Σεξουαλικά νοσήματα: Ραγδαία αύξηση – Δείτε τις περιοχές και τις ηλικίες

Σεξουαλικά νοσήματα: Περίπου 300.000 νέες διαγνώσεις σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων καταγράφουν κάθε χρόνο οι χώρες της Ευρώπης. Όλες οι λεπτομέρειες στο xristika.gr.

Την επείγουσα ανάγκη για βελτίωση της επιτήρησης των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων και ενίσχυση των στοχευμένων παρεμβάσεων πρόληψης υπογραμμίζει το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC), με αφορμή τη χθεσινή Παγκόσμια Ημέρα Σεξουαλικής Υγείας.

Η ανασκόπηση του ECDC παρέχει εκτιμήσεις επιπολασμού για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) στην Ευρώπη και εντοπίζει ομάδες πληθυσμού που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να προσβληθούν από αυτά τα νοσήματα.

Τα ΣΜΝ, τα οποία είναι μεταξύ των πιο συχνά αναφερόμενων λοιμώξεων παγκοσμίως, παραμένουν σημαντική πρόκληση για τη δημόσια υγεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΕ/ΕΟΧ), όπου αναφέρονται περίπου 300.000 νέες διαγνώσεις βακτηριακών ΣΜΝ ετησίως.

Ωστόσο, αυτός ο αριθμός υποεκτιμά την πραγματική διάσταση των επιδημιών ΣΜΝ στην ΕΕ/ΕΟΧ, λόγω διαφορών στην κάλυψη των εθνικών συστημάτων επιτήρησης και διακυμάνσεων στις πρακτικές δοκιμών και αναφοράς.

Η ανασκόπηση, η οποία συνέλεξε εκτιμήσεις επιπολασμού για τα χλαμύδια, τη γονόρροια, τη σύφιλη και την τριχομονάδωση στις χώρες της ΕΕ/ΕΟΧ, εντόπισε τη δυσανάλογη επίδραση που έχουν οι επιδημίες ΣΜΝ σε συγκεκριμένες ομάδες, όπως οι νέοι, οι άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες (MSM) και οι εργαζόμενοι του σεξ.

Για παράδειγμα, οι νέοι ηλικίας 15 έως 24 ετών έχουν σημαντικά υψηλότερο επιπολασμό χλαμυδίων και γονόρροιας σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό.

Οι νεαρές γυναίκες, ιδιαίτερα, έχουν σχεδόν διπλάσια ποσοστά επιπολασμού για τα χλαμύδια και τη γονόρροια σε σύγκριση με τις γυναίκες όλων των ηλικιών.

Παρομοίως, οι MSM στην ΕΕ/ΕΟΧ παρουσιάζουν σημαντικά υψηλά ποσοστά επιπολασμού για διάφορα ΣΜΝ, τονίζοντας την ανάγκη για στοχευμένες προσπάθειες πρόληψης.

Μεταξύ των MSM, όσοι ζουν με τον HIV και όσοι λαμβάνουν προφυλακτική θεραπεία (PrEP) για τον HIV έχουν υψηλότερο επιπολασμό βακτηριακών ΣΜΝ, υποδεικνύοντας την ευαλωτότητά τους σε ανεπαρκή σεξουαλική υγεία και την ανάγκη για εύκολη πρόσβαση σε δοκιμές και θεραπεία.

Παρά τα παραπάνω, η ανασκόπηση διαπίστωσε ότι υπάρχει έλλειψη πρόσφατων και μεθοδολογικά αξιόπιστων εκτιμήσεων για τον επιπολασμό των ΣΜΝ σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

Αυτό το κενό δεδομένων εμποδίζει την πλήρη κατανόηση της δυναμικής εξάπλωσης των ΣΜΝ και τον εντοπισμό των ευπαθειών σε ορισμένες ομάδες πληθυσμού.

Επίσης, παρεμποδίζει την ανάπτυξη αποτελεσματικών και στοχευμένων στρατηγικών πρόληψης της δημόσιας υγείας.

Η ανασκόπηση αποκαλύπτει επίσης ότι ορισμένες ομάδες που διατρέχουν κίνδυνο, όπως οι εργαζόμενοι του σεξ και τα άτομα που κάνουν ενέσιμες ναρκωτικές ουσίες, είναι σοβαρά υπομελετημένες, περιορίζοντας περαιτέρω την ικανότητα αντιμετώπισης των συγκεκριμένων αναγκών σε σεξουαλική υγεία.

Για να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις, το ECDC συνιστά στις ευρωπαϊκές χώρες να ενισχύσουν την ικανότητά τους να κατανοούν και να καταγράφουν τα πρότυπα, τη δυναμική μετάδοσης και τις επιπτώσεις των ΣΜΝ στον πληθυσμό.

Το ECDC συμβουλεύει τις χώρες να χρησιμοποιούν εκτιμήσεις επιπολασμού και άλλα δεδομένα για την εφαρμογή μέτρων πρόληψης και ελέγχου ΣΜΝ που βασίζονται σε αποδείξεις.

Σεξουαλικά νοσήματα: «Ξεφεύγουν» χλαμύδια και γονόρροια – Τι ζητά το ECDC

Οι τελευταίες εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) σχετικά με τα χλαμύδια, τη γονόρροια και το αφροδίσιο λεμφοκοκκίωμα (LGV) αναδεικνύουν την απότομη αύξηση των δηλωθέντων κρουσμάτων αυτών των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (ΣΜΝ) σε 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης/Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΕ/ΕΟΧ) και αποκαλύπτουν συνολικά ένα δύσκολο τοπίο, όπως αναφέρει το Ευρωπαϊκό Κέντρο.

Αυτή η αύξηση των αριθμών είναι παρόμοια με την αύξηση των κρουσμάτων σύφιλης που αναφέρθηκε προηγουμένως από το ECDC και καταδεικνύει μια δεκαετή τάση αύξησης των ποσοστών των ΣΜΝ σε ολόκληρη την Ευρώπη, παρά την πτώση που παρουσίασαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού, πιθανώς λόγω αλλαγών στην πρόσβαση στις εξετάσεις και της κοινωνικής απόστασης.

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με το ECDC, ο αριθμός των δηλωθέντων κρουσμάτων γονόρροιας συνέχισε να αυξάνεται, όπως συνέβαινε και πριν από την Covid-19.

Μόνο το 2021 υπήρχαν 46.728 επιβεβαιωμένα κρούσματα γονόρροιας, ξεπερνώντας τα προ της πανδημίας επίπεδα.

Αν και τα στοιχεία αποκαλύπτουν σημαντικές διαφορές σε ολόκληρη την ΕΕ/ΕΟΧ, οι άνδρες που είχαν σεξουαλικές επαφές με άνδρες (MSM) αντιπροσώπευαν περισσότερα από τα μισά δηλωθέντα κρούσματα.

Εν μέσω της αύξησης των κρουσμάτων, οι ανησυχίες σχετικά με τη μικροβιακή αντοχή είναι ιδιαίτερα έντονες στο πλαίσιο της γονόρροιας.

Το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Αντιμικροβιακής Επιτήρησης του Γονόκοκκου (Euro-GASP) αναφέρει αυξανόμενη αντοχή σε δύο συγκεκριμένα αντιβιοτικά, την αζιθρομυκίνη και την σιπροφλοξασίνη, τονίζοντας την ανάγκη για επαγρύπνηση και ισχυρές στρατηγικές αντιμετώπισης.

Τα χλαμύδια

Σε ό,τι αφορά στα χλαμύδια η έκθεση αποκαλύπτει μια παρόμοια εικόνα με αυξήσεις από το 2012 έως το 2019, μείωση το 2020 πιθανώς λόγω του αντίκτυπου της πανδημίας, ακολουθούμενη από νέα αύξηση το 2021.

Τα ποσοστά εξακολουθούν να είναι υψηλότερα μεταξύ των νεαρών ενήλικων ετεροφυλόφιλων γυναικών.

Οι ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων στις εξετάσεις για χλαμύδια, σημαίνει ότι τα χλαμύδια ενδέχεται να υποδιαγιγνώσκονται στους άνδρες.

Η αξιολόγηση του ECDC για το αφροδίσιο λεμφοκοκκίωμα (LGV) δείχνει μια ανησυχητική αύξηση των αναφερόμενων κρουσμάτων.

Η λοίμωξη, που προκαλείται από το Chlamydia trachomatis, παρουσιάζει μοναδικές προκλήσεις λόγω των πιθανών μακροχρόνιων επιπλοκών της.

Η έκθεση υπογραμμίζει τη σημασία των στοχευμένων στρατηγικών πρόληψης και της ενισχυμένης επιτήρησης για τον περιορισμό της εξάπλωσης της συγκεκριμένης λοίμωξης, καθώς τα αυξανόμενα ποσοστά των κρουσμάτων αφορούν HIV-αρνητικούς MSM.

Η ανεύρεση κρουσμάτων θα πρέπει επίσης να επικεντρωθεί σε αυτή την ομάδα, ιδίως μεταξύ των ατόμων που είναι επιλέξιμα για προφυλακτική θεραπεία πριν από την έκθεση στον ιό HIV (PrEP) ή λαμβάνουν τέτοια προφύλαξη.

Ο αριθμός των περιγραφόμενων κρουσμάτων είναι πιθανό να είναι υποεκτιμημένος, καθώς πολλές χώρες δεν διαθέτουν εθνικά συστήματα επιτήρησης για το LGV και η επιβεβαίωση της λοίμωξης μέσω μοριακής διάγνωσης δεν είναι ευρέως διαθέσιμη.

Προτεινόμενες δράσεις

Ο κλιμακούμενος αριθμός των αναφερόμενων ΣΜΝ αποτελεί σημαντική πρόκληση για τη δημόσια υγεία. Το ECDC συνιστά τις ακόλουθες δράσεις:

-Επείγουσα ενίσχυση των δραστηριοτήτων πρόληψης: Εστίαση σε αυξημένο αριθμό εξετάσεων, στοχευμένα μηνύματα και εξατομικευμένες παρεμβάσεις για συγκεκριμένες ομάδες κινδύνου. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι εφαρμογές γνωριμιών θα πρέπει να εξεταστούν για εκστρατείες πρόληψης, εκτός από τις παραδοσιακές προσεγγίσεις.

-Παρακολούθηση της μικροβιακής αντοχής: Η συνεχής παρακολούθηση της μικροβιακής αντοχής είναι επιτακτική ανάγκη για την ενημέρωση των στρατηγικών θεραπείας και την αντιμετώπιση των αναδυόμενων προκλήσεων.

Πρόσφατες εκθέσεις για τη σύφιλη και τη συγγενή σύφιλη δείχνουν μια σταθερά αυξανόμενη τάση παρά την προσωρινή κάμψη το 2020. Το 2021 αναφέρθηκαν 25.270 επιβεβαιωμένα κρούσματα σύφιλης σε 28 κράτη μέλη της ΕΕ/ΕΟΧ, γεγονός που αντιπροσωπεύει αύξηση σε σχέση με το 2020, όταν τα κρούσματα είχαν μειωθεί για πρώτη φορά σε διάστημα οκτώ ετών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι MSM φέρουν δυσανάλογο βάρος, αποτελώντας το 77% των κρουσμάτων. Το 2021, περίπου το ένα τρίτο των MSM με σύφιλη ήταν θετικοί στον HIV.

Ενώ υπήρξε μια πτώση των κρουσμάτων μεταξύ των MSM μεταξύ 2020 και 2021 και μια μικρή άνοδος των κρουσμάτων στους ετεροφυλόφιλους άνδρες, οι γυναίκες παρουσίασαν σταθερά χαμηλά ποσοστά μολύνσεων από σύφιλη το 2021.