Δάνειο: Η δόση για ένα δάνειο, ύψους €150.000, διάρκειας 30 ετών, έχει εκτοξευτεί από τα €563 τον περασμένο Ιούνιο στα €770 σήμερα (επιπλέον κόστος για τον δανειολήπτη €207/μήνα ή €2.484/χρόνο), ενώ, όπως έχουν αφήσει τα μέλη της ΕΚΤ να εννοηθεί, έπεται και συνέχεια. Όλες οι εξελίξεις στο xristika.gr.
Στα τέλη Φεβρουαρίου, οπότε και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα έχει ανακοινώσει ακόμη μία αύξηση επιτοκίων – την πέμπτη κατά σειρά από τον περασμένο Ιούλιο – αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία η πλατφόρμα για την επιδότηση από τις τράπεζες του 50% των δόσεων των στεγαστικών δανείων.
Όπως εξηγούν στο newmoney αρμόδιες πηγές, μολονότι ο μηχανισμός είναι γνώριμος στα στελέχη της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ) (πρόκειται, άλλωστε, για την πλατφόρμα της «Γέφυρας»), εντούτοις έπρεπε να γίνουν οι απαιτούμενες αναπροσαρμογές, οι οποίες θα έχουν ολοκληρωθεί σε περίπου ένα μήνα.
«Από τη στιγμή που θα βγει στον “αέρα’” οι δανειολήπτες, οι οποίοι θα πληρούν τα κριτήρια που έχουν οριστεί, θα έχουν ένα περιθώριο περίπου τριών μηνών, προκειμένου να υποβάλλουν την αίτησή τους και άρα, να γλυτώσουν το μισό της επιβάρυνσης που θα έχει προκύψει μέχρι τότε λόγω των διαδοχικών αυξήσεων στα επιτόκια», σημειώνουν χαρακτηριστικά. Υπενθυμίζεται πως η δόση για ένα δάνειο, ύψους 150.000 ευρώ, διάρκειας 30 ετών, έχει εκτοξευτεί από τα 563 ευρώ τον περασμένο Ιούνιο στα 770 ευρώ σήμερα (επιπλέον κόστος για τον δανειολήπτη 207 ευρώ/μήνα ή 2.484 ευρώ/χρόνο), ενώ, όπως έχουν αφήσει τα μέλη της ΕΚΤ να εννοηθεί, έπεται και συνέχεια.
«Θα πρέπει να συνεχίσουμε με επιτοκιακές αυξήσεις των 50 μονάδων βάσης στις επόμενες δύο συνεδριάσεις» (σ.σ. Φεβρουάριο και Μάρτιο), διεμήνυσε ο Ολλανδός κεντρικός τραπεζίτης, κ. Κλάας Νοτ, υπογραμμίζοντας ότι η χρονική στιγμή που θα αρχίσει να επιβραδύνεται ο ρυθμός απέχει ακόμη πολύ.
«Οι εκτιμήσεις μας βάσει και την τρέχουσα εικόνα που δείχνουν τα στοιχεία της χρηματαγοράς είναι για επιπλέον αυξήσεις 100 – 125 μονάδες βάσης που μπορεί να γίνουν με δύο κινήσεις: των 50 μ.β. μέχρι τον Απρίλιο και ακόμη μία 25 μ.β. ή μία των 50 μ.β. μέχρι τον Φεβρουάριο που θα ακολουθηθεί από δύο – τρεις των 25 μ.β. μέσα στο α’ εξάμηνο του 2023», υπογραμμίζει στο newmoney ο επικεφαλής οικονομολόγος και διευθυντής οικονομικής ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, κ. Νίκος Μαγγίνας.
Όπως και να έχει ένα είναι βέβαιο: το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ θα συνεχίσει να αυξάνεται και τη νέα χρονιά, συμπαρασύροντας προς τα πάνω και το κόστος των δανείων.
Το Euribor 3Μ, άλλωστε, ήδη βρίσκεται στο 2,4%, γεγονός που σημαίνει πως το επιτόκιο των υφιστάμενων δανείων έχει ήδη «τσιμπήσει» κατά 2,4%, ενώ κάθε αύξηση σηματοδοτεί επιπλέον επιβάρυνση για τους δανειολήπτες.
Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες – υπό την πίεση και της κυβέρνησης – δέχθηκαν να στηρίξουν τους ευάλωτους δανειολήπτες, καλύπτοντας το 50% της αύξησης της μηνιαίας δόσης των δανείων τους που επήλθε από την άνοδο των επιτοκίων.
Οι δικαιούχοι της επιδότησης που οι τράπεζες υπολογίζουν σε περίπου 30.000, περίμετρο που θεωρεί ικανοποιητική και ο SSM, συστήνοντας – διά στόματος του επικεφαλής του, κ. Αντρέα Ενρία – να μην αυξηθεί, θα έχουν τη δυνατότητα να… μοιραστούν την επιβάρυνση για τους επόμενους 12 μήνες. Απαραίτητη προϋπόθεση να:
- Έχουν στεγαστικό δάνειο ή και δάνειο μικρών επιχειρήσεων που εξασφαλίζεται με εμπράγματη ασφάλεια στην 1η κατοικία.
- Είναι ενήμεροι, το δάνειό τους, δηλαδή, να μην είναι σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών με σημείο αναφοράς την ημερομηνία υποβολής του σχετικού αιτήματος
- Πληρούν τα εξής εισοδηματικά κριτήρια, όπως ορίζονται στον ν. 4472/2017 για την υπαγωγή σε καθεστώς ευαλώτου, ήτοι
ετήσιο εισόδημα μέχρι 7.000 ευρώ, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ ανά μέλος της οικογένειας, με όριο και μέγιστο ετήσιο εισόδημα 21.000 ευρώ.
–μέγιστη αξία κύριας (πρώτης) κατοικίας 180.000 ευρώ (βάσει αξίας υπολογισμού ΕΝΦΙΑ) και
–συνολικές καταθέσεις έως 7.000 ευρώ, προσαυξανόμενες κατά 3.500 ευρώ για κάθε μέλος της οικογένειας, με όριο συνολικών καταθέσεων το ποσό των 21.000 ευρώ.
Όσον αφορά στη διαδικασία, θα δημιουργηθεί ένα ταμείο εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, με ισόποσες εισφορές των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, το οποίο, ωστόσο, θα είναι στη διαχείριση της ΕΓΔΙΧ.
Αυτό πρακτικά σημαίνει πως οι δανειολήπτες θα συνεχίσουν να πληρώνουν την – αυξημένη, λόγω επιτοκίων – δόση στην τράπεζα, με το 50% της αύξησης να επιστρέφεται μέσω του επίμαχου ταμείου.
Δάνειο: Τριπλή ασφυξία
Από τα μέσα Ιουλίου ήδη ξεκίνησε η ανοδική κίνηση στα επιτόκια των δανείων στεγαστικών, καταναλωτικών αλλά και επιχειρηματικών, μετά την πρώτη αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 0,25 μονάδες.
Οι πρώτες επιβαρύνσεις είναι ορατές στα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, καθώς βασίζονται στο επιτόκιο Εuribor τριμήνου, το οποίο, κινούμενο ανοδικά, προεξοφλεί τις αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ έχοντας ήδη φτάσει στο 0,82%.
Μέσα στο δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου στα στεγαστικά δάνεια και για μέσο δάνειο ποσού 100.000 ευρώ οι επιβαρύνσεις ξεκινούν από περίπου 20-30 ευρώ τον μήνα.
Και μετά τη δεύτερη αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ αναμένεται τις ερχόμενες ημέρες η επιβάρυνση αυτή σταδιακά να διπλασιαστεί μέχρι και την επόμενη -τρίτη στη σειρά- αύξηση επιτοκίων, πριν από τα τέλη του έτους.
Πρακτικά οι δανειολήπτες θα επιβαρύνονται στο εξής και με το ποσό μιας… 13ης δόσης μέσα στον χρόνο.
Για παράδειγμα:
Για στεγαστικό δάνειο 100.000 ευρώ 20ετίας, με κυμαινόμενο επιτόκιο που ήταν στο 3% μέχρι τον Ιούνιο και πλήρωνε μηνιαία δόση 561 ευρώ, η δόση του δανειολήπτη αυξήθηκε από τον προηγούμενο μήνα ήδη σε 586 ευρώ, με επιβάρυνση 25 ευρώ τον μήνα ή 300 ευρώ ετησίως.
Μετά και τη νέα αύξηση όμως κατά 0,75% η νέα δόση ανέρχεται πλέον σε 623 ευρώ (+37 ευρώ τον μήνα), δηλαδή 444 ευρώ ετησίως επιπλέον. Και τελικό κόστος 744 ευρώ τον χρόνο ή 132% μιας τακτικής μηναίας δόσης.
Φυσικά οι επιβαρύνσεις στις δόσεις μπορεί να είναι μεγαλύτερες ή μικρότερες, ανάλογα με το ποσό ή τη διάρκεια του δανείου, κυρίως όμως με βάση τη διάρκεια που απομένει για να λήξει.
Καθώς οι τόκοι εξοφλούνται εμπροσθοβαρώς, αν το δάνειο βρίσκεται στην πρώτη 3ετία ή 5ετία πληρωμών, μπορεί να δει επιβάρυνση μεγαλύτερη και από 30 ευρώ τον μήνα.
Και οι επιβαρύνσεις αυξάνονται όσο θα αυξάνονται τα τραπεζικά επιτόκια κάθε 2 ή 3 μήνες, μέχρι να επιτευχθεί ο στόχος για αναχαίτιση των πληθωριστικών πιέσεων.
Αντιθέτως, αν έχει περάσει το μέσον της διάρκειας του δανείου και πλησιάζει προς τη λήξη του, ο δανειολήπτης αποπληρώνει κυρίως κεφάλαιο και πολύ λιγότερους τόκους. Αρα, αν ο δανειολήπτης ενός δανείου 20ετίας έχει μπει πλέον, π.χ., στον 15ο χρόνο, δεν χρειάζεται να ανησυχεί πόσο θα επιβαρυνθεί.
Δάνειο: Ο μόνος… κερδισμένος
Αυξήσεις επιτοκίων σημαίνει αύξηση του κόστους του χρήματος και για τα κράτη. Ειδικά υπερχρεωμένες χώρες όπως η Ελλάδα επιβαρύνονται υπέρμετρα τόσο για τόκους υφιστάμενων δανείων όσο και για να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους με νέα δάνεια από τις αγορές ομολόγων.
Η περίπτωση της χώρας μας είναι όμως διαφορετική. Το υπουργείο Οικονομικών και ο ΟΔΔΗΧ έσπευσαν ήδη να αντλήσουν το 70% των δανειακών αναγκών της χρονιάς πριν από το β’ εξάμηνο.
Και επιπλέον διαθέτει αυτή τη στιγμή και ένα τεράστιο ταμειακό απόθεμα ύψους 39 δισ. ευρώ, το οποίο διατηρείται σε αυτά τα επίπεδα παρά τα μέτρα στήριξης σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, λόγω της ορθολογικής δημοσιονομικής διαχείρισης αλλά και των επιδόσεων της οικονομίας, που ανατροφοδοτούν τα κρατικά ταμεία.
Αντιθέτως η Ιταλία, που έχει μπει σε νέα φάση πολιτικής αναταραχής, πρέπει να προσελκύσει περί τα 200 δισ. ευρώ μέσα στο τελευταίο τρίμηνο.
Η Ελλάδα είναι επίσης σπάνια περίπτωση χώρας που, λόγω των μνημονίων, έχει κλειδώσει το 99% του δημοσίου χρέους των 394 δισ. ευρώ σε σταθερό επιτόκιο.
Και συνεπώς, με βάση τα παραπάνω, δεν καίγεται να δανειστεί ακριβό χρήμα, ούτε επιβαρύνεται με αυξημένους τόκους σε κάθε μεταβολή λόγω ΕΚΤ ή αγορών.