήσεων απέναντι στους υπαλλήλους τους, βάσει των συλλογικών συμβάσεων εργασίας» επισημαίνει.
Το «σχέδιο» των τραπεζών, που συνοδεύεται από τις εξοντωτικές μετακινήσεις εργαζόμενων, περιλαμβάνει το κλείσιμο συνολικά 64 καταστημάτων της Τράπεζας Πειραιώς, 25 της Εθνικής Τράπεζας και 7 της Τράπεζας Αττικής μέσα στο καλοκαίρι (το 2020 έκλεισαν 158).
Εκτός από τα μεγάλα αστικά κέντρα, πολλά από τα λουκέτα μπαίνουν σε ακριτικές ή/και ορεινές, δυσπρόσιτες περιοχές και νησιά με, κατά κύριο λόγο, ηλικιωμένους κατοίκους.
Ήδη έχουν εκδηλωθεί αντιδράσεις ενάντια στην υποβάθμιση, με αποκορύφωμα τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας της Πέμπτης 22.7 σε αρκετές περιοχές.
Στόχος, υποτίθεται, είναι η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή, ακόμη κι αν θέτει στο περιθώριο χιλιάδες πολίτες που δεν έχουν πρόσβαση στα ψηφιακά μέσα: μόλις το 37% των Ελλήνων χρησιμοποιεί το Διαδίκτυο για τραπεζικές συναλλαγές, την ώρα που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος φτάνει το 57% (Eurostat).
Στην Ελλάδα αντιστοιχεί ένας τραπεζοϋπάλληλος σε 292 κατοίκους, ενώ στην Ευρωζώνη ένας σε 185. Αλλά, μόνο πέρυσι, από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας αποχώρησαν 4.538 εργαζόμενοι.
Τράπεζες: Πώς μας κλέβουν όμως στις καταθέσεις!
Και αν οι τράπεζες αντί να μας διευκολύνουν, κάνουν τις ζωές μας πιο δύσκολες, δεν πτοούνται να επωφελούνται από τις καταθέσεις μας!
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των νέων καταθέσεων παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,06%. Ειδικότερα, το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων μίας ημέρας από νοικοκυριά παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,04%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο από επιχειρήσεις παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 0,01%.
Το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος από νοικοκυριά παρέμεινε επίσης σχεδόν αμετάβλητο στο 0,15%, σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των νέων δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 19 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 3,95%. Ειδικότερα, το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια (κατηγορία που περιλαμβάνει τα δάνεια μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανοικτά δάνεια και τις υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς) μειώθηκε κατά 13 μονάδες βάσης στο 14,48%.
«Όχι, δεν χρειαζόμαστε άλλη ρευστότητα» είναι η απάντηση των τραπεζών σε όλους όσους παζαρεύουν τα επιτόκια τα οποία κινούνται πέριξ του 0%-0,02% ακόμη και για υψηλά ποσά καταθέσεων (άνω των 100.000 ευρώ).
Την ίδια στιγμή η ψαλίδα σε ότι αφορά τις χορηγήσεις παραμένει υψηλή αφού στις περισσότερες περιπτώσεις ξεπερνά το 4%.
Σε ανιούσα βρίσκονται και οι προμήθειες παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης για υποχώρησή τους.
Μόνον στις συνεταιριστικές τράπεζες και στην Optima Bank μπορεί κάποιος να αναζητήσει επιτόκιο που θα καταγράφεται σε πρώτο δεκαδικό ψηφίο υψηλότερα το μηδενός ήτοι 0,20% – 0,30% μολονότι και εκεί η ανάγκη για καταθέσεις δεν είναι μεγάλη.
Ωστόσο είναι η ενισχυμένη η ανάγκη χτισίματος ενός διευρυμένου και υγιούς πελατολογίου και στο πλαίσιο αυτό δίδονται κάποιες αποδόσεις.
Τα επιτόκια τείνουν να μηδενίσουν και εκτιμάται πως αυτό θα συμβεί το προσεχές χρονικό διάστημα πριν οι συστημικές τράπεζες αρχίσουν να σκέφτονται και να συζητούν ακόμη και τα αρνητικά επιτόκια.
Βέβαια η κουλτούρα της αποταμίευσης στη χώρα δεν αντέχει στην παρούσα φάση αρνητικά επιτόκια κάτι το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές αντιδράσεις απέναντι στις τράπεζες ακόμη και σε αναλήψεις καταθέσεων και τοποθέτηση στο στρώμα των κεφαλαίων των αποταμιευτών.
Νωπές άλλωστε είναι ακόμη οι μνήμες από τα capital controls που οδήγησαν σε παρόμοιες ενέργειες.
Επομένως θεωρείται περίπου βέβαιο πως οι ελληνικές τράπεζες ακόμη και με κόστος θα αποφύγουν να επιβάλουν αρνητικά επιτόκια στην παρούσα τουλάχιστον φάση αν και κανένας δεν μπορεί να μιλήσει για αργότερα.
Άλλωστε οι αποταμιευτές με τις μεγαλύτερες αποταμιεύσεις είναι και μεγαλύτερης ηλικίας και επομένως δυσπροσάρμοστοι σε ό,τι αφορά τα αρνητικά επιτόκια.
Πάντως σε κάθε περίπτωση οι τράπεζες δεν πλειοδοτούν σε αποδόσεις όπως συνέβαινε στο παρελθόν, διώχνουν με άνεση καταθέσεις.
Τα stress tests και οι αυξήσεις κεφαλαίου που σχεδιάζουν μικρότερες τράπεζες προκειμένου να ανταποκριθούν στα tests αυτά είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν κάποιες καταθέσεις στις τράπεζες αυτές αλλάζονται λίγο την ισορροπία του τραπεζικού χάρτη μιας και το 97% του τραπεζικού συστήματος βρίσκεται συγκεντρωμένο στα 4 συστημικά τραπεζικά ιδρύματα και στην 5η μικρότερη τράπεζα την AtticaBank, σύμφωνα με τα στοιχεία της τράπεζας της Ελλάδος.