Εθνική Τράπεζα: Ένα νέο πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου που, όμως, στοχεύει στο προσωπικό της Εθνικής Ασφαλιστικής εν όψει και της ολοκλήρωσης του deal με το CVC, θα «τρέξει» από την ερχόμενη Δευτέρα, 10 Ιανουαρίου και έως τις 28 του ίδιου μήνα, η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας.
Όπως προκύπτει από το Έγγραφο που έχει στη διάθεσή του το newmoney, προβλέπεται ανώτατο όριο αποζημίωσης στις 150.000 ευρώ ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας, με τον αριθμό των μηνιαίων μισθών αποζημίωσης να ξεκινά από τους 10 μισθούς για την ηλικιακή ομάδα των 30-44 ετών και με έως 10 έτη προϋπηρεσίας και κλιμακώνεται στους 35 μισθούς για όσους είναι άνω των 55 ετών και διαθέτουν πάνω από 35 χρόνια προϋπηρεσίας στην Εθνική Ασφαλιστική.
Παράλληλα, το πρόγραμμα συνοδεύεται με προσαύξηση:
30% επί της βασικής αποζημίωσης για όσους απασχολούνται στις πςεριφερειακές υπηρεσιακές ενότητες και εκτελούν διαχειριστικές εργασίες που μπορούν να αναληφθούν από τα κεντρικά, αλλά και για όσους υπαλλήλους απασχολούνται με σύμβαση δανεισμού στην ΕΤΕ,
20% εφόσον πρόκειται για υπαλλήλους που υπηρετούν για χρονικό διάστημα ίσο ή μεγαλύτερο των 26 ετών και δεν έχουν καθήκοντα ευθύνης,
15% έως 30% βάσει ηλικίας για τους άνω των 50 ετών.
Ωστόσο, ο Σύλλογος Υπαλλήλων Εθνικής Ασφαλιστικής τάσσεται αρνητικά στο επίμαχο πρόγραμμα.
Εθνική Τράπεζα: Αυτοί είναι οι λόγοι που οι τράπεζες δεν χορηγούν δάνεια
Μπορεί οι τράπεζες να διαλαλούν πως οι στρόφιγγες άνοιξαν και μοιράζουν δάνεια αλλά η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Δείτε στο xristika.gr τι ισχύει…
έντε, τουλάχιστον, λόγους επικαλούνται οι τράπεζες για το γεγονός ότι κρατούν κλειστές τις στρόφιγγες χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, με την κυβέρνηση να παρακολουθεί απαθής και να προβαίνει απλά σε χλιαρές συστάσεις.
Παρά το γεγονός ότι έχει αυξηθεί εντυπωσιακά η ρευστότητά τους την περίοδο της πανδημίας, με τις καταθέσεις να έχουν αυξηθεί κατά περισσότερο από 30 δισ. ευρώ, εντούτοις εξακολουθούν και δεν χορηγούν δάνεια στις επιχειρήσεις.
Τους λόγους για τους οποίους που εμποδίζουν τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, παρουσίασε στη Βουλή ο πρόεδρος της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, Βασίλης Ράπανος και όπως προκύπτει από το περιεχόμενό τους, δεν πρόκειται να βελτιωθεί η κατάσταση της χρηματοδότησης.
Ειδικότερα ο βασικότερος λόγος είναι η χαμηλή ή ανύπαρκτη πιστοληπτική ικανότητα και η εγγραφή στις λίστες του ΤΕΙΡΕΣΙΑ, χιλιάδων επιχειρήσεων.
Αιτία είναι η δεκαετής περιπέτεια των μνημονίων, που εκτόξευσε στα ύψη τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια και φράκαρε η λίστα του ΤΕΙΡΕΣΙΑ.
Όλοι αυτοί οι επιχειρηματίες είναι αποκλεισμένοι από την τραπεζική χρηματοδότηση, όχι μόνο στο άμεσο μέλλον αλλά και μεσοπρόθεσμα.
Ταυτόχρονα, μια άλλη κατηγορία επιχειρηματιών, δεν μπορούν να λάβουν τραπεζικό δάνειο, επειδή έχουν ήδη παλαιά δάνεια τα οποία είναι μεν «πράσινα», αλλά συγχρόνως έχουν και οφειλές προς την Εφορία και προς τα Ασφαλιστικά Ταμεία, με αποτέλεσμα να θεωρούνται υπερδανεισμένοι και επισφαλής η νέα χρηματοδότηση.
Οι 5 (τουλάχιστον) λόγοι
Τους λόγους για τους οποίους οι τράπεζες κρατούν κλειστές τις στρόφιγγες, ανέλυσε ο πρόεδρος της ΕΕΤ, Βασ. Ράπανος, ο οποίος κωδικοποίησε τις αιτίες απόρριψης των αιτημάτων χρηματοδότησης των επιχειρήσεων.
Το μήνυμα που έστειλε είναι ότι, «δεν μπορούμε όμως να παραβιάσουμε βασικές αρχές υγιούς χρηματοδότησης και τα κριτήρια που επιβάλλουν οι ρυθμιστικές αρχές και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα». Όσο για τους λόγους που δεν επιτρέπουν τις εκταμιεύσεις νέων δανείων αυτοί είναι οι ακόλουθοι:
Χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα: Από την αξιολόγηση του πελάτη, προκύπτει δυσμενής διαβάθμιση πιστοληπτικής ικανότητας (SMEs Rating) ή / και σε συνδυασμό με ληξιπροθεσμίες στην αποπληρωμή των εν γένει υποχρεώσεων, ή εντοπίστηκαν σημαντικά δυσμενή στοιχεία ή διαπιστώθηκε η ύπαρξη οφειλών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να κόβεται το 60,5% των αιτημάτων.
Μη σκόπιμη επένδυση: Η προτεινόμενη επένδυση δεν κρίνεται σκόπιμη, βάσει της επιχειρηματικής δραστηριότητας του υποψήφιου δανειολήπτη. Για τον συγκεκριμένο λόγο, κόβεται το 16,1% των αιτήσεων.
Μη διαφαινόμενη δυνατότητα αποπληρωμής των αιτουμένων: Ο πελάτης παρουσιάζει συνεχόμενες ζημιογόνες οικονομικές χρήσεις σε συνδυασμό με απουσία άλλων πηγών εισοδήματος (πέραν της επιχειρηματικής δραστηριότητας) ή είναι υπερδανεισμένος, ή ο κύκλος εργασιών του είναι περιορισμένος και απαγορευτικός για χρηματοδότηση ή υπάρχει πληροφόρηση από το Κατάστημα ως προς αντενδείξεις για την επιχείρηση που δεν προκύπτουν με άλλο τρόπο. Για τους λόγους αυτούς κόβεται το 14,1% των αιτήσεων.
Μη προσφορά των απαιτούμενων εξασφαλίσεων: Ο πελάτης δεν προσφέρει τις απαιτούμενες ενοχικές ή εμπράγματες εξασφαλίσεις και απορρίπτεται το 2,0% των αιτημάτων.
Ανεπαρκής Ίδια Συμμετοχή: Ο επιχειρηματίας δεν προσφέρει το απαιτούμενο ύψος της ίδιας συμμετοχής στο επενδυτικό σχήμα, που οδηγεί στην απόρριψη του 0,4% των αιτημάτων.
Παράλληλα υπάρχουν και άλλοι λόγοι που οδηγούν στην απόρριψη του 7% των αιτημάτων και αυτοί είναι μεταξύ άλλων η μη επιλεξιμότητα σε εγγυοδοτικά προγράμματα, η μη ανταπόκριση σε απαίτηση για διευκρινίσεις, μη προσκόμιση δικαιολογητικών, η ύπαρξη αφανών φορέων με αντενδείξεις κ.α.
Εθνική Τράπεζα: Πώς έχασαν 11,3 δισ. οι ελληνικές τράπεζες
Βαρύ τίμημα πλήρωσαν οι τράπεζες για την εκκαθάριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσω τιτλοποιήσεων, παρότι οι κρατικές εγγυήσεις του σχεδίου «Ηρακλής» περιορίζουν την επιβάρυνση. Μέσα σε ένα 18μηνο, δηλαδή το 2020 και το α’ εξάμηνο του 2021, η Εθνική Χρηματιστηριακή υπολογίζει ότι οι ζημιές που έχουν υποστεί οι τράπεζες από τις τιτλοποιήσεις πλησίασαν τα 12 δισ. ευρώ.
Οι τράπεζες βρίσκονται στην τελική ευθεία προς τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε μονοψήφιο ποσοστό, όπως εκτιμά σε έκθεσή της η χρηματιστηριακή. Όμως, η εκκαθάριση των προβληματικών δανείων δεν έρχεται χωρίς κόστος, όπως τονίζεται στην έκθεση, καθώς οι τράπεζες υποχρεώνονται να σχηματίζουν μεγάλου ύψους προβλέψεις και ανεβαίνει σε πολύ υψηλά επίπεδα το κόστος ρίσκου, δηλαδή οι προβλέψεις για επισφάλειες ως ποσοστό του χαρτοφυλακίου δανείων.
Το 2020, οι προβλέψεις που σχηματίσθηκαν και οι ζημιές που έχουν εγγραφεί για τις τιτλοποιήσεις ανήλθαν σε 5,6 δισ. ευρώ, ενώ το αντίστοιχο ποσό για το 2021, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της χρηματιστηριακής, ήταν ακόμη μεγαλύτερο, φθάνοντας τα 6,3 δισ. ευρώ. Έτσι, μέσα σε ένα 18μηνο οι απώλειες έφθασαν τα 11,9 δισ. ευρώ. Το δε κόστος ρίσκου διαμορφώθηκε σε 3,86% το 2020 και εκτινάχθηκε σε 8,91% το πρώτο εξάμηνο του 2021, λόγω της επιτάχυνσης των τιτλοποιήσεων.
Το καλό νέο είναι ότι, όπως εκτιμούν οι αναλυτές της Εθνικής, μόλις οι τράπεζες ολοκληρώσουν τις τιτλοποιήσεις, το κόστος ρίσκου θα πέσει σημαντικά. Το υποκείμενο κόστος ρίσκου, δηλαδή οι προβλέψεις ως ποσοστό των δανείων που εγγράφονται χωρίς να υπολογίζονται οι τιτλοποιήσεις, το δεύτερο τρίμηνο του 2021 κυμάνθηκε για τις συστημικές τράπεζες μεταξύ 1% και 1,3%, ενώ εκτιμάται ότι το μέσο κόστος ρίσκου το 2022 θα υποχωρήσει κάτω από 1% το 2022 και θα κυμανθεί περίπου σε 0,5% μεσοπρόθεσμα, επιτρέποντας στις τράπεζες να αυξήσουν τα κέρδη τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την τελευταία διετία η ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων των ελληνικών τραπεζών έχει βελτιωθεί σημαντικά. Στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ότι το απόθεμα των NPE (μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα) μειώθηκε στο τέλος Ιουνίου 2021 στα 24,9 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 57,1% σε σχέση με το τέλος του 2019. Ο δείκτης των NPE έπεσε στο 20,3% των χορηγήσεων από το 40,6% στα τέλη του 2019. Για τα επιχειρηματικά δάνεια, ο δείκτης διαμορφώθηκε σε 19,5%, για τα στεγαστικά σε 19,3% και για τα καταναλωτικά σε 32,8%. Σχεδόν στο σύνολό της, αυτή η μείωση των προβληματικών δανείων ήταν αποτέλεσμα μη οργανικών κινήσεων, δηλαδή τιτλοποιήσεων, που έγιναν με τη βοήθεια του σχεδίου «Ηρακλής».
Μέχρι το τέλος του 2021 η μείωση NPE θα συνεχισθεί, ενώ το 2022 θα πέσουν οι δείκτες NPE σε μονοψήφια ποσοστά. Παρ’ όλα αυτά, η διαφορά σε σχέση με την υπόλοιπη ευρωζώνη παραμένει πολύ μεγάλη, όπως τονίζουν οι αναλυτές της Εθνικής Χρηματιστηριακής, καθώς οι περισσότερες τράπεζες στην Ευρώπη έχουν δείκτη NPE χαμηλότερο του 5% και κατά μέσο όρο 2% στην ευρωζώνη.
Ενθαρρυντικό είναι ότι ο σχηματισμός νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι τιτλοποιήσεις, ήταν αρνητικός το 2020 και το α’ εξάμηνο του 2021, καθώς μειώθηκαν τα NPE κατά 3,4 δισ. και κατά 0,5 δισ. ευρώ, αντίστοιχα. Τα δάνεια που βγήκαν από μορατόρια δεν πέρασαν στο «κόκκινο». Αυτά που έγιναν μη εξυπηρετούμενα το πρώτο εξάμηνο ήταν μόλις 1 δισ. ευρώ, δηλαδή 6,9% των δανείων που είχαν περάσει σε αναστολή λόγω της πανδημίας. Σε καθεστώς προστασίας παραμένουν μέχρι σήμερα δάνεια ύψους 9 δισ. ευρώ, μέσω κρατικών προγραμμάτων (Γέφυρα) και ειδικών ρυθμίσεων από τις τράπεζες.
Προς το παρόν, οι αισιόδοξες εκτιμήσεις των τραπεζικών διοικήσεων για τα δάνεια που μπήκαν σε μορατόριουμ λόγω πανδημίας επιβεβαιώνονται, αν και θα πρέπει να περιμένουμε μέχρι να λήξουν οι προστατευτικές ρυθμίσεις για όλα τα δάνεια πριν εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα.
Οι τιτλοποιήσεις δανείων
Η Eurobank έχει συμφωνήσει με την doValue για την τιτλοποίηση Mexico, που αφορά δάνεια ακαθάριστης λογιστικής αξίας 3,2 δισ. ευρώ. Η συμφωνία θα ολοκληρωθεί ως το τέλος του 2021 και θα επιτρέψει στη Eurobank να γίνει η πρώτη ελληνική τράπεζα με μονοψήφιο δείκτη NPE, στο 7,3%.
Η Alpha Bank ολοκληρώνει τρεις συναλλαγές (Cosmos, Orbit και Sky) ως το τέλος του έτους, με συνολική αξία δανείων 7 δισ. ευρώ. Πρόσφατα η τράπεζα συμφώνησε με την Davidson Kempner για τη συναλλαγή Cosmos (3,5 δισ. ευρώ). Στο τέλος του έτους, ο δείκτης NPE θα έχει πέσει στο 13%, ενώ ακολουθούν συναλλαγές αξίας 1,1 δισ. ευρώ το 2022, που θα οδηγήσουν τον δείκτη στο 7%.
Η Εθνική Τράπεζα συμφώνησε με τις Bain Capital, Fortress και doValue σχετικά με την πώληση του χαρτοφυλακίου Fortress (δάνεια αξίας 5,7 δισ. ευρώ). Η συναλλαγή αναμένεται να ολοκληρωθεί το τελευταίο τρίμηνο του 2021. Ο δείκτης NPE έχει ήδη πέσει στο 12.7% και με νέες συναλλαγές αναμένεται να υποχωρήσει στο 6% ως το τέλος του 2022.
Η Τρ. Πειραιώς έχει ολοκληρώσει τη συναλλαγή Sunrise 1 (7,2 δισ. ευρώ) και έχει συμφωνήσει με Intrum και Serengeti για ένα ακόμη χαρτοφυλάκιο αξίας 2,7 δισ. ευρώ. Παράλληλα, προχωρά την τιτλοποίηση Sunrise 3 (δάνεια αξίας 900 εκατ. ευρώ) με προοπτική να ολοκληρωθεί στις αρχές του 2022. Μαζί και με άλλες δράσεις, εκτιμάται ότι δείκτης NPE θα μειωθεί περίπου σε 9%.