Διόδια: Έρχονται αυξήσεις στα διόδια. Νέα πρόταση από τις εταιρείες παραχώρησης για τις ανατιμήσεις
Συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση.
Οι εταιρείες εγείρουν απαίτηση για αποζημιώσεις 45 εκατ. ευρώ για το πάγωμα των αυξήσεων που προβλέπουν οι συμβάσεις παραχώρησης. Όλες οι εξελίξεις στο xristika.gr.
Πάνω σε νέα πρόταση των εταιρειών για επιμερισμό των αυξήσεων των διοδίων σε επόμενα έτη, ξεκινά ο νέος γύρος διαπραγμάτευσης των παραχωρησιούχων με το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, με σκοπό την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης για να μην προχωρήσουν οι ανατιμήσεις κατά 12% που προβλέπει η τιμαριθμική αναπροσαρμογή των διοδίων για το 2023.
Οι συζητήσεις μεταξύ δημοσίου και εταιρειών συνεχίζονται, καθώς στην τελευταία συνάντηση της περασμένης Πέμπτης που έγινε μεταξύ των τεσσάρων ομίλων που εκπροσωπούν τις έξι συμβάσεις παραχώρησης και του υπουργείου, δεν επήλθε συμφωνία.
Αρμόδιες πηγές του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, επισημαίνουν ότι στόχος της κυβέρνησης είναι να υπάρξει μια κατανομή του κόστους μεταξύ εταιρειών, δημοσίου και χρηστών. Σε αυτή την λογική, επισημαίνουν, το δημόσιο πρότεινε την μείωση του ΦΠΑ από το 24% στο 13%, με ένα μέτρο που έχει υπολογιστεί ότι θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό με 69 εκατ. ευρώ.
Προϋπόθεση, όπως αναφέρουν, είναι η μείωση αυτή να συνοδευτεί με αναλογική μείωση και των τελών διέλευσης στους αυτοκινητοδρόμους, ώστε τα χρήματα αυτά να μην πάνε εξ΄ολοκλήρου στις εταιρείες παραχώρησης.
Διόδια: Και αυξήσεις και αποζημιώσεις
Οι τελευταίες, όπως έχει γράψει το newmoney, αξιώνουν ήδη 40 έως 45 εκατ. ευρώ ως αποζημιώσεις για το πάγωμα των ανατιμήσεων για όλο το 2023, αίτημα που το ΥΠΟΜΕΔΙ αρνείται να ικανοποιήσει.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι παραχωρησιούχοι δεν δικαιούνται αποζημίωσης, καθώς δεν υπήρχε καμία έγγραφη παραίνεση του υπουργείου για να μην εφαρμοστούν οι αυξήσεις, κάτι θα συνιστούσε με βάση τους νομικούς όρους των συμβάσεων ευθύνη του δημοσίου.
Όπως επισημαίνουν, οι εταιρείες «πατούν» πάνω στις δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων της απερχόμενης κυβέρνησης που ανέφεραν ότι θα ανασταλούν οι αυξήσεις για να διεκδικήσουν αποζημιώσεις για το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Στο υπουργείο τονίζουν ότι η μείωση του ΦΠΑ υπήρξε μια εναλλακτική λύση για να αποτρέψουν μια ονομαστική αύξηση στα επίπεδα του πληθωρισμού που θα είχε σημαντική επιβάρυνση. Δεν θεωρούν, όμως, ότι είναι η βέλτιστη.
Διόδια: Τα διόδια αυξήθηκαν στην ΕΕ
Στόχος, όπως τονίζουν, είναι ο τελικός χρήστης να έχει τη μικρότερη δυνατή συμμετοχή στην ανατίμηση των διοδίων και να περιοριστεί το κόστος για τον Έλληνα φορολογούμενο.
Αυξήσεις, όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές του υπουργείου, έχουν ήδη συντελεστεί σε άλλες χώρες της ΕΕ, φέρνοντας ως παράδειγμα την Πορτογαλία όπου οι ανατιμήσεις «σπάνε» και επιμερίζονται σε μια διετία, ώστε να μετριαστεί το βάρος για τους πολίτες. Παρόμοια συζήτηση φαίνεται να γίνεται και στην Ελλάδα χωρίς προς το παρόν να έχουν αποσαφηνιστεί οι όροι που είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης.
«Για να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε με τα διόδια, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε μια σειρά παραμέτρων, όπως τι κόστος θα απορροφήσουν οι παραχωρησιούχοι και τί θα μετακυλίσουν στο μέλλον» αναφέρουν καλά ενημερωμένες πηγές του υπουργείου.
Χθες, παράγοντες του υπουργείου έλεγαν ότι η μείωση του ΦΠΑ στις μεταφορές έχει ένα κόστος στον προϋπολογισμό για όλο το 2023 ύψους 500 εκατ. ευρώ. Μέσα σε αυτή την ρύθμιση υπήρξε η σκέψη να ενσωματωθεί και ο μειωμένος ΦΠΑ στα διόδια.
Το υπουργείο εμφανίστηκε πιο διαλλακτικό χθες, τονίζοντας ότι οι τιμαριθμικές αναπροσαρμογές, προβλέπονται από τις συμβάσεις παραχωρήσεις και επομένως η κυβέρνηση δεν μπορεί να τις αποτρέψει, αλλά καταβάλλει προσπάθεια για να μετριαστούν.
Ως αντίστοιχο παράδειγμα έφεραν τις τιμές των ακτοπλοϊκών και αεροπορικών εισιτηρίων, τις οποίες η πολιτεία προσπάθησε να συγκρατήσει, αλλά χωρίς να αποτρέψει τις αυξήσεις, καθώς το κόστος των μετακινήσεων έχει ενισχυθεί.
Το γεγονός ότι οι κοινοπραξίες που λειτουργούν και συντηρούν τους οδικούς άξονες δεν προχώρησαν σε ανατιμήσεις από την 1 Σεπτεμβρίου, όπως δήλωναν, δείχνει αν μην τι άλλο ότι δεν θέλουν να έχουν απέναντί τους την κυβέρνηση στο θέμα των διοδίων κάτι που σημαίνει ότι η συμφωνία είναι επιβεβλημένη.
Διόδια: Αυτό είναι το μέλλον – Πού καταργούνται τελείως
Το μέλλον στις μετακινήσεις με αυτοκίνητο δείχνει η Πολωνία καθώς καταργεί πλήρως τα διόδια.
Μια απόφαση – σταθμό έλαβε η Πολωνία για τους πολίτες της, με τον πρωθυπουργό της χώρας να διαμηνύει πως οι αυτοκινητόδρομοι είναι για να εξυπηρετούν τους πολίτες.
Σύμφωνα με το Euronews, η κυβέρνηση υιοθέτησε ήδη νόμο για την κατάργηση των διοδίων, βάσει του οποίου η διέλευση θα είναι στο εξής δωρεάν, τουλάχιστον σε όσους αυτοκινητοδρόμους διαχειρίζεται το κράτος.
Σημειώνεται πως αυτή ήταν για μια από τις τρεις βασικές δεσμεύσεις του κυβερνητικού προγράμματος του Κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη η οποία τηρήθηκε και θα προσφέρει μεγάλη ανακούφιση στους πολίτες της χώρας.
Διόδια: Καμία μείωση, έρχεται… αύξηση
Την ώρα που δημοσιεύματα θέλουν τις τιμές των διοδίων να μειώνονται, η «Εφημερίδα των Συντακτών» έχει διαφορετικό ρεπορτάζ.
Ως «προεκλογικό ρουσφέτι» στην κυβέρνηση διαχειρίζονται οι εταιρείες παραχώρησης των αυτοκινητοδρόμων τις αυξήσεις στα διόδια που έχουν ήδη αποφασίσει, φτάνουν σε ύψος το 16%, αλλά θα τεθούν σε εφαρμογή όταν εκείνες αποφασίσουν.
Οι αυξήσεις αυτές προκύπτουν από τις συμβάσεις παραχώρησης και στηρίζονται στον πληθωρισμό, ο οποίος μπορεί να ξεπεράσει το 10% μέσα στο 2022.
Ομως η κυβέρνηση ζητά οι αυξήσεις αυτές να μην επιβληθούν αμέσως, αλλά αργότερα και το βασικότερο που την απασχολεί είναι να μη συμβεί αυτό μέσα στην προεκλογική περίοδο.
Υπενθυμίζεται ότι εδώ και πολλές εβδομάδες κυβερνητικά στελέχη ανακοίνωναν ότι δεν πρόκειται να επιβληθούν αυξήσεις στα διόδια, χωρίς να δημοσιοποιούν πώς θα καταστεί αυτό εφικτό.
Ομως ήδη κυκλοφορούν πίνακες με τις αυξήσεις που θα ισχύσουν και την υποσημείωση ότι:
«Η εταιρεία θα ενημερώσει τους χρήστες του αυτοκινητοδρόμου τουλάχιστον ένα μήνα πριν για τυχόν εφαρμογή εντός του πλαισίου των παραπάνω ανώτατων τιμών διοδίων τελών».
Η δημοσιοποίηση των καταλόγων γίνεται τώρα διότι στις συμβάσεις παραχώρησης που έχουν υπογράψει οι κοινοπραξίες με το Δημόσιο, οι αναπροσαρμογές θα πρέπει να ανακοινώνονται μέχρι το τέλος κάθε χρόνου ώστε να μπορούν να εφαρμοστούν τον επόμενο.
Οι αυξήσεις που έχουν ως τώρα ανακοινωθεί παραπέμπουν σε ανατίμηση 10-16% σε μεγάλους αυτοκινητοδρόμους όπως τον άξονα Ελευσίνα-Κόρινθος-Πάτρα (Ολυμπία Οδός) και το τμήμα του ΠΑΘΕ Μαλιακός-Κλειδί (Αυτοκινητόδρομος Αιγαίου), ενώ ανάλογες ανακοινώσεις κατοχύρωσης ετοιμάζονται από άλλες κοινοπραξίες (Νέα Οδός, Κεντρική Οδός, Μορέας κ.λπ.).
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση έχει τρόπους να πιέσει τους παραχωρησιούχους ώστε εκείνοι να μη θέσουν σε εφαρμογή τις αυξήσεις μέσα στην προεκλογική περίοδο και να τις αφήσουν για την επόμενη κυβέρνηση.
Στις κοινοπραξίες συμμετέχουν οι μεγάλες κατασκευαστικές ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ, ΕΛΛΑΚΤΩΡ και ΑΒΑΞ, οι οποίες παίρνουν μέρος και σε μεγάλα έργα που βρίσκονται σε εξέλιξη ή σε έργα τα οποία βρίσκονται τώρα σε φάση επιλογής αναδόχου.
Ως δόλωμα μπορεί επίσης να λειτουργήσει και η νέα σύμβαση παραχώρησης της Αττικής Οδού για την οποία είναι σε εξέλιξη η διαδικασία επιλογής.
Βέβαια, σε πολλές κοινοπραξίες συμμετέχουν και μεγάλοι όμιλοι του εξωτερικού (Hochtief, Vinci) οι οποίοι δεν «ψήνονται» από προεκλογικές ανησυχίες – εκτός αν και εκείνοι ενδιαφέρονται για άλλα μεγάλα έργα.
Σύμφωνα με την ενημερωτική ανακοίνωση της Ολυμπίας Οδού, τα διόδια για οχήματα ΙΧ θα αυξηθούν στον σταθμό Ελευσίνα από τα 2,1 στα 2,4 ευρώ, στον Ισθμό από 1,8 στα 2 ευρώ, στο Κιάτο από 2,3 ευρώ στα 2,6, στον Ελαιώνα από 3,3 στα 3,7 ευρώ και στο Ρίο από τα 2,3 ευρώ στα 2,5.
Στον μετωπικό σταθμό Πελασγίας (Μαλιακός-Κλειδί) η τιμή των διοδίων θα ανεβεί σε 3,9 ευρώ από 3,5 ευρώ, στο Μοσχοχώρι στα 4,5 ευρώ από 4 ευρώ, στο Μακρυχώρι στα 2,9 ευρώ από 2,5 ευρώ, στη Λεπτοκαρυά στα 3,6 ευρώ από 3,2 ευρώ και στο Κλειδί στα 2,5 ευρώ από 2,2 ευρώ.
Ανάλογες θα είναι οι αυξήσεις στα πλευρικά διόδια.
Διόδια: Κόντρα κυβέρνησης – παραχωρησιούχων
Σε σύγκρουση για τις ετήσιες αυξήσεις στις τιμές των διοδίων οδηγούνται το υπουργείο Υποδομών και οι παραχωρησιούχοι των οδικών αξόνων, λόγω της μεγάλης αύξησης 12% που θα έπρεπε να δοθεί εφέτος, λόγω της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής.
Από την πλευρά τους οι παραχωρησιούχοι προειδοποιούν ότι δεν μπορούν να ανατραπούν μονομερώς οι υπογεγραμμένες συμβάσεις και ότι ενδέχεται να τεθεί ζήτημα καταγγελίας των δανειακών τους συμβάσεων, ενώ ο υπουργός Υποδομών Κώστας Καραμανλής ξεκαθαρίζει ότι αυξήσεις δεν πρόκειται να επιτραπούν.
Βάσει των συμβάσεων παραχώρησης των οδικών αξόνων, οι παραχωρησιούχοι (Νέα Οδός, Κεντρική Οδός, Ολυμπία Οδός, Μορέας, Αυτοκινητόδρομος Αιγαίου, Γέφυρα Α.Ε.) αναπροσαρμόζουν ετησίως τις τιμές των διοδίων με βάση τον δείκτη τιμών καταναλωτή (Σεπτεμβρίου) της χρονιάς που πέρασε. Συνήθως οι αυξήσεις αυτές είναι μικρές, μάλιστα κάποιες χρονιές (λ.χ. το 2020) υπήρξε και μείωση, πάντα βάσει του ίδιου τρόπου υπολογισμού.
Εφέτος όμως η κατάσταση είναι διαφορετική. Σύμφωνα με τον εφετινό δείκτη τιμών καταναλωτή του Σεπτεμβρίου, η αύξηση από το 2023 θα έπρεπε να είναι 12%.
Οι έξι παραχωρησιούχοι υπέβαλαν εδώ και δύο μήνες τις προτεινόμενες τιμές στην αρμόδια διεύθυνση του υπουργείου Υποδομών για να προχωρήσουν σε αναπροσαρμογή των τιμών, καθώς δεν απαιτείται άλλη έγκριση από το Δημόσιο. Όμως, το υπουργείο τους ζήτησε να μην το κάνουν.
Να σημειωθεί ότι η Αττική Οδός έχει αποφασίσει να μην προχωράει σε τιμαριθμικές αυξήσεις, ενώ στην Εγνατία Οδό το ύψος των διοδίων είναι καθορισμένο από το υπουργείο Υποδομών και σταθερό.
Η εντολή μη αύξησης των διοδίων έχει δοθεί από το Μαξίμου και γι’ αυτό το υπουργείο Υποδομών είναι αμετακίνητο. Μάλιστα την προηγούμενη εβδομάδα υπήρξε συνάντηση στελεχών των έξι παραχωρησιούχων με τον υφυπουργό Γιώργο Καραγιάννη.
Από την πλευρά τους οι παραχωρησιούχοι υποστηρίζουν κατ’ αρχάς ότι η ετήσια αναπροσαρμογή των διοδίων είναι στοιχείο των συμβάσεων παραχώρησης και προφανώς αυτό δεν μπορεί να μεταβληθεί μονομερώς (δηλαδή μόνο με τη θέληση του υπουργείου).
Επομένως είναι νομικά κατοχυρωμένοι. Περαιτέρω, οι παραχωρησιούχοι υποστηρίζουν ότι αν δεν γίνει η ετήσια αναπροσαρμογή, οι δανείστριες τράπεζες έχουν δικαίωμα να καταγγείλουν τις δανειακές συμβάσεις, προκαλώντας «ξαφνικό θάνατο» στις κοινοπραξίες.