Σεισμός τώρα: Η γη… χορεύει στον ελλαδικό χώρο και οι σεισμολόγοι παρακολουθούν ανήσυχοι.
Τα μέτρα πρόληψης σε περίπτωση που σημειωθεί μια μεγάλη σεισμική δόνηση στον ελλαδικό χώρο, σε επίφοβες περιοχές όπως ο Κορινθιακός κόλπος, παρουσιάσαν μιλώντας στο Newsbomb.gr ο διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Θανάσης Γκανάς και ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ, Ευθύμιος Λέκκας.
Όπως έχει προειδοποιήσει μέσω του Newsbomb.gr, ο σεισμολόγος Γεράσιμος Παπαδόπουλος, υπάρχει ενδεχόμενο στην ευρύτερη περιοχή του Κορινθιακού κόλπου να γίνει σεισμός άνω των 6 Ρίχτερ είτε στο άμεσο είτε στο μακρινό μέλλον, εκφράζοντας την ανησυχία του για την ετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού.
Οι κύριοι Λέκκας και Γκανάς, εξηγούν πως είναι γνωστή στην επιστημονική κοινότητα η υψηλή σεισμικότητα της εν λόγω περιοχής η οποία μπορεί να δώσει σεισμό μέχρι και 7 Ρίχτερ.
Αμφότεροι συμφωνούν πως μπορούν να προχωρήσουν σε αντισεισμικά έργα τα οποία έχουν ήδη αρχίσουν να γίνονται ώστε να «θωρακιστούν» οι υποδομές σε περίπτωση που συμβεί κάτι το απευκταίο.
Με δεδομένο ότι δεν είναι επιστημονικά δυνατή η πρόβλεψη ενός ισχυρού σεισμού, ο κύριος Θανάσης Γκανάς καταθέτει στο Newsbomb.gr την προτάση του για καταλληλότερη προετοιμασία σε επίπεδο πρόληψης.
Όπως αναφέρει, ο Κορινθιακός κόλπος αποτελέι μια περιοχή με υψηλή σεισμικότητα και μέγιστο αναμενόμενο μέγεθος σεισμού τα 7 Ρίχτερ.
«Είναι μια από τις πιο επικίνδυες περιοχές», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Αυτό το γεγονός ωστόσο δεν αποτελεί λόγο για πανικό, ενώ όπως προτείνει ο κ. Γκανάς θα πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη πρόληψη όσον αφορά την αντοχή των κτηρίων.
«Δεν μπορεί επιστημονικά και τεχνολογικά να υπάρξει πρόγνωση για μεγάλους σεισμούς. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να ενισχυθούν οι κατασκευές», τονίζει.
Αυτό που προτείνει συγκεκριμένα, είναι η περιοχή του Κορινθιακού να αναβαθμιστεί στον χάρτη σεισμικής επικινδυνότητας του ΟΑΣΠ και να ανεβεί στην κατηγορία 3.
Σεισμός τώρα: Έκτακτη προειδοποίηση Τσελέντη – «Σε αυτό το σχολείο θα ζήσουμε νέα Τέμπη»
Την ώρα που οι σεισμοί χτυπούν διαρκώς τη χώρα μας, ο Άκης Τσελέντης έκανε δημόσια έκκληση για σχολείο της Χίου.
Καμπανάκι κινδύνου μέσα από διαδικτυακή του ανάρτηση κρούει ο γνωστός σεισμολόγος Άκης Τσελέντης, τοποθετώντας στο επίκεντρο το 5ο Δημοτικό Σχολείο Χίου στο Βαρβάσι, κάνοντας λόγο για σχολείο «φέρετρο» ενώ εκφράζει φόβο για «νέα Τέμπη» σε περίπτωση σεισμού.
Ο ίδιος, εκτός των άλλων προτρέπει τον Δήμο Χίου να περικόψει κονδύλια από περιττές δαπάνες και να τα διαθέσει στην ενίσχυση των σχολικών μονάδων.
Αναλυτικά αναφέρει:
«Όλοι γνωρίζετε τον αγώνα που κάνω σε πανελλαδικό επίπεδο τα τελευταία 10 χρόνια για να αναδείξω σχολεία ερείπια σε σεισμογενείς περιοχές που φοιτούν τα παιδιά λαϊκών οικογενειών και όχι κολεγιόπαιδα.
Ένα τέτοιο σχολείο φέρετρο όπως αποκαλείται είναι το 5ο Δημοτικό σχολείο Βαρβασίου Χίου όπου λειτουργούν 8 τμήματα.
Φοβάμαι ότι σε περίπτωση σεισμού θα βιώσουμε νέα Τέμπη.
Αναμένω τον κ. Δήμαρχο να μου επιτεθεί όπως πολλοί άλλοι συνάδελφοί του ανά την Ελλάδα (όταν αναδεικνύω τέτοια θέματα), κατηγορώντας με ότι τους εκβιάζω για να μου δώσουν μελέτες! Μα η ειδικότητα μου δεν έχει να κάνει με ενισχύσεις κτιρίων. Γιατί τόσο καιρό δεν φρόντισε τα παιδιά των δημοτών του να είναι ασφαλή; Ας διαθέσει από το κονδύλι του Δήμου λιγότερα για ζαρντινιέρες και λουλούδια η και για τραγουδίστριες σε λαϊκά προεκλογικά πανηγύρια.
(**) Ελπίζω να μη το βάψουν με «αντισεισμική μπογιά» όπως έγινε με δεκάδες κόκκινα κτίρια μετά το σεισμό της Αθήνας που έγινα πορτοκαλί και μετά πράσινα …»
Σεισμός τώρα: Εφιαλτική πρόβλεψη – «Αργά ή γρήγορα θα κάνει 6άρια στην Ελλάδα»!
Σε μια πρόβλεψη που προκαλεί τρόμο προχώρησε ο σεισμολόγος, Γεράσιμος Παπαδόπουλος, κάνοντας λόγο για σεισμούς άνω των 6 Ρίχτερ στην Ελλάδα!
Σύμφωνα με τον Γεράσιμο Παπαδόπουλο, το ρήγμα της Ανατολίας μοιάζει ικανό να «τραντάξει» και τη χώρα μας εφόσον τα μεγέθη 5 με 6 Ρίχτερ «δεν είναι μέσα στη σφαίρα της φαντασίας».
«Αργά ή γρήγορα θα ξανακάνει 6άρια στην Ελλάδα», εκτιμά ο γνωστός σεισμολόγος.
Ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος έδωσε απαντήσεις στο ερώτημα γιατί οι σεισμολόγοι φοβούνται μετατόπιση των σεισμών στα νότια από το επίκεντρο του ρήγματος που προκάλεσε τον φονικό σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου στην Τουρκία.
«Οι επιστήμονες δεν είναι βέβαιοι αν το μπαράζ των σεισμών στην Ελλάδα οφείλεται στην Τουρκία», σημείωσε.
Απαντώντας στο εάν υπάρχει κίνδυνος μετατόπισης των σεισμών στα νότια, προς την Κύπρο ο κ. Παπαδόπουλος τόνισε ότι οι περιοχές που μπορεί, κατά κύριο λόγο, να επηρεαστούν από τον μεγάλο σεισμό, τον κύριο, ήταν οι κοντινότερες περιοχές της Τουρκίας και της Συρίας.
«Στην τελική απόληξη του ρήγματος στα σύνορα Τουρκίας Συρίας, αλλά και πολύ κοντά στην Κύπρο, έγινε ένας πολύ ισχυρός σεισμός με μέγεθος 6,4 Ρίχτερ, ο οποίος συμπλήρωσε την καταστροφή, στην περιοχή νότια της Αντιόχειας. Αυτό δεν είναι κάτι που βγαίνει από τα φυσιολογικά και αναμενόμενα όρια. Απεναντίας είναι μέσα στα αναμενόμενα» ανέφερε μιλώντας στην ΕΡΤ.
Πρόσθεσε μάλιστα ότι το ρήγμα το οποίο έχει ενεργοποιηθεί έχει πολύ μεγάλο μήκος και είναι πάρα πολύ λογικό να αναμένουμε μετασεισμική δραστηριότητα σε όλο το μήκος αυτού του ρήγματος.
Εκεί ακριβώς συναντώνται όμως και τα άλλα δύο ρήγματα με το ρήγμα της Ανατολικής Ανατολίας.
Το ένα είναι το Ρήγμα της Νεκράς Θάλασσας, το οποίο κατευθύνεται προς τον Νότο, μέσω Συρίας, Λιβάνου και Ισραήλ και κατεβαίνει μέχρι τον κόλπο της Άκαμπα.
«Η αλήθεια είναι ότι η περιοχή αυτή της Ανατολικής Μεσογείου, Τουρκίας – Συρίας, χαρακτηρίζεται από την παρουσία τριών πολύ μεγάλων ρηγμάτων. Και όταν λέμε πολύ μεγάλων, το καθένα από αυτά έχει μήκος εκατοντάδων χιλιομέτρων, όπως είναι το ρήγμα της Ανατολικής Ανατολίας, που ενεργοποιήθηκε πριν από λίγες εβδομάδες με τους δύο πολύ μεγάλους σεισμούς και όλους εκείνους οι οποίοι έχουν ακολουθήσει» δήλωσε ο γνωστός σεισμολόγος.
Αναλύοντας τη σεισμική ακολουθία σε έκταση 300 χλμ. στην τουρκική ύπαιθρο, ο κ. Παπαδόπουλος επισήμανε ότι οι μετασεισμοί έχουν φτάσει μέχρι αυτό το τριπλό σημείο σύνδεσης, εκεί που συναντώνται τα τρία αυτά μεγάλα ρήγματα, πολύ κοντά στην περιοχή της Αντιόχειας.
Από την άλλη μεριά, όπως είπε, έρχεται το βορειοανατολικό άκρο του κυπριακού σεισμικού τόξου, το οποίο αποτελεί ένα άλλο σημαντικό σύστημα ρηγμάτων.
«Η μέχρι τώρα πορεία δείχνει ότι τα μεγέθη 5, 5,5, και 6 (Ρίχτερ) δεν είναι μέσα στα στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. Είναι μέσα σε αναμενόμενα πλαίσια. Χρειάζεται πάρα πολύ προσοχή για δύο λόγους: πρώτον, διότι μπορεί η σεισμική δραστηριότητα να μεταναστεύσει σε περιοχές λίγο νοτιότερα ή λίγο προς τα νοτιοδυτικά, εκεί δηλαδή που δεν είχε εκδηλωθεί μέχρι τώρα», πρόσθεσε ο γνωστός σεισμολόγος.
«Εκείνο το οποίο είχε φανεί πριν από μερικές ημέρες είναι το γεγονός ότι είχαμε αρκετούς σεισμούς με σχετικώς μικρά έως μέτρια μεγέθη, 3,5 – 4 Ρίχτερ, αλλά αυτό κράτησε μερικές ημέρες […] Έχει πέσει ακόμα η σεισμική δραστηριότητα, αλλά αυτό συμβαίνει πολλές» εκτίμησε ο κ. Παπαδόπουλος.
Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του για την σεισμική ακολουθία στην Τουρκία δήλωσε ότι «η φύση έχει τους δικούς της νόμους. Αργά ή γρήγορα θα ξανακάνει τα 6άρια στην Ελλάδα. Να μην έχουμε καμία αυταπάτη επ’ αυτού» υποστήριξε τονίζοντας ότι θα πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση.
Σεισμός τώρα: Έκτακτη προειδοποίηση των σεισμολόγων – Αυτά τα ρήγματα στην Ελλάδα δίνουν πάνω από 7 Ρίχτερ
Ο ελλαδικός χώρος απασχολεί ολοένα και περισσότερο τους σεισμολόγους.
Ο φονικός σεισμός των 7,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ στην Τουρκία τρομοκράτησε όλο τον κόσμο. Οπως είναι πολύ λογικό, στο μυαλό όλων των Ελλήνων ήρθε το ερώτημα «μπορεί να γίνει ένας τόσο καταστροφικός σεισμός στην Ελλάδα;».
Η απάντηση είναι προφανής, σύμφωνα με τους ειδικούς, καθώς έχουν καταγραφεί μεγαλύτεροι των 7 R σεισμοί και στον ελλαδικό χώρο, όχι, όμως, και πολύ απλή.
Η χώρα μας έχει την ιδιαιτερότητα να καλύπτεται σε μεγάλο μέρος από θάλασσα, γεγονός που την κάνει ελαφρώς… τυχερή καθώς σε πολλές περιπτώσεις η σεισμική ενέργεια εκτονώνεται μακριά από σπίτια και ανθρώπους.
Επίσης, το μέγεθος ενός σεισμού δεν καθορίζει πάντα την καταστροφή που ακολουθεί – χαρακτηριστικότερο παράδειγμα όλων τα 5,9 R της Πάρνηθας το 1999.
Ολα αυτά αναλύθηκαν στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής από τέσσερις σεισμολόγους, τους Αθ. Γκανά, Ευθ. Λέκκα, Γερ. Παπαδόπουλο και Γερ. Χουλιάρα.
ΔΡ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΚΑΝΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ
«Υπάρχουν μεγάλα ρήγματα στην Ελλάδα με βεβαιωμένο δυναμικό για σεισμούς άνω του μεγέθους 7 R είτε διότι έχουν “σπάσει” κατά την περίοδο της ενόργανης σεισμολογίας (οπότε το μέγεθος έχει μετρηθεί) είτε διότι το χαρτογραφημένο μήκος τους δικαιολογεί σεισμούς Μ>7 βάσει των εμπειρικών σχέσεων που δεχόμαστε στη σεισμολογία» σημειώνει ο δρ Αθανάσιος Γκάνας, διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου. «Ρήγματα με μήκη μεγαλύτερα από 50 χιλιόμετρα έχουν το δυναμικό για σεισμό Μ7.
Ανάλογα με τον μηχανισμό του σεισμού υπάρχουν περιπτώσεις όπου ρήγματα με μήκη μεταξύ 40-50 χλμ. να μπορούν να δώσουν σεισμούς Μ7. Τα κυριότερα μεγάλα ρήγματα απεικονίζονται στον χάρτη ρηγμάτων του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών NOAFAULTs:
Ρήγμα Α, η επιφάνεια επαφής των δύο πλακών Αφρικανικής και Αιγαίου – Ευρασίας, η οποία σχηματίζει το γνωστό ελληνικό τόξο (Hellenic arc) και του οποίου το δυναμικό έχει εκτιμηθεί σε Μ8,3 κυρίως για το κομμάτι ανοικτά της Κρήτης μέχρι νότια από το ακρωτήριο Ταίναρο.
Τρία ρήγματα πάνω στην πλάκα του Αιγαίου (Β, Γ και Δ) τα οποία έχουν σχηματίσει τις τάφρους Στράβωνα (Β), Πλίνιου (Γ) και Πτολεμαίου (Δ) και των οποίων τα μήκη ξεπερνούν τα 200 χιλιόμετρα.
Το ρήγμα της Ρόδου (Ε).
Το ρήγμα της Κεφαλληνίας – Λευκάδας (Ζ).
Το ρήγμα του κεντρικού Αιγαίου – Αδραμυτίου (Η).
Το ρήγμα του Βορείου Αιγαίου (Θ).
Το ρήγμα του Β. Ιονίου (Ι).
Το ρήγμα της Αμοργού (Κ) το οποίο έδωσε και τον σεισμό Μ7,5 τον Ιούλιο του 1956.
Υπάρχουν αρκετά ρήγματα ειδικά στον υποθαλάσσιο χώρο ανοικτά της Πελοποννήσου και δυτικά της Κρήτης για τα οποία δεν έχουμε αρκετά δεδομένα για να εκτιμήσουμε το δυναμικό τους.
Επιπλέον, η επιφάνεια υποβύθισης της αφρικανικής πλάκας κάτω από το Αιγαίο έχει δώσει μεγάλους σεισμούς ενδιάμεσου βάθους, όπως στο Κρητικό Πέλαγος το 1856 (Μ7,7), το 1883 ανοικτά των Φιλιατρών (Μ7,3), στα Κύθηρα το 1903 (Μ7,2 ή και Μ7,6), στη Ρόδο το 1926 (Μ7,6) και άλλους.
Αυτοί οι σεισμοί γίνονται σε βάθη μεταξύ 60-100 χιλιομέτρων αλλά μπορούν να έχουν καταστρεπτικά αποτελέσματα λόγω του μεγάλου μεγέθους των, όπως επίσης γίνονται και αντιληπτοί σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο».
ΕΥΘΥΜΗΣ ΛΕΚΚΑΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΟΑΣΠ
Ως εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο χαρακτήρισε ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ Ευθύμης Λέκκας το ενδεχόμενο να γίνει σεισμός στην Ελλάδα πάνω από 7,5 Ρίχτερ.
Οπως σημείωσε στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής ο κ. Λέκκας, ο οποίος βρέθηκε από την πρώτη στιγμή στην Τουρκία μαζί με την ομάδα του, «το να έχουμε σεισμό πάνω από 7,5 R στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο, πόσω μάλλον να πάμε στα 8 R.
Μπορεί να είχαμε στο παρελθόν οχτάρη, αλλά ήταν βάθους, όχι επιφάνειας.
Αλλο να γίνεται στα 100 χλμ. και να είναι 8άρης και διαφορετικό στα 5 χλμ. και να είναι 6άρης, καθώς θα ήταν πολύ πιο καταστροφικός ο τελευταίος».
Σύμφωνα με τον σεισμολόγο, στην Ελλάδα ο μέγιστος σεισμός που μπορεί να γίνει σε ακραία περίπτωση είναι ο 7άρης και μάλιστα σεισμός επιφάνειας, γιατί δεν υπάρχουν μεγαλύτερες τεκτονικές δομές, οι οποίες να προκαλούν ένα μεγαλύτερο μέγεθος, αλλά και ο 7άρης ή ο 7,5άρης που έχει καταγραφεί γίνεται μία φορά στα 300 χρόνια. «Οι πιο συνήθεις σεισμοί στην Ελλάδα είναι μέχρι 7 R», επεσήμανε.
Ερωτηθείς για το τι συνέβη στην Τουρκία, εξήγησε πως οι μεγαλύτεροι σεισμοί που καταγράφονται στη γείτονα χώρα προέρχονται από μεγαλύτερες τεκτονικές δομές από αυτές της Ελλάδας.
Είναι δηλαδή μεγαλύτερα τα ρήγματα στην Τουρκία.
Τι γίνεται όμως με τις κτιριακές υποδομές της χώρας μας;
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΟΑΣΠ, οι αντισεισμικοί κώδικες στην Ελλάδα είναι πολύ καλοί και αυτό αποδεικνύεται στο ότι οι βλάβες είναι περιορισμένες σε σχέση με ομόλογους σεισμούς σε άλλες χώρες.
«Στην Τουρκία οι αντισεισμικοί κανονισμοί και οι διατάξεις είναι όχι τόσο καλά μελετημένοι, η ποιότητα κατασκευών πολλές φορές δεν ελέγχεται και οι αρχιτεκτονικές παραδοξολογίες που θέλουν να παρουσιάσουν στις οικοδομές είναι αυτές που φταίνε για τις καταρρεύσεις», τόνισε χαρακτηριστικά, ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι αν γινόταν μεγάλος σεισμός στην Ελλάδα, οι ζημιές θα ήταν μικρότερες, συγκρίνοντας τις κατασκευές της χώρας μας με αυτές της Τουρκίας.
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΔΡ ΣΕΙΣΜΟΛΟΓΙΑΣ
Εννέα σεισμούς από 7 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ και πάνω από το 1905 έως και σήμερα μετράει ο δρ Σεισμολογίας και μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου, Γεράσιμος Παπαδόπουλος.
«Με αφορμή την καταγεγραμμένη σεισμική… ιστορία γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι και η χώρα μας έχει τη δυναμική για έναν σεισμό τόσο μεγάλο όσο ήταν αυτός της Τουρκίας», αναφέρει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής.
Μεγάλο ποσοστό των σεισμών άνω των 7 R που έχουν σημειωθεί στον ελλαδικό χώρο δεν είχαν ως αποτέλεσμα να πεθάνουν άνθρωποι. Ενδεικτικά, τρεις διαδοχικοί σεισμοί, το 1981, το 1982 και το 1983, ήταν υποθαλάσσιοι, με αποτέλεσμα να μην καταγράψουν θύματα.
Η Ελλάδα έχει την ιδιαιτερότητα, όπως εξηγεί ο κ. Παπαδόπουλος, να καλύπτεται σε μεγάλο μέρος της από θάλασσα. «Συνεπώς είναι λογικό να έχουμε περισσότερους σεισμούς στη θάλασσα».
Αλλωστε, ορισμένα από τα μεγάλα και επικίνδυνα ρήγματα της χώρας μας είναι στη θάλασσα. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να γίνουν και σεισμοί που να φέρουν μεγάλες καταστροφές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο σεισμός της Κεφαλλονιάς το 1953.
Στις 12 Αυγούστου, σεισμική δόνηση 7,2 R οδήγησε στην… κατάρρευση τριών νησιών (Κεφαλλονιά, Ζάκυνθος, Ιθάκη). Ο τραγικός απολογισμός ήταν 480 νεκροί. «Εάν σκεφτείτε ότι ο πληθυσμός της Κεφαλλονιάς τότε ήταν 6.000-7.000 άτομα, πρόκειται για εθνική τραγωδία», επισημαίνει.
Με βάση τα παραπάνω, η απάντηση στο ερώτημα εάν η χώρα μας διαθέτει ρήγματα που μπορούν να δώσουν μεγάλους σεισμούς, είναι καταφατική.
Ενα ιδιαιτέρως επικίνδυνο, σύμφωνα με τον κ. Παπαδόπουλο, είναι το ρήγμα της Αταλάντης. Υπενθυμίζει δε δύο μεγάλους σεισμούς, το 1894, με μεγέθη 6,4 και 6,7 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ.
Δυτικά αλλά και ανατολικά της Κρήτης υπάρχει μεγάλο ρήγμα, όπως επίσης και στην περιοχή της Ρόδου.
Η περιοχή ανάμεσα σε Κεφαλλονιά και Ζάκυνθο διαπερνάται από σημαντικό ρήγμα, ενώ αντίστοιχο υπάρχει και στο Βόρειο Αιγαίο, κατά μήκος της υποθαλάσσιας τάφρου.
«Επικίνδυνη» είναι και η υποθαλάσσια τάφρος μεταξύ Αμοργού και Σαντορίνης. Εκεί έγινε το 1956 μεγάλος σεισμός, με μέγεθος 7,4 R, το οποίο πρόσφατα επαναπροσδιορίστηκε σε 7,7. Ο σεισμός στοίχισε τη ζωή σε 55 ανθρώπους και προκάλεσε τσουνάμι ύψους 15 μέτρων.
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ
Πολύ λίγες είναι οι επιστημονικές πιθανότητες να επηρεαστεί η χώρα μας από τον σεισμό της Τουρκίας. Παρ’ όλα αυτά και η Ελλάδα έχει την… ικανότητα για έναν αντίστοιχα ισχυρό σεισμό, σύμφωνα με τον διευθυντή Ερευνών στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Αστεροσκοπείου Αθηνών, Γεράσιμο Χουλιάρα.
Ο ίδιος θυμίζει τον πιο πρόσφατο, αυτόν στην Αμοργό, το 1956, ενώ ανατρέχοντας πολύ πίσω, σημειώνει ότι το 365 μ.Χ. είχε καταγραφεί σεισμός 8,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ στην Κρήτη.
Μάλιστα, ο σεισμός αυτός θεωρείται ο ισχυρότερος που έχει συμβεί ποτέ στη λεκάνη της Μεσογείου.
«Η δυναμική για μεγάλους σεισμούς υπάρχει και στην Ελλάδα. Απλά σε μεγάλο ποσοστό οι σεισμοί της Ελλάδας είναι υποθαλάσσιοι. Ετσι είναι η σεισμοτεκτονική της χώρας.
Είμαστε κάπως θα λέγαμε τυχεροί σε αυτό», αναφέρει ο κ. Χουλιάρας στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής.
Το ελληνικό τόξο, εκεί όπου ενώνεται η αφρικανική με την ευρασιατική πλάκα είναι η μεγάλη διάρρηξη της χώρας μας. Ξεκινά από την Κεφαλλονιά, διασχίζει το Νότιο Αιγαίο, περνά νότια της Κρήτης και φτάνει έως και τη Ρόδο. Είναι μια γεωφυσική ζώνη με δυνατότητα για πολύ μεγάλους σεισμούς.
Για το μέγεθος και την ένταση ενός σεισμού, βέβαια, πάντα παίζει ρόλο το μέγεθος ενός ρήγματος. Για παράδειγμα, το ρήγμα της Ανατολικής Ανατολίας που προκάλεσε τη σεισμική δόνηση της 6ης Φεβρουαρίου στην Τουρκία έχει μήκος 600 χλμ.
Επίσης, ο κ. Χουλιάρας τονίζει ότι τα κτίρια είναι αυτά που σώζουν και αυτά που σκοτώνουν κόσμο.
«Βλέπουμε ζημιές ακόμη και από καιρικά φαινόμενα στα κτίρια. Η τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να δίνει βάση, να γίνονται εργασίες», σημειώνει.
Στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, σεισμοί πάνω από 7 R έχουν καταγραφεί και στη χώρα μας. Κάθε πότε επαναλαμβάνονται; Απαντώντας στην ερώτηση αυτή, ο κ. Χουλιάρας, αναφέρει ότι η επαναληψιμότητα σε μια εστία μπορεί να κυμαίνεται από 20ετία έως και εκατοντάδες χρόνια.
«Οταν υπάρχουν μεγάλα μεγέθη, χρειάζονται και χρόνο να συγκεντρώσουν την ενέργεια και να την εκλύσουν μέσω του σεισμού. Οσο πιο μεγάλος ένας σεισμός τόσο πιο πολλά χρόνια απαιτούνται να συγκεντρωθεί η ενέργεια», εξηγεί.
Σεισμός τώρα: Εφιαλτική πρόβλεψη Παπαδόπουλου – «Σεισμός 7 Ρίχτερ και τσουνάμι στο Αιγαίο»
Σε μια δήλωση που θα συζητηθεί προχώρησε ο σεισμολόγος, Γεράσιμος Παπαδόπουλος, αναφορικά με την σεισμική δραστηριότητα στη χώρα μας.
Μιλώντας στην εκπομπή «Καλύτερα Αργά», εξήγησε τις διαφορές στην ενέργεια που προκύπτουν από σεισμούς της τάξης των 5 ή 6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
Είπε ακόμη πως άλλοτε συμβαίνουν σε χερσαίο χώρο, πολλές φορές όμως γίνονται σε υποθαλάσσιο περιβάλλον.
«Ποιος θυμάται 24 Μαϊου 2014 σεισμό 6,9 στο Βόρειο Αιγαίο; Κανείς. Εμείς μόνο» τόνισε, ενώ ερωτώμενος αναφορικά με το ενδεχόμενο για τσουνάμι είπε πως υπάρχει το ενδεχόμενο, να γίνει πιθανότερα στο Αιγαίο και γύρω από την Κρήτη και με λιγότερες πιθανότητες στο Ιόνιο.
«Ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να ρωτάμε, πόσο συχνά», είπε.
Απάντησε επίσης πως όσα αναφέρει ο ιστορικός του Βυζαντίου, Προκόπιος, για καταγεγραμμένο τσουνάμι στην χώρα μας είναι fake news λέγοντας χαρακτηριστικά «τα φούσκωνε».
Σε άλλο σημείο εξήγησε την εκτίμησή του για σεισμό περί τους 6 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ.
Την διετία 2020-2021 είχαμε 6 μεγάλους σεισμούς έξι με εξίμισι βαθμούς σύμφωνα με όσα είπε ο κ. Παπαδόπουλος.
Επίσης δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο και για μεγαλύτερο σεισμό περί τους 7 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ.
Σεισμός τώρα: Αυτές είναι οι 4 περιοχές που φοβούνται οι σεισμολόγοι – Ανησυχία για πολλά Ρίχτερ
Ούτε οι σεισμολόγοι μπορούν να καταλάβουν τι συμβαίνει πλέον στον ελλαδικό χώρο μετά τους συνεχόμενους σεισμούς, με τέσσερις περιοχές να προκαλούν προβληματισμό.
Σε επιφυλακή βρίσκεται η Μόνιμη Ειδική Επιστημονική Επιτροπή Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου και Μείωσης της Σεισμικής Διακινδύνευσης του ΟΑΣΠ για την αξιολόγηση της σεισμικής δραστηριότητας σε όλη τη χώρα.
Στο μικροσκόπιο της Επιτροπής έχουν τεθεί τέσσερις περιοχές και συγκεκριμένα η Λέσβος, η Κρήτη, η Εύβοια και η Θήβα, όπου το τελευταίο διάστημα έχουν σημειωθεί σεισμικές δονήσεις με κυριότερες αυτές στη Λέσβο την τελευταία εβδομάδα.
Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ και πρόεδρος της Επιτροπής, καθηγητής Ευθύμης Λέκκας, το φαινόμενο σε Εύβοια και Θήβα είναι σε αποδρομή, ωστόσο στη Λέσβο το πλαίσιο είναι πιο πολύπλοκο τόσο σε τεκτονικό όσο και σε σεισμικό επίπεδο.
«Στη Λέσβο υπάρχει μετασεισμική ακολουθία που είναι εντοπισμένη σε συγκεκριμένη περιοχή. Δεν διαφαίνεται πάντως σε καμία περίπτωση η σεισμική δραστηριότητα να μεταφέρεται σε άλλα ρήγματα, παρακείμενα τα οποία έχουν δράσει στο παρελθόν και συνδέονται με μεγάλους σεισμούς», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Λέκκας.
Σύμφωνα και με το ομόφωνο πόρισμα της Επιτροπής που συνεκλήθη, την Πέμπτη, 12 Ιανουαρίου έπειτα από συνεννόηση του υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Χρήστου Στυλιανίδη με τον πρόεδρο του ΟΑΣΠ και πρόεδρο της Επιτροπής, καθηγητή Δυναμικής Τεκτονικής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας & Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, Ευθύμη Λέκκα, η σεισμική δραστηριότητα στην Κρήτη δεν ανησυχεί τα μέλη της Επιτροπής καθώς η σεισμική διακινδύνευση στην Ανατολική Κρήτη σύμφωνα με τα έως τώρα δεδομένα είναι εξαιρετικά μικρή.
Όσον αφορά την Εύβοια και τη Θήβα, όπως τονίζει ο κ. Λέκκας, το φαινόμενο είναι σε αποδρομή και δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας, ωστόσο καταγράφονται συνεχώς και αξιολογούνται τα νεότερα δεδομένα.
Επιπλέον, όπως επισημαίνει ο κ. Λέκκας η σεισμική δραστηριότητα που παρατηρείται σε διάσπαρτες περιοχές στον ελλαδικό χώρο τις τελευταίες ημέρες αποτελούν απλώς χρονική σύμπτωση. Αυτή είναι μοναδική σχέση που έχουν μεταξύ τους.
Διττός είναι ο ρόλος της νεοσύστατης Επιστημονικής Επιτροπής Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου και Μείωσης της Σεισμικής Διακινδύνευσης του ΟΑΣΠ καθώς πέρα από την εκτίμηση του σεισμικού κινδύνου και της εξέλιξης της σεισμικής δραστηριότητας καλείται να μελετά και την σεισμική διακινδύνευση ανάλογα με την περιοχή όπου εκδηλώνεται το φαινόμενο, αναλύοντας ουσιαστικά τις επιπτώσεις που θα φέρει μία σεισμική δόνηση σε κάθε περιοχή (πχ στις υποδομές).
Η επιτροπή αποτελείται από έξι άτομα, που εκπροσωπούν επιστημονικά και ερευνητικά ιδρύματα, ενώ κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων παρευρίσκονται ως παρατηρητές και εκπρόσωποι των υπουργείων Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, του υπουργείου Εσωτερικών καθώς και του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, οι οποίοι ωστόσο δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.
Συγκεκριμένα συμμετέχουν επιστήμονες και ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών καθώς και την Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ.
Πρόκειται για άτομα που έχουν επιλεγεί κατόπιν εισήγησης των φορέων τους, ενώ πρόεδρος της Επιτροπής είναι ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ, καθηγητής Ευθύμης Λέκκας, λειτουργώντας και ως εποπτευόμενος φορέας του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.
Ο εκπρόσωπος κάθε φορέα δεν καταθέτει τις προσωπικές του απόψεις αλλά τις απόψεις του ιδρύματός του.
Σκοπός είναι η επιτροπή να συνεδριάζει άμεσα, όταν χρειάζεται, συμβάλλοντας ταυτόχρονα, μέσω των πορισμάτων που καταλήγει, στην επιχειρησιακή προετοιμασία και ετοιμότητα των δυνάμεων της Πολιτικής Προστασίας και της Πυροσβεστικής.
Έπειτα από κάθε συνεδρίαση η Επιτροπή διαβιβάζει τα πορίσματα της στο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, ενημερώνοντας για τις κινήσεις και τις δράσεις που πρέπει να γίνουν, εφόσον κριθεί αναγκαίο.
Συνεπώς το πόρισμα της επιτροπής καθορίζει και το επίπεδο της προετοιμασίας και της ετοιμότητας των δυνάμεων της Πολιτικής Προστασίας.
Από την πλευρά της η Πολιτική Προστασία, παρακολουθώντας τη σεισμική δραστηριότητα που σημειώνεται στον ελλαδικό χώρο το τελευταίο διάστημα προχωρά στην συνεχή επικαιροποίηση του Γενικού Σχεδίου Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών και Διαχείρισης Συνεπειών Σεισμού «ΕΓΚΕΛΑΔΟΣ» , η εφαρμογή του οποίου βρίσκεται στην ευθύνη της τοπικής αυτοδιοίκησης αποσκοπώντας στην καλύτερη προετοιμασία των δήμων και των περιφερειών.
Σημειώνεται ότι η Επιτροπή έχει συνεδριάσει ήδη 3 φορές και παραμένει σε επιφυλακή ύστερα από αίτημα του υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Χρ. Στυλιανίδη προκειμένου να παρακολουθεί συνεχώς τις εξελίξεις και να συγκληθεί και πάλι αν χρειαστεί.
Σεισμός τώρα: «Δεν έχουμε μια συνηθισμένη κατάσταση»
Αυτό που μεγαλώνει την αβεβαιότητα είναι η διέγερση τμημάτων κοντά σε κατοικημένες περιοχές, με τους σεισμολόγους να ζητούν από τους πολίτες να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και σε εγρήγορση.
Στο επίκεντρο των ειδικών βρίσκεται η έξαρση των τελευταίων ημερών στο νησί της Λέσβου, με τον καθηγητή Σεισμολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γεράσιμο Παπαδόπουλο να επισημαίνει πως η μετασεισμική ακολουθία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ομαλά.
Δεν έχει τα χαρακτηριστικά ομαλής μετασεισμικής ακολουθίας, καθώς υπάρχει μεγάλη διασπορά στα επίκεντρο, και αυτό γιατί δεν υπάρχει καλή κάλυψη στην περιοχή» σημειώνει χαρακτηριστικά. Ιανουαρίου, ακολούθησε δόνηση ριστικά μιλώντας στα «ΝΕΑ», προ 4,8 ρίχτερ.
Στο πλαίσιο αυτό, ο καθηγητής Σεισμολογίας πρότεινε όπως λέει, την αποστολή φορητών σεισμογράφων, προκειμένου να ενισχυθεί η καταγραφή του φαινομένου αλλά και να παρέχεται ολοκληρωμένη ενημέρωση προς τους κατοίκους.
«Ηδη, νομίζω, αποφασίστηκε να πάνε στο νησί φορητοί σεισμογράφοι και από σήμερα ελπίζω να λειτουργήσουν».
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της σεισμικής ακολουθίας στο νησί του Βόρειου Αιγαίου είναι και το γεγονός πως δεν μπορεί να απαντηθεί με σιγουριά το ερώτημα ποια δόνηση ήταν η κύρια δόνηση.
Παραμένει η επιφυλακτικότητα για το εάν το 4,9 ήταν ο κύριος ή όχι.
«Νομίζω ότι έχει μέλλον η συγκεκριμένη ακολουθία και χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή από όλες τις απόψεις, τονίζει ο ίδιος, επισημαίνοντας την ανάγκη για πιο τεκμηριωμένα στοιχεία».
Επιπλέον, ο Γεράσιμος Παπα δόπουλος εκτιμά ότι πιθανότατα οι νέοι σεισμοί δεν προέρχονται από το ρήγμα που έδωσε τον πολύ μεγάλο σεισμό του 1867. Είναι ένα άλλο ρήγμα λίγο δυτικότερα με μικρότερες διαστάσεις.
Ωστόσο, επειδή δεν υπάρχει καλή γεωγραφική απεικόνιση για τις δονήσεις που καταγράφονται.
Από την πλευρά του, και ο συνάδελφός του επίσης από το ΑΠΕ – Βασίλης Καρακώστας υπογραμμίζει πως παρατηρείται μια έντονη έξαρση της τελευταίες ημέρες.
Αναφερόμενος, δε, ειδικά στη Λέσβο, συμβουλεύει να είμαστε υπομονετικοί και να περιμένουμε την εξέλιξη του φαινομένου τις επόμενες ημέρες.
Ωστόσο, όπως λέει χαρακτηριστικά, «όταν η ακολουθία περιορίζεται σε μικρό χώρο, συνήθως δεν συμβαίν νει κάτι».
Ειδικότερα, ο καθηγητής Σεισμολογίας περιγράφει το φαινόμενο που τις τελευταίες ημέρες έχει αναστατώσει τους κατοίκους του ακριτικού νησιού.
Ανησυχητική χαρακτηρίζει την κατάσταση ο Παπαζάχος, καθηγητής Σεισμολογίας και Γεωφυσικής του ΑΠθ επισημαίνοντας βέβαια ότι το φαινόμενο στη Λέσβο είναι σε πλήρη εξέλιξη οπότε θα πρέπει να περιμένουμε περισσότερα στοιχεία.
Χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή καθώς υπάρχει δραστηριότητα μια περιοχή με έντονο ιστορικά. Από την άλλη, τονίζει ότι ρήγμα στο οποίο καταγράφηκαν οι σεισμοί δεν είναι το ίδιο με τους μεγάλους σεισμούς στο παρελθόν αλλά ένα άλλο 15 χιλιόμετρα δυτικά.
Σεισμός τώρα: «Βόμβα» Παπαδόπουλου – «Σεισμός άνω των 6 Ρίχτερ το 2023 στην Ελλάδα»
Οι συνεχόμενοι σεισμοί σε όλη την Ελλάδα έχουν φέρει υπερδιέγερση και οι φόβοι για πολλά Ρίχτερ μέσα στο 2023 ολοένα και αυξάνονται.
Ο γνωστός σεισμολόγος Γεράσιμος Παπαδόπουλος εξέφρασε την άποψη ότι υπάρχουν αυξημένες οι πιθανότητες για σεισμό πάνω από 6 Ρίχτερ το 2023.
Σε ερώτηση για τους πρόσφατους σεισμούς που καταγράφηκαν σε Εύβοια, Κρήτη, Λέσβο και Μεθώνη, ο καθηγητής σεισμολογίας Γεράσιμος Παπαδόπουλος απάντησε χαρακτηριστικά: «ο σεισμός δεν κάνει συμβόλαια, αλλού φοβάμαι ότι θα «μπουμπουνίσει”».
Σε ερώτηση δημοσιογράφου εάν εννοεί τις Αλκυονίδες, είπε ότι κανείς δεν ξέρει και ότι δεν θα έπρεπε να φοβόμαστε μόνο αυτό το ρήγμα.
«Είμαστε πιο κοντά στο σενάριο τα 4,9 Ρίχτερ στη Λέσβο να ήταν ο κύριος σεισμός» επισήμανε ο καθηγητής σεισμολογίας, ερευνητής, σεισμολόγος και επιστημονικός συνεργάτης της «Ουνέσκο».
Ωστόσο θεωρεί «ως στοιχείο επιπλέον επικινδυνότητας το ότι η μετασεισμική ακολουθία στη Λέσβο εξελίσσεται σε χερσαίο περιβάλλον» όπως και το βεβαρημένο ιστορικό σε σεισμούς της περιοχής.
«Έχω αρχίσει επιστημονικά να αισθάνομαι ότι πάμε αρκετά καλά. Δεν είμαστε ακόμα στο σημείο που θα πούμε ναι, εντάξει, έληξε το φαινόμενο.
Όμως είμαστε κάπως πιο κοντά σε αυτό το σενάριο από ότι ήμασταν χθες» ανέφερε μιλώντας στην ΕΡΤ.
Συνέστησε στους κατοίκους «υπομονή και ψυχραιμία» αν και παραδέχτηκε πως είναι δύσκολο με τους συνεχείς μετασεισμούς.
Επίσης συνέστησε σε αυτούς «τους λίγους, που έχουν κάποιες μικρές βλάβες στο χώρο κατοικίας ή στο χώρο εργασίας, να πάρουν τη γνωμάτευση, τη συμβουλή ενός μηχανικού είτε από το Δήμο ή αν κάποιος βιάζεται ακόμα και από ιδιώτη μηχανικό».
«Ειδικά στα Ψαχνά, η μετασεισμική ακολουθία το λέω ευθέως, είναι μετασεισμική, προχωράει ομαλά και φυσιολογικά στις άλλες δύο εστίες, γιατί έχουμε τρεις εστίες εκεί ενεργοποιημένες παράλληλα, στο Λιμνιώνα – Βλαχιά που είναι στο βορειοανατολικό άκρο περίπου και το άλλο που είναι στο νότιο τμήμα, εξακολουθούμε να τις παρακολουθούμε με ιδιαίτερη προσοχή ξεχωριστά» ανέφερε.
Τα τρία αυτά σημεία είναι ξεχωριστά «παρόλο που μπορεί να υποκρύπτεται ένας μηχανισμός που διήγειρε την μία μετά την άλλη, αλλά αυτό είναι μια επιστημονική υπόθεση», όπως υπογράμμισε.
«Άρα και εκεί χρειάζεται προσοχή. Ο Εγκέλαδος κρύβει πολλά μυστικά, πολύπλοκα φαινόμενα» επισήμανε.
Για το κατά πόσο οι σημερινές δονήσεις στη Λέσβο συνδέονται με το ρήγμα της Αγίας Παρασκευής σημείωσε
« Φαίνεται να είναι λίγο δυτικότερα η ανάπτυξη, το επίκεντρο της τελευταίας σεισμικής δράσης. Λόγω όμως των σφαλμάτων που υπάρχουν στον εντοπισμό των επικέντρων, δεν είμαστε απολύτως βέβαιοι».
Όμως, όπως υπογράμμισε «ακόμα κι αν είναι το ρήγμα το συγκεκριμένο που προκάλεσε τον πολύ μεγάλο σεισμό του 1867, τον οποίο γνωρίζω πολύ καλά, έχω γράψει ειδικό βιβλίο για τους σεισμούς της Λέσβου και της Χίου και αν ακόμα είναι, δεν σημαίνει ότι κατ’ ανάγκην θα πρέπει να επαναληφθεί τώρα ο μεγάλος εκείνος σεισμός του 1867.
Ενεργό ρήγμα είναι και πολλές φορές θα μας δώσει και μικρούς σεισμούς».
Όπως ενημέρωσε «ένας σεισμός μεγέθους 6R για να εκτονωθεί θέλει περίπου χίλιους τεσσάρηδες μετασεισμούς. Δεν τους έχουμε τους χίλιους τεσσάρηδες».
Από την άλλη για τη Λέσβο επισήμανε πως «δεν σημαίνει ότι το να έχουμε αυτούς τους 4,9 Ρίχτερ ή 4,7 το ρήγμα είναι ήδη ώριμο για να μας δώσει τον 6,5 Ρίχτερ».
«Από όσα έχουμε συζητήσει με τους σεισμομηχανικούς συναδέλφους προκύπτει ότι η καταπόνηση των κτηρίων, π.χ της Αθήνας είναι πραγματική μόνο όταν είναι μεγάλες οι δονήσεις.
Προέρχονται δηλαδή από μεγάλους σεισμούς, 6R και παραπάνω. Αυτές οι μικρές δονήσεις που αισθανθήκαμε εδώ και στην Αττική από την Εύβοια, για παράδειγμα, το πρόσφατο διάστημα δεν προκαλούν ιδιαίτερη καταπόνηση.
Εξάλλου, οι κατασκευές σήμερα, αλλά και αρκετά χρόνια τώρα, από τότε τουλάχιστον που έχουμε αντισεισμικούς κανονισμούς στη χώρα, δηλαδή από το 1959 και ύστερα, οι κατασκευές κατασκευάζονται από τους συναδέλφους μηχανικούς, λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά τα δεδομένα.
Οπότε είναι πολύ πιο ανθεκτικές από ότι νομίζουμε», πρόσθεσε ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος.
« Στην Ελλάδα κατά μέσον όρο κάθε χρόνο έχουμε ένα σεισμό μεγέθους 6 R ή και μεγαλύτερο κατά μέσον όρο. Το 2022 πέρασε χωρίς ούτε έναν σεισμό πάνω από πεντέμισι, όχι έξι και πάνω.
Άρα οι πιθανότητες να έχουμε ισχυρό σεισμό στην Ελλάδα μεγέθους 6 και λίγο μεγαλύτερο μέσα στο 2023 είναι αυξημένες».
Όμως όπως καθησύχασε «Πάρα πολλοί σεισμοί γίνονται στη θάλασσα και περνάνε “Αβρόχοις ποσί”, χωρίς να γίνει κάτι με αρνητικές επιπτώσεις».
«Θα πρέπει λοιπόν όλα να τα ζυγίζουμε και να δούμε ότι η σεισμική δραστηριότητα στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλή, αλλά ταυτόχρονα μετριασμένη, γιατί πολλοί σεισμοί ισχυροί γίνονται σε υποθαλάσσιο περιβάλλον.
Ακόμα και άλλοι γίνονται στο χερσαίο χώρο, αλλά μακριά από κατοικημένα κέντρα» σημείωσε
«Όλα αυτά λοιπόν μας δίνουν μια εικόνα επιπτώσεων που απέχει από την γεωφυσική εικόνα των σεισμών.
Η γεωφυσική εικόνα είναι ναι, πολλοί σεισμοί με μεγάλα μεγέθη.
Οι επιπτώσεις είναι όμως πολύ μικρότερες από αυτό που θα ανέμενε κάποιος εάν όλοι οι σεισμοί γινόντουσαν κοντά σε αστικά κέντρα που δεν είναι η περίπτωσή μας» υπογράμμισε.
Και συνέστησε «ετοιμότητα, ενημέρωση, επιμόρφωση, ασκήσεις στα σχολεία, σχέδια έκτακτης ανάγκης από τις κεντρικές αρχές πολιτικής προστασίας.
Πρέπει οι θεσμοί αυτοί να καλυτερεύουν συνεχώς τον ίδιο τους τον εαυτό προσφέροντας στην κοινωνία».