Κατώτατος μισθός: Νέα αύξηση στον κατώτατο μισθό στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2022, θα δουν οι εργαζόμενοι! Δείτε στο xristika.gr πού θα φτάσει…
Η αύξηση του κατώτατου μισθού θα καθοριστεί επακριβώς σε περίπου έξι μήνες από τώρα, όπως αποκάλυψε ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστής Χατζηδάκης.
Σε δηλώσεις του μετά το Συμβούλιο Υπουργών Απασχόλησης της ΕΕ, όπου τέθηκε επί τάπητος ο τρόπος προσδιορισμού του κατώτατου μισθού σε όλα τα κράτη της ΕΕ, ο Κωστής Χατζηδάκης ανέφερε: «Η κυβέρνηση υποστηρίζει και εφαρμόζει ήδη στην πράξη την διασφάλιση επαρκούς κατώτατου μισθού για όλους τους εργαζόμενους.
Ήδη το 2021, παρά την ύφεση λόγω πανδημίας που προηγήθηκε, αλλά και την αντίθεση του συνόλου των εργοδοτικών φορέων, περιλαμβανομένων των μικρομεσαίων, η κυβέρνηση αποφάσισε συμβολική αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2 %.
»Στις αρχές του 2022 θα εκκινήσει και πάλι η διαδικασία διαβούλευσης που προβλέπεται θεσμικά, προκειμένου ως το τέλος του πρώτου εξαμήνου να θεσπιστεί ο νέος κατώτατος μισθός. Στόχος μας είναι να διασφαλιστεί ότι οι εργαζόμενοι θα λάβουν μέρισμα από την ανάπτυξη της οικονομίας. Αυτονόητη είναι η υποστήριξη στην αρχή για ίση αμοιβή για όμοια εργασία. Και οι δύο προτάσεις Οδηγιών ενισχύουν τη διασφάλιση δίκαιων αμοιβών, την πολιτική καταπολέμησης της φτώχειας και την εξασφάλιση ικανοποιητικού βιοτικού επιπέδου για τους εργαζόμενους».
Η διαδικασία διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού στα κράτη μέλη της ΕΕ και η μισθολογική διαφάνεια, δηλαδή την διασφάλιση ότι γυναίκες και άνδρες στην ΕΕ λαμβάνουν ίση αμοιβή για όμοια εργασία τέθηκαν σήμερα στο Συμβούλιο Υπουργών Απασχόλησης της ΕΕ.
Στο συμβούλιο με τη συμμετοχή του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστή Χατζηδάκη, επετεύχθη συμφωνία επί των προτάσεων Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την επάρκεια των κατώτατων μισθών και τη μισθολογική διαφάνεια, δηλαδή την διασφάλιση ότι γυναίκες και άνδρες στην ΕΕ λαμβάνουν ίση αμοιβή για όμοια εργασία. Πρόκειται για δύο εμβληματικές πρωτοβουλίες της ΕΕ, τις οποίες η Ελλάδα χαιρέτισε και υποστήριξε από την πρώτη στιγμή, αναγνωρίζοντας απόλυτα το ρόλο που μπορούν να διαδραματίζουν στην προστασία των ευάλωτων εργαζομένων αλλά και την προώθηση της ουσιαστικής ισότητας ανδρών – γυναικών.
Η πρόταση Οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς προβλέπει μια σειρά διαδικασιών προκειμένου οι κατώτατοι μισθοί που καθορίζονται, είτε με συλλογικές διαπραγματεύσεις, είτε βάσει νόμου (όπως ισχύει στην περίπτωση της Ελλάδας), να εξασφαλίζουν αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο για τους εργαζόμενους. Η χώρα μας εφαρμόζει ήδη τα βασικά σημεία της Οδηγίας, όπως η ύπαρξη σαφών και σταθερών κριτηρίων για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού, οι τακτικές και έγκαιρες επικαιροποιήσεις του ύψους του και η ενεργός συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον καθορισμό και την επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών.
Διευκρινίζεται ότι η πρόταση Οδηγίας δεν προβλέπει τον καθορισμό ενιαίου επιπέδου κατώτατου μισθού στις χώρες της ΕΕ. Στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων η Ελλάδα επεδίωξε και πέτυχε να αναγνωριστεί ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της ναυτικής εργασίας και να εισαχθούν στο κείμενο δικλείδες ασφαλείας ώστε να προστατευτεί η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής και ευρωπαϊκής ναυτιλίας.
Σε ό,τι αφορά την διασφάλιση ίσης αμοιβής για όμοια εργασία η πρόταση Οδηγίας περιλαμβάνει μέτρα για τη διασφάλιση της μισθολογικής διαφάνειας για τους εργαζομένους και τους εργοδότες, καθώς και για την καλύτερη πρόσβαση θυμάτων μισθολογικών διακρίσεων στη δικαιοσύνη.
Μεταξύ άλλων, προβλέπεται υποχρέωση παροχής πληροφοριών από τους εργοδότες σχετικά με τα επίπεδα αμοιβών και επιβολή κυρώσεων σε όσους παραβιάζουν συστηματικά την ισότητα των αμοιβών. Επίσης οι εργαζόμενοι που έχουν υποστεί μισθολογικές διακρίσεις λόγω φύλου δικαιούνται αποζημίωση και αναδρομικές αποδοχές ενώ προβλέπεται και αντιστροφή του βάρους της απόδειξης, δηλαδή ο εργοδότης και όχι ο εργαζόμενος θα έχει την υποχρέωση να αποδείξει ότι δεν έχει υπάρξει παραβίαση της αρχής της ίσης αμοιβής για ίση εργασία.
Στην ατζέντα του Συμβουλίου περιλαμβάνονταν επίσης συζήτηση για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο και την ισότητα των φύλων, ενώ στο πλαίσιο του γεύματος εργασίας συζητήθηκε το μέλλον της κοινωνικής προστασίας και του κοινωνικού κράτους στην ΕΕ, ενόψει των μεγάλων προκλήσεων του 21ου αιώνα, όπως η ψηφιακή μετάβαση, η κλιματική αλλαγή και οι ριζικές αλλαγές στις μορφές εργασίας.
Επισημαίνεται ότι για το συγκεκριμένο θέμα έχει συσταθεί επιτροπή εμπειρογνωμόνων με πρόεδρο την πρώην Επίτροπο Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, Άννα Διαμαντοπούλου.
Κατώτατος μισθός: Πώς διαμορφώνεται πλέον
Έως και 195 ευρώ είναι το κέρδος από την αύξηση του κατώτατου μισθού από την 1η Ιανουαρίου 2022 αν συνυπολογισθούν και οι τριετίες σε εργαζόμενους με πολυετή εμπειρία. Ο κατώτατος μισθός από τα 650 ευρώ που είναι σήμερα θα διαμορφωθεί σε 663 ευρώ το μήνα, ή 773,5 ευρώ αν συνυπολογισθεί το γεγονός ότι καταβάλλονται 14 μισθοί το χρόνο και το νέο κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών θα διαμορφωθεί από 29,04 σε 29,62 ευρώ.
Ο νέος κατώτατος μισθός για τον εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα με 0 έως 3 χρόνια προϋπηρεσία διαμορφώνεται στα 663 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 729,30. Για το μισθωτό με προϋπηρεσία από 3 έως 6 χρόνια διαμορφώνεται σε 729,3 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 795,60.
Για τον μισθωτό με προϋπηρεσία από 6 έως 9 χρόνια διαμορφώνεται σε 795,6 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 861,60. Για το μισθωτό με προϋπηρεσία άνω των 9 ετών διαμορφώνεται στα 861,9 ευρώ και με το επίδομα γάμου στα 928,20. Επίσης η αύξηση του κατώτατου μισθού θα συμπαρασύρει τα επιδόματα του ΟΑΕΔ με το σημαντικότερο το επίδομα ανεργίας που θα αυξηθεί κατά 9 ευρώ.
Κατώτατος μισθός: Μείωση εισφορών
Η διατήρηση της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες θεωρείται σημαντική κίνηση, καθώς εκτιμάται ότι θα δώσει ισχυρά κίνητρα στους εργοδότες να προχωρήσουν σε προσλήψεις και να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας, σε μια δύσκολη περίοδο, καθώς η αγορά εργασίας έχει πληγεί βαρύτατα από τις συνέπειες των παρατεταμένων lockdown.
Το όφελος σε μεικτούς μισθούς της τάξης των 2.000 ευρώ θα είναι 23 ευρώ τον μήνα, τα οποία θα «χάνονταν» αν η ελάφρυνση δεν διατηρούνταν και το 2022. Το όφελος παραμένει ισχυρό και για τους εργοδότες το 2022, καθώς ξεπερνά τα 12 ευρώ για τον κατώτατο μισθό και τα 35 ευρώ εάν ο μισθός είναι άνω των 2.000 ευρώ.
Το κονδύλι για την μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ανέρχεται σε περίπου 245 εκατ. ευρώ τον χρόνο και θα καλυφθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό. Η μείωση επιμερίζεται σε -1,79 ποσοστιαίες μονάδες για τον εργοδότη και -1,21 ποσοστιαίες μονάδες για τους εργαζομένους, τονώνοντας ταυτόχρονα την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Οι ασφαλιστικές εισφορές, στο βασικό πακέτο κάλυψης μισθωτού, ανέρχονταν σε 39,66% το 2020. Τα ασφάλιστρα επιμερίζονταν κατά 15,33% στον εργαζόμενο και κατά 24,33% στον εργοδότη. Με την μείωση κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες το συνολικό ασφάλιστρο διαμορφώθηκε το 2021 στα 36,66%. Τα ασφάλιστρα επιμερίζονται κατά 14,12% στον εργαζόμενο και κατά 22,54% στον εργοδότη.
Υπενθυμίζεται ότι οι εισφορές είχαν ήδη μειωθεί κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες τον Ιούνιο του 2020 για τους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης και πλέον η συνολική μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ανέρχεται σε 3,9 ποσοστιαίες μονάδες.
Πέρα από την μείωση των 3 ποσοστιαίων μονάδων αναμένεται να εφαρμοστεί και νέα νομοθετημένη μείωση, μισής ποσοστιαίας μονάδας, δηλαδή 0,50 π.μ., από τον Ιούνιο του 2022, μειώνοντας τις εισφορές επικουρικής ασφάλισης από 6,5% σε 6%.
Με την εφαρμογή της μείωσης το όφελος αυξάνεται. Μισθωτός με τον κατώτατο μισθό θα λάβει καθαρά 571,04 ευρώ, ενώ στον εργοδότη το κόστος θα μειωθεί από 812,44 ευρώ σε 810,32 ευρώ. Ετησίως, σε μισθό 1.500 ευρώ (μεικτά) το επιπλέον κέρδος για τον εργοδότη ανέρχεται σε 67,20 ευρώ τον χρόνο και για τον εργαζόμενο σε 39,9 ευρώ.
Κατώτατος μισθός: Αυξήσεις στην Ευρώπη!
Υπενθυμίζεται, ότι σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ), παρότι οι συνέπειες της πανδημικής κρίσης ήταν οριζόντιες, 17 κράτη μέλη της ΕΕ έχουν αυξήσει τον κατώτατο μισθό από την 1/1/2021, τρία κράτη μέλη τον διατήρησαν σταθερό στο ύψος του 2020, ενώ μόνο στην Ελλάδα οι διαπραγματεύσεις αναβλήθηκαν την προηγούμενη χρονιά και ο κατώτατος μισθός εξακολουθεί να είναι στο ύψος του 2019.
Από τις 17 χώρες που αύξησαν τον κατώτατο μισθό το 2021, οι 14 τον είχαν αυξήσει και το 2020 σε σχέση με το 2019. Παράλληλα, ανάμεσα στις χώρες που διατήρησαν την 1η Ιανουαρίου του 2021 τον κατώτατο μισθό σταθερό σε σχέση με την 1η Ιανουαρίου του 2020, η Εσθονία και η Ισπανία, είχαν ήδη αυξήσει τον ωριαίο κατώτατο μισθό σε σχέση με το 2019 κατά 8,15% και 5,55%. Για το 2021, υψηλότερη ήταν η αύξηση του ωριαίου κατώτατου μισθού στη Λετονία (16,3%) και χαμηλότερη στη Γαλλία και στη Μάλτα (1%).
Σύμφωνα με τη μελέτη, η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα είναι η 5η χαμηλότερη σε όλη την ΕΕ, πάνω μόνο από την Ουγγαρία, την Λετονία, την Εσθονία και την Βουλγαρία. Επιπλέον, η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος-μέλος το οποίο υπέστη απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού σε σχέση με το επίπεδο του 2010 (-9,45%), όταν στα υπόλοιπα κράτη-μέλη υπήρξε πολύ μεγάλη αύξηση.
Η χώρα μας με λιγότερα από 4,5 ευρώ ίδιας αγοραστικής δύναμης έχει πλέον χαμηλότερη πραγματική αγοραστική δύναμη από ορισμένα κράτη-μέλη της ανατολικής Ευρώπης, καθώς το κόστος διαβίωσης στην Ελλάδα είναι σημαντικά υψηλότερο. Παρατηρείται λοιπόν απόκλιση του κατώτατου μισθού της Ελλάδας από τον μισθό αξιοπρεπούς διαβίωσης και επιδείνωση της πραγματικής αγοραστικής δύναμής του στην ΕΕ.
Κατώτατος μισθός: Επηρεάζονται οι μισοί εργαζόμενοι!
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μια αύξηση του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα στο 60% του διάμεσου μισθού θα επηρεάσει το 34% των απασχολουμένων, που είναι το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό είναι αυτό της Πολωνίας (26%), το οποίο είναι αρκετά χαμηλότερο από της Ελλάδας, ενώ το χαμηλότερο ποσοστό απασχολουμένων που θα επηρεαστούν από τη μεταβολή του κατώτατου μισθού είναι του Βελγίου (μόλις 3%). Το εύρημα αυτό είναι ενδεικτικό των συνθηκών που δημιούργησε η εφαρμογή εισοδηματικής λιτότητας την περασμένη δεκαετία, εδραιώνοντας ένα παραγωγικό πρότυπο το οποίο στηρίζεται σε χαμηλά αμειβόμενη εργασία.
Στη χώρα μας ο κατώτατος μισθός βρίσκεται κάτω από το όριο της απόλυτης και της σχετικής φτώχειας. Είναι υπερβολικά χαμηλός για να εξασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Ένα μεγάλο ποσοστό μισθωτών λαμβάνει τον κατώτατο μισθό, επομένως ο κίνδυνος φτώχειας για τους απασχολουμένους (in-work poverty) και ειδικότερα για τις γυναίκες είναι αρκετά υψηλός, και γίνεται ακόμη μεγαλύτερος αν συμπεριλάβουμε εκείνους που αμείβονται χαμηλότερα από τον κατώτατο μισθό.