Κορονοϊός: Οι επαναμολύνσεις συσχετίστηκαν με χαμηλότερο ιικό φορτίο και με χαμηλότερα ποσοστά αυτοαναφερόμενων συμπτωμάτων, όπως αναφέρει νεότερη μελέτη, τα αποτελέσματα της οποίας αναλύουν οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ. Όλες οι λεπτομέρειςς στο xristika.gr.
Πρόσφατο άρθρο ,που δημοσιεύθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2024 στο έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Science, αναλύει τα στατιστικά στοιχεία των επαναμολύνσεων SARS-CoV-2 που αυξήθηκαν σημαντικά μετά την εμφάνιση των διαδοχικών παραλλαγών της Omicron.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ Παθολόγος, Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ Θεοδώρα Ψαλτοπούλου και η Βιολόγος Παναγιώτα Ζαχαράκη, αναφέρουν ότι οι συγκρίσεις μεγάλης κλίμακας σε επίπεδο κοινότητας μεταξύ πολλαπλών κυμάτων Omicron, των χαρακτηριστικών επαναμόλυνσης, των παραγόντων κινδύνου και της προστασίας που παρέχεται από προηγούμενη μόλυνση και εμβολιασμό, είναι περιορισμένες και γι’ αυτό χρήσιμες για καταγραφή.
Στη συγκεκριμένη μελέτη ερευνήθηκαν 45.000 επαναμολύνσεις από την εθνική Έρευνα Λοιμώξεων COVID-19 του Ηνωμένου Βασιλείου και ποσοτικοποιήθηκε ο κίνδυνος επαναμόλυνσης σε πολλαπλά κύματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προκαλούνται από τις υποπαραλλαγές BA.1, BA.2, BA.4/5 και BQ.1/CH.1.1/XBB.1.5. Διαπιστώθηκε ότι οι επαναμολύνσεις συσχετίστηκαν με χαμηλότερο ιικό φορτίο και με χαμηλότερα ποσοστά αυτοαναφερόμενων συμπτωμάτων σε σύγκριση με τις πρώτες λοιμώξεις.
Σε πολλαπλά κύματα Omicron, η εκτιμώμενη προστασία έναντι της επαναμόλυνσης ήταν σημαντικά υψηλότερη σε όσους είχαν μολυνθεί στο παρελθόν με τις πιο πρόσφατες παραλλαγές, ακόμη και ταυτόχρονα από προηγούμενη μόλυνση.
Η εκτιμώμενη προστασία έναντι των επαναμολύνσεων Omicron μειώθηκε με την πάροδο του χρόνου από την πιο πρόσφατη μόλυνση, εάν αυτή ήταν η προηγούμενη ή η προτελευταία παραλλαγή (γενικά εντός του προηγούμενου έτους). Αυτές οι 14-180 ημέρες μετά τη λήψη του πιο πρόσφατου εμβολιασμού τους είχαν χαμηλότερο κίνδυνο επαναμόλυνσης, συγκριτικά με τις >180 ημέρες από τον πιο πρόσφατο εμβολιασμό τους.
Ο κίνδυνος επαναμόλυνσης ήταν ανεξάρτητα υψηλότερος σε άτομα ηλικίας 30-45 ετών και με χαμηλό ή υψηλό ιικό φορτίο στην πιο πρόσφατη προηγούμενη μόλυνση.
Συνολικά, ο κίνδυνος επαναμόλυνσης του Omicron είναι υψηλός, αλλά με χαμηλότερη σοβαρότητα από τις πρώτες λοιμώξεις.
Τόσο οι νεότερες παραλλαγές, λόγω της εξελικτικότητας του ιού, όσο και η φθίνουσα ανοσία συνδέονται ανεξάρτητα με τον κίνδυνο της επαναμόλυνσης.
Κορονοϊός: Ο κίνδυνος που απειλεί 1 στους 3 μετά την επαναλοίμωξη
Τον προβληματισμό της επιστημονικής κοινότητας εντείνουν οι εξελίξεις σχετικά με τον κορωνοϊό SARS-CoV-2, τις παραλλαγές και τις μεταλλάξεις τους, δεδομένου πως οι επαναλοιμώξεις πολλαπλασιάζονται και η υποπαραλλαγή της Omicron BA.5 εξαπλώνεται ήδη σε ολόκληρο τον κόσμο. Μεγάλη ανησυχία προκύπτει έπειτα από τη σύνδεση των επαναλοιμώξεων με σοβαρότερες μακροπρόθεσμες συνέπειες για την υγεία.
Ένας σχεδόν στους τρεις (30%) θα υποφέρει από long COVID, αναφέρει σε άρθρο του ο Δρ John Donne Potter, καθηγητής στο Ερευνητικό Κέντρο Υγείας και Ευεξίας του Πανεπιστημίου Massey στη Νέα Ζηλανδία, προσθέτοντας πως το σύνδρομο με τα επίμονα συμπτώματα μετά από μια δεύτερη νόσηση με COVID-19 θα έχει δραματικότερες επιπτώσεις και σημειώνοντας δύο βασικές παραμέτρους που προβληματίζουν:
- τη χαλάρωση των μέτρων και τη μετάθεση της ευθύνης για την προστασία από τον ιό στους πολίτες, οπότε η παντελής πλέον απουσία πρόληψης -από τη χρήση μάσκας έως την αποφυγή συνωστισμών- αποτιμάται ήδη σε έκρηξη νέων κρουσμάτων και αύξηση των περιπτώσεων long COVID
- τον τρόπο που εξελίσσεται ο κορωνοϊός και σήμερα, οι υποπαραλλαγές της Omicron να διαφέρουν σημαντικά περισσότερο σε κλινικό και γενετικό επίπεδο από το αρχικό στέλεχος της Omicron, συγκριτικά με την παραλλαγή Δέλτα από το αρχικό στέλεχος της Ουχάν. Οι υποπαραλλαγές της Omicron έχουν δείξει μεγαλύτερη διαφυγή από την φυσική ανοσία ή και τον εμβολιασμό, ενώ η επικρατούσα Omicron BA.5 μπορεί να μολύνει κύτταρα προσομοιάζοντας στη Δέλτα περισσότερο παρά στην Omicron.
Κορονοϊός: Tι γνωρίζουμε για τη long COVID
Τα επίμονα συμπτώματα ή οι διαταραχές και βλάβες σε όργανα μετά την οξεία φάση της νόσου έχουν παρατηρηθεί και σε άλλες περιπτώσεις, όπως ανεξήγητη χρόνια αναπηρία μετά από λοιμώξεις από τον ιό Έμπολα, δάγκειο πυρετό, πολιομυελίτιδα, τον ιό SARS και τον ιό του Δυτικού Νείλου, σε μια μειοψηφία όμως των ασθενών.
Εν αντιθέσει, επισημαίνει ο καθηγητής, είναι το τεράστιο μέγεθος της πανδημίας COVID-19 και ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν πληγεί από το long COVID που αναδεικνύουν τη σοβαρότητά της. Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι πλέον σαφές από πολλαπλές μεγάλες μελέτες ότι:
- πρόκειται για ένα σύνολο συνδρόμων
- επηρεάζει πολλαπλά όργανα και συστήματα
- υποχωρεί είτε επιμένει ανά περίπτωση
- μπορεί να γίνει σοβαρά εξουθενωτικό
- ο κίνδυνος μειώνεται με τον εμβολιασμό
- η παθολογία του είναι ελάχιστα κατανοητή
- μόλις τώρα αρχίζουμε να βρίσκουμε τρόπους πρόβλεψης του κινδύνου και παρακολούθησης της πορείας του
«Το πιο σημαντικό ενδεχομένως, είναι το σενάριο η επαναλοίμωξη να γίνει χαρακτηριστικό της πανδημίας για τους επόμενους 12 έως 36 μήνες τουλάχιστον, αυξάνοντας τον κίνδυνο long COVID με κάθε επαναλαμβανόμενη μόλυνση», αναφέρει ο Δρ Potter.
Κορονοϊός: Τι δείχνει η διεθνής εμπειρία
Μεγάλες μελέτες από τη Δανία, την Αγγλία και τις ΗΠΑ έδειξαν ότι το 20-30% όσων διαγιγνώσκονται θετικοί στην COVID-19 ταλαιπωρούνται από ένα τουλάχιστον σύμπτωμα μετά την οξεία νόσο έως και 12 μήνες από τη μόλυνση, όπως:
- απώλεια της όσφρησης και της γεύσης
- κόπωση
- δύσπνοια
- αδύναμα άκρα
- δυσκολία συγκέντρωσης
- διαταραχή της μνήμης
- διαταραχές του ύπνου
- ψυχική ή σωματική εξάντληση.
Η εμπειρία από την Αγγλία έδειξε ότι τα επίμονα συμπτώματα εντοπίζονταν κυρίως σε γυναίκες και ηλικιωμένους και πως παχυσαρκία, κάπνισμα ή άτμισμα, νοσηλεία (κυρίως) και υλική και κοινωνική στέρηση αποτέλεσαν παράγοντες κινδύνου.
Στις ΗΠΑ παρατηρήθηκε ότι:
- οι νεότεροι αναρρώσαντες διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο για διαταραχές του καρδιακού ρυθμού και μυοσκελετικό πόνο συγκριτικά με τους άνω των 65 ετών,
- οι τελευταίοι όμως είχαν σημαντικά μεγαλύτερες πιθανότητες για νεφρική ανεπάρκεια, διαταραχές της πήξης το αίματος, εγκεφαλικό επεισόδιο, διαβήτη τύπου 2, μυϊκές διαταραχές και διάφορες νευρολογικές και ψυχιατρικές καταστάσεις.
Τέλος, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη με περισσότερους από πέντε εκατομμύρια ανθρώπους, έδειξε ότι ο αριθμός των επαναλοιμώξεων αυξάνει αναλογικά τις πιθανότητες long COVID, ο εμβολιασμός αντιθέτως τις μειώνει όπως και τον κίνδυνο για σοβαρή νόσο, νοσηλεία, εισαγωγή σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και θάνατο.
Κορονοϊός: Κάνατε τεστ και βγήκε αρνητικό; Η μεγάλη… παγίδα
Τέσσερα και κάτι χρόνια μετά την πρώτη εμφάνιση του νέου κορονοϊού και της Covid, πολλοί διαμαρτύρονται ότι τα self test δεν βγαίνουν θετικά, ακόμη και αν έχουν κολλήσει.
Ή, τουλάχιστον, δεν βγαίνουν αμέσως θετικά, ακόμη κι όταν έχουν συμπτώματα, αλλά μέρες μετά τη μετάδοση.
Στην πραγματικότητα, τα Διαγνωστικά Τεστ Ταχείας Ανίχνευσης Αντιγόνων (self test) για τον κορονοϊό λειτουργούν το ίδιο καλά με το παρελθόν. Αυτό που έχει αλλάξει είναι ο τρόπος με τον οποίο το σώμα μας ανταποκρίνεται στον κορωνοϊό, με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι να κάνουν τεστ πολύ νωρίς, λέει στο Bloomberg ο ανοσολόγος και επιδημιολόγος Michael Mina, επικεφαλής του επιστημονικού τμήματος στην εταιρεία eMed LLC, η οποία βοήθησε στην εφαρμογή του προγράμματος Home Test to Treat της αμερικανικής κυβέρνησης πριν από έναν χρόνο.
Το 2020, τα πρώτα συμπτώματα, η απώλεια όσφρησης και γεύσης, η κούραση και ο ξηρός βήχας, προανήγγειλαν την έναρξη της Covid-19 συνήθως μία εβδομάδα μετά την είσοδο του ιού στο σώμα.
Έκτοτε, όμως, οι πολλαπλοί εμβολιασμοί και οι φυσικές λοιμώξεις έχουν κάνει τους περισσότερους ανθρώπους «ανοσολογικά μορφωμένους», όπως λέει.
Το όλο και μεγαλύτερο τείχος ανοσίας που χτίζουμε έχει κάνει το σώμα μας ικανό να αναγνωρίζει τον ιό SARS-CoV-2 γρηγορότερα και να κάνει καλύτερη δουλειά στην καταστολή του, παρά τις δεκάδες νέες παραλλαγές.
Αυτό σημαίνει ότι η ρινική συμφόρηση, ο πυρετός και άλλα πρώιμα σημάδια μπορεί να εμφανιστούν μέσα σε μία με δύο μέρες μετά τη μόλυνση κατά τη διάρκεια μιας «πρόδρομης φάσης» που εμφανίζεται πριν από την πλήρη ανάπτυξη των συμπτωμάτων της νόσου, σύμφωνα με τον Mina.
«Αυτό είναι απλώς το ανοσοποιητικό μας σύστημα που λέει «Γεια, έχω αρχίσει να αναγνωρίζω κάτι εδώ»», εξηγεί.
Η ταχύτερη απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος έκανε ορισμένους επιστήμονες να πιστέψουν ότι η περίοδος επώασης του κορονοϊού μειώθηκε με την πάροδο του χρόνου.
Όμως, η κινητική ανάπτυξης του ιού έχει αλλάξει ελάχιστα από το 2020, λέει ο ανοσολόγος. Χρειάζεται ακόμα ο ίδιος χρόνος για να μεταβεί ο ιός από, ας πούμε, 10 σωματίδια σε 10 εκατομμύρια σωματίδια».
Το 2020, οι υγειονομικές αρχές συνέστησαν να περιμένουμε τέσσερις ή πέντε ημέρες μετά την έκθεση στον ιό για να κάνουμε τεστ, όταν δηλαδή η ποσότητα του ιού στο ανώτερο αναπνευστικό πλησίαζε στο ανώτατο όριο και ήταν εύκολα ανιχνεύσιμη. Αλλά η εμφάνιση πρόδρομων συμπτωμάτων και η σχετική ευκολία των τεστ στο σπίτι σημαίνει ότι οι άνθρωποι κάνουν τεστ για Covid πολύ νωρίτερα πλέον.
«Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να κάνουν το τεστ 24 έως 48 ώρες μετά την έκθεση», λέει ο Mina, πρώην επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας, Ανοσολογίας και Λοιμωδών Νόσων στη σχολή T.H. Chan School of Public Health του Χάρβαρντ στη Βοστώνη. «Και, όπως συνέβαινε και το 2020, ο ιός δεν έχει ακόμη φτάσει σε σε υψηλά επίπεδα στη μύτη. Χρειάζονται πραγματικά τέσσερις, πέντε, έξι ημέρες», προσθέτει.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το «μορφωμένο» πλέον ανοσοποιητικό μας σύστημα μάς παρέχει ένα είδος ενσωματωμένου self test. Αντί να δείχνει τη θετικότητα με μία ροζ γραμμή σε μια δοκιμαστική ταινία, το σήμα έρχεται με συμφόρηση και πυρετό.
Και, όπως λέει, μπορεί να χρειαστεί να περάσουν μία ή δύο ημέρες ακόμη για να πάρει κανείς την επιβεβαίωση από το self test, αφού το «ανοσολογικό τεστ» του ίδιου του οργανισμού μας έχει ήδη αρχίσει να δείχνει ότι υπάρχει κάτι.
Μελέτες των προτύπων μετάδοσης στα νοικοκυριά στις αρχές της πανδημίας έδειξαν ότι τα μολυσμένα άτομα ήταν πιο πιθανό να μεταδώσουν τον ιό τέσσερις έως έξι ημέρες μετά την έκθεση. Το «παράθυρο» αυτό δεν έχει αλλάξει σημαντικά από τότε, λέει ο Mina.
Ένα άτομο που βγαίνει αρνητικό σε ένα γρήγορο τεστ δύο ημέρες μετά την έκθεση στον κορονοϊό παραμένει σε χαμηλό κίνδυνο μετάδοσης του.
«Θα μπορούσατε να μολύνετε τη σύζυγό σας ή κάποιον με τον οποίο είστε πολύ κοντά τη δεύτερη μέρα; Μάλλον», λέει. «Αλλά είναι πιθανό να είστε σούπερ μεταδοτικοί και να είστε αρνητικοί; Πιθανότατα όχι.»
Το θετικό τεστ, από την άλλη πλευρά, σηματοδοτεί την παρουσία πολλών ιών και τον κίνδυνο μόλυνσης άλλων.
Ακόμη και όταν κάποιος έχει ήπια συμπτώματα μετά από έκθεση στον κορωνοϊό και συνεχίζει να επιστρέφει αρνητικά γρήγορα τεστ για αρκετές ημέρες, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι έχει γλιτώσει από τη μόλυνση ή ότι η τεχνική ή τα τεστ είναι ελαττωματικά, λέει ο Mina.
Αντίθετα, θα μπορούσε να σημαίνει ότι το «μορφωμένο» ανοσοποιητικό σύστημα του ατόμου έχει αποτρέψει επιτυχώς τον ιό να φτάσει σε επίπεδα ανιχνεύσιμα σε ένα γρήγορο τεστ αντιγόνου. Το όριο είναι περίπου 100.000 αντίγραφα ανά χιλιοστόλιτρο – ένα μικρό κλάσμα από το 1 δισεκατομμύριο έως 1 τρισεκατομμύριο αντίγραφα ανά χιλιοστόλιτρο που μπορούν να έχουν τα άτομα στο μολυσματικό τους μέγιστο, λέει.
Καθώς η ανοσία των ανθρώπων χτίζεται, περισσότεροι άνθρωποι πιθανότατα δεν θα επιστρέψουν θετικό γρήγορο τεστ, ακόμα κι αν κολλήσουν Covid και αισθανθούν αδιαθεσία.
Κορονοϊός: Έχετε αυτά τα συμπτώματα; Τότε έχετε JN.1
Μια νέα υποπαραλλαγή του κορονοϊού απειλεί να φέρει παγκόσμιο όλεθρο!
Η παραλλαγή JN.1 covid αυξάνει τον συνολικό αριθμό των νέων κρουσμάτων και σε μικρότερο βαθμό των εισαγωγών στα νοσοκομεία. Τα κρούσματα JN.1 αυξάνονται, επίσης, στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία, στην Κίνα και την Ινδία, και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως και στη χώρα μας.
Η καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, η βιολόγος Παναγιώτα Ζαχαράκη και ο γιατρός Γιάννης Ντάνασης συνοψίζουν τα νεότερα δεδομένα.
Οι διεθνείς υγειονομικές αρχές επισημαίνουν πως δεν είναι ακόμα σίγουρο εάν οι λοιμώξεις από τη JN.1 προκαλούν διαφορετικά συμπτώματα από άλλες παραλλαγές, με το CDC να σημειώνει ότι «οι τύποι συμπτωμάτων και το πόσο σοβαρά είναι συνήθως εξαρτώνται περισσότερο από την ανοσία και τη γενική υγεία ενός ατόμου παρά από ποια παραλλαγή προκαλεί τη μόλυνση».
Σύμφωνα με το CDC, στα συμπτώματα αυτής της υποπαραλλαγής περιλαμβάνονται: Βήχας, πονόλαιμος, πονοκέφαλος, μυικοί πόνοι, πυρετός, απώλεια γεύσης και όσφρησης, καταρροή ή ρινικό μπούκωμα, κόπωση, εγκεφαλική θόλωση «brain fog», δύσπνοια και ελαφρά γαστρεντερικά συμπτώματα (στομαχικές διαταραχές, ελαφρά διάρροια).
Τα τελευταία δεδομένα από το Γραφείο Εθνικής Στατιστικής του Ηνωμένου Βασιλείου (UK Office for National Statistics), από τον Δεκέμβριο του 2023, υποδηλώνουν ότι τα πιο συχνά αναφερόμενα συμπτώματα μεταξύ των ερωτηθέντων με covid-19 περιλαμβάνουν: Καταρροή (31,1%), βήχας (22,9%), πονοκέφαλος (20,1%), αδυναμία ή κόπωση (19,6%), μυϊκός πόνος (15,8%), πονόλαιμος (13,2%), προβλήματα ύπνου (10,8%), ανησυχία ή άγχος (10,5%).
Πολλά από τα συνηθέστερα συμπτώματα, συμπεριλαμβανομένων της καταρροής και του βήχα, έχουν αναφερθεί σε άτομα με covid από το 2020, αν και η λίστα περιλαμβάνει ορισμένες νέες προσθήκες, όπως προβλήματα ύπνου και άγχος. Επιπρόσθετα, η απώλεια γεύσης και όσφρησης -κάποτε θεωρούνταν ενδεικτικό σημάδι της covid- αναφέρεται τώρα μόνο από το 2 έως 3 τοις εκατό των μολυσμένων ατόμων στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η ξαφνική άνοδος της JN.1 υποδηλώνει ότι είναι είτε πιο μεταδοτική είτε καλύτερη στην αποφυγή του ανοσοποιητικού συστήματός μας (ανοσοδιαφυγή). Ωστόσο, σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα, δεν φαίνεται να είναι πιο επιθετική από άλλες παραλλαγές που κυκλοφορούν, σύμφωνα με το CDC.
Τέλος, οι συστάσεις, παγκοσμίως, για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της covid-19 παραμένουν οι ίδιες: Μείνετε προσεκτικοί σε εσωτερικούς χώρους και εάν είστε θετικοί είναι καλύτερο να μείνετε σπίτι, απομονωμένοι από τους άλλους για κάποιες ημέρες. Σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων των ΗΠΑ, «είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι τα υπάρχοντα εμβόλια και οι θεραπείες εξακολουθούν να λειτουργούν καλά και κατά της υποπαραλλαγής JN.1, επομένως αυτή η υποπαραλλαγή δεν επηρεάζει τις συστάσεις του CDC».
Κορονοϊός: Έκτακτη ανακοίνωση! Ο εφιάλτης επιστρέφει – Πού θα φοράμε μάσκα
Σύμφωνα με πληροφορίες, θα υπάρχει σύσταση για χρήση μάσκας σε κλειστούς χώρους και μέσα μαζικής μεταφοράς (ΜΜΜ), επιπλέον θα δοθεί έμφαση στην ενίσχυση του εμβολιασμού έναντι του κορονοϊού για τις ευπαθείς ομάδες, ενώ θα δοθεί έμφαση στη σωστή και έγκαιρη χρήση των αντι-ικών φαρμάκων.
Επιπλέον, σύσταση για υποχρεωτική εφαρμογή της χρήσης μάσκας στις μονάδες υγείας (θα αποφασίζει η επιτροπή λοιμώξεων του κάθε νοσοκομείου εάν υπάρχει κάποιος λόγος εξαίρεσης).
Η υπομονάδα JN.1 του COVID αποτελεί το 39% έως το 50% των κρουσμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες, ανακοίνωσε το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών (CDC) την Παρασκευή. Οι προβλέψεις του οργανισμού οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είναι η υποπαραλλαγή που κυκλοφορεί πιο ευρέως στις ΗΠΑ.
Η συνεχιζόμενη αύξηση υποδηλώνει ότι η υποπαραλλαγή είναι είτε πιο μεταδοτική είτε καλύτερη στο να αποφεύγει τα ανοσοποιητικά συστήματα, από άλλες υπομονάδες, πρόσθεσε το CDC.
Είναι νωρίς για να γνωρίζουμε εάν και με ποιον τρόπο η JN.1 θα προκαλέσει νοσηλείες, σύμφωνα το CDC, προσθέτοντας ότι τα υφιστάμενα εμβόλια, τα τεστ και οι θεραπείες λειτουργούν ακόμη καλά εναντίον αυτής.
Την Τρίτη, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ταξινόμησε τη JN.1 ως “υπομονάδα ενδιαφέροντος” και δήλωσε ότι η τρέχουσα ενδεικτική Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών (CDC) ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι η υπομονάδα JN.1 του COVID αποτελεί το 39% έως το 50% των κρουσμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με τις προβλέψεις του οργανισμού.
Πρόκειται για αύξηση από το εκτιμώμενο 15% έως 29% των κρουσμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες, που είχε προβλέψει το CDC έως τις 8 Δεκεμβρίου.
Το CDC ανέφερε ότι η υπομονάδα συνεχίζει να προκαλεί αυξανόμενο ποσοστό των μολύνσεων και είναι πλέον η υπομονάδα που κυκλοφορεί πιο ευρέως στη χώρα.
Η συνεχιζόμενη αύξηση υποδηλώνει ότι η υπομονάδα είναι είτε πιο μεταδοτική είτε καλύτερη στο να αποφεύγει τα ανοσοποιητικά συστήματα, από άλλες υπομονάδες, πρόσθεσε το CDC.
Είναι πολύ νωρίς για να γνωρίζουμε εάν και με ποιον τρόπο η JN.1 θα προκαλέσει αύξηση σε μολύνσεις ή νοσηλείες δήλωσε το CDC, προσθέτοντας ότι τα υφιστάμενα εμβόλια, τα τεστ και οι θεραπείες λειτουργούν ακόμη καλά εναντίον αυτής.