Ευρώ: Εγκληματική οργάνωση πλαστογράφησης χαρτονομισμάτων, με πλήρως εξοπλισμένο εργαστήριο στην Ρουμανία, εξάρθρωσε η Europol με τη βοήθεια των αρμόδιων αρχών της Αυστρίας, του Βελγίου, της Γερμανίας, της Ισπανίας και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που συμμετείχαν στην έρευνα.
Η εγκληματική οργάνωση σχεδίαζε να θέσει σε κυκλοφορία πλαστά τραπεζογραμμάτια αξίας 500.000 ευρώ.
Κατά τις συντονισμένες εφόδους:
- ερευνήθηκαν 28 οικίες
- 10 ύποπτοι που συνελήφθησαν
- 6 άτομα κρίθηκαν προφυλακιστέοι
- κατασχέθηκαν περίπου 450.000 ευρώ σε πλαστά τραπεζογραμμάτια των 50, 100 και 500 ευρώ
- κατασχέθηκαν περίπου 16.000 ευρώ
- κατασχέθηκαν ποσότητες κοκαΐνη και κάνναβης
Η εγκληματική οργάνωση, η οποία δραστηριοποιείται για τρία χρόνια στην Ρουμανία, είχε παραχαράξει χαρτονομίσματα των 50, 100 και 500 ευρώ. Τα ποσά είχαν διοχετευθεί σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου και εντοπίστηκαν, όπως Αυστρία, Βέλγιο, Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία, Λιθουανία, Ολλανδία, Ρουμανία, Σλοβακία και Ισπανία.
Σύμφωνα με τις αρχές, οι πλαστογράφοι είχαν πρόσφατα αποκτήσει τον απαραίτητο τεχνολογικό εξοπλισμό για την έκδοση Λέου Ρουμανίας, εξοπλισμό τον οποίο προσάρμοσαν για την πλαστογράφηση ευρώ. Συνολικά αναγνωρίστηκαν και αποσύρθηκαν 1.300 πλαστά τραπεζογραμμάτια.
Ευρώ: Γιατί τα 500ευρα έγιναν ανάρπαστα ξαφνικά
Μόνο στη Γερμανία κυκλοφορούν σήμερα 300 εκατομμύρια χαρτονομίσματα αξίας 500 ευρώ με την υπογραφή της Μπούντσεμπανκ. Αυτό προκύπτει από απάντηση του υπουργείου Οικονομικών σε σχετικό ερώτημα που κατέθεσε ο βουλευτής των Φιλελευθέρων (FDP) Μάρκους Χέρμπραντ. Η προηγούμενη καταμέτρηση, τον Απρίλιο, έδειχνε ότι κυκλοφορούσαν 350 εκατομμύρια χαρτονομίσματα των 500 ευρώ. Συμπέρασμα: Ο αριθμός των χαρτονομισμάτων αυτών μειώνεται σταδιακά, αλλά με πολύ πιο αργούς ρυθμούς απ’ ότι περίμεναν οι ειδικοί. Σε τελική ανάλυση “τα στοιχεία δείχνουν ότι τα χαρτονομίσματα των 500 ευρώ θα συνεχίσουν να κυκλοφορούν για πολύ καιρό”, εκτιμά ο ίδιος ο Χέρμπραντ.
Άλλωστε δεν υπάρχει λόγος βιασύνης. Μπορεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) το 2016 να αποφάσισε ότι θα σταματήσει την έκδοση του μωβ χαρτονομίσματος “προς τα τέλη του 2018”, αλλά στη Γερμανία και στην Αυστρία οι κεντρικές τράπεζες συνέχιζαν να το εκδίδουν μέχρι τα τέλη Απριλίου του 2019. Επιπλέον η ΕΚΤ ξεκαθάρισε ότι τα τραπεζογραμμάτια που ήδη κυκλοφορούν δεν χάνουν την αξία τους, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μέσο πληρωμής και αποθήκευσης αξίας και μπορούν να ανταλάσσονται από τις κεντρικές τράπεζες όλων των χωρών που συμμετέχουν στο ευρωσύστημα για απεριόριστο χρονικό διάστημα.
Αλλά που είναι το πρόβλημα με το χαρτονόμισμα των 500 ευρώ (αν εξαιρέσουμε βεβαίως το πρακτικό πρόβλημα ότι σπανίως τυγχάνει να το δουν οι κοινοί θνητοί); Η ΕΚΤ είχε αποφασίσει να σταματήσει την έκδοση, λαμβάνοντας υπόψη ανησυχίες ότι το εν λόγω τραπεζογραμμάτιο θα μπορούσε να διευκολύνει παράνομες δραστηριότητες. Oι ειδικοί θεωρούν ότι εξυπηρετεί όσους χρηματοδοτούν τρομοκρατικές πράξεις, ξεπλένουν βρώμικο χρήμα, φοροδιαφεύγουν ή καταφεύγουν σε αδήλωτη εργασία. Και αυτό γιατί όποιος θέλει να μεταφέρει ή να αποκρύψει από τις αρχές ένα μεγάλο ποσό θεωρητικά μπορεί να το επιτύχει πιο εύκολα με λίγα χαρτονομίσματα των 500 ευρώ, παρά με μία ολόκληρη δεσμίδα μικρότερων χαρτονομισμάτων. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Υπολογίζεται ότι ένα εκατομμύριο ευρώ σε χαρτονομίσματα των 500 ευρώ ζυγίζει μόλις 2,2 κιλά. Το ίδιο ποσό σε χαρτονομίσματα των 100 ευρώ έχει σχεδόν πενταπλάσιο βάρος και συγκεκριμένα 10,2 κιλά.
Στελέχη της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Europol) δηλώνουν στο πρώτο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) ότι κακοποιοί επιχειρούν να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερες ποσότητες των μωβ χαρτονομισμάτων και προσφέρουν σοβαρό “μπόνους” για να τα αποκτήσουν. Δεν λείπουν όμως και οι συλλέκτες που καταφεύγουν στην ίδια τακτική. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν στο Ebay αγγελίες για αγορά παλαιότερων εκδόσεων χαρτονομισμάτων των 500 ευρώ σε τιμή που μπορεί να φτάνει ακόμη και τα 650 ευρώ. Πηγές της Μπούντεσμπανκ εκτιμούν ότι το ένα στα τρία χαρτονομίσματα των 500 ευρώ που κυκλοφορούν σήμερα στη Γερμανία έχει καταλήξει σε θυρίδες και θησαυροφυλάκια ως αποταμίευση.
Στη γειτονική Ελβετία κυκλοφορεί αδιαλείπτως από το 1907 ακόμη και χαρτονόμισμα των 1.000 φράγκων (928 ευρώ με τη σημερινή ισοτιμία). Η ελβετική κεντρική τράπεζα όχι μόνο δεν βλέπει λόγο να το καταργήσει, αλλά αντιθέτως, το 2019 κυκλοφόρησε μία ανανεωμένη έκδοση του μωβ χαρτονομίσματος σε μικρότερο μέγεθος, με 15 νέα χαρακτηριστικά ασφαλείας. Σύμφωνα με έρευνα της κεντρικής τράπεζας το 2017 το 60% των χαρτονομισμάτων που κυκλοφορούσαν σε ολόκληρη την Ελβετία ήταν εκείνα των 1.000 φράγκων. Μάλιστα το 2016 δύο στελέχη του εθνολαϊκιστικού κόμματος SVP, ο Φίλιπ Μπρούνερ και ο Μάνουελ Μπράντενμπεργκ, πρότειναν να κυκλοφορήσει και χαρτονόμισμα των 5.000 φράγκων (4.639 ευρώ με τη σημερινή ισοτιμία) – αίτημα που όμως δεν έγινε δεκτό.
Ευρώ: Τα χαρτονομίσματα που θα σας κάνουν πλούσιους
Στη γειτονιά των παλαιοπωλείων στο Μπιτ Παζάρ της Θεσσαλονίκης, η κίνηση έχει “σπάσει” μέσα στον Αύγουστο. Το κατάστημα του Θάνου Αβραμίδη είναι το μοναδικό που ειδικεύεται στην πώληση συλλογών ελληνικών νομισμάτων.
Δραχμές του 19ου αι. σε μικρά χάρτινα πλαίσια, κέρματα της εποχής του Καποδίστρια και προπολεμικά χαρτονομίσματα, πληθωρικές δραχμές και τα πιο πρόσφατα 5χίλιαρα με τον Κολοκοτρώνη, υπάρχουν παντού ανάμικτα μέσα σε αυτά τα λίγα τετραγωνικά. Δεν πωλούνται βέβαια λίρες και αρχαιότητες.
“Εκτός από τα πρώτα χρόνια μετά την απόσυρση των δραχμών, νοσταλγία για το πρώην εθνικό νόμισμα δεν υπάρχει. Σταθεροί πελάτες είναι οι συλλέκτες, αλλά και τουρίστες που περνούν από τη Θεσσαλονίκη” λέει ο Αβραμίδης.
Ο ίδιος χαμογελά πικρά όταν θυμάται περιπτώσεις ανθρώπων, τα προηγούμενα χρόνια και όταν η Τράπεζα της Ελλάδας είχε πια διακόψει την περίοδο χάριτος για την ανταλλαγή δραχμών με ευρώ, οι οποίοι βρήκαν ολόκληρες περιουσίες στα σεντούκια συγγενών τους που είχαν πεθάνει και πλέον είχαν την αξία παλιόχαρτων.
Ενδεικτικά, στις προθήκες του παλαιοπωλείου του Μπιτ Παζάρ, ένα νόμισμα του 1831 με την κεφαλή του Καποδίστρια στοιχίζει 80 ευρώ, ένα του 1879 με τον βασιλιά Γεώργιο Α’ στοιχίζει 200 ευρώ, ένα άλλο του 1848 με το σύμβολο του Ιωνικού κράτους στα 240 ευρώ κ.ο.κ.
Στα καλάθια έξω στην είσοδο, τα κέρματα είναι σαφώς περισσότερα, χωρίς καρτελάκια με λεπτομέρειες και οι τιμές χαμηλότερες. Δραχμές της δεκαετίας του ’20 στοιχίζουν η καθεμιά από 0,5 ως 2 ευρώ, τρία-τέσσερα νομίσματα της δεκαετίας του ’70 τ πωλούνται για 1 ευρώ.
Το άτυπο “χρηματιστήριο της δραχμής” διαμορφώνει η προσφορά και η ζήτηση. Αυτό το παιχνίδι γνωρίζουν άριστα οι μανιακοί συλλέκτες, οι οποίοι έχουν διαβάσει πολύ, γνωρίζουν απ’ έξω τις ειδικές εκδόσεις που κυκλοφορούν στα βιβλιοπωλεία, συγκρίνουν τα επετειακά νομίσματα που είχε κατά καιρούς κόψει το Νομισματοκοπείο και ψάχνουν σχολαστικά και επίμονα για το επόμενο καλό “κομμάτι” της συλλογής τους.
Όλοι αυτοί θα περάσουν τακτικά από τα παλαιοπωλεία της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας για να πιάσουν στα χέρια τις δραχμές, να τις παρατηρήσουν φέρνοντας τες κοντά στα μάτια. Δύσκολα οι ίδιοι θα εμπιστευτούν να αγοράσουν ένα νόμισμα μέσω των ιστοσελίδων πώλησης στο Διαδίκτυο, όπου δραχμές πωλούνται σαν ζεστά κουλούρια, ανεξάρτητα από την επικαιρότητα.
Στην ηλεκτρονική πλατφόρμα eBay, πληκτρολογώντας την περασμένη εβδομάδα ως κριτήριο τη λέξη «drachmae», υπήρχαν 330 αποτελέσματα. Από ένα ταπεινό 50άκι του 1964 το οποίο πωλείτο προς 7,23 ευρώ, ως ένα χαρτονόμισμα των 20.000 δραχμών του 1949 προς 135,77 ευρώ. Και από τέσσερα χαρτονομίσματα των 25.000.000 δραχμών του 1944 προς 22,62 ευρώ, ως τις 25 δραχμές του 1923 προς 452,58 ευρώ.