Σούπερ μάρκετ: Είναι επίσημο! Τα πρώτα τρία καταστήματα εκτός Αθηνών και πιο συγκεκριμένα σε Λάρισα, Τρίπολη, και Λαγκαδά Θεσσαλονίκης θα ανοίξει η μεγάλη αλυσίδα σούπερ μάρκετ Mere, ενώ θα ακολουθήσουν ακόμη δύο, σε Αγρίνιο και Κόρινθο. Ζητούνται και εργαζόμενοι. Όλες οι λεπτομέρειες στο xristika.gr.
Tο πρώτο κατάστημα Mere αναμένεται να ανοίξει στην Λάρισα μετά το Πάσχα.
Πρόκειται για το ακίνητο που βρίσκεται επί της Λαγού κοντά στη ΔΕΥΑΛ, εκεί όπου στεγάζονταν η αλυσίδα μάρκετ, Αρβανιτίδης,και παλαιότερα ο Μαρινόπουλος.
Κατάστημα της ίδιας αλυσίδας (Μαρινόπουλου) υπήρχε στο παρελθόν και στο ακίνητο που θα χρησιμοποιήσει στον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης η Mere, και βρίσκεται στο 2ο χιλιόμετρο της Επαρχιακής Οδού Λαγκαδά – Μικρής Βόλβης, στο Κολχικό του δήμου Λαγκαδά.
Στην Τρίπολη ο ρωσικός discounter θα αξιοποιήσει ακίνητο, που παλαιότερα στέγαζε τοπικό κατάστημα λιανεμπορίου τροφίμων.
Το κατάστημα του Αγρινίου, σύμφωνα με τοπικά μέσα (sinidisi.gr), πρόκειται να λειτουργήσει σε ακίνητο στον παράδρομο της Εθνικής Αντιρρίου, συνολικής επιφάνειας 1.300 τετραγωνικών μέτρων.
Πρόκειται για κτίριο το οποίο κατασκευάστηκε στο παρελθόν με προοπτική να στεγάσει το logistics center του Συνεταιρισμού Εργολάβων Υδραυλικών Αιτωλοακαρνανίας, ΥΔΡΩ, στόχος που δεν ευοδώθηκε, περιήλθε στην κατοχή τράπεζας, εκποιήθηκε και άλλαξε ιδιοκτησιακό καθεστώς.
Το σχέδιο των Ρώσων προβλέπει τη δημιουργία 80 καταστημάτων στην Ελλάδα έως το τέλος του έτους, ωστόσο με βάση το τι έχει γίνει μέχρι τώρα φαντάζει ιδιαίτερα…φιλόδοξο.
Θυμίζουμε ότι η ρωσική αλυσίδα “υπόσχεται” τιμές 20%-40% χαμηλότερες από τον ανταγωνισμό, κάτι το οποίο μπορεί να το πετύχει χρεώνοντας 17% επί της τιμής που θα αγοράζει από τους προμηθευτές.
Αυτήν την περίοδο η εταιρία αναζητεί διευθυντές για τα καταστήματα Κορίνθου και Αγρινίου.
Βασικές αρμοδιότητες: Ανάπτυξη επιχειρηματικών στρατηγικών για την διεύρυνση του πελατολογίου και της βελτίωσης της κερδοφορίας. Πλήρης διαχείριση καταστήματος και διασφάλιση συμμόρφωσης με τις πολιτικές και διαδικασίες.
Διατήρηση του καταστήματος σε εξαιρετική κατάσταση.
Γνώση της ρωσικής γλώσσας κατά προτίμηση.
Υπευθυνότητα / Αξιοπιστία / Ομαδικότητα και Συνεργασία.
Γνώσεις: χρήση Η/Υ (1C).
Κατοχή πτυχίου ΑΕΙ,ΤΕΙ, ΙΕΚ, ή άλλης σχολής τεχνολογικής εκπαίδευσης.
Αποστολή βιογραφικών στο email: hr@mere.gr
Σούπερ μάρκετ: Πουλάνε 40% φθηνότερα τα Mere
Τα σούπερ μάρκετ της ρωσικής εκπτωτική αλυσίδας MERE έχουν ένα σπαρτιάτικο ντεκόρ χωρίς οτιδήποτε περιττό, όπως ξύλινες παλέτες, χαρτόκουτα, τεράστια ψυγεία και μεταλλικά ράφια βαρέως τύπου, 250 κωδικούς όλους κι όλους… Απευθύνενται σε κυνηγούς τιμών (price hunters) και μάλιστα η ρωσική εκπτωτική αλυσίδα σούπερ μάρκετ MERE ετοιμάζεται να ανοίξει κι άλλα καταστήματα στην ελληνική αγορά.
Με motto «χαμηλό κόστος κάθε μέρα» η ρωσική αλυσίδα υπόσχεται τιμές 20-40% χαμηλότερες από τον ανταγωνισμό, και αυτό θα το πετύχει χρεώνοντας 17% επί της τιμής που θα αγοράζει από τους προμηθευτές, ενώ όπως αναφέρει το λιανεμπορικό δίκτυο Svetofor, στην ιδιοκτησία του οποίου είναι το εμπορικό σήμα MERE, εξοικονόμηση μπορεί να επιτευχθεί και από τη συσκευασία. «Δεν χρειαζόμαστε φωτεινά και πιασάρικα περιτυλίγματα» επισημαίνει στους όρους συνεργασίας.
Επιπλέον, προκειμένου οι τιμές να κρατηθούν χαμηλά στους προμηθευτές δεν επιβάλλονται κόστη εισόδου, εκπτώσεις εκ των υστέρων, κόστη προβολής ή πιστωτικές υποχρεώσεις.
Σε ό,τι αφορά τις πληρωμές, οι προμηθευτές πληρώνονται κάθε εβδομάδα για ό,τι έχει πωληθεί στην διάρκειά της, ενώ η ελάχιστη ποσότητα αγοράς που παίρνει από κάθε προμηθευτή η MERE ανέρχεται σε μία παλέτα. Οι παλέτες που χρησιμοποιούνται κατά τις παραδόσεις των προϊόντων δεν επιστρέφονται.
Από την άλλη ωστόσο, εάν τα προϊόντα δεν πουληθούν, η αλυσίδα τα επιστρέφει στον προμηθευτή, ο οποίος σε αυτή την περίπτωση επιβαρύνεται και με τα έξοδα μεταφοράς. Να σημειωθεί ότι αλυσίδα, δεν πουλά φρέσκα οπωροκηπευτικά ή νωπά κρέατα και ψάρια.
Σούπερ μάρκετ: Ο… καπνός πίσω από τους ιδιοκτήτες
Το λιανεμπορικό δίκτυο Svetofor (σημαίνει φωτεινός σηματοδότης στα ρώσικα) είναι ο μεγαλύτερος hard discounter στην Ρωσία, με 1.800 καταστήματα σε όλη την χώρα, καθώς και σε αγορές όπως Γερμανία, Πολωνία, Ρουμανία, Λετονία, Λιθουανία, Εσθονία, Καζακστάν, Κίνα κ.α.
Τα Χριστούγεννα εγκαινίασε το πρώτο κατάστημά της στη Σερβία, ενώ επόμενοι στόχοι επέκτασης, όπως σημειώνει το site της εταιρείας, είναι οι Ελλάδα, Πορτογαλία, Γαλλία, ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο. Να σημειωθεί ότι «MERE» είναι το σήμα της ρωσικής αλυσίδας Svetofor για τις αγορές εκτός Ρωσίας.
Εκτός από την αλυσίδα Svetofor ο όμιλος Torgservis αναπτύσσει στη ρωσική αγορά και την αλυσίδα Mayak (φάρος στα ρώσικα).
Οι ιδιοκτήτες του ομίλου είναι η οικογένεια Schneider (92,5%), ο Valery Yakovlev (4,5%) και ο Andrey Veikulainen (3%).
Πρότυπο της ρωσικής οικογένειας Schneider, η οποία προφανώς έχει γερμανικές ρίζες, είναι η οικογένεια Albrecht ιδιοκτήτρια της γερμανικής αλυσίδας Aldi, που στην ουσία δημιούργησε την αγορά των discount σούπερ μάρκετ.
«Τα πρώτα καταστήματα χαμηλής τιμής εμφανίστηκαν στη Γερμανία στα μέσα της δεκαετίας του 1950 και γρήγορα έγιναν πολύ δημοφιλή», αναφέρεται στον ρωσικό ιστότοπο του ομίλου.
Το ίδιο μυστικοπαθείς όπως οι Albrechts διαθέτουν περισσότερες από 100 εμπορικές εταιρείες.
Η Valentina Schneider κατέχει επίσημα την πλειοψηφία των μετοχών στον όμιλο Torgservis. Ωστόσο έχει από καιρό αποσυρθεί – όπως και ο 80χρονος σύζυγός της Iwan, ο οποίος είναι επίσης εγγεγραμμένος ως μέτοχος σε πολλές τις εταιρείες της οικογένειας Schneider.
Κινητήρια δύναμη είναι οι γιοι της οικογένειας, ο Andrej και ο Sergej, όπως οι ιδρυτές της Aldi, τα αδέλφια Theo και ο Karl Albrecht. Γενικά δεν δίνουν συνεντεύξεις και δεν κυκλοφορούν φωτογραφίες τους στο διαδίκτυο.
Από το 1994 έως το 2004 η ρωσική οικογένεια ασχολήθηκε με το χονδρεμπόριο μπύρας και άλλων ποτών με χαμηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ.
Το 2004, οι Schneiders ίδρυσαν την αλυσίδα Napilnik, με την οποία ήθελαν να πουλήσουν αλκοόλ, σνακ και τσιγάρα. Η κερδοφορία ήταν χαμηλή, αλλά το project θεωρήθηκε επιτυχές και πολλά υποσχόμενο.
Μετά ήρθε η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση το 2008. Το ρούβλι έπεσε, η αγορά μπύρας κατέρρευσε και η αλυσίδα, η οποία χτίστηκε κυρίως με δάνεια, χρεοκόπησε.
Oμως η κρίση αποδείχθηκε πολύτιμη εμπειρία για τους Schneiders: Οι επινοητικοί επιχειρηματίες ανακάλυψαν την αρχή της «εξοικονόμησης σε οποιαδήποτε τιμή» ως επιχειρηματικό μοντέλο, έτσι το 2009 άνοιξαν τον πρώτο τους hard discount κατάστημα με το όνομα Svetofor. Πλέον τα έσοδα του δικτύου Svetofor φθάνουν το 1,4 δισ. ευρώ.
Για την ιστορία αξίζει να αναφέρουμε ότι η γερμανική Aldi, η οποία ήρθε με τυμπανοκρουσίες στην Ελλάδα, αποχώρησε το 2010, μόλις ενάμισι χρόνο μετά την επίσημη έναρξη των εργασιών της.
Συγκεκριμένα, η Αldi, με τζίρο 70.000.000 ευρώ, ανακοίνωνε το καλοκαίρι του 2010 τη διακοπή λειτουργίας των 38 καταστημάτων της στην Ελλάδα.
Έτσι ξαφνικά, «ναυάγησαν» τα σχέδια για δίκτυο άνω των 240 καταστημάτων και οι προσδοκίες για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, καθώς ήδη απασχολούσε γύρω στους 700 εργαζομένους.
Σούπερ μάρκετ: Θα πετύχει το MERE στην Ελλάδα;
Το μεγάλο ερώτημα είναι εάν ο νέος hard discounter που έρχεται στην Ελλάδα θα καταφέρει αυτό που δεν κατάφεραν όλοι οι υπόλοιποι hard discounters στη χώρα μας: να «κερδίσει» το ελληνικό καταναλωτικό κοινό και να διαταράξει την κυριαρχία της Lidl.
Για την ιστορία, αξίζει να αναφέρουμε ότι ο τελευταίος hard discounter που ήρθε, είδε και απήλθε από την ελληνική αγορά ήταν η γερμανική Aldi, η οποία αποχώρησε προς τα τέλη του 2010, μόλις έναν χρόνο μετά την επίσημη έναρξη των εργασιών της.
Συγκεκριμένα, η Αldi, με τζίρο 70.000.000 ευρώ, ανακοίνωνε το καλοκαίρι του 2010 τη διακοπή λειτουργίας των 38 καταστημάτων της στην Ελλάδα.
Έτσι, «ναυάγησαν» τα σχέδια για δίκτυο άνω των 240 καταστημάτων και οι προσδοκίες για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, καθώς ήδη απασχολούσε γύρω στους 700 εργαζομένους.
Είχε προηγηθεί η αποχώρηση της Plus Hellas, θυγατρικής του γερμανικού ομίλου Tengelmann.
Η Plus εισήλθε στην ελληνική αγορά τον Ιούνιο του 2006 και πούλησε τα καταστήματά της στην ΑΒ Βασιλόπουλος το 2008.
Την ίδια εποχή που η Aldi αποχωρούσε από την ελληνική αγορά, τα 381 καταστήματα της Dia Hellas, η οποία ανήκε στην κατηγορία των λεγόμενων soft discounters, απορροφήθηκαν από τον πάλαι ποτέ όμιλο Carrefour-Μαρινόπουλος, αλλάζοντας επωνυμία.