Ηλεκτρικό ρεύμα: «Βόμβα» έριξε ο υπουργός Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, για τις επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος.
Καλά νέα έρχονται από το μέτωπο των ενεργειακών τιμών, και τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι υπάρχουν προσδοκίες ακόμα και για μειώσεις της τάξης του 40% στους λογαριασμούς ρεύματος του Φεβρουαρίου σε σχέση με τον Ιανουάριο.
Την ίδια ώρα, η Κομισιόν σχεδιάζει ένα νέο πλάνο επιδοτήσεων που θα χωρίζει σε δύο κατηγορίες τους δικαιούχους, ανάλογα με το εισόδημά τους.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, και παρά τις διαβεβαιώσεις από την κυβέρνηση ότι οι επιδοτήσεις θα συνεχιστούν ως έχουν μέχρι τον Ιούλιο, ο Κώστας Σκρέκας, ο αρμόδιος υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος αποκάλυψε πότε θα σταματήσουν οι αιτήσεις στους οικιακούς λογαριασμούς.
Συγκεκριμένα είπε πως αυτό θα γίνει όταν «οι ανταγωνιστικές χρεώσεις πέσουν στα 0,15 με 0,16 ευρώ ανά κιλοβατώρα, τότε θα σταματήσει η επιχορήγηση των νοικοκυριών». Ο υπουργός Ενέργειας όταν αναφέρθηκε στο συγκεκριμένο ύψος εννοούσε τους τιμοκαταλόγους που ανακοινώνουν οι πάροχοι ρεύματος.
Οι επιδοτήσεις ρεύματος Ιανουαρίου 2023
Σε τρεις κλίμακες η επιδότηση για τους οικιακούς καταναλωτές:
- Για κατανάλωση έως 500 κιλοβατώρες, η επιδότηση διαμορφώνεται στα 330 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Η κατηγορία αυτή αφορά το 90% των νοικοκυριών στην Ελλάδα. Απορροφάται το 87% της αύξησης.
- Για κατανάλωση από 501 έως 1000 κιλοβατώρες, η επιδότηση διαμορφώνεται στα 280 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
- Για κατανάλωση πάνω από 1001 κιλοβατώρες, η επιδότηση διαμορφώνεται στα 190 ευρώ ανά μεγαβατώρα.Η κατηγορία αυτή αφορά το 2% των νοικοκυριών στην Ελλάδα.
Να σημειωθεί ότι ισχύει και πάλι μπόνους μειωμένης κατανάλωσης. Έτσι εάν ένα νοικοκυριό μειώσει την κατανάλωση κατά 15% σε σχέση με το 2021 η επιδότηση αυξάνεται κατά 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Για τα νοικοκυριά που είναι ενταγμένα στο Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο, η επιδότηση διαμορφώνεται στα 378 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Απορροφάται σχεδόν το 100% της αύξησης.
Το συνολικό κόστος της επιδότησης για τα νοικοκυριά ανέρχεται στα 470 εκατ. ευρώ, ενώ το συνολικό ποσό της επιδότησης για νοικοκυριά και επιχειρήσεις τον Ιανουάριο του 2023 ανέρχεται σε 840 εκατ. ευρώ και είναι διπλάσιο από τον μήνα Δεκέμβριο.
Γιατί πληρώνουμε ακόμα ακριβά το ηλεκτρικό ρεύμα
Η Ελλάδα αποτελεί την εξαίρεση, καθώς είναι η μοναδική αγορά στην οποία δεν αποτυπώνεται η σημαντική αποκλιμάκωση της τιμής του φυσικού αερίου στον ολλανδικό κόμβο του TTF, η οποία έκλεισε τον Δεκέμβριο στα 119 ευρώ/μεγαβατώρα και υποχώρησε χθες στα 72 ευρώ, επιστρέφοντας στα επίπεδα προ της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Η τιμή της μεγαβατώρας στην ελληνική αγορά εξακολουθεί να είναι η υψηλότερη στην Ευρώπη (269 ευρώ για σήμερα Τρίτη) και μάλιστα με απόκλιση κατά 120 ευρώ/μεγαβατώρα ακόμη και από τη γειτονική διασυνδεδεμένη αγορά της Βουλγαρίας και πάνω από 123 ευρώ από τις αγορές της Γερμανίας και της Γαλλίας.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, σε επίπεδο μήνα (Δεκέμβριος 2022) η Ελλάδα με τιμή στα 276,9 ευρώ/μεγαβατώρα είναι η 6η ακριβότερη αγορά της Ευρώπης, πίσω από το Βέλγιο (278,06 ευρώ), την Ιρλανδία (279,57), τη Γαλλία (279,57), την Ελβετία (289,19) και την Ιταλία (297,26). Σε επίπεδο έτους, ανεβαίνει θέση και καθίσταται η τρίτη ακριβότερη αγορά της Ευρώπης με τιμή στα 279,89 ευρώ/μεγαβατώρα, πίσω από την Ελβετία (282,43) και την Ιταλία που βρίσκεται στην πρώτη θέση με τιμή στα 304,17 ευρώ/ μεγαβατώρα.
Οι σημαντικές αποκλίσεις τιμών από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές βρέθηκαν στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης από την περασμένη εβδομάδα με την κυβέρνηση να τις αποδίδει στον διαφορετικό τρόπο που τιμολογούν το φυσικό αέριο οι εγχώριοι παραγωγοί σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Πράγματι στην Ελλάδα το μοντέλο τιμολόγησης του φυσικού αερίου λαμβάνει υπόψη τη μέση τιμή του προηγούμενου μήνα έναντι της ημερήσιας τιμής που διαμορφώνεται στη χρηματιστηριακή αγορά, μοντέλο τιμολόγησης που ισχύει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Ο ετεροχρονισμός αυτός δεν επιτρέπει την άμεση μετακύλιση στη χονδρεμπορική τιμή ρεύματος της υποχώρησης της τιμής του φυσικού αερίου, κάτι που συνέβη στις υπόλοιπες αγορές, όπου οι τιμές κατρακύλησαν ακόμη και σε μηδενικά επίπεδα. Εάν μόνο αυτός ο παράγοντας έκανε τη διαφορά στις τιμές, τότε θα ήταν ζήτημα χρόνου η σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, κάτι που δεν επιβεβαιώνουν τα στοιχεία για τη μέση τιμή του Δεκεμβρίου και πολύ περισσότερο για τη μέση τιμή το 2022, αλλά και τα στοιχεία για την προ κρίσης περίοδο, όπου η Ελλάδα βρίσκεται στις πρώτες θέσεις των χωρών με τις υψηλότερες τιμές ρεύματος στη χονδρική αγορά.
Η βασική αιτία των υψηλών τιμών βρίσκεται στο μείγμα καυσίμου για ηλεκτροπαραγωγή, στο οποίο κυρίαρχη θέση έχει το φυσικό αέριο με ποσοστό πάνω από 40%. Σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπως η Γαλλία όπου την οριακή τιμή του συστήματος μπορεί να ορίζουν για κάποιες ημέρες τα πυρηνικά, ή τη Γερμανία και τις χώρες της Β. Ευρώπης τα αιολικά, κάτι που συνέβη τις προηγούμενες ημέρες όταν η αιολική παραγωγή στη Γερμανία έφτασε στο 85% και στη Δανία στο 130%, στην Ελλάδα την οριακή τιμή καθορίζει το ακριβό φυσικό αέριο. Η συμμετοχή του λιγνίτη είναι χαμηλή, ενώ οι ΑΠΕ μόνο για μερικές ώρες μπορούν να ορίσουν τιμή.
Έρχονται μειωμένοι λογαριασμοί ρεύματος τον Φεβρουάριο
Η πτώση της τιμής του φυσικού αερίου, που έχει αρχίσει από τις 15 Δεκεμβρίου και αποτυπώθηκε στις αγορές ηλεκτρισμού της Ευρώπης ήδη από τις αρχές Ιανουαρίου, φαίνεται ότι περνάει πλέον και στην ελληνική Αγορά Επόμενης Ημέρας όπου η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο τιμολογείται με βάση τις τιμές φυσικού αερίου του προηγούμενου μήνα.
Έτσι, με αφετηρία τις χαμηλές τιμές του TTF του περασμένου μήνα και με «οδηγό» τις ΑΠΕ, που κυριαρχούν στο μίγμα φτάνοντας στο 55,7%, η μεστοσταθμική τιμή του ηλεκτρισμού στην Αγορά Επόμενης Ημέρας του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας έπεσε σήμερα (18 Ιανουαρίου) στα 86,77 ευρώ/μεγαβατώρα, στο επίπεδο δηλαδή του Ιουνίου του 2021 όταν άρχισε να εκδηλώνεται η ενεργειακή κρίση στην αγορά ηλεκτρισμού.
Η πορεία αποκλιμάκωσης των τιμών ηλεκτρισμού έχει ξεκινήσει από την αρχή του έτους όπου ήταν στα 237,8 ευρώ/μεγαβατώρα για να καταλήξει σήμερα στα 86,77 ευρώ/μεγαβατώρα με μείωση κατά 35,4% σε σχέση με χθες, όπου επίσης μειώθηκε κατά 35,1% σε σχέση με τις 16 Ιανουαρίου.
Η αποκλιμάκωση των τιμών προκαλεί συγκρατημένη αισιοδοξία για τη σταδιακή αποκλιμάκωση της ενεργειακής κρίσης και με δεδομένο ότι η τιμή του φυσικού αερίου διατηρεί τις «χαμηλές πτήσεις».
Είναι ενδεικτικό ότι η τιμή του φυσικού αερίου μέσα σε έναν μήνα έχει πέσει σχεδόν κατά 80 ευρώ/MWh, όταν στο ολλανδικό hub TTF για τα συμβόλαια παράδοσης Φεβρουαρίου έκλεισε χθες στα 58,7 ευρώ/MWh αυξημένο κατά 5,9% σε σχέση με την προηγούμενη ημέρα ενώ στις 15 Δεκεμβρίου η τιμή ήταν στα 135,6 ευρώ/MWh.
Σε αυτό το κλίμα και με αυτά τα δεδομένα οι εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας θα ανακοινώσουν την Παρασκευή 20 Ιανουαρίου τα τιμολόγια ρεύματος Φεβρουαρίου. Η μέση τιμή που διαμορφώνεται στην Αγορά Επόμενης Ημέρας τις πρώτες 18 ημέρες του Ιανουαρίου είναι στα 206,88 ευρώ/MWh έναντι 276,89 ευρώ/MWh που ήταν τον Δεκέμβριο του 2022 γεγονός που προοιωνίζεται σημαντικά χαμηλότερες χρεώσεις.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι τιμές του Φεβρουαρίου μπορεί να είναι μειωμένες ακόμη και 40% σε σχέση με τον Ιανουάριο. Υπενθυμίζεται ότι τα τιμολόγια λιανικής του Ιανουαρίου, πριν τις επιδοτήσεις κινούνταν μεταξύ 0,35 έως τα 0,49 ευρώ/KWh. Η αποκλιμάκωση των τιμών λιανικής θα οδηγήσει σε μείωση και των επιδοτήσεων που χρειάζεται να δίνει η κυβέρνηση προκειμένου τα τιμολόγια να διατηρούνται στο εύρος των 0,15-020 ευρώ/KWh.
Σε ότι αφορά τις ευρωπαϊκές αγορές η αποκλιμάκωση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας που καταγράφεται από την αρχή του έτους είναι πολύ μεγαλύτερη κυρίως λόγω του διαφορετικού τρόπου τιμολόγησης του ηλεκτρισμού που παράγεται από φυσικό αέριο και έχει ως αποτέλεσμα να έχουν περάσει πολύ νωρίτερα και στον ηλεκτρισμό οι μειώσεις των τιμών του φυσικού αερίου.