Ακίνητα: Παρότι πολλοί υποστηρίζουν ότι η αγορά σπιτιού είναι μία από τις καλύτερες επενδύσεις που μπορεί κανείς να πραγματοποιήσει, συνεπιφέρει πολλά οικονομικά βάρη. Μήπως όμως αποτελεί μια ισχυρή επένδυση; Όλα τα δεδομένα στο xristika.gr.
Μεταξύ άλλων, ο ιδιοκτήτης καταβάλλει ετησίως έως και το 1% της αξίας του σπιτιού για την συντήρησή του, εκτός εάν έχει επενδύσει σε εντελώς καινούργιο σπίτι.
Παράλληλα, θα πρέπει να πληρώσει για να το ασφαλίσει, για την φορολογία και για την τυχόν υποθήκη που συνόδευσε την αγορά του. Εάν το δει κανείς από αυτή τη σκοπιά, η αγορά κατοικίας δεν θα έπρεπε να αποτελεί καλή επένδυση.
Παρόλα αυτά οι τιμές των σπιτιών σε βάθος 40 ετών περίπου ανεβαίνουν αισθητά. Υπάρχει όμως και η πιθανότητα να πέσουν.
Γενικά θεωρείται ότι η αγορά σπιτιού είναι επένδυση στην οποία προβαίνουν μόνο οι οικονομικά συνετοί. Και αντιστρόφως, ότι η ενοικίαση μπορεί να είναι ένδειξη οικονομικής ανεθυνότητας ή αστάθειας.
Ωστόσο, πολλές φορές η ενοικίαση είναι σωστότερη επιλογή σε σχέση με την αγορά κατοικίας, διότι προϋποθέτει ορισμένα στοιχεία.
1) Ζωή
Οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές θα πρέπει να βλέπουν την αγορά κατοικίας ως αναζήτηση του μέρους στο οποίο θα ζήσουν και να μην δίνουν προτεραιότητα στο γεγονός ότι αποτελεί καλή επένδυση. Εξάλλου, οι περισσότεροι αγοραστές δεν μπορούν να προβλέψουν πότε θα προβούν σε αγορά σπιτιού. Πρόκειται για ένα βήμα που γίνεται συνήθως όταν κανείς αλλάζει τόπο εργασίας, ετοιμάζεται για οικογένεια ή σε άλλες συγκυρίες.
Πολλοί θα απείχαν από την αγορά σπιτιού, εάν γνώριζαν τί κινδύνους ελλοχεύει. Ενδεικτικά, ο συγγραφέας και οικονομικός αρθρογράφος Jared Dillian δηλώνει ότι αγόρασε το πρώτο του σπίτι πριν από 20 χρόνια έναντι 179.000 δολαρίων με προκαταβολή 40.000 δολαρίων. Μετά από δύο χρόνια κατάφερε να το μεταπωλήσει έναντι 300.000 δολαρίων, δηλαδή με επιστροφή περίπου 300%. Ο ίδιος σημειώνει ωστόσο, ότι θα μπορούσε κάλλιστα να κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση και να χάσει το 100%. Το περιθώριο αυτό, από 300% μέχρι -100%, καταδεικνύει πόσο ρίσκο ενέχει η αγορά σπιτιού και συνεπώς το γεγονός ότι δεν αποτελεί πάντοτε καλή επένδυση.
2) Αποταμιεύσεις
Η πλειονότητα των ανθρώπων δυσκολεύεται να αποταμιεύσει. Και ένα ενυπόθηκο δάνειο με σταθερό επιτόκιο επί 30 χρόνια ουσιαστικά αποτελεί ένα υποχρεωτικό πρόγραμμα αποταμιεύσεων. Κάθε μήνα ο δανειολήπτης καλύπτει ακόμη ένα κομμάτι από το αρχικό κεφάλαιο και ουσιαστικά σταδιακά αποκτά όλο και περισσότερο μερίδιο της κυριότητας. Εάν κανείς προπληρώνει τις δόσεις του, τότε μειώνει κατά πολύ το χρόνο της υποθήκης, το οποίο δεν είναι δύσκολο να συμβεί.
Επιπλέον, είναι πολύ σημαντικό να αποπληρώσει κανείς τα χρέη αυτά και ει δυνατόν νωρίτερα από το υποχρεωτικό διάστημα. Ενδεικτικά, πολλοί από αυτούς που έχουν αποπληρώσει τα χρέη τους πωλούν μετά τα σπίτια έναντι ποσών που σχεδόν αγγίζουν το εκατομμύριο. Στη συνέχεια αγοράζουν πολύ φθηνότερα σπίτια σε διαφορετικές περιοχές και είναι καλυμμένοι για την υπόλοιπη ζωή τους. Πρόκειται συνήθως για ανθρώπους που δεν έχουν άλλες αποταμιεύσεις ή επενδύσεις πέρα από τα σπίτια τους και καταλήγουν να περνούν άνετα τη συνταξιοδότησή τους.
3) Ενοικίαση
Κι όμως, η αγορά σπιτιού δεν είναι η καλύτερη επένδυση, τουλάχιστον όχι για όλους. Είναι σωστότερο να ενοικιάσει κανείς, εφόσον:
– δεν έχει μαξιλαράκι στην περίπτωση που τα πράγματα πάνε στραβά
– δεν μπορεί να συντηρήσει σωστά ένα σπίτι
– δεν είναι υπεύθυνος με τις υποχρεώσεις του
– το ύψος του ενοικίου είναι χαμηλότερο από το μηνιαίο ύψος του ενυπόθηκου δανείου που θα πρέπει να καταβάλλει
– πιστεύει ότι τα σπίτια είναι υπερβολικά ακριβά
Ακίνητα: Τιμές πώλησης και ενοικίασης – Πίνακες για όλη την Ελλάδα
Αυξήσεις σε όλη τη χώρα στα ακίνητα για επαγγελματική χρήση. Τι ισχύει για τους χώρους που προορίζονται για γραφεία και τι ισχύει για τα καταστήματα. Όλες οι λεπτομέρειες στο xristika.gr.
Αύξηση εμφάνισαν το β΄ εξάμηνο του 2020 τα ενοίκια των γραφείων και των καταστημάτων στο σύνολο της χώρας. Οι τιμές των επαγγελματικών ακινήτων έκλεισαν το 2020 με αύξηση, αν και σαφώς μικρότερη σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Όπως ανακοίνωσε η Τράπεζα της Ελλάδος, το β΄ εξάμηνο του 2020, ο ρυθμός μεταβολής των τιμών γραφείων υψηλών προδιαγραφών για το σύνολο της χώρας διαμορφώθηκε σε -0,2% και των μισθωμάτων γραφείων σε 0,8%, σε σχέση με το α΄ εξάμηνο του 2020.
Αντίστοιχα, ο ρυθμός μεταβολής των τιμών καταστημάτων υψηλών προδιαγραφών διαμορφώθηκε σε 0,0% και των μισθωμάτων καταστημάτων σε 0,6%, σε σχέση με το α΄ εξάμηνο του 2020.
Ακίνητα: Δείκτες γραφείων
Με βάση τα διαθέσιμα προσωρινά στοιχεία, το 2020 οι ονομαστικές τιμές των γραφείων υψηλών προδιαγραφών αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 1,2% σε σχέση με το 2019 για το σύνολο της Ελλάδας, έναντι αύξησης 3,9% το 2019.
Με διάκριση κατά γεωγραφική περιοχή, το 2020 οι ονομαστικές τιμές γραφείων υψηλών προδιαγραφών κατέγραψαν μέση ετήσια αύξηση 2,2% στην Αθήνα, μείωση 0,3% στη Θεσσαλονίκη και αύξηση 0,2% στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Κατά το β΄ εξάμηνο του 2020, οι ονομαστικές τιμές των γραφειακών χώρων υψηλών προδιαγραφών για το σύνολο της χώρας παρουσίασαν μείωση 0,2% σε σχέση με το α΄ εξάμηνο του 2020 (προσωρινά στοιχεία).
Tο β΄ εξάμηνο του 2019 και το α΄ εξάμηνο του 2020 οι τιμές γραφείων υψηλών προδιαγραφών κατέγραψαν αύξηση 1,6% και 0,5% αντίστοιχα, σε σχέση με τα προηγούμενα εξάμηνα (αναθεωρημένα στοιχεία).
Με διάκριση κατά γεωγραφική περιοχή, το β΄ εξάμηνο του 2020 οι ονομαστικές τιμές γραφειακών χώρων υψηλών προδιαγραφών αυξήθηκαν κατά 0,6% στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας, ενώ μειώθηκαν κατά 0,9% στη Θεσσαλονίκη και κατά 1,1% στην υπόλοιπη Ελλάδα, σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2020.
Για το σύνολο του 2020, τα μισθώματα γραφείων σε ονομαστικούς όρους για το σύνολο της Ελλάδας μειώθηκαν κατά 1,1% (προσωρινά στοιχεία). Με διάκριση κατά γεωγραφική περιοχή, η Αθήνα κατέγραψε μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης των μισθωμάτων 2,4%, η Θεσσαλονίκη κατέγραψε αύξηση 1,3% και η υπόλοιπη Ελλάδα μείωση 0,1%.
To β΄ εξάμηνο του 2020, τα μισθώματα των γραφείων, για το σύνολο της χώρας, κατέγραψαν αύξηση 0,8% σε σχέση με το α΄ εξάμηνο του 2020 (προσωρινά στοιχεία). Οι αντίστοιχοι ρυθμοί μεταβολής των μισθωμάτων ήταν -0,3% κατά το β΄ εξάμηνο του 2019 και -1,3% κατά το α΄ εξάμηνο του 2020 (αναθεωρημένα στοιχεία).
Ακίνητα: Δείκτες καταστημάτων
Με βάση τα διαθέσιμα προσωρινά στοιχεία, το 2020 οι ονομαστικές τιμές των καταστημάτων υψηλών προδιαγραφών αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 2,1% σε σχέση με το 2019, για το σύνολο της Ελλάδας, έναντι αύξησης 7,0% το 2019. Με διάκριση κατά γεωγραφική περιοχή, ο αντίστοιχος μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των τιμών ήταν 1,6% για την Αθήνα, 5,4% για τη Θεσσαλονίκη και 2,0% για την υπόλοιπη Ελλάδα.
Το β΄ εξάμηνο του 2020, οι ονομαστικές τιμές των καταστημάτων υψηλών προδιαγραφών παρέμειναν αμετάβλητες για το σύνολο της χώρας σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο (προσωρινά στοιχεία).
Οι αντίστοιχοι ρυθμοί μεταβολής ήταν 2,1% το β΄ εξάμηνο του 2019 και 1,0% το α΄ εξάμηνο του 2020 (αναθεωρημένα στοιχεία). Με διάκριση κατά γεωγραφική περιοχή, το β΄ εξάμηνο του 2020 οι ονομαστικές τιμές των καταστημάτων υψηλών προδιαγραφών κατέγραψαν αύξηση 0,2% στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας, μείωση 0,7% στη Θεσσαλονίκη και αύξηση 0,1% στην υπόλοιπη Ελλάδα, σε σχέση με το α΄ εξάμηνο του 2020.
Για το σύνολο του 2020, τα μισθώματα των καταστημάτων σε ονομαστικούς όρους, για το σύνολο της χώρας, κατέγραψαν μέση ετήσια μείωση 0,6% (προσωρινά στοιχεία).
Με διάκριση κατά γεωγραφική περιοχή, οι αντίστοιχοι μέσοι ετήσιοι ρυθμοί μείωσης των μισθωμάτων ήταν 1,5% για την Αθήνα και 0,8% για τη Θεσσαλονίκη, ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα καταγράφηκε αύξηση 0,3%.
To β΄ εξάμηνο του 2020, τα μισθώματα των καταστημάτων αυξήθηκαν κατά 0,6% σε σχέση με το α΄ εξάμηνο του 2020 για το σύνολο της χώρας (προσωρινά στοιχεία).
Οι αντίστοιχοι ρυθμοί μείωσης των μισθωμάτων ήταν 0,3% κατά το β΄ εξάμηνο του 2019 και 0,9% κατά το α΄ εξάμηνο του 2020 (αναθεωρημένα στοιχεία).
Ακίνητα: Αυτές είναι οι φθηνές και οι ακριβές περιοχές της Ελλάδας
Τι ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών. Πώς διαμορφώνονται οι ζώνες. Τι ισχύει για τον ΕΝΦΙΑ. Αυξήσεις 229% στα ακίνητα στη Μύκονο και μειώσεις 50% στη Φλώρινα. Όλες οι λεπτομέρειες στο xristika.gr.
Τον χάρτη των νέων αντικειμενικών τιμών των ακινήτων, ο οποίος μετά τις αναπροσαρμογές καλύπτει το 98% των εντός σχεδίου περιοχών της χώρας, από 85% που ήταν μέχρι τώρα, ανακοίνωσε νωρίτερα σήμερα ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας διαβεβαιώνοντας ότι δεν θα προκύψουν επιβαρύνσεις στη μεσαία τάξη και στη συντριπτική πλειονότητα των ιδιοκτητών ακινήτων.
Ο στόχος των αναπροσαρμογών είναι οι νέες τιμές να συγκλίνουν με τις εμπορικές τιμές των ακινήτων, να διορθωθούν κενά και αδικίες και να διευρυνθεί η φορολογική βάση μέσω δικαιότερης κατανομής του ΕΝΦΙΑ.
Η μεταρρύθμιση αυτή ξεφεύγει από τα δεδομένα του παρελθόντος, καθώς η άνοδος της αντικειμενικής αξίας δεν σημαίνει αύξηση του ΕΝΦΙΑ, το οποίο αποτελεί το αντικείμενο ανησυχίας των περισσότερων ιδιοκτητών.
Είναι μία μεταρρύθμιση που θα έχει ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση του νέου ΕΝΦΙΑ μέσα στο 2021 – αλλά με εφαρμογή από το 2022 -, με νέους συντελεστές, εναρμονισμένους με την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, με νέα δομή και διάρθρωση και με διατήρηση της συνολικής δημοσιονομικής ουδετερότητας του φόρου – δηλαδή, παρά τις μεταβολές στις αντικειμενικές αξίες τα δημόσια έσοδα που προβλέπονται από τον ΕΝΦΙΑ δεν θα αυξηθούν.
Αντιθέτως, λαμβάνοντας υπόψη τον δημοσιονομικό χώρο, καθώς και τα δεδομένα της οικονομίας την επόμενη περίοδο, θα εξεταστεί το ενδεχόμενο περαιτέρω μείωσης του ΕΝΦΙΑ, σε συνέχεια της μείωσης κατά 22% που σημειώθηκε το 2019, υλοποιώντας τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης.
Ακίνητα: Ποια είναι τα αποτελέσματα της αναπροσαρμογής και επικαιροποίησης των τιμών ζώνης;
Αναφορικά με τα αποτελέσματα της αναπροσαρμογής και επικαιροποίησης των τιμών ζώνης και ανάλογα με την κατηγορία της ζώνης, οι ζώνες κατανέμονται στις παλαιές (υφιστάμενες) και στις νέες (νέες εντάξεις και επεκτάσεις).
Ειδικότερα, στις νέες ζώνες (νέες εντάξεις και επεκτάσεις), οι οποίες ανέρχονται σε 3.643 ζώνες (26% των συνολικών ζωνών του συστήματος), που μέχρι πρότινος ήταν εκτός του συστήματος των αντικειμενικών αξιών και λάμβαναν τη χαμηλότερη τιμή ζώνης της δημοτικής ενότητας ή του δήμου ή της περιφερειακής ενότητας, εντοπίζονται σημαντικές μεταβολές.
Από τις νέες ζώνες, στις επεκτάσεις υφιστάμενων ζωνών εντοπίζεται αύξηση στο 80% των 165 ζωνών. Η ένταξή τους στο σύστημα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών ζώνης κατά μέσο όρο σε 41% σε σχέση με τις υφιστάμενες, μέσα από τη διαδικασία των πιστοποιημένων εκτιμητών. Μεγάλη αύξηση, κατά 229%, εντοπίζεται σε τρεις ζώνες της Μυκόνου, καθώς υπολογίζονταν μέχρι σήμερα με τιμή 1.200 ευρώ και η τελική τιμή τους διαμορφώνεται πλέον σε 3.800 και 3.950 ευρώ, ενώ σημαντικές αυξήσεις εντοπίζονται σε ζώνες περιοχών, μεταξύ άλλων, όπως το Λαγονήσι, από 750 σε 1.450 ευρώ (αύξηση 93%), το Μαρούσι, από 1.300 σε 2.000 ευρώ (αύξηση 54%), το Χαλάνδρι, από 1.250 σε 1.900 ευρώ (αύξηση 52%), η Κέρκυρα, από 1.050 σε 1.600 ευρώ (αύξηση 52%), και η Νέα Αλικαρνασσός, από 650 σε 900 ευρώ (αύξηση 38%).
Γραφεία και καταστήματα: Αυξήσεις έως και 200%
Παράλληλα, από τις νέες ζώνες, στις νέες εντάξεις εντοπίζεται αύξηση στο 40% των 3.478 ζωνών, η οποία διαμορφώνεται κατά μέσο όρο σε 26%.
Αυξήσεις, μέσα από τη διαδικασία των πιστοποιημένων εκτιμητών, που εντοπίζονται σε περιοχές των οποίων η τιμή ζώνης ήταν εκτός συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού, όπως η Ιθάκη, από 600 σε 2.100 ευρώ (αύξηση 250%), η Ρόδος, από 700 σε 2.100 ευρώ (αύξηση 200%), η Κως, από 650 σε 1.350 ευρώ (αύξηση 108%), η Κασσάνδρα Χαλκιδικής, από 800 σε 1.550 ευρώ (αύξηση 94%), η Κεφαλλονιά, από 700 σε 1.250 ευρώ (αύξηση 79%), η Χερσόνησος Ηρακλείου, από 600 σε 1.050 ευρώ (αύξηση 75%), η Ανάβυσσος, από 1.050 σε 1.700 (αύξηση 62%), η Σκαφιδιά Ηλείας, από 650 σε 950 ευρώ (αύξηση 46%), και η Πάτμος, από 650 σε 900 ευρώ (αύξηση 38%).
Παράλληλα, υπάρχουν και πολλές περιοχές, όπου μειώθηκαν οι τιμές ζώνης σε σχέση με την τιμή που οριζόταν εκτός του συστήματος των αντικειμενικών αξιών, καθώς με τις εισηγήσεις των πιστοποιημένων εκτιμητών προσεγγίστηκαν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα χαρακτηριστικά της περιοχής.
Ειδικότερα, από τις ζώνες των νέων εντάξεων, μείωση της τιμής εμφανίζουν 1.509 ζώνες, δηλαδή το 43% των νέων εντάξεων, η οποία διαμορφώνεται κατά μέσο όρο σε 18%.
Μειώσεις εντοπίζονται σε ζώνες περιοχών, όπως η Φλώρινα, από 600 σε 300 ευρώ (μείωση 50%), η Χίος, από 800 σε 450 ευρώ (μείωση 44%), οι Πρέσπες, από 600 σε 400 ευρώ (μείωση 33%), το Αμύνταιο, από 600 σε 450 ευρώ (μείωση 25%), και η Ορεστιάδα, από 500 σε 400 ευρώ (μείωση 20%).
Όσον αφορά τις παλαιές, τις υφιστάμενες, 10.165 ζώνες του αντικειμενικού συστήματος η τάση που εμφανίζεται από τις εισηγήσεις των πιστοποιημένων εκτιμητών είναι ανοδική, καθώς οι 6.105 ζώνες σημειώνουν αύξηση κατά μέσο όρο 18%.
Αυξήσεις, μέσα από τη διαδικασία υποβολής εισηγήσεων από τους πιστοποιημένους εκτιμητές, εντοπίζονται σε ζώνες περιοχών, όπως η Σαντορίνη, από 1.100 σε 2.250 ευρώ (αύξηση 105%), το κέντρο Αθήνας, από 1.850 σε 3.600 ευρώ (αύξηση 95%), το Ναύπλιο, από 1.300 σε 2.200 ευρώ (αύξηση 69%), το Παλαιό Φάληρο, από 1.650 σε 2.750 ευρώ (αύξηση 67%), η Βουλιαγμένη, από 2.400 σε 3.850 ευρώ (αύξηση 60%), η Γλυφάδα, από 1.650 σε 2.550 ευρώ (αύξηση 55%), και το Ελληνικό, από 1.700 σε 2.200 ευρώ (αύξηση 29%). Αμετάβλητες παραμένουν 2.729 ζώνες, συνιστώντας το 27% των υφιστάμενων ζωνών, ενώ μείωση παρουσιάζουν 1.331 ζώνες (το 13% των υφιστάμενων), η οποία ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 11%.
Μειώσεις εντοπίζονται σε ζώνες περιοχών, όπως τα Φάρσαλα, από 500 σε 250 ευρώ (μείωση 50%), η Νάξος, από 800 σε 500 ευρώ (μείωση 38%), τα ‘Ανω Λιόσια, από 650 σε 450 ευρώ (μείωση 31%), η Δωδώνη Ιωαννίνων, από 550 σε 400 ευρώ (μείωση 27%), η Κόνιτσα, από 600 σε 450 ευρώ (μείωση 25%), και τα Δερβενοχώρια Βοιωτίας, από 500 σε 400 ευρώ (μείωση 20%).
Αξίζει να σημειωθεί, όσον αφορά τις παλαιές – υφιστάμενες ζώνες και, ειδικότερα, τη σύγκριση που διενεργείται βάσει των τιμών του 2018, ότι οι τιμές πριν τη μεταρρύθμιση δεν ανταποκρίνονται στο σύνολό τους σε εισηγήσεις πιστοποιημένων εκτιμητών, οι οποίες είχαν υποβληθεί το 2018 κατά την προηγούμενη πανελλαδική επικαιροποίηση.
Ως αποτέλεσμα, οι τρέχουσες εκτιμήσεις των πιστοποιημένων εκτιμητών εμπεριέχουν και μεταβολές – της προηγούμενης περιόδου – που έπρεπε να είχαν ήδη ενσωματωθεί στις αντικειμενικές αξίες, αλλά αυτό δεν είχε γίνει. Συνεπώς, σε πολλές περιπτώσεις οι αυξήσεις των νέων τιμών έναντι των προϋπαρχουσών, αντικατοπτρίζουν την πραγματική εικόνα της αγοράς ακινήτων, η οποία ουσιαστικά δεν εφαρμόστηκε το 2018 και η προσαρμογή της μετατέθηκε στο μέλλον.
Συνοψίζοντας, για το σύνολο της Επικράτειας η εικόνα για τις νέες τιμές ζώνης είναι σχετικά ανοδική, καθώς (α) 7.634 ζώνες (55% του συνόλου) εμφανίζουν αύξηση με μέσο όρο αύξησης 19,5%, (β) 2.860 ζώνες (21% του συνόλου) εμφανίζουν μείωση, με μέσο όρο μείωσης στο 14,7%, και (γ) 3.314 ζώνες (24% του συνόλου) παραμένουν αμετάβλητες.