Κλείσιμο σχολείων 2021: Μπορεί να επέστρεψαν πριν λίγες ημέρες στις σχολικές αίθουσες οι μαθητές Δημοτικών, Γυμνασίων και Λυκείων ωστόσο σύντομα θα αφήσουν πίσω τους την… κουτσουρεμένη σεζόν!
Σύμφωνα με όσα είπε η υφυπουργός Παιδείας Ζέττα Μακρή, τα Λύκεια που παραμένουν ανοιχτά από τις 12 Μαΐου θα κλείσουν στις 11 Ιουνίου, καθώς οι Πανελλήνιες για τα ΓΕΛ ξεκινούν στις 14 του ίδιου μήνα και για τα ΕΠΑΛ στις 15. Την ίδια ημέρα θα κλείσουν και τα Γυμνάσια που ανοίγουν την Δευτέρα 10 Μαΐου.
Νηπιαγωγεία και Δημοτικά, επίσης θα κλείσουν στις 25 Ιουνίου.
Η υφυπουργός Παιδείας, ερωτώμενη σχετικά, ξεκαθάρισε ότι τα σχολεία δεν πρόκειται να ξανανοίξουν πριν από τον Σεπτέμβρη, όμως τόνισε πως ακόμα δεν έχει αποφασιστεί η σχετική ημερομηνία.
Κλείσιμο σχολείων 2021: Τα self test και τα κρούσματα Covid στους μαθητές
Προϋπόθεση για το άνοιγμα των σχολείων ήταν να διασφαλίζεται ότι οι μαθήτριες και μαθητές, όπως επίσης και οι εκπαιδευτικοί, δασκάλες, δάσκαλοι, καθηγητές και καθηγήτριες είναι υγιείς.
Για την πιστοποίηση της αρνητικότητάς τους στον κορωνοϊό, τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας έπρεπε να έχουν προμηθευτεί το δωρεάν self test, να έχουν δηλώσει το αρνητικό (ή το θετικό) αποτέλεσμα του τεστ στην σελίδα self-testing.gov.gr και να προσέλθουν στις σχολικές μονάδες με εκτυπωμένη την υπεύθυνη δήλωσή τους με την οποία θα ελάμβαναν την άδεια εισόδου στα σχολεία.
Τα προβλήματα ξεκίνησαν μέσα στο Σαββατοκύριακο όταν πολλοί γονείς διαπίστωσαν ότι τα φαρμακεία που λειτουργούσαν Σάββατο ή Κυριακή δεν προμήθευαν δωρεάν self test πέραν του ωραρίου λειτουργίας.
Άλλο πρόβλημα που αντιμετώπισαν πολλές οικογένειες μέσα στην Κυριακή ήταν η αδυναμία εισόδου στην ιστοσελίδα όπου έπρεπε να δηλωθεί το αρνητικό (ή το θετικό) αποτέλεσμα του τεστ.
Στις συγκεκριμένες περιπτώσεις οι οικογένειες έπρεπε να συμπληρώσουν χειρόγραφη δήλωση στην οποία να αναφέρουν το αρνητικό αποτέλεσμα του τεστ ώστε να έχουν δικαίωμα τα παιδιά τους να μπουν στις τάξεις για μάθημα.
Το πρωί της Δευτέρας, λίγο μετά το άνοιγμα των δημοτικών, γυμνασίων και λυκείων, κυκλοφόρησαν πληροφορίες για 3.000 θετικά κρούσματα κορονοϊού μεταξύ των μαθητριών και μαθητών.
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, τα στοιχεία αυτά που κυκλοφόρησαν σε κάποιες ιστοσελίδες δεν επιβεβαιώνονταν επισήμως από το υπουργείο Παιδείας, ούτε από το υπουργείο Υγείας ή τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ).
Κι αυτό διότι, όπως εξηγούσαν αρμόδιως πηγές, δεν υπήρχε κοινή βάση υπολογισμού των δηλώσεων της πιθανής νόσησης μαθητών και μαθητριών από Covid αφού η επίσημη σελίδα ήταν ανενεργή για αρκετές ώρες την Κυριακή και η δήλωση του αποτελέσματος του σελφ τεστ γινόταν με χειρόγραφη υπεύθυνη δήλωση.
Σε αρκετές περιπτώσεις, γονείς και εκπαιδευτικοί κατήγγειλαν ότι τα σελφ τεστ που έκαναν έβγαλαν αποτέλεσμα θετικό.
Οταν όμως οι ίδιοι άνθρωποι, αναστατωμένοι από το αποτέλεσμα του σελφ τεστ που τους έδειχνε να νοσούν με Covid, έκαναν rapid test ή PCR (μοριακό τεστ κορωνοϊού) το αποτέλεσμα σε πολλές απ’ αυτές τις περιπτώσεις ήταν αρνητικό…
Στα social media υπήρξαν αρκετές καταγγελίες ότι ενώ το σελφ τεστ έδειχνε θετικό, η εικόνα αυτή δεν επαληθευόταν και αντιστρεφόταν από το PCR ή το rapid test.
Η κατάσταση οδήγησε την κυβερνητική εκπρόσωπο Αριστοτελία Πελώνη να δηλώσει ότι στο σύνολο των 1,6 εκατομμυρίων σελφ τεστ, αριθμός 16.000 τεστ θα μπορούσε να δώσει ψευδώς θετικό αποτέλεσμα! Με απλά λόγια, η κυβερνητική εκπρόσωπος εξήγησε ότι «το επιστημονικό αποδεκτό όριο για ψευδώς θετικά τεστ είναι 1%. Εφ’ όσον γίνονται 1,6 εκατ. τεστ θα μπορούσαν να υπάρχουν μέχρι 16.000 ψευδώς θετικά σελφ τεστ».
Για τις πληροφορίες ότι βρέθηκαν 3.000 μαθήτριες και μαθητές θετικοί στον κορωνοϊό έπειτα από τη διενέργεια σελφ τεστ η Αριστοτελία Πελώνη δεν έδωσε σαφή απάντηση.
«Δεν έχω στοιχεία για τα θετικά ή ψευδώς θετικά» απάντησε αφήνοντας να αιωρείται και το ενδεχόμενο ο αριθμός των θετικών σελφ τεστ που δηλώθηκαν από μαθήτριες, μαθητές και εκπαιδευτικούς να είναι ψευδής, άρα πλασματικός.
Ωστόσο, για να μην προκληθεί αναστάτωση σχετικά με το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί η εικόνα ότι η πανδημία έχει διασπορά μεγαλύτερη αυτής που περιγράφεται από τις επίσημες ανακοινώσεις, η κυβερνητική εκπρόσωπος Αριστοτελία Πελώνη τόνισε ότι «δεν υπάρχει πιθανότητα κάποιος να κάνει σελφ τεστ, να διαγνωστεί αρνητικός και να είναι θετικός».
Κλείσιμο σχολείων 2021: Οι συνέπειες που έφερε στους μαθητές το lockdown
Αντιμέτωποι με τη μεγάλη πρόκληση της αντιμετώπισης των προβλημάτων που έχει αφήσει στις ψυχές των μαθητών η πανδημία, αλλά και η 6μηνη αποχή από το σχολείο βρίσκονται από σήμερα δάσκαλοι και καθηγητές.
Το κουδούνι χτύπησε ξανά ύστερα από μήνες τηλεκπαίδευσης με τους μαθητές να περνούν για πρώτη φορά ύστερα από πάρα πολύ καιρό το κατώφλι των σχολείων τους με εξαίρεση όσους φοιτούν στο Λύκειο, οι οποίοι είχαν ξεκινήσει τη δια ζώσης εκπαίδευση δύο εβδομάδες πριν τις διακοπές του Πάσχα.
Απομόνωση, φοβίες, προσκόλληση στους γονείς είναι ορισμένα από τα προβλήματα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι ψυχολόγοι, στους οποίους απευθύνθηκαν οι γονείς των πιο μικρών παιδιών την περίοδο των κλειστών σχολείων.
Οι έφηβοι αν και λιγότερο φοβισμένοι, θα πρέπει να ανακτήσουν το κίνητρό τους ξεπερνώντας την αναβλητικότητα που τους άφησε ως «κουσούρι» η πολύμηνη αποχή από το σχολείο.
Η απώλεια της ρουτίνας ήταν ένας από τους βασικούς λόγους, εξαιτίας των οποίων η ανασφάλεια των παιδιών μεγάλωσε καθώς στις ηλικίες αυτές είναι πολύ δύσκολη η διαχείριση του απρόβλεπτου.
Μεγαλύτερη είναι όμως η πρόκληση για τα παιδιά, τα οποία αντιμετώπιζαν ήδη προβλήματα και ενώ σε πολλές περιπτώσεις η κατάστασή τους είχε βελτιωθεί θεαματικά, υπήρξε μία σοβαρότατη παλινδρόμηση.
«Στα μικρότερα παιδιά που παρακολουθούμε έχουν συμβεί δύο πράγματα. Αφενός εμφανίζουν μεγαλύτερη προσκόλληση στους γονείς και έντονες φοβίες. Ακόμα και παιδιά που κοιμούνταν κανονικά στα δωμάτιά τους, θέλουν πλέον να κοιμούνται με τους γονείς τους. Επιπλέον έχουν μία υπέρμετρη ανησυχία για την υγεία τους αλλά και για την υγεία της οικογένειάς τους», εξηγεί στο ethnos.gr, η παιδοψυχολόγος, Κυριακή Πασλίδου.
Ο φόβος για την ασθένεια μάλιστα έχει οδηγήσει κάποια παιδιά στο να επιδιώκουν την απομόνωση, να τα τρομάζει η επαφή: «Ειδαμε περιπτώσεις οικογενειών που αποφάσισαν κάνοντας ένα self test να βρεθούν με ακόμα μία φιλική τους οικογένεια με παιδιά, αλλά ήρθαν αντιμέτωπες με τη σθεναρή αντίδραση των παιδιών τους να ακολουθήσουν και έναν έντονο πανικό. Τα συμπτώματα μάλιστα ήταν τόσο έντονα που ορισμένα απ΄αυτά τα παιδιά χρειάστηκε να εξεταστούν από παιδοψυχίατρο ή ακόμα και να πάρουν φαρμακευτική αγωγή, γεγονός ιδιαίτερα ασυνήθιστο σε αυτές τις ηλικίες υπό κανονικές συνθήκες».
Πιο εύκολα διαχειρίσιμη ήταν η ανησυχία για την υγειονομική κατάσταση από τους εφήβους, καθώς, όπως σημειώνει η κυρία Πασλίδου «τα μεγαλύτερα παιδιά εκδήλωσαν λιγότερη προσκόλληση και φόβο. Τα παιδιά μετά τα 14 φάνηκαν πιο έτοιμα να ξαναβρεθούν με τους φίλους τους, να μη χάσουν την καθημερινότητά τους. Ηρθαν όμως αντιμέτωπα με άλλα ζητήματα. Παρατηρούμε μια τάση εγκατάλειψης των στόχων τους, μία έλλειψη κινητρου, μία παραίτηση και μειωμένη διάθεση. Συμπτώματα που καμιά φορά μεταφράζονται από τους γονείς ως τεμπελιά, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια αναβλητικότητα λόγω της κατάστασης. Πλέον φοβούνται περισσότερο την αποτυχία και τείνουν να δεσμεύονται λιγότερο».
Ακόμα μεγαλύτερη προσπάθεια επανόδου στην κανονικότητα θα χρειαστεί να καταβάλουν όσα παιδιά αντιμετώπιζαν ήδη προβλήματα. Κι αυτό γιατί τα σημάδια της πανδημίας και του εγκλεισμού ήταν ιδιαίτερα έντονα στα παιδιά που είχαν ήδη δυσκολίες στην κοινωνικοποίηση, που βρίσκονταν στο φάσμα του αυτισμού ή είχαν άλλου τύπου αναπτυξιακές διαταραχές, φοβίες ή άγχος και η κατάσταση τα «γύρισε πίσω»: «Εχουμε περιπτώσεις αυτιστικών παιδιών με υψηλή νοημοσύνη, τα οποία όμως έκοψαν κάθε επαφή. Αποσύρθηκαν εντελώς. Παιδιά με τα οποία είχαμε ολοκληρώσει τη συνεργασία αλλά αναγκάστηκαν να επιστρέψουν σε μας», λέει η κυρία Πασλίδου.
Σύμφωνα με την ίδια, χαρακτηριστικό της εποχής δεν είναι τόσο η αύξηση των παιδιών που αναζητούν βοήθεια από ειδικό, όσο η έντονη συμπτωματολογία.
Σημαντικός ήταν και ο ρόλος της οικογένειας, όπως επισημαίνουν οι ψυχολόγοι τονίζοντας πως όσο πιο φοβικοί και αγχώδεις ήταν οι γονείς για την πανδημία τόσο περισσότερο επηρεάζονταν τα παιδιά τους.
«Οσο πιο κατατοπιστικοί, ενημερωτικοί και λιγότερο φοβικοί ήταν οι γονείς, τόσο καλύτερα διαχειρίζονταν την κατάσταση και τα παιδιά. Η υπερβολή πάντα τρομάζει αυτες τις ηλικίες. Τα μέτρα προστασίας, οι μάσκες, τα αντισηπτικά έβαλαν τα παιδιά σε μια άγνωστη διαδικασία. Είδαμε περιπτώσεις παιδιών που ήταν τόσο φοβισμένα που αρνούνταν να βγάλουν τη μάσκα τους», σημειώνει η ψυχολόγος, Νέλλη Θεοδοσίου.
Αλλά ακόμα και η τηλεκπαίδευση ήταν ένα μεγάλο στοίχημα για τους μαθητές: «Τα παιδιά ήταν άμαθα. Το ίδιο και οι γονείς. Επρεπε να συνηθίσουν να περιορίζονται αντίθετα σε ό,τι προστάζει η ηλικία τους που θέλει τους μαθητές να πηγαίνουν στο σχολείο, να τρέχουν, να παίζουν, να μιλάνε, να τσακώνονται και να γελάνε με τους φίλους τους. Γι΄αυτό και τώρα που περίμεναν να επιστρέψουν στο σχολείο, το μόνο που έλεγαν είναι ότι θέλουν να πάνε για να δουν τους φίλους τους» τονίζει προσθέτοντας πως σε αρκετές περιπτώσεις υπήρξε και κατάχρηση των ηλεκτρονικών παιχνιδιών. Κι αυτό ακόμα και στις μεγάλες τάξεις του Λυκείου: «Μαθητές ακόμα και της Γ΄ Λυκείου παρόλο που βρίσκονται στην τελική ευθεία για τις εξετάσεις έβγαζαν άρνηση στο να διαβάσουν, αισθάνονταν κουρασμένοι, είχαν έντονα σημάδια παραίτησης».
Σύμφωνα με την κυρία Θεοδοσίου, πάντως, υπάρχει και μία μερίδα μαθητών που δε θέλουν να επιστρέψουν στο σχολείο: «Πρόκειται για τα παιδιά που δεν έχουν καλή σχέση με τους συμμαθητές τους, που είναι πιο δειλά, αποσυρμένα».