Τράπεζες: Αυτό είναι το κόλπο να μας τα παίρνουν – Η κρυφή αύξηση που δεν κατάλαβε κανείς

Τράπεζες: Μεγάλωσε το «χάσμα» στα επιτόκια δανείων και καταθέσεων τον Απρίλιο, με μεγάλους κερδισμένους τις τράπεζες.

Αν και το μέσο επιτόκιο όλων των καταθέσεων είναι στο υψηλότερο σημείο του (0,25%), η αύξησή του είναι σημαντικά μικρότερη από το επιτόκιο των δανείων, με αποτέλεσμα το κέρδος των τραπεζών να βρίσκεται στο επίπεδο-ρεκόρ του 5,6%.

Ειδικά για τα νοικοκυριά η κατάσταση είναι ασφυκτική, με επιδείνωση σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες επιτοκίων.

Το μέσο επιτόκιο για την απλή κατάθεση ημέρας έχει πέσει στο σχεδόν μηδενικό 0,02%, ενώ το μέσο καταναλωτικό δάνειο έχει φτάσει στο 15,03% και το μέσο στεγαστικό στο 4,06%

Μία γρήγορη σύγκριση με τον Απρίλιο του 2022, μας δείχνει ότι τότε το μέσο καταναλωτικό είχε επιτόκιο 14,62%, το μέσο στεγαστικό 2,40%, ενώ το μέσο επιτόκιο όλων των νέων δανείων ήταν στο 4,14%.

Αυτό σημαίνει ότι τα καταναλωτικά έγιναν κατά 2,80% ακριβότερα, ενώ τα στεγαστικά με κυμαινόμενο επιτόκιο έγιναν 69,17% πιο ακριβά για τα νοικοκυριά!

Το περιθώριο επιτοκίων, δηλαδή το κέρδος των τραπεζών ή αλλιώς η διαφορά από τα επιτόκια που πληρώνουν οι πελάτες των τραπεζών σε σχέση με τα επιτόκια που εισπράττουν από τις καταθέσεις τους, έχει εκτιναχθεί.

Τον Απρίλιο φέτος ήταν στο 5,6%, ενώ τον Απρίλιο του 2022 ήταν στο 4,1%. Αυτό σημαίνει αύξηση της τάξης του 36,59% υπέρ των τραπεζών.

Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Απρίλιος του 2022 ήταν μήνας ειδικών μεταβολών όπου υπήρξε επιδείνωση σε σχέση τόσο με τον Μάρτιο που προηγήθηκε όσο και με τον Μάιο που ακολούθησε.

Σε σύγκριση του Απριλίου 2023 με τον Μάρτιο του 2022, τα καταναλωτικά έγιναν κατά 5,92% ακριβότερα, τα στεγαστικά κατά 53,21% ακριβότερα και το περιθώριο μεγάλωσε υπέρ των τραπεζών κατά 45,08%.

Για τον Απρίλιο 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στο σκέλος των νέων καταθέσεων, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των νέων καταθέσεων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 0,25%, σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.

To μέσο επιτόκιο των καταθέσεων μίας ημέρας από νοικοκυριά παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 0,02%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των καταθέσεων από επιχειρήσεις παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,10%.

Το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος από νοικοκυριά αυξήθηκε κατά 6 μονάδες βάσης στο 1,22%.

Το αντίστοιχο επιτόκιο των καταθέσεων από επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 40 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 1,87%.

Σε ό,τι αφορά συνολικά τα νέα δάνεια, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 12 μονάδες βάσης στο 5,85%.

Το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια (πιστωτικές κάρτες, ανοικτά δάνεια και υπεραναλήψεις) αυξήθηκε κατά 13 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 15,03%.

Το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων με συγκεκριμένη διάρκεια και κυμαινόμενο επιτόκιο αυξήθηκε κατά 71 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 12,79%.

Το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο αυξήθηκε κατά 24 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 4,06%.

Το μέσο επιτόκιο των επιχειρηματικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια αυξήθηκε κατά 41 μονάδες βάσης στο 6,36%.

Το αντίστοιχο επιτόκιο των επαγγελματικών δανείων αυξήθηκε κατά 14 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 7,57%.

Τράπεζες: Αυτή είναι η αλήθεια για τις καταθέσεις – Πόσα έχουμε στην… άκρη

Τράπεζες: Μπορεί οι Έλληνες να γκρινιάζουμε αλλά τα τραπεζικά στοιχεία δείχνουν διαφορετική εικόνα για τις καταθέσεις μας.

Όπως προκύπτει από τα αναλυτικά στοιχεία του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ) για τις τραπεζικές καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022, αυτές στο τέλος του 2022 ανέρχονταν σε 191,87 δισ. ευρώ έναντι 179,97 δισ. ευρώ στο τέλος του 2021, αυξημένες κατά 6,61%.

Από αυτές τα 134,03 δισ. ευρώ αφορούν καταθέσεις κάτω των 100.000, ενώ τα υπόλοιπα 57,84 δισ. ευρώ είναι μη εγγυημένες επιλέξιμες καταθέσεις, καταθέσεις δηλαδή άνω των 100.000 ευρώ (σ.σ. οι καταθέσεις στην Ελλάδα είναι εγγυημένες μέχρι του ποσού των 100.000 ευρώ ανά καταθέτη).

Πάντως οι μεγάλες καταθέσεις, αυτές πάνω από 100.000 ευρώ, αυξήθηκαν το 2022 σε σύγκριση με το 2021 πολύ περισσότερο σε σύγκριση με τις υπόλοιπες. Συγκεκριμένα ενισχύθηκαν κατά 13,9% ή κατά περίπου 7 δισ. ευρώ, ενώ οι καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ αυξήθηκαν το ίδιο διάστημα κατά 3,79% ή κατά 5 δισ. ευρώ περίπου.

Το 72,5% των καταθετών είναι μικροκαταθέτες, καθώς διατηρούν καταθέσεις έως 1.000 ευρώ. Καταθέσεις πάνω από 1.000 ευρώ και έως 5.000 ευρώ είχε το 2022 το 12,4% των καταθετών, από 5.001 έως 50.000 ευρώ το 13%, από 50.001 έως 100.000 ευρώ το 1,4% και καταθέσεις πάνω από 100.000 ευρώ είχε μόλις το 0,7% των καταθετών.

Οι καταθέσεις όπου το υπόλοιπο του λογαριασμού στις 31 Δεκεμβρίου 2022 ήταν μέχρι 1.000 ευρώ αποτελούσαν μόλις το 1,4% του συνόλου, περίπου 2,69 δισ. ευρώ, το 5,1% ή 9,78 δισ. ευρώ ήταν μικρές καταθέσεις 1.001-5.000 ευρώ, το 35,7% ή 68,49 δισ. ευρώ των καταθέσεων ήταν από 5.001 έως 50.000 ευρώ, ενώ το 15,7% ή 30,12 δισ. ευρώ αφορούσε καταθέσεις από 50.001 έως 100.000 ευρώ.

Αν και οι διαφορές με τα δύο χρόνια της πανδημίας δεν είναι πολύ μεγάλες, διαπιστώνεται το 2022, με βάση πάντα τα στοιχεία από τους ετήσιους απολογισμούς του ΤΕΚΕ, μια αύξηση του ποσοστού των καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ.

Το 2020 αποτελούσαν το 36,5% του συνόλου των καταθέσεων, το 2021 αυξήθηκαν σε 40% και πέρυσι σε 42%.

Επιπλέον, το 2022 αυξήθηκε το ποσοστό των πολύ μικρών καταθετών με υπόλοιπα στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους έως 1.000 ευρώ: το 2020 αποτελούσαν το 71,9%, περίπου όσο και το 2021 (71,8%), και το 2022 αυξήθηκαν στο 72,5%.

Από την άλλη, εκεί που παρατηρούνται οι μεγαλύτερες απώλειες είναι στον αριθμό των καταθετών με καταθέσεις πάνω από 1.000 και έως 5.000 ευρώ – στην ουσία δηλαδή οι μικροί καταθέτες.

Το ποσοστό όσων είχαν καταθέσεις 1.001-5.000 ευρώ ήταν το 2020 13,8% και το 2021 13,1%, για να πέσει στο 12,4%. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι ακόμη και αν αρκετοί είχαν λίγο μεγαλύτερα υπόλοιπα στους λογαριασμούς τους τη διετία 20202021, απόρροια των λιγότερων δαπανών που έκαναν τα νοικοκυριά εξαιτίας των lockdowns, το 2022 με την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα να έχει ανακάμψει πλήρως, αλλά και την ακρίβεια να «σαρώνει», αρκετοί ήταν αυτοί που κατέφυγαν στις αποταμιεύσεις.

Τράπεζες: Έγιναν ρουφιάνοι της Εφορίας – Τι θα κάνουν από εδώ και πέρα

Τη σύνδεση της Εφορίας με τις τράπεζες σε πραγματικό χρόνο, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ο Ψηφιακός Μετασχηματισμός των φορολογικών ελέγχων, που έχει εντάξει η ΑΑΔΕ στο Ταμείο Ανάκαμψης, Ελλάδα 2.0.

Όπως εξηγεί η ΑΑΔΕ, η μεταρρύθμιση στοχεύει στην αναβάθμιση των ψηφιακών υποδομών της ΑΑΔΕ, ώστε να είναι αποτελεσματικότερη η αξιοποίηση του μεγάλου όγκου δεδομένων που διαθέτει, καθώς και η παρακολούθηση των οικονομικών συναλλαγών.

Προσθέτει δε, ότι με τη συγκεκριμένη μεταρρύθμιση αντιμετωπίζονται σημαντικά θέματα ως προς την αξιοποίηση των παραπάνω δεδομένων, τα οποία λόγω του όγκου τους δεν μπορούν να αναλυθούν αποτελεσματικά με τα συμβατικά εργαλεία διαχείρισης δεδομένων που διαθέτει η Αρχή.

Επίσης τα υφιστάμενα πληροφοριακά συστήματα παρουσιάζουν σημαντικούς περιορισμούς ως προς τις δυνατότητες προσαρμογής σε νέες ανάγκες ως προς τη διασύνδεση και την ολοκλήρωση των δεδομένων.

Όπως αποκαλύπτει το νέο Επιχειρησιακό Σχέδιο της φορολογικής Αρχής, μεταξύ των δράσεων που προωθούνται μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης είναι:

  • Η ηλεκτρονική διασύνδεση με το χρηματοπιστωτικό σύστημα για τη συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση των στοιχείων των τραπεζικών λογαριασμών για σκοπούς ελέγχου και λήψης μέτρων.
  • Η αναθεώρηση και αναβάθμιση της συνεργασίας με το χρηματοπιστωτικό σύστημα για την τυποποίηση, αυτοματοποίηση και επέκταση των διαδικασιών ανταλλαγής δεδομένων.
  • Όπως καθίσταται σαφές, η Εφορία θα σε άμεση σύνδεση με το τραπεζικό σύστημα και θα αντλεί στοιχεία για όποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο θέσει στο στόχαστρο και γενικώς θα ελέγχει κάθε τραπεζική συναλλαγή.

Και σήμερα υπάρχει έλεγχος της Εφορίας στις τράπεζες, αλλά είναι πιο έμμεσος και δεν είναι online με το τραπεζικό σύστημα οι ελεγκτικές αρχές, όπως θα είναι, με την ολοκλήρωση του έργου.

Η μεταρρύθμιση Ψηφιακός Μετασχηματισμός των φορολογικών ελέγχων, στοχεύει:

  • Στη μέγιστη αξιοποίηση δεδομένων για την αντιμετώπιση της φορολογικής απάτης και του λαθρεμπορίου.
  • Στον εκσυγχρονισμό των κρίσιμων πληροφοριακών συστημάτων της Αρχής με ενσωμάτωση των διαδικασιών ελέγχου σε αυτά.
  • Στην επέκταση της συλλογής δεδομένων και την εσωτερική και εξωτερική διαλειτουργικότητα.
  • Στην ανάπτυξη μηχανισμών λήψης αποφάσεων με βάση τα δεδομένα και την αυτοματοποίηση διαδικασιών.
  • Στην υλοποίηση ελέγχων και ερευνών από το γραφείο.
  • Στην ηλεκτρονική διασύνδεση με το χρηματοπιστωτικό σύστημα για τη συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση των στοιχείων των τραπεζικών λογαριασμών για σκοπούς ελέγχου και λήψης μέτρων.

Επίσης, η ΑΑΔΕ εξηγεί πως, η μεταρρύθμιση συνίσταται στις ακόλουθες δράσεις:

  • Εκσυγχρονισμός των δυνατοτήτων αξιοποίησης δεδομένων μέσω της ανάπτυξης ενός νέου περιβάλλοντος Επιχειρησιακής Ευφυΐας και Ανάλυσης Δεδομένων.
  • Πλήρης ενεργοποίηση του συστήματος myDATA μέχρι το τέλος του 2022, το οποίο συλλέγει τα δεδομένα των οικονομικών συναλλαγών των επιχειρήσεων (ολοκληρώθηκε).
  • Αναδιοργάνωση του ελεγκτικού μηχανισμού της ΑΑΔΕ με τη θεσμοθέτηση και ενεργοποίηση των Ελεγκτικών Κέντρων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη (ολοκληρώθηκε).
  • Ανάπτυξη ηλεκτρονικών εργαλείων υποστήριξης των Έμμεσων Τεχνικών Ελέγχου.
  • Μέσω του νέου Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Φορολογίας, θα υποστηρίζονται πλήρως η διαχείριση των υποθέσεων ελέγχου, η άμεση πρόσβαση για λόγους ελέγχου σε όλα τα διαθέσιμα δεδομένα των φορολογούμενων, η αυτοματοποίηση των διασταυρώσεων, η αυτοματοποίηση της σύνταξης των φύλλων και των αναφορών ελέγχου, καθώς και η υποστήριξη των ηλεκτρονικών κοινοποιήσεων.
  • Αναθεώρηση και αναβάθμιση της συνεργασίας με το χρηματοπιστωτικό σύστημα για την τυποποίηση, αυτοματοποίηση και επέκταση των διαδικασιών ανταλλαγής δεδομένων.