Τι ανακοίνωσε η low cost αεροπορική Ryanair για το καλοκαίρι του 2025. Τι πρόκειται να κάνει και φέρνει τα πάνω κάτω στις αεροπορικές συνδέσεις της Ελλάδας.
Οι καθυστερήσεις στην παράδοση νέων αεροσκαφών, σε συνδυασμό με τη γενικότερη προσπάθεια μείωσης δαπανών στην Ευρώπη, αναγκάζουν τη Ryanair να περικόψει σημαντικά το θερινό της πρόγραμμα για την Ελλάδα το καλοκαίρι του 2025.
Σύμφωνα με τον τελευταίο σχεδιασμό της, η ιρλανδική εταιρεία χαμηλού κόστους σχεδιάζει να προσφέρει πάνω από 3,7 εκατομμύρια θέσεις στους ελληνικούς προορισμούς την επόμενη χρονιά, με τα εισιτήρια να είναι ήδη διαθέσιμα προς κράτηση. Ωστόσο, το νούμερο αυτό είναι μειωμένο κατά 2,1 εκατομμύρια θέσεις σε σύγκριση με τον σχεδιασμό για το καλοκαίρι του 2024, όταν είχε προγραμματίσει 5,8 εκατομμύρια θέσεις.
Η μείωση αυτή εντάσσεται στη στρατηγική της Ryanair για περιορισμό των δαπανών και βελτίωση της αποδοτικότητας των δρομολογίων της, καθώς οι καθυστερήσεις από την Boeing εμποδίζουν την αύξηση της επιβατικής κίνησης. Παρά την επιτυχία της το καλοκαίρι του 2024, με ρεκόρ επιβατικής κίνησης και 200 νέα δρομολόγια, η Ryanair αναπροσαρμόζει τη στρατηγική της για το καλοκαίρι του 2025, επικεντρώνοντας σε περιοχές με χαμηλότερα κόστη λειτουργίας και αεροπορικά τέλη.
Στην Ελλάδα, το θερινό πρόγραμμα για το 2025 περιλαμβάνει νέα δρομολόγια, όπως Βρυξέλλες-Νέα Αγχίαλος, Ζάκυνθος-Στοκχόλμη, Κέρκυρα-Γκέτεμποργκ και Θεσσαλονίκη-Λήμνος. Ωστόσο, η συνολική προσφορά θέσεων είναι αισθητά μειωμένη, σε μια περίοδο όπου η Ryanair αναζητά μεγαλύτερη οικονομική αποδοτικότητα.
Η στρατηγική της εταιρείας βασίζεται πλέον σε αγορές και αεροδρόμια που προσφέρουν κίνητρα ή χαμηλότερα τέλη, όπως στη Σουηδία, την Ουγγαρία και την Ιταλία, με στόχο τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητάς της στην ευρωπαϊκή αγορά.
Πανευρωπαϊκά ο στόχος για το 2025 όσον αφορά την επιβατική κίνηση της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής αεροπορικής χαμηλού κόστους παραμένει μεταξύ 198- 200 εκατ. επιβατών για το 2025 με μία προβλεπόμενη αύξηση κατά 8% έναντι της φετινής χρονιάς, υπό την προϋπόθεση ωστόσο ότι δε θα υπάρξουν περαιτέρω καθυστερήσεις έναντι των αναμενομένων όσον αφορά το πρόγραμμα παραδόσεων νέων αεροσκαφών από την Boeing. Ακριβώς αυτή η παράμετρος είναι από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η Ryanair οδηγήθηκε στο να αναθεωρήσει προς τα κάτω τους στόχους της επιβατικής κίνησης και για το 2026, στα 210 εκατ. επιβάτες (έναντι της αρχικής πρόβλεψης για 215 εκατ. επιβάτες) σε μία προσπάθεια να μην ξεφύγει πάνω από συγκεκριμένα όρια ο προγραμματισμός και τα κόστη όπως συνέβη το καλοκαίρι του 2024.
Κλείνει η Ryanair στην Ελλάδα; Τι θα γίνει με τις πτήσεις
Στα μαχαίρια βρίσκεται η αεροπορική εταιρεία Ryanair με το αεροδρόμιο της Ελλάδας, με την κόντρα να φουντώνει εν μέσω θέρους.
Ο λόγος για την κόντρα των δύο είναι η απόφαση του «Ελευθέριος Βενιζέλος» να αυξήσει τη Χρέωση Εξυπηρέτησης Επιβατών, «αντισταθμίζοντας» την επερχόμενη μείωση του Τέλους Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αεροδρομίων (ΤΕΑΑ), του γνωστού «σπατοσήμου».
Να σημειώσουμε ότι το τέλος ισχύει για όλα τα ελληνικά αεροδρόμια.
Με ανακοίνωσή του στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, το ΔΑΑ γνωστοποίησε την απόφαση να διατηρήσει αμετάβλητα τα τέλη του αεροδρομίου για το 2024, με «εξαίρεση την αύξηση της Χρέωσης Εξυπηρέτησης Επιβατών (Passenger Terminal Facility charge – PTF), η οποία θα τεθεί σε ισχύ από την 1 Νοεμβρίου 2024, ως αποτέλεσμα της επερχόμενης μείωσης στο Τέλος Εκσυγχρονισμού & Ανάπτυξης Αεροδρομίων (ΤΕΑΑ) που θα πραγματοποιηθεί από την 1 Νοεμβρίου 2024, όπως προβλέπεται στο άρθρο 52 του Ν. 4465/2017, και αποσκοπεί στην αποκατάσταση τυχόν απώλειας εσόδων μέσω ισόποσης αναπροσαρμογής της χρέωσης PTF».
Μάλιστα, όπως αναφέρει σε ενημερωτικό σημείωμά του ο ΔΑΑ, στόχος είναι «να διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία του αεροδρομίου και το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών προς όλους τους χρήστες του αεροδρομίου, διατηρώντας παράλληλα το συνολικό ύψος των χρεώσεων που επιβάλλονται στους χρήστες αεροδρομίου σε σταθερό επίπεδο και με ουδέτερο αντίκτυπο στις αεροπορικές εταιρείες και στους επιβάτες τους».
Επί της ουσίας, αυτή η αναπροσαρμογή στη Χρέωση Εξυπηρέτησης Επιβατών δεν θα επιβαρύνει ούτε τον επιβάτη ούτε την αεροπορική εταιρεία, και η μοναδική διαφορά έγκειται στην αναγραφή της συγκεκριμένης χρέωσης στα εισιτήρια.
Η απόφαση αυτή, ωστόσο, προκάλεσε την αντίδραση της χαμηλού κόστους αεροπορικής εταιρείας Ryanair, η οποία, τόσο κατά τη διάρκεια των σχετικών διαβουλεύσεων όσο και με επιστολές της τον Μάιο και τον Ιούνιο, εξέφρασε τις αντιρρήσεις της αναφορικά τόσο με την προτεινόμενη μεταβολή όσο και με την παρεχόμενη πληροφόρηση από τον ΔΑΑ.
Από την πλευρά του, ο ΔΑΑ, ο οποίος απάντησε με αντίστοιχη επιστολή προς τη χαμηλού κόστους αεροπορική εταιρεία, επισημαίνει πως αξιολόγησε τα επιχειρήματα «ορισμένων χρηστών αεροδρομίου και ιδιαίτερα της Ryanair», αναφέροντας ότι τα θεωρεί αβάσιμα και μη επαρκώς αιτιολογημένα.
Συγκεκριμένα, απαντώντας στο σκέλος της παρεχόμενης πληροφόρησης, ο ΔΑΑ αναφέρει στο σχετικό ενημερωτικό σημείωμά του ότι «όλες οι αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν κατά τη διάρκεια αλλά και μετά τις συνεδριάσεις διαβούλευσης έχουν απαντηθεί διεξοδικά κατά τις συνεδριάσεις, όπως προκύπτει από τα σχετικά πρακτικά, αλλά και με την από 03.06.2024 απαντητική επιστολή του προς την Ryanair», υποστηρίζοντας ότι ο βαθμός ανάλυσης των πληροφοριών που παρασχέθηκαν στους χρήστες αεροδρομίου είναι επαρκής.
Σημειώνεται ότι η πρόθεση του ΔΑΑ να αναπροσαρμόσει τις αεροναυτιλιακές χρεώσεις, ώστε να αναπληρωθεί η μείωση του ΤΕΑΑ, είχε γνωστοποιηθεί στο πλαίσιο τόσο της ανακοίνωσης των ετήσιων αποτελεσμάτων της εταιρείας όσο και της εισαγωγής των μετοχών της στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Σχετικά με τη μεταβολή του επιπέδου των χρεώσεων αεροδρομίου, ο ΔΑΑ αναφέρει ότι «όλες οι σχετικές αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν κατά τη διάρκεια και μετά τις συνεδριάσεις διαβούλευσης απαντήθηκαν διεξοδικά κατά τις συνεδριάσεις, όπως προκύπτει από τα σχετικά πρακτικά και με την από 03.06.2024 απαντητική επιστολή μας προς τη Ryanair».
Αναμένουμε τις εξελίξεις στην κόντρα των δύο, προς το παρόν δεν υπάρχει κάποια απόφαση για κλείσιμο ή πρόωρο τέλος των πτήσεων της Ryanair από Αθήνα
«Έρχεται πόλεμος»: Το σχέδιο επιβίωσης που όλοι πρέπει να διαβάσουν
Οι εξελίξεις στη Ρωσία και την Ουκρανία δύο σχεδόν χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου ανησυχούν και έχουν ήδη αρχίσει να διαδίδονται φήμες για πόλεμο.
Λάχανο, πατάτες, καρότα, αυγά, σάλτσες, μύρτιλα, έτοιμες σούπες, τροφές για κατοικίδια, τροφοδοτικά και ταμπλέτες ιωδίου είναι μερικά από τα βασικά προϊόντα που περιλαμβάνονται στις λίστες έκτακτης ανάγκης.
Οι αρχές των σκανδιναβικών χωρών προτείνουν στους πολίτες να τα έχουν στο σπίτι τους, προετοιμασμένοι για πιθανά σενάρια πολέμου ή σοβαρών κρίσεων.
Από τη Δευτέρα, 18 Νοεμβρίου, εκατομμύρια πολίτες στη Σουηδία άρχισαν να λαμβάνουν φυλλάδια με οδηγίες για την προετοιμασία τους σε περίπτωση πολέμου ή άλλων απρόβλεπτων καταστάσεων.
Η αυξανόμενη ένταση λόγω του ρωσοουκρανικού πολέμου εντείνει τις ανησυχίες, με αποτέλεσμα να επικαιροποιηθούν τα προληπτικά μέτρα.
Το φυλλάδιο με τίτλο “Εάν έρθει κρίση ή πόλεμος” αποτελεί ανανεωμένη έκδοση ενός ενημερωτικού εγχειριδίου που είχε διανεμηθεί πριν από έξι χρόνια.
Σήμερα, λόγω της επιδεινούμενης διεθνούς ασφάλειας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το φυλλάδιο έχει διπλάσιο μέγεθος.
Η πρακτική αυτή δεν είναι καινούργια στη Σουηδία, καθώς η πρώτη έκδοση του “If War Comes” κυκλοφόρησε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ενημερώθηκε στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Στη Νορβηγία, οι πολίτες έλαβαν επίσης το δικό τους φυλλάδιο, το οποίο τους προτρέπει να μπορούν να ανταπεξέλθουν μόνοι τους για μία εβδομάδα σε περιπτώσεις ακραίων καιρικών φαινομένων, πολέμου ή άλλων απειλών.
Σύμφωνα με τη Νορβηγική Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας, διανεμήθηκαν 2,2 εκατομμύρια αντίτυπα, καλύπτοντας όλα τα νοικοκυριά της χώρας.
Στη Φινλανδία, αντίστοιχες οδηγίες είναι διαθέσιμες ψηφιακά στους επίσημους κυβερνητικούς ιστοτόπους. Η επιλογή αυτή κρίθηκε πιο οικονομική και ευέλικτη, σε αντίθεση με την εκτύπωση και διανομή έντυπων φυλλαδίων.
Στη Δανία, η εθνική υπηρεσία διαχείρισης εκτάκτων αναγκών απέστειλε email σε ενήλικες πολίτες, παρέχοντας πληροφορίες για το νερό, τα τρόφιμα και τα φάρμακα που απαιτούνται για την αντιμετώπιση μιας κρίσης τριών ημερών.
Κοινή σύσταση όλων των χωρών προς τους πολίτες τους είναι να διαθέτουν αποθέματα τροφίμων και πόσιμου νερού για τουλάχιστον 72 ώρες, εξασφαλίζοντας την αυτονομία τους σε καταστάσεις ανάγκης.