Εφορία: Στα φορολογικά δικαστήρια θα επιστρέψουν οι φορολογικές υποθέσεις που δεν θα προλάβουν να εξεταστούν από την Επιτροπή Εξωδικαστικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών, μέχρι το τέλος του 2024.
Στο πλαίσιο αυτό, οι εν λόγω φορολογούμενοι θα χάσουν τις μεγάλες εκπτώσεις επί των προστίμων που προβλέπει ο εξωδικαστικός συμβιβασμός.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο του διοικητή της ΑΑΔΕ, Γιώργου Πιτσιλή, η εξέταση των αιτήσεων εξώδικης επίλυσης ολοκληρώνεται το αργότερο έως τις 31 Οκτωβρίου 2024 και τα πρακτικά εξώδικης επίλυσης εκδίδονται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024, ημερομηνία κατά την οποία λήγει η θητεία του Γενικού Προϊσταμένου, των μελών των Τμημάτων της Επιτροπής και των Γραμματέων.
Στο πλαίσιο αυτό, οι αιτήσεις που δεν εξετάστηκαν μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 2024 θεωρείται ότι απορρίφθηκαν σιωπηρά. Για όσο διάστημα η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον των Επιτροπών, η δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του αρμοδίου τακτικού διοικητικού δικαστηρίου αναστέλλεται και η υπόθεση διαγράφεται από το πινάκιο με πράξη του Προέδρου του δικαστηρίου. Η αναστολή δεν καταλαμβάνει την προσωρινή δικαστική προστασία.
Η προθεσμία υποβολής αιτήσεων επίλυσης φορολογικών υποθέσεων, έληξε στις 30 Ιουνίου 2024 και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2024, η επιτροπής θα εξετάσει όσες αιτήσεις προλάβει. Οι υπόλοιπες θα επιστρέψουν στα δικαστήρια, όπου και ήταν.
Έργο της Επιτροπής είναι η προσφυγή σε αυτή των φορολογουμένων που έχουν εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις στα διοικητικά δικαστήρια, υπό την προϋπόθεση ότι παραιτούνται από τη συνέχιση της υπόθεσης στα δικαστήρια και θα αποδεχτούν το αποτέλεσμα της κρίσης των μελών της.
Πρόεδρος εκάστου Τμήματος της Επιτροπής, είναι πρώην δικαστικός λειτουργός των Διοικητικών Δικαστηρίων με βαθμό τουλάχιστον Πρόεδρου Εφετών. Μέλη εκάστου Τμήματος είναι πρώην δικαστικός λειτουργός των Διοικητικών Δικαστηρίων με βαθμό τουλάχιστον Εφέτη και ένα μέλος του κύριου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Στα Τμήματα εισηγούνται χωρίς δικαίωμα ψήφου εφοριακοί υπάλληλοι. Δηλαδή, για την τύχη των φορολογικών υποθέσεων αποφασίζουν μόνο οι δικαστές.
Το ποσό των φόρων, που θα καταλογίσει το συγκεκριμένο «Ειδικό Φορολογικό Δικαστήριο», μπορεί να πληρωθεί σε έως 24 δόσεις ενώ παρέχονται και εκπτώσεις επί των προσαυξήσεων από 35% έως και 75%, ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων που θα επιλέξει.
Στην αίτηση γίνεται συνοπτική αναφορά στους λόγους, που κατά την κρίση του αιτούντος, θεμελιώνουν το αίτημα, με το οποίο ζητείται:
- Παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει τον επίδικο φόρο ή πρόστιμο λόγω παρόδου του χρόνου, εντός του οποίου η Φορολογική Διοίκηση είχε δικαίωμα προς καταλογισμό αυτών
- Παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει τον επίδικο φόρο ή πρόστιμο λόγω λήψης φορολογικού πιστοποιητικού χωρίς επιφύλαξη,
- Εσφαλμένο καταλογισμό του φόρου ή προστίμου λόγω πρόδηλης έλλειψης φορολογικής υποχρέωσης ή αριθμητικού σφάλματος,
- Αναδρομική εφαρμογή της ευμενέστερης φορολογικής κύρωσης σύμφωνα με όσα έχουν γίνει δεκτά από τη νομολογία του ΣτΕ,
- Μείωση του πρόσθετου φόρου, του τόκου, των προσαυξήσεων και των προστίμων.
- Μειώσεις προστίμων έως 75%
- Κατά την εξέταση της υπόθεσης, το εν λόγω «φορολογικό δικαστήριο», μπορεί να ακυρώσει φόρους, πρόστιμα και προσαυξήσεις, που επέβαλαν οι ελεγκτές ή και να τα μειώσει.
Πάντως στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η Επιτροπή δεν διαγράφει το σύνολο του ποσού, αλλά το μειώνει, το συγκεκριμένο ποσό εξοφλείται ως εξής:
- Καταβάλλεται άμεσα το 30% ως προκαταβολή.
- Το υπόλοιπο 70%, καταβάλλεται είτε εφάπαξ με έκπτωση 75%, είτε σε 2 έως 24 μηνιαίες δόσεις με εκπτώσεις από 35% έως 65%.
- Τα προνόμια αυτά, θα τα χάσουν οι φορολογούμενοι που δεν θα εξεταστούν οι υποθέσεις τους, οι οποίες θα θα επιστρέψουν στα δικαστήρια αναζητώντας κούρεμα ή σβήσιμο των προστίμων.
Εφορία: Τα πήρε από χιλιάδες φορολογούμενους άδικα – Τι έκανε
Εφορία: Στη βάσανο του φορολογικού ελέγχου και της δοκιμασίας των εξοντωτικών προστίμων υπέβαλαν άδικα οι ελεγκτικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ περισσότερους από 21.000 φορολογούμενους, οι οποίοι τελικά δικαιώθηκαν και σβήστηκαν οι φόροι και τα πρόστιμα οποία τους επιβλήθηκαν πρωτοδίκως.
Αυτό αποδεικνύεται από τα στοιχεία της ίδιας της ΑΑΔΕ που δείχνουν ότι τα τελευταία 11 χρόνια, από το 2013, αμφισβήτησαν τους φορολογικούς ελέγχους 104.464 φορολογούμενοι (φυσικά ή νομικά πρόσωπα).
Οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι υπέβαλαν προσφυγές στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, θεωρώντας ότι αδικήθηκαν από τον φορολογικό έλεγχο. Από τις υποθέσεις αυτές, εκδικάστηκαν από τη ΔΕΔ οι 87.738 υποθέσεις εκ των οποίων:
- Απορρίφθηκαν οι προσφυγές για τις 47.430 περιπτώσεις και επικυρώθηκαν οι φόροι και τα πρόστιμα που επέβαλε αρχικά ο φορολογικός έλεγχος.
- Έγιναν δεκτές εν μέρει ή στο σύνολό τους οι προσφυγές 21.487 φορολογουμένων, το 25%, και διαγράφηκε το σύνολο ή μέρος των φόρων και των προστίμων που είχαν καταλογιστεί.
- Για 662 υποθέσεις οι ελεγχόμενοι παραιτήθηκαν της εκδίκασης από τη ΔΕΔ και αναγνώρισαν εκ των υστέρων το αποτέλεσμα του φορολογικού ελέγχου.
- Αξιοσημείωτο είναι πως εντός του 2024 εκδικάστηκαν 3.319 υποθέσεις από τη Διεύθυνση Επίλυσης
Διαφορών και τα αποτελέσματα ήταν τα ακόλουθα:
- Απορρίφθηκαν οι προσφυγές για τις 2.263 περιπτώσεις και επικυρώθηκαν οι φόροι και τα πρόστιμα που επέβαλε αρχικά ο φορολογικός έλεγχος.
- Έγιναν δεκτές εν μέρει ή στο σύνολό τους οι προσφυγές 944 φορολογουμένων, το 29%, και διαγράφηκε το σύνολο ή μέρος των φόρων και των προστίμων που είχαν καταλογιστεί.
- Για 7 υποθέσεις οι ελεγχόμενοι παραιτήθηκαν της εκδίκασης από τη ΔΕΔ και αναγνώρισαν εκ των υστέρων το αποτέλεσμα του φορολογικού ελέγχου.
- Για τα μεγάλα ποσοστά των αστοχιών των φορολογικών ελέγχων φταίει η πολυδαίδαλη φορολογική νομοθεσία, που αφήνει πολλές ερμηνείες για μία διαδικασία ή παράβαση, οι πιέσεις στους εφοριακούς υπαλλήλους να διενεργήσουν συγκεκριμένο αριθμό ελέγχων και να βεβαιώσουν συγκεκριμένα ποσά φόρων και προστίμων, καθώς και οι χρόνοι παραγραφής των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, οδηγούν σε πλήθος λαθών, τα οποία ταλαιπωρούν χιλιάδες φορολογούμενους.
Οι παράγοντες αυτοί, έχουν ως αποτέλεσμα να υποβάλλονται κατά χιλιάδες προσφυγές φορολογουμένων στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, προκειμένου να βρουν το δίκιο τους, όταν νιώθουν ότι αδικήθηκαν από τους ελέγχους ή τις διασταυρώσεις των αρχείων του Taxisnet.
Η προσφυγή στη ΔΕΔ υποβάλλεται εντός 30 ημερών από τη ημερομηνία έκδοσης της Πράξης Διοικητικού Προσδιορισμού του Φόρου, ενώ κατόπιν χάνεται το δικαίωμα προσφυγής και ο φορολογούμενος δεν μπορεί να προσφύγει ούτε στα διοικητικά δικαστήρια.
Για να προσφύγει ο ελεγχόμενος στη ΔΕΔ, θα πρέπει να καταβάλει το 50% των φόρων και των προστίμων που του καταλόγισε ο έλεγχος και αν δικαιωθεί, το ποσό επιστρέφεται.
Συγχρόνως παρατηρείται ότι οι μισοί φορολογούμενοι από όσους δεν δικαιώνονται από τη ΔΕΔ, προσφεύγουν κατόπιν στα φορολογικά δικαστήρια και για να τελεσιδικήσει η υπόθεσή τους απαιτούνται πολλά χρόνια.
Μέχρι δε, να τελεσιδικήσει η υπόθεση στα δικαστήρια, παραμένει δεσμευμένο το 50% των φόρων και των προστίμων που έχει καταβάλει ο ελεγχόμενος, αλλά όσο είναι σε εκκρεμότητα παγώνει η είσπραξη για το υπόλοιπο 50%.
Εφορία: Ποια χρέη ξεχνιούνται
Για να διαγραφεί ή να μπει στο «αρχείο» μια οφειλή, θα πρέπει να έχουν ληφθεί όλα τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης και να μην έχουν αποδώσει, ενώ αν πρόκειται, για μεγάλα χρέη, θα πρέπει να υπάρξει η σύμφωνη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- Έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της ΑΑΔΕ και δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων ή απαιτήσεων αυτών έναντι τρίτων ή διαπιστώθηκε η καθ’ οποιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκειται σε ακύρωση ή σε διάρρηξη και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων του οφειλέτη με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή με διαδικασία εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον πρόκειται για πτωχό.
- Έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης ή δεν είναι δυνατή η υποβολή της.
- Έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή της αρμόδιας φορολογικής ή τελωνειακής αρχής, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων περιπτώσεων και ότι είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών.
- Οι πράξεις του χαρακτηρισμού των επιδεκτικών ή ανεπίδεκτων είσπραξης και της καταχώρισης των απαιτήσεων σε ειδικά βιβλία ανεπίδεκτων είσπραξης γίνονται με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις που τη διέπουν.
- Εφόσον πρόκειται για συνολική βασική οφειλή άνω του 1.500.000 ευρώ, οι πράξεις αυτές κοινοποιούνται στην υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου που είναι αρμόδια για τον έλεγχο των δημόσιων εσόδων, από την οποία και ελέγχονται. Αν κρίνεται αναγκαίο, έλεγχος μπορεί να διενεργηθεί και στις πράξεις της παρούσας που αφορούν συνολική βασική οφειλή κατώτερη του ως άνω ποσού.
Από την καταχώριση της οφειλής στα βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης και για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών από τη λήξη του έτους μέσα στο οποίο έγινε η καταχώριση:
- Αναστέλλεται αυτοδικαίως η παραγραφή της,
- Δεν χορηγείται στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για οποιαδήποτε αιτία ούτε άλλο νομίμως προβλεπόμενο πιστοποιητικό για μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, εκτός εάν πρόκειται για είσπραξη χρημάτων που θα διατεθούν για την ικανοποίηση του Δημοσίου ή για εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, το προϊόν των οποίων θα διατεθεί για τον ίδιο σκοπό,
- Δεσμεύονται στο σύνολό τους οι τραπεζικοί και επενδυτικοί λογαριασμοί και το περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα των παραπάνω προσώπων.
- Το Δημόσιο διατηρεί ακέραιο το δικαίωμά του για την είσπραξη της οφειλής ή συμψηφισμό και μετά την καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης.
- Οφειλή που έχει καταχωρισθεί, κατά τα ανωτέρω, ως ανεπίδεκτη είσπραξης επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν πριν από την παραγραφή της, διαπιστωθεί ότι υπάρχει δυνατότητα μερικής ή ολικής ικανοποίησής της είτε από τον οφειλέτη είτε από συνυπόχρεο πρόσωπο.
Εφορία: Πότε διαγράφονται τα χρέη προς το Δημόσιο
Ο νέος ΚΕΔΕ προβλέπει επίσης και τη διαδικασία διαγραφής των χρεών προς το Δημόσιο.
Ειδικότερα, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους, που έχουν χαρακτηριστεί ως ανεπίδεκτες είσπραξης, είναι δυνατό να κριθούν διαγραπτέες και να διαγραφούν εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- έχουν ολοκληρωθεί οι προβλεπόμενες ενέργειες για τον χαρακτηρισμό τους ως ανεπίδεκτων είσπραξης,
- έχουν ολοκληρωθεί οι σχετικές ενέργειες για την ανταλλαγή των πληροφοριών και των διαδικασιών αναγκαστικής είσπραξης για τα κράτη με τα οποία υφίστανται αντίστοιχες συμφωνίες και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον με τα κράτη μέλη της Ε.Ε.
- έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες στην αλλοδαπή κατόπιν αξιοποίησης πληροφοριών και δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή απαιτήσεων αυτού έναντι τρίτων,
- έχει ολοκληρωθεί η ποινική διαδικασία σε βάρος των οφειλετών, εφόσον προβλέπεται, με την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.
Ακόμη, ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους που δεν έχουν χαρακτηριστεί ανεπίδεκτες είσπραξης, είναι δυνατό να διαγραφούν, εφόσον εμπίπτουν αποκλειστικά και μόνο στις ακόλουθες κατηγορίες οφειλών:
- οφειλές αποβιωσάντων που δεν καταλείπουν οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο και των οποίων οι κληρονόμοι αποποιήθηκαν την επαχθείσα κληρονομιά,
- οφειλές ανά φορολογούμενο μικρότερες του ποσού του εκάστοτε ελάχιστου ποσού φόρου από την καταβολή του οποίου απαλλάσσεται ο φορολογούμενος.