Εφορία: Τέλος στην κλασική ουρά στην Εφορία με την τεχνολογία να μας σώζει!
Αποκλειστικά ψηφιακή θα είναι η σχέση πολίτη Εφορίας από εδώ και στο εξής, γράφοντας έτσι τον επίλογο σε εικόνες του παρελθόντος με τις απίστευτες ουρές και την ταλαιπωρία για χιλιάδες φορολογούμενους.
Ταυτόχρονα σφίγγει ο κλοιός γύρω από βραχύβιες εταιρίες «φαντάσματα» που ποτέ δεν πληρώνουν φόρους.
Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών σε συνεργασία με την ΑΑΔΕ προχωρούν στην υλοποίηση του οδικού χάρτη που έχουν προγραμματίσει, ο οποίος επιφέρει αφενός πολύ λιγότερη ταλαιπωρία για τους πολίτες και ταυτόχρονα ένα φορολογικό σύστημα πιο δίκαιο και κυρίως πιο αποτελεσματικό.
Μέσα από το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που τέθηκε σε διαβούλευση, επιχειρείται μερική αλλαγή στον τρόπο διενέργειας των ελέγχων, με την θέσπιση πιο αυστηρών κανόνων, τόσο προς την πλευρά του ελεγχόμενου, όσο και του ελεγκτή, έτσι ώστε ο χρόνος διάρκειας ενός ελέγχου να είναι οριοθετημένος.
Την ίδια στιγμή μέσα από το νομοσχέδιο, γίνεται προσπάθεια να κλείσουν τα «παράθυρα» που εκμεταλλεύονταν κάποιες επιχειρήσεις, κυρίως εποχικές ώστε να αποφεύγουν την καταβολή των προβλεπόμενων φόρων.
Προς αυτή την κατεύθυνση καθιερώνεται ο ενδιάμεσος προσδιορισμός φόρου για συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων, οι οποίες πληρώνουν μια δόση ΦΠΑ και στη συνέχεια εξαφανίζονται.
Παράλληλα νομοθετείται η αυτόματη συμπλήρωση και υποβολή των φορολογικών δηλώσεων για περίπου 1 εκατ. φορολογούμενους με εισοδήματα αποκλειστικά από μισθούς και συντάξεις, ενώ καταργείται η προσκόμιση βιβλίων για έλεγχο από όσους τηρούν απλογραφικά βιβλία.
Αναλυτικά τις βασικές διατάξεις του νομοσχεδίου:
- Προσυμπληρωμένες φορολογικές δηλώσεις:
Η διαδικασία σύνταξης και υποβολής φορολογικών δηλώσεων πρακτικά καταργείται για τους φορολογούμενους που έχουν εισοδήματα αποκλειστικά από μισθούς και συντάξεις (υπολογίζονται σε 1 εκατομμύριο πολίτες).
Η φορολογική δήλωση προσυμπληρώνεται αυτόματα από την ΑΑΔΕ και οριστικοποιείται επίσης αυτόματα αν ο φορολογούμενος δεν διατυπώσει αντιρρήσεις εντός της προθεσμίας υποβολής των φορολογικών δηλώσεων. Σήμερα εφαρμόζεται μόνο η προσυμπλήρωση των εισοδημάτων από μισθούς και συντάξεις, αλλά δεν ισχύει η αυτόματη οριστικοποίηση της δήλωσης.
- Κατάργηση υποχρέωσης προσκόμισης βιβλίων:
Οι φορολογούμενοι που τηρούν βιβλία με βάση το απλογραφικό λογιστικό σύστημα (κυρίως επιτηδευματίες και μικρές επιχειρήσεις) απαλλάσσονται από την υποχρέωση να προσκομίζουν τα λογιστικά τους αρχεία στη φορολογική διοίκηση, εφόσον όλα τα σχετικά στοιχεία (έσοδα – έξοδα) διαβιβάζονται στην πλατφόρμα myDATA. Το προηγούμενο καθεστώς προβλέπει πρόστιμο ύψους 2.500 ευρώ για τη μη προσκόμιση των βιβλίων.
- Παροχή πληροφοριών: Η προθεσμία για την παροχή των πληροφοριών, που ζητά η ΑΑΔΕ από τους φορολογούμενους, αυξάνεται από 5 σε 10 ημέρες.
- Ψηφιοποίηση διαδικασιών – Κατάργηση αλληλογραφίας από και προς την ΑΑΔΕ:
Η επικοινωνία της φορολογικής διοίκησης με τους φορολογούμενους θα γίνεται αποκλειστικά με ψηφιακά μέσα. Καταργείται η έγχαρτη αλληλογραφία που εφαρμόζεται έως σήμερα σε μεγάλο βαθμό. Όλα τα έγγραφα θα κοινοποιούνται με την ανάρτησή τους στο λογαριασμό που διαθέτει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο πληροφοριακό σύστημα της ΑΑΔΕ. Ο φορολογούμενος θα λαμβάνει μια ειδοποίηση στο ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο και θα εισέρχεται στο πληροφοριακό σύστημα με τους κωδικούς του για να λάβει γνώση του εγγράφου.
Σημειώνεται πως η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται ήδη για μια σειρά ειδοποιήσεων της ΑΑΔΕ προς τον φορολογούμενο (π.χ. όταν εξοφλείται μια δόση της φορολογίας εισοδήματος η ΑΑΔΕ στέλνει email στον φορολογούμενο με το οποίο τον ειδοποιεί να μπει στο πληροφοριακό σύστημα για να «κατεβάσει» την απόδειξη πληρωμής της δόσης).
Η επικοινωνία με τις «κλασικές» μεθόδους (επιστολές, επιδόσεις κλπ.) θα γίνεται μόνο κατ’ εξαίρεση, σε πολύ ειδικές περιπτώσεις.
Το βασικό όφελος από την ψηφιοποίηση των διαδικασιών, πέρα από την επιτάχυνσή τους, είναι η ακριβής αποτύπωσή τους, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αμφισβητηθούν δικαστικά ο χρόνος, η μορφή και το περιεχόμενο της επικοινωνίας, αποφορτίζοντας παράλληλα και τα Δικαστήρια.
Η τήρηση όλων των αρχείων της Φορολογικής Διοίκησης θα πρέπει να γίνεται και ψηφιακά ενώ ψηφιοποιείται παράλληλα το έγχαρτο αρχείο της ΑΑΔΕ που περιλαμβάνει τα έγγραφα που εκδίδει και λαμβάνει.
- Γρηγορότερα η έκδοση φορολογικής ενημερότητας:
Υιοθετείται η διαλειτουργικότητα μεταξύ των φορέων του Δημοσίου ώστε η ΑΑΔΕ να ενημερώνεται για την ύπαρξη ή μη ληξιπρόθεσμων οφειλών του πολίτη και αντίστοιχα να χορηγεί ή μη το πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας. Πρακτικά, με τη ρύθμιση αυτή κυρίως οι ΟΤΑ αλλά και άλλοι φορείς του Δημοσίου θα επικοινωνούν με την ΑΑΔΕ μόνο ηλεκτρονικά (αντί των επιστολών που ανταλλάσουν σήμερα), είτε για την απαγόρευση απόδοσης της ενημερότητας είτε για την άρση της απαγόρευσης αυτής. Έτσι, αντιμετωπίζονται περιπτώσεις π.χ. που ο φορολογούμενος έχει εξοφλήσει οφειλές προς το Δήμο αλλά δεν μπορεί να πάρει φορολογική ενημερότητα επειδή η ΑΑΔΕ δεν έχει ενημερωθεί για την εξόφληση. - Συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο για τους φορολογικούς ελέγχους:
Τίθεται ανώτατο χρονικό όριο για την ολοκλήρωση του φορολογικού ελέγχου, κατ’ αρχήν ένα έτος από την κοινοποίηση της εντολής ελέγχου με δυνατότητα παράτασης για 6 μήνες αν εν τω μεταξύ έχει ξεκινήσει ο έλεγχος και άλλους 6 μήνες με την προϋπόθεση αν κατά το διάστημα αυτό είναι εφικτή η ολοκλήρωση του ελέγχου. Σήμερα δεν υπάρχει πρόβλεψη για την μέγιστη διάρκεια του ελέγχου, η οποία προσδιορίζεται από τους υπαλλήλους που τον διενεργούν. - Αποσαφηνίζονται επίσης οι έννοιες του μερικού, πλήρους, επιτόπιου ή απομακρυσμένου ελέγχου:
Θεσπίζεται η δυνατότητα του ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου, στις περιπτώσεις που συντρέχει συνδυασμός κριτηρίων από τα οποία προκύπτει άμεσος και επικείμενος κίνδυνος φοροδιαφυγής (π.χ. εποχικές νεοσυσταθείσες επιχειρήσεις, ή όταν υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις ότι ο φορολογούμενος σκοπεύει να εγκαταλείψει τη χώρα). Σήμερα, υπάρχει σε ισχύ σχετική διάταξη για προληπτικό προσδιορισμό του φόρου, η οποία όμως πρακτικά δεν εφαρμόζεται, καθώς αφορά μόνο περιπτώσεις όπου υπάρχει ένδειξη φυγής από τη χώρα.
Τώρα πλέον, η διάταξη γίνεται πιο συγκεκριμένη και αποτελεσματική ως προς την εφαρμογή της.
Η δυνατότητα του ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου κρίθηκε απαραίτητη από την ΑΑΔΕ καθώς παρατηρείται συχνά το φαινόμενο εποχικές νεοσυσταθείσες επιχειρήσεις να λειτουργούν για λίγο χρονικό διάστημα και να κλείνουν από την μια μέρα στην άλλη χωρίς να αποδίδουν ούτε ένα ευρώ φόρο.
Εφορία: Έσβησε χρέη πάνω από 38 δισ. – Ποιοι είναι οι τυχεροί
Ξεπέρασαν τα 38 δισ. ευρώ τα χρέη που η Εφορία θεωρεί ανείσπρακτα και είτε τα διέγραψε οριστικά είτε τα έβαλε στο αρχείο, αναγνωρίζοντας ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο έως απίθανο να τα εισπράξει.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΑΑΔΕ, με ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου 2023, το συνολικό ύψος των χρεών που έχουν χαρακτηριστεί ως «ανεπίδεκτα» είσπραξης ή διαγράφηκαν ανήλθαν στο τέλος του περασμένου Δεκεμβρίου σε 38,35 δισ. ευρώ, από 27,62 δις. ευρώ, που ήταν στο τέλος του 2022, όπως αναφέρει το sofokleousin.gr.
Από τα αναλυτικά στοιχεία της ΑΑΔΕ προκύπτει ότι, τα χρέη που διαγράφηκαν ανήλθαν σε 12,03 δισ. ευρώ, στα οποία πρέπει να σημειωθεί, ότι εντάσσονται και τα χρέη του παλαιού ΟΣΕ ύψους 10,4 δισ. ευρώ, που διαγράφηκαν στη διάρκεια του 2023.
Συγχρόνως, η εφορία έχει βάλει στην «άκρη» και χρέη ύψους 26,32 δισ. ευρώ, τα οποία έχει χαρακτηρίσει ως ανεπίδεκτα είσπραξης και δεν ασχολούνται οι υπηρεσίες της, με την είσπραξή τους.
Εφορία: Ποια χρέη ξεχνιούνται
Για να διαγραφεί ή να μπει στο «αρχείο» μια οφειλή, θα πρέπει να έχουν ληφθεί όλα τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης και να μην έχουν αποδώσει, ενώ αν πρόκειται, για μεγάλα χρέη, θα πρέπει να υπάρξει η σύμφωνη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- Έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της ΑΑΔΕ και δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων ή απαιτήσεων αυτών έναντι τρίτων ή διαπιστώθηκε η καθ’ οποιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκειται σε ακύρωση ή σε διάρρηξη και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων του οφειλέτη με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή με διαδικασία εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον πρόκειται για πτωχό.
- Έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης ή δεν είναι δυνατή η υποβολή της.
- Έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή της αρμόδιας φορολογικής ή τελωνειακής αρχής, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων περιπτώσεων και ότι είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών.
- Οι πράξεις του χαρακτηρισμού των επιδεκτικών ή ανεπίδεκτων είσπραξης και της καταχώρισης των απαιτήσεων σε ειδικά βιβλία ανεπίδεκτων είσπραξης γίνονται με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις που τη διέπουν.
- Εφόσον πρόκειται για συνολική βασική οφειλή άνω του 1.500.000 ευρώ, οι πράξεις αυτές κοινοποιούνται στην υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου που είναι αρμόδια για τον έλεγχο των δημόσιων εσόδων, από την οποία και ελέγχονται. Αν κρίνεται αναγκαίο, έλεγχος μπορεί να διενεργηθεί και στις πράξεις της παρούσας που αφορούν συνολική βασική οφειλή κατώτερη του ως άνω ποσού.
Από την καταχώριση της οφειλής στα βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης και για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών από τη λήξη του έτους μέσα στο οποίο έγινε η καταχώριση:
- Αναστέλλεται αυτοδικαίως η παραγραφή της,
- Δεν χορηγείται στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για οποιαδήποτε αιτία ούτε άλλο νομίμως προβλεπόμενο πιστοποιητικό για μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, εκτός εάν πρόκειται για είσπραξη χρημάτων που θα διατεθούν για την ικανοποίηση του Δημοσίου ή για εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, το προϊόν των οποίων θα διατεθεί για τον ίδιο σκοπό,
- Δεσμεύονται στο σύνολό τους οι τραπεζικοί και επενδυτικοί λογαριασμοί και το περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα των παραπάνω προσώπων.
- Το Δημόσιο διατηρεί ακέραιο το δικαίωμά του για την είσπραξη της οφειλής ή συμψηφισμό και μετά την καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης.
- Οφειλή που έχει καταχωρισθεί, κατά τα ανωτέρω, ως ανεπίδεκτη είσπραξης επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν πριν από την παραγραφή της, διαπιστωθεί ότι υπάρχει δυνατότητα μερικής ή ολικής ικανοποίησής της είτε από τον οφειλέτη είτε από συνυπόχρεο πρόσωπο.
Εφορία: Πότε διαγράφονται τα χρέη προς το Δημόσιο
Ο νέος ΚΕΔΕ προβλέπει επίσης και τη διαδικασία διαγραφής των χρεών προς το Δημόσιο.
Ειδικότερα, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους, που έχουν χαρακτηριστεί ως ανεπίδεκτες είσπραξης, είναι δυνατό να κριθούν διαγραπτέες και να διαγραφούν εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- έχουν ολοκληρωθεί οι προβλεπόμενες ενέργειες για τον χαρακτηρισμό τους ως ανεπίδεκτων είσπραξης,
- έχουν ολοκληρωθεί οι σχετικές ενέργειες για την ανταλλαγή των πληροφοριών και των διαδικασιών αναγκαστικής είσπραξης για τα κράτη με τα οποία υφίστανται αντίστοιχες συμφωνίες και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον με τα κράτη μέλη της Ε.Ε.
- έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες στην αλλοδαπή κατόπιν αξιοποίησης πληροφοριών και δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή απαιτήσεων αυτού έναντι τρίτων,
- έχει ολοκληρωθεί η ποινική διαδικασία σε βάρος των οφειλετών, εφόσον προβλέπεται, με την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.
Ακόμη, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους που δεν έχουν χαρακτηριστεί ανεπίδεκτες είσπραξης, είναι δυνατό να διαγραφούν, εφόσον εμπίπτουν αποκλειστικά και μόνο στις ακόλουθες κατηγορίες οφειλών:
- οφειλές αποβιωσάντων που δεν καταλείπουν οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο και των οποίων οι κληρονόμοι αποποιήθηκαν την επαχθείσα κληρονομιά,
- οφειλές ανά φορολογούμενο μικρότερες του ποσού του εκάστοτε ελάχιστου ποσού φόρου από την καταβολή του οποίου απαλλάσσεται ο φορολογούμενος.
Εφορία: Βάζει φυλακή όσους χρωστάνε και ένα ευρώ!
Αντιμέτωποι με φυλάκιση θα βρεθούν πολλοί φορολογούμενοι που έχουν «ξεχάσει» να πληρώσουν χρέη τους προς το Ελληνικό Δημόσιο.
Σε αυτά τα χρέη μάλιστα, σύμφωνα με την εφημερίδα Δημοκρατία, εντάσσονται πλέον και οι οφειλές που προέρχονται από τη μη εκτέλεση χρηματικών ποινών οι οποίες επιβλήθηκαν από τα δικαστήρια, μαζί με τις προσαυξήσεις από τους τόκους, όπως αναφέρει εγκύκλιος της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), με την οποία αποσαφηνίζει τις παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Με αυτόν τον τρόπο διευρύνεται ο αριθμός των οφειλετών με χρέη προς το Δημόσιο. Συγκεκριμένα:
-Για οφειλές άνω των 100.000 ευρώ έρχονται αντιμέτωποι με ποινές φυλάκισης ενός έτους τουλάχιστον.
-Για οφειλές άνω των 200.000 ευρώ, οι ποινές μπορεί να υπερβούν τα τρία έτη.
Ο οφειλέτης γλιτώνει την ποινή φυλάκισης και μένει ατιμώρητος στην περίπτωση που εξοφλήσει ολοσχερώς το χρέος του μέχρι την εκδίκαση του ποινικού σκέλους της υπόθεσής του, σε οποιονδήποτε βαθμό, ή εφόσον εντάξει το χρέος του σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής.
Οι ποινές φυλάκισης ισχύουν, εκτός από τα χρέη προς την Εφορία, και για τα χρέη προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αναφέρει η Δημοκρατία.
Την ίδια στιγμή, ο νέος Ποινικός Κώδικας προβλέπει αυστηρότερες κυρώσεις για αδικήματα που έχουν να κάνουν με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος. Το διοικητικό πρόστιμο των 50.000 ευρώ έως 10.000.000 ευρώ διατηρείται ως έχει, ωστόσο αλλάζουν οι χρηματικές ποινές για τις περιπτώσεις που δεν μπορεί να υπολογιστεί το κέρδος της παράβασης – αυξάνονται στα 4.000.000 ευρώ από 1.000.000 ευρώ.
Συγκεκριμένα, αν η αξιόποινη πράξη νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή κάποιο από τα βασικά αδικήματα τελείται προς όφελος ή για λογαριασμό νομικού προσώπου ή οντότητας από φυσικό πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου ή της οντότητας και κατέχει διευθυντική θέση εντός αυτών ή έχει εξουσία εκπροσώπησής τους ή εξουσιοδότηση για τη λήψη αποφάσεων για λογαριασμό τους ή για την άσκηση ελέγχου εντός αυτών, επιβάλλονται στο νομικό πρόσωπο ή στην οντότητα, σωρευτικά ή διαζευκτικά, οι εξής κυρώσεις:
-Διοικητικό πρόστιμο από 50.000 ευρώ έως 10.000.000 ευρώ. Το ακριβές ποσό του προστίμου ορίζεται κατ’ ελάχιστον στο διπλάσιο του ποσού του κέρδους που προήλθε από την παράβαση, εφόσον το κέρδος μπορεί να προσδιοριστεί, ή, εφόσον δεν μπορεί να προσδιοριστεί, σε 4.000.000 ευρώ.
-Οριστική ή προσωρινή, για χρονικό διάστημα από έναν μήνα έως δύο έτη, ανάκληση ή αναστολή της άδειας λειτουργίας ή απαγόρευση άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας ή λύση του νομικού προσώπου ή της οντότητας και θέση αυτού ή αυτής υπό εκκαθάριση.
-Απαγόρευση άσκησης ορισμένων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή εγκατάστασης υποκαταστημάτων ή αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου για το ίδιο χρονικό διάστημα.
-Οριστικός ή προσωρινός για το ίδιο χρονικό διάστημα αποκλεισμός από δημόσιες παροχές, ενισχύσεις, αναθέσεις έργων και υπηρεσιών, προμήθειες, επιδοτήσεις, διαφημίσεις και διαγωνισμούς του δημόσιου τομέα.
-Το διοικητικό πρόστιμο επιβάλλεται πάντοτε, ανεξαρτήτως της επιβολής άλλων κυρώσεων. Οι ίδιες κυρώσεις επιβάλλονται και όταν το φυσικό πρόσωπο που έχει κάποια από τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο ιδιότητες είναι ηθικός αυτουργός ή συνεργός στις ίδιες πράξεις.
Αν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από φυσικό πρόσωπο που αναφέρεται κατέστησε δυνατή την τέλεση από ιεραρχικά κατώτερο στέλεχος ή από εντολοδόχο του νομικού προσώπου ή της οντότητας της πράξης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή του βασικού αδικήματος προς όφελος ή για λογαριασμό του νομικού προσώπου ή της οντότητας, επιβάλλεται αιτιολογημένα στο νομικό πρόσωπο ή στην οντότητα, σωρευτικά ή διαζευκτικά, διοικητικό πρόστιμο από 10.000 ευρώ έως 5.000.000 ευρώ.
Το ακριβές ποσό του προστίμου ορίζεται κατ’ ελάχιστον στο διπλάσιο του ποσού του κέρδους που προήλθε από την παράβαση, εφόσον το κέρδος μπορεί να προσδιοριστεί, ή, εφόσον δεν μπορεί να προσδιοριστεί, σε 2.500.000 ευρώ.