Canadair: Η Ελλάδα θρηνεί τους δυο πιλότους του Canadair που έπεσε στην Εύβοια. Για πόσα χρήματα, ωστόσο, ρισκάρουν τις ζωές τους;
«Απ’ όλη την τάξη, κάποιοι θα λείψουν στο τέλος», είπε κάποτε ένας καθηγητής στο τμήμα που φοιτούσε ο κ. Παντελής Φραγκούλης, πρώην πιλότος πλέον και εμπειρογνώμονας αεροπορικών ατυχημάτων, όπως ανέφερε μιλώντας στην ΕΡΤ, για την τραγική πτώση του μοιραίου καναντέρ που κόστισε τη ζωή των δύο νεαρών πιλότων.
Εξηγώντας πως μπορεί να συνέβη το δυστύχημα με το καναντέρ ο κ. Φραγκούλης είπε: «Μόλις απελευθερωθεί το νερό, το αεροπλάνο μόνο του παίρνει μια ανοδική πορεία. Εδώ δεν πρόλαβε να την πάρει. Πέταγε πάρα πολύ χαμηλά.
Εδώ το αεροπλάνο ήθελε να στοχεύσει ακριβώς στον πυρήνα της φωτιάς. Αυτό και το πέτυχε. Ήταν η τελευταία του πτήση και ήθελε να σβήσει τη φωτιά επιτόπου, να μην ξαναέρθει πλέον για να ανεφοδιαστεί.
Πέταξε πάρα πολύ χαμηλά με αποτέλεσμα ο πλωτήρας να βρει στο δέντρο. Όταν ο πλωτήρας χτύπησε πιθανόν σε κορμό του δέντρου. Αυτό μπορεί να έχει και συνέπεια.
Και πιθανόν δεν υπακούει στα πτερύγια αυτά που είναι μάλιστα άκρη – άκρη. Ο χειριστής από μόνος του βλέποντας ότι έχει κλίση το αεροπλάνο θα θελήσει να το φέρει στην ευθεία πτήση. Δεν μπορεί δεν δέχεται το αεροπλάνο.
Πιθανόν η αποκόλληση του πλωτήρα από το άκρο πτερύγιο, επηρέασε και τα πτερύγια που είναι ακριβώς δίπλα και δεν μπόρεσε να κάνει καμία άλλη κίνηση ο πιλότος».
Όσο για αυτούς που αναρωτήθηκαν γιατί οι πιλότοι δεν έκαναν εκτίναξη, ο κ. Φραγκούλης δήλωσε πως το συγκεκριμένο καναντέρ «δεν είναι πολεμικό αεροπλάνο, το οποίο έχει μεγάλες ταχύτητες και μπορεί να εκτιναχθεί. Δεν υπάρχει χρόνος και χώρος για να εκτιναχθεί ο πιλότος μέσα από το αεροπλάνο».
Μίλησε για την αυταπάρνηση αυτών των ηρώων – χειριστών, αυτών των αξιωματικών, που βλέπουν να καίγεται ένα κομμάτι της Ελλάδος και κάνουν τα πάντα για να βοηθήσουν.
«Βλέπουν να καίγεται ένα κομμάτι της Ελλάδας. Το έχουν πάρει πάνω τους. Είναι οι αξιωματικοί οι οποίοι παίρνουν 1.100 ευρώ το μήνα», ανέφερε συγκινώντας ο κ. Φραγκούλης.
Ο εμπειρογνώμονας μοιράστηκε και μια προσωπική ιστορία, από την περίοδο που ο ίδιος βρισκόταν ακόμα στη σχολή σαν μαθητής.
Τότε, ένας καθηγητής είχε πει πως με το συγκεκριμένο επάγγελμα, «απ’ όλη την τάξη, κάποιοι θα λείψουν στο τέλος».
Μια τόσο τραγική αλλά παράλληλα αληθινή παραδοχή.
Ο κ. Φραγκούλης τόνισε πως τα αεροπλάνα όταν πετάνε είναι ασφαλή, δεν έχουν απολύτως καμία βλάβη, είναι ελεγμένα, η συντήρηση τους είναι άψογη, όπως και οι μηχανικοί της Πολεμικής Αεροπορίας.
Συγκεκριμένα, εξήγησε πως το αεροπλάνο, από τη στιγμή πάει στην πίστα και παραδοθεί στους μηχανικούς, γίνονται όλοι οι απαραίτητοι έλεγχοι ώστε να βγει πάλι αξιόπλοο για την επόμενη πτήση.
«Δυστυχώς οι πιλότοι της Πολεμικής Αεροπορίας έχουν τον πόλεμο στον αέρα με τα αεροσκάφη τα οποία αναχαιτίζουν τον εθνικό εναέριο χώρο μας. Εδώ έχουμε τον πόλεμο με τη φωτιά», είπε.
«Πρόληψη και αντιμετώπιση», είναι η λύση για να σταματήσουν αυτά τα δυστυχήματα, σύμφωνα με τον κ. Φραγκούλη ενώ ανέφερε πως τα αεροπλάνα δεν σβήνουν τις φωτιές, απλώς επιβραδύνουν την επέκτασή τους.
Εξήγησε πως:
«Το ανάγλυφο του εδάφους και κυρίως το ανάγλυφο της Εύβοιας είναι πάρα πολύ επικίνδυνο. Πρέπει να το ξέρεις, πρέπει να το έχεις πετάξει. Πρέπει να ξέρεις, όταν κατέβεις χαμηλά, τι θα αντιμετωπίσεις απέναντι σου και πώς θα βγάλεις το αεροπλάνο μέσα από τη χαράδρα. Μόνο οι χειριστές μπορούν να το καταλάβουν αυτό το πράγμα. Βλέπω ένα αεροπλάνο και πετάει και λέει “πολύ ωραία, δεν έσβησε καλά τη φωτιά”. Δεν είναι αυτό. Όταν πετάει το αεροπλάνο από πάνω και λέει πέρασε και δεν έριξε νερό, δεν είναι αυτό. Πέρασε και είδε το χώρο για το πως θα ρίξει το νερό».
Ισχυρίστηκε πως αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι, κάποια στιγμή, η τοπική αυτοδιοίκηση να αναλάβει ευθύνες.
«Πρέπει να έχουμε πιο πολλές δυνάμεις. Πρέπει η τοπική αυτοδιοίκηση πρώτου τύπου να στοχεύει πιο γρήγορα εκεί που είναι μια φωτιά και να παίρνει και τα κατάλληλα μέσα και τους κατάλληλους ανθρώπους, αλλά και τους εθελοντές».
Canadair: Τελικά πόσα πυροσβεστικά έχουμε και γιατί δεν αγοράζουμε καινούργια
Οι πολύπειροι και ικανότατοι πιλότοι των πυροσβεστικών αεροπλάνων που επιχειρούν στη χώρα μας κάθε καλοκαίρι, απέδειξαν για μια ακόμη φορά με τον πιο δραματικό τρόπο ότι παλεύουν με αυταπάρνηση απέναντι στα πύρινα μέτωπα. Ρίχνονται στις φλόγες ακόμη και εάν τα πτητικά μέσα δεν βοηθάνε σε κάτι τέτοιο.
Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι τα αεροπλάνα τύπου Canadair, σαν αυτό που έπεσε σήμερα στην Κάρυστο, μετρούν έως και σχεδόν… μισό αιώνα ζωής.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας αυτή τη στιγμή διαθέτουμε συνολικά για την κατάσβεση των πυρκαγιών 89 εναέρια μέσα (40 από τον εθνικό στόλο και 49 μισθωμένα), έναντι 83 το 2022 και 61 το 2019. Προσοχή όμως, δεν είναι όλα κατασβεστικά.
Δεν παίρνουν δηλαδή όλα νερό από τη θάλασσα ή τη λίμνη και το ρίχνουν στη φωτιά. Από τα 40 σκάφη του εθνικού στόλου, τα 32 κάνουν αμιγώς αυτή τη δουλειά και τα υπόλοιπα 8 είναι ελικόπτερα που κρίνονται απαραίτητα πρωτίστως για τον συντονισμό και την επιτήρηση της κατάσβεσης. Αντιστοίχως, από τα 49 μισθωμένα, τα 17 είναι πυροσβεστικά αεροσκάφη και τα 32 ελικόπτερα.
Όπως φαίνεται στην πράξη όμως, η αύξηση της δύναμης των πτητικών μέσων πάλι δεν επαρκεί ώστε να σβηστούν εγκαίρως οι φωτιές στη χώρα μας τους καλοκαιρινούς μήνες.
Τα καταλληλότερα εναέρια πυροσβεστικά μέσα διεθνώς, είναι τα αεροσκάφη τύπου Canadair που κοστίζουν περίπου 35.000.000 δολάρια ΗΠΑ το καθένα και ρίχνουν 5.455 λίτρα νερού τη φορά.
Μπορούν να σβήσουν πυρκαγιές με ένταση έως και 10.000 κιλοβάτ ανά μέτρο πύρινου μετώπου. Το Canadair που έπεσε σήμερα ήταν το μοντέλο CL-215, η παραγωγή του οποίου γινόταν την περίοδο 1969 – 1990.
Έχει τη δυνατότητα προσθαλάσσωσης σε λίμνες ή θάλασσα με σκοπό την πλήρωση των δεξαμενών τους με νερό και εναλλακτικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη ρίψη επιβραδυντικού υγρού. Είναι διθέσιο, με δύο εμβολοφόρους κινητήρες PRATT AND WHITNEY R-2800CA3, 2100 SHP, έχει εκπέτασμα πτερύγων 28,60 μ, και μήκος 19.82 μέτρα.
Η δε μέγιστη ταχύτητα που μπορεί να αναπτύξει είναι 350 χλμ. την ώρα
Το CL-215 είναι γνωστό με πολλά παρατσούκλια, ανάλογα με το που χρησιμοποιούνται.
Στη Γαλλία και την Ελλάδα είναι γνωστά ως Canadair (Καναντέρ) από την κατασκευάστρια εταιρεία τους που εδρεύει στον Καναδά. Στον δυτικό Καναδά είναι γνωστά ως Πάπιες (Ducks). Οι περισσότεροι χρήστες πάντως τα αποκαλούν Scoopers.
Ο απαιτούμενος χρόνος μέχρι να γεμίσει τις δεξαμενές του με 5,455 λίτρα νερού είναι μόλις δέκα δευτερόλεπτα, το οποίο μπορεί να εμπλουτίσει με επιβραδυντικό αφρό και να ρίξει στη φωτιά, επαναλαμβάνοντας τη διαδικασία χωρίς να χρειάζεται να επιστρέψει στη βάση του για να εφοδιαστεί με νερό. Αυτό είναι και το ατού του.
Εφόσον υπάρχει δυνατότητα υδροληψίας σε κοντινή απόσταση από το μέτωπο της φωτιάς, το CL-215 μπορεί να ρίξει από 75 έως 125 φορτία νερού σε μία μέρα, ενισχύοντας τις προσπάθειες της πυρόσβεσης.
Νεότερο αεροσκάφος είναι το Bombardier (πρώην Canadair) CL-415 (SuperScooper). Πρόκειται για επίσης καναδικό αμφίβιο αεροσκάφος, ειδικά σχεδιασμένο για ρόλους αεροπυρόσβεσης.
Είναι το μόνο αεροσκάφος σχεδιασμένο και κατασκευασμένο αποκλειστικά για αυτόν τον ρόλο και βασίζεται στο CL-215 της ίδιας εταιρίας. Το CL-415 έκανε την πρώτη του πτήση το Δεκέμβριο του 1993 και οι πρώτες παραδόσεις άρχισαν τον Νοέμβριο του 1994.
Εφοδιάζεται από δύο νέους τουρμποπρόπ κινητήρες Pratt & Whitney Canada PW123AF, αντικαθιστώντας τους εμβολοφόρους κινητήρες του CL-215, ενώ έχει και αναβαθμισμένο κόκπιτ υγρών κρυστάλλων.
Επίσης έγιναν πολλές αεροδυναμικές βελτιώσεις με την προσθήκη πτερυγίων και τον επανασχεδιασμό μερών της ατράκτου.
Το CL-415 έχει ικανότητα υδροληψίας μέχρι 6.140 λίτρων νερού από υδάτινες επιφάνειες (θάλασσες, λίμνες) που βρίσκονται κοντά στην περιοχή της πυρκαγιάς, το οποίο μπορεί να εμπλουτίσει με επιβραδυντικό αφρό και να το επιρρίψει στη φωτιά, επαναλαμβάνοντας τη διαδικασία χωρίς να χρειάζεται να επιστρέψει στην βάση του για ανεφοδιασμό.
Επίσης σχεδιάστηκε έτσι ώστε να μπορεί να ρίχνει μεγάλες ποσότητες επιβραδυντικού υγρού, στα πρώτα στάδια της φωτιάς, αποτρέποντας την από το να βγει εκτός ελέγχου.
Στα καθ’ ημάς, η 335η Μοίρα Τακτικών Μεταφορών που εδρεύει στην αεροπορική βάση της Ελευσίνας και φιλοξενεί τα Canadair, απέκτησε τα πρώτα αεροσκάφη CL-215 τον μακρινό Δεκέμβριο του 1975.
Πέντε στον αριθμό. Το 1996 η Μοίρα παρέλαβε άλλα τέσσερα αεροσκάφη τύπου CL-215 από την τότε Γιουγκοσλαβία προκειμένου να ενισχύσει τον στόλο της, ενώ τέλη Ιανουαρίου του 1999 παρελήφθη το πρώτο αεροσκάφος CL-415, ως προπομπός ενός στόλου δέκα αεροσκαφών και τον Αύγουστο του ίδιου έτους, τα νεοπαραληφθέντα αεροσκάφη συμμετείχαν στην κατάσβεση της μεγάλης πυρκαγιάς των διυλιστηρίων Turpas της Τουρκίας.
Το καλοκαίρι του 2000, η Μοίρα συμμετείχε στην κατάσβεση της μεγάλης πυρκαγιάς της Κύπρου με δύο αεροσκάφη CL-415, ενώ παρόμοια αποστολή επαναλήφθηκε και το 2001.
Τον Μάιο του 2003, λόγω του μεγάλου όγκου προσωπικού και μέσων που διέθετε τότε η Μοίρα, αποφασίστηκε, από το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας, ο διαχωρισμός της σε τρεις νέες Μοίρες (355ΜΤΜ, 383 Μοίρα Ειδικών Επιχειρήσεων και Αεροπυρόσβεσης και Μοίρα Συντήρησης Αεροσκαφών), οπότε και αποχωρίστηκε τα αεροσκάφη CL-415.
Ερχόμαστε λοιπόν τώρα στο εύλογο ερώτημα: Γιατί δεν ανανεώνουμε τον γηρασμένο στόλο των αεροσκαφών που διαθέτουμε;
Πολλοί υποστηρίζουν αυτές τις ημέρες ότι θα μπορούσαμε να μην πάρουμε τόσα Rafale και αντί να δώσουμε τα χρήματα για τα γαλλικά μαχητικά αεροσκάφη, να τα δίναμε για να προμηθευτούμε ολοκαίνουργια Canadair, ή τέλος πάντων να έχουμε και από τα μεν και από τα δε σε επάρκεια. Μια γρήγορη απάντηση θα ήταν «γιατί δεν υπάρχουν Canadair ή γενικότερα πυροσβεστικά ν’ αγοράσουμε».
Σε όλο τον κόσμο, πυροσβεστικά αεροπλάνα έχουν επί της ουσίας μόνο οι μεσογειακές χώρες και κυρίως οι Ισπανία Γαλλία, Ιταλία, Ελλάδα, η Τουρκία, το Ισραήλ και η Πορτογαλία.
Διαθέτουν επίσης στόλο πτητικών μέσων οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής κυρίως στις παράκτιες περιοχές, ο Καναδάς (όχι πολλά σε σχέση με την έκτασή του), η Αυστραλία και η Ρωσία (κάτι μεγαθήρια σαν αυτό που είχε έρθει πριν λίγα χρόνια στην Ελλάδα, αλλά δεν προσφέρεται για τη δική μας μορφολογία εδάφους).