Πόλεμος Ελλάδας – Τουρκίας: Με μια εκτός ελέγχου και ορίων Τουρκία βρίσκονται αντιμέτωπες τους τελευταίους μήνες Αθήνα και Λευκωσία.
Η γειτονική χώρα επιχειρεί να επιβάλλει τετελεσμένα στο Αιγαίο, επαναφέροντας σε ανώτατο επίπεδο την αξίωση επί των Ιμίων και φτάνοντας στο σημείο να προξενήσει «θερμό» επεισόδιο, εμβολίζοντας σκάφος του Λιμενικού Σώματος. Ακολούθησαν η σύλληψη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στον Έβρο και η προκλητική κράτησή τους σε φυλακές υψίστης ασφαλείας στην Αδριανούπολη, καθώς και οι συνεχείς NAVTEX (οδηγίες προς ναυτιλομένους) με τις οποίες η Άγκυρα δέσμευσε τεράστιες περιοχές του Αιγαίου για στρατιωτικές ασκήσεις, παρουσιάζοντάς τες μάλιστα ως τουρκικά εδάφη (με αποκορύφωμα το Καστελόριζο). Σα να μην έφταναν όλα αυτά, η Τουρκία δείχνει αποφασισμένη να επιχειρήσει να αποτρέψει την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, αμφισβητώντας έτσι και την ίδια την υπόστασή της.
Κι ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, κανείς στο διεθνή περίγυρο δεν δείχνει διάθεση να παρέμβει ουσιαστικά. Οι Δυτικοί στηρίζουν τον Ερντογάν γιατί δεν μπορούν να κάνουν κι αλλιώς! Οι λόγοι είναι προφανείς: Πρώτον, διότι θέλουν να συνεχίσουν να του πωλούν τα προϊόντα τους, κυρίως όπλα. Δεύτερον, για να κρατήσουν την Τουρκία στο ΝΑΤΟ και να αποφύγουν να τη σπρώξουν στην… αγκαλιά του Πούτιν. Τρίτον, για να επιβραβεύσουν τον Ερντογάν που εγκατέλειψε τη θέση για ένταξη στην Ε.Ε. και τέλος για να διασφαλίσουν ότι θα συνεχιστούν οι περιπολίες στα τουρκικά σύνορα, ώστε να εμποδιστούν οι μαζικές εισροές προσφύγων, μεταναστών και τώρα πια των πρώην τζιχαντιστών προς την Ευρώπη. Κατά συνέπεια, οι δηλώσεις και οι εκθέσεις των Δυτικών κατά της Τουρκίας είναι συστηματικά αυτολογοκρινόμενες, υπέρ το δέον προσεκτικές και, πάντως, χωρίς κανένα αντίκρισμα. Όλα αυτά, όμως, ενθαρρύνουν διαρκώς την Άγκυρα, η οποία εντείνει την πολεμική της ρητορική και δράση. Τα τελευταία παραδείγματα είναι ο χονδροειδής τρόπος με τον οποίο η Δύση αποφεύγει να καταδικάσει την τουρκική επίθεση στον κουρδικό θύλακα του Αφρίν στη βόρεια Συρία, καθώς και τις απειλές προς Κύπρο και Ελλάδα.
Θα ξεκινήσει πόλεμος Ελλάδας – Τουρκίας;
Στο μεταξύ, δεκάδες δημοσιεύματα στο διαδίκτυο κάνουν λόγο για «τύμπανα πολέμου» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν έχει καμία απολύτως βάση και λογική. Οι «πολεμικές» κινήσεις του Ερντογάν έχουν να κάνουν με εσωτερικούς, αλλά και εξωτερικούς παράγοντες. Στους εσωτερικούς, δηλαδή εντός της Τουρκίας, περιλαμβάνονται οι σχεδιασμοί του για παραμονή στην εξουσία με την επίσπευση των εκλογών του 2019. Με βάση αυτό το σενάριο, ο Ερντογάν πιθανώς να προκηρύξει εκλογές εντός του 2018, προτού η φθορά που υφίσταται πάρει μη αναστρέψιμες διαστάσεις. Οι δημοσκοπήσεις που διεξάγονται στην Τουρκία καταγράφουν μείωση της εκλογικής του δύναμης και μάλιστα δείχνουν ότι οι εκλογές θα κριθούν σε δύο γύρους, πράγμα πρωτόγνωρο για τον ίδιο. Με βάση αυτή την εκτίμηση, οι προκλητικές κινήσεις Ερντογάν στην κυπριακή ΑΟΖ και το Αιγαίο, δεν είναι άσχετες με τους σχεδιασμούς του να εξασφαλίσει την απαραίτητη για την εκλογή του υποστήριξη των εθνικιστών. Σημειώνεται ότι με τη νέα ρύθμιση που αποφασίστηκε πρόσφατα στην Τουρκία, οι προεδρικές και βουλευτικές εκλογές θα διεξαχθούν την ίδια ημέρα. Συνεπώς, εκτός από την επανεκλογή του στην προεδρία ο Ερντογάν θα επιδιώξει ισχυρή εντολή και για το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚP), ώστε να έχει τον έλεγχο και της τουρκικής Βουλής.
Πέραν όμως των κινήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ και το Αιγαίο, οι στρατηγικές βλέψεις της Τουρκίας εστιάζονται στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. H εισβολή στη Συρία για την αποτροπή δημιουργίας κουρδικού κράτους είναι ενδεικτική των προθέσεών της. Η προειδοποίηση που απηύθυνε ότι δεν θα διστάσει να έρθει σε σύγκρουση ακόμη και με αμερικανικά στρατεύματα, είναι ένδειξη της ακραίας συμπεριφοράς της.
Η ουσία, εν κατακλείδι, είναι μία: Ο Ερντογάν ποτέ δεν ήταν ισχυρότερος απ’ ό,τι σήμερα. Όχι μόνον κατάφερε να επιβιώσει από το στρατιωτικό πραξικόπημα του Ιουλίου 2016, αλλά εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τη συγκυρία για να εκκαθαρίσει το εσωτερικό πολιτικό τοπίο από κάθε σοβαρό ανταγωνιστή. Ο στρατός και το δικαστικό σώμα, οι δύο κατ’ εξοχήν «ενοχλητικοί» για τον Ερντογάν θεσμοί, έχουν χάσει λόγω των διώξεων μεγάλο μέρος της ισχύος τους, τα ανυπάκουα ΜΜΕ έκλεισαν ή αναγκάστηκαν να αλλάξουν «γραμμή» και να δοξάζουν νυχθημερόν τον αφέντη και η φιλοδυτική κεμαλική αντιπολίτευση (CHP) έχει «λουφάξει».
Όμως, η δράση «γεννάει» αντίδραση και η επεκτατική ερντογανική πολιτική συνάντησε τα όριά της στα υψώματα του Αφρίν. Ο προαναγγελθείς από τον ίδιο «περίπατος» («σε δέκα ώρες θα είμαστε στο Αφρίν», κόμπαζε πριν από ενάμιση μήνα) εξελίχθηκε σε ένα «μικρό Βιετνάμ», χάρη στην ψυχωμένη κουρδική αντίσταση.
Η συνέχεια; Δυστυχώς, άκρως επικίνδυνη και θανατηφόρα…