Εφορία: Τη συνδρομή και ιδιωτών που θα αναλαμβάνουν τον εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών του Δημοσίου, θα ενεργοποιήσουν τα Κέντρα Βεβαίωσης και Είσπραξης της ΑΑΔΕ.
Η πρόσληψη ιδιωτών που θα λειτουργούν ως «κεφαλοκυνηγοί», προβλέπεται από τον νέο Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), οποίος παράλληλα επιτρέπει και τις εφόδους των φοροεισπρακτόρων στα σπίτια των οφειλετών του δημοσίου.
Σύμφωνα με το άρθρο 9 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί, προκειμένου να εντοπιστούν περιουσιακά στοιχεία των υπόχρεων ή συνυπόχρεων προσώπων και να διασφαλιστεί η είσπραξη των δημοσίων εσόδων, να ανατίθεται η έρευνα σε ελεγκτικές εταιρείες ή δικηγόρους ή δικηγορικά γραφεία ή κοινοπραξίες αυτών.
Με όμοια απόφαση καθορίζονται η ειδική διαδικασία ανάθεσης, η οποία εφαρμόζεται κατ’ αποκλειστικότητα στις αναθέσεις αυτές, ο τρόπος της αμοιβής του αναδόχου, που μπορεί να συνδέεται και με το τελικό αποτέλεσμα της έρευνας ή της είσπραξης.
Δηλαδή η ΑΑΔΕ, έχει πλέον την ευχέρεια να προσλαμβάνει ιδιώτες στους οποίους θα αναθέτει την εύρεση περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, οφειλετών του δημοσίου.
Αυτό θα γίνεται για οφειλέτες, οι οποίοι έχουν μεγάλα χρέη και εμφανίζονται επισήμως, να μην διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία και τραπεζικές καταθέσεις.
Μάλιστα, η αμοιβή τους, το πιθανότερο είναι να οριστεί σε ποσοστά επί της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που θα εντοπίσουν, ώστε να αποτελεί κίνητρο για ενδελεχή έρευνα.
Οι ιδιώτες φορο-ντετέκτιβ, θα έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε στοιχεία του Taxisnet όπως και των τραπεζών, που σημαίνει ότι δεν θα ισχύει γι΄ αυτούς, φορολογικό ή τραπεζικό απόρρητο.
Παράλληλα, ο Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, όπως έχει αποκαλύψει το Σin, επιτρέπει εφόδους ακόμα και μέσα στα σπίτια των οφειλετών του δημοσίου, προκειμένου να κατασχέσουν κινητά αντικείμενα του οφειλέτη!
Οι φοροεισπράκτορες, θα έχουν δυνατότητα να κάνουν φύλλο και φτερό τις κατοικίες ανοίγοντας πόρτες, ντουλάπες, διάφορα έπιπλα, βάζα, σκεύη και δοχεία, σε αναζήτηση χρημάτων ή αντικειμένων αξίας που μπορούν να κατασχεθούν έναντι της οφειλής.
Επίσης, στις περιπτώσεις αντικειμένων που είναι ασφαλισμένα, θα κατάσχεται και η αποζημίωση που οφείλεται από την ασφάλιση.
Συγκεκριμένα, το άρθρο 11 του νέου ΚΕΔΕ προβλέπει τα ακόλουθα:
Εξουσίες ενεργούντος την κατάσχεση κινητών στα χέρια του οφειλέτη
Ο ενεργών την κατάσχεση έχει την εξουσία, εφόσον το απαιτεί ο σκοπός της αναγκαστικής εκτέλεσης, να εισέρχεται στην κατοικία ή και σε κάθε άλλο χώρο που βρίσκεται στην κατοχή του καθ’ ου η εκτέλεση, να ανοίγει τις πόρτες και να προβαίνει σε έρευνες, καθώς και να ανοίγει κλειστά έπιπλα, σκεύη, ή δοχεία.
Ο ενεργών την κατάσχεση μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή της αρμόδιας για την τήρηση της τάξης Αρχής, η οποία υποχρεούται να την παρέχει.
Πάντως, οι έφοδοι στα σπίτια και οι κατασχέσεις κινητών στα χέρια των οφειλετών δεν μπορούν να γίνονται νυχτερινές ώρες, Κυριακές και αργίες, εκτός και αν υπάρχουν πληροφορίες, ότι ο οφειλέτης ετοιμάζεται «να το σκάσει» στο εξωτερικό.
Εφορία: Τελεσίγραφο… μαφίας – «Ή μας πληρώνετε ή… »
Με εκβιασμό άνευ προηγουμένου προσπαθεί η Εφορία να πάρει χρήματα από τους οφειλέτες της.
Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων δίνει μια νέα ευκαιρία σε χιλιάδες μεγαλοοφειλέτες της Εφορίας με χρέη άνω των 150.000 ευρώ, να προχωρήσουν σε ρύθμιση έως την 1η Αυγούστου.
Παράλληλα, όμως, θα τους προειδοποιεί, μέσω των ειδοποιητηρίων που θα τους αποστείλει, ότι αν δεν ρυθμίσουν τις οφειλές, τότε θα δουν τα ονόματά τους να δημοσιοποιούνται.
Η ΑΑΔΕ θα στείλει τα ειδοποιητήρια στις 18 Ιουλίου, κάτι που σημαίνει ότι οι μεγαλοοφειλέτες θα έχουν 15 ημέρες στη διάθεσή τους, για να ρυθμίσουν τα χρέη τους.
Οι λίστες με τα ονόματα των μεγαλοοφειλετών προς την εφορία θα δημοσιοποιηθούν στις 4 Αυγούστου.
Στις λίστες περιλαμβάνονται οι ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές οφειλές προς την εφορία αλλά και τον ΕΦΚΑ, οι οποίες υπερβαίνουν τις 150.000 ευρώ και η καταβολή τους βρίσκεται σε καθυστέρηση μεγαλύτερη του ενός έτους.
Αυτό σημαίνει ότι περιλαμβάνονται οι ληξιπρόθεσμες οφειλές οι οποίες ανάγονται σε χρονική περίοδο ασφάλισης προγενέστερη του ημερολογιακού έτους που προηγείται της ημερομηνίας δημοσιοποίησης.
Νέα αύξηση των μεγαλοοφειλετών προς την εφορία καταγράφεται και αποτυπώνεται στα επίσημα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, 3.687.278 φυσικά και νομικά πρόσωπα εμφανίζονται με χρέη στην Εφορία εκ των οποίων περισσότεροι από 9.000 είναι μεγαλοοφειλέτες που χρωστούν το 78,2% των συνολικών ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Εφορία: Έχετε καταθέσεις; Αυτούς θα τσεκάρει άμεσα – Ποιοι θα έχετε πρόβλημα
Δεν ξεφεύγει κανείς από το άγρυπνο βλέμμα της Εφορίας, η οποία έχει στο… μάτι τις καταθέσεις μας!
Μπλεξίματα με την Εφορία έχουν χιλιάδες φορολογούμενοι που συμβαίνει να έχουν τραπεζικούς λογαριασμούς στις τράπεζες, καθώς καλούνται συχνά να δικαιολογήσουν τα ποσά των καταθέσεών τους.
Βασικό κριτήριο ελέγχου αποτελεί η συμφωνία των ποσών των καταθέσεων με τα εισοδήματα που έχουν δηλώσει κατά καιρούς στην Εφορία, ώστε τα ποσά των καταθέσεών τους να προκύπτουν από τα δηλωθέντα εισοδήματα ή από τις πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων.
Σε διαφορετική περίπτωση επιβάλλεται φόρος 33% στη διαφορά, προσαυξήσεις από το έτος που έτος που διαπιστώθηκε η παράβαση και εισφορά αλληλεγγύης.
Λόγω του δαιδαλώδους νομοθετικού πλαισίου, οι περισσότεροι φορολογούμενοι δεν γνωρίζουν πότε μπορεί να μπλέξουν με την Εφορία και να αντιμετωπιστούν ως φοροφυγάδες για ένα ποσό καταθέσεων.
Στο πλαίσιο αυτό η Διεύθυνση επίλυσης διαφορών της ΑΑΔΕ, με νέα απόφασή της (229/25-4-2023) παρέχει νέες διευκρινίσεις για το καθεστώς ελέγχου των τραπεζικών καταθέσεων.
Επισημαίνεται ότι ο έλεγχος της Εφορίας στις τραπεζικές καταθέσεις σε τραπεζικά καταστήματα που εδρεύουν στην Ελλάδα, μπορεί να γίνει μόνο για πέντε χρόνια πίσω, ενώ για τις καταθέσεις που βρίσκονται σε τράπεζες του εξωτερικού, ο έλεγχος επεκτείνεται μια δεκαετία πίσω.
Εφορία: Οι οδηγίες της ΔΕΔ
- Σύμφωνα με τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, κάθε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή ή αιτία, θεωρείται κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα.
- Σε περίπτωση διαπίστωσης προσαύξησης περιουσίας, η προσαύξηση αυτή δεν υπόκειται σε φορολογία, εφόσον ο φορολογούμενος αποδείξει την πραγματική πηγή αυτής, καθώς επίσης και ότι αυτή
- είτε έχει υπαχθεί σε νόμιμη φορολογία, είτε απαλλάσσεται από τον φόρο σύμφωνα με ειδικές διατάξεις.
- Αυτά ισχύουν σε οποιαδήποτε προσαύξηση περιουσίας, που προέρχεται από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή και αιτία προέλευσης, και ορίζεται ότι ο φορολογούμενος, έχει τη δυνατότητα να αποδείξει την πραγματική πηγή ή την αιτία προέλευσης ή ότι η εν λόγω προσαύξηση φορολογήθηκε ή απαλλάχθηκε νόμιμα.
- Σε περίπτωση που οι αποδείξεις δεν είναι ικανοποιητικές, η οποιαδήποτε προσαύξηση της περιουσίας χαρακτηρίζεται και φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή με συντελεστή τριάντα τρία τοις εκατό (33%). Επίσης, απαιτείται να ελέγχονται και να συνεκτιμώνται και οι τυχόν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.
- Η προσαύξηση της περιουσίας που προκύπτει από τον έλεγχο τραπεζικών λογαριασμών πρέπει να τεκμηριώνεται επαρκώς, καθόσον αναλήψεις / καταθέσεις μπορεί να αφορούν συναλλαγές-κινήσεις που δεν συνιστούν κατ’ ανάγκη φορολογητέο εισόδημα.
Εφορία: Μεταφορές ποσών μεταξύ λογαριασμών
- Περαιτέρω μεταφορές χρηματικών ποσών μεταξύ τραπεζικών λογαριασμών εξετάζονται και διερευνάται ο λόγος που πραγματοποιήθηκαν οι συναλλαγές μεταφοράς των ποσών αυτών αφού προσκομίσει ο φορολογούμενος τα σχετικά έγγραφα. Δηλαδή το θέμα που πρέπει να εξετάζεται δεν είναι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ ανάληψης και κατάθεσης στον ίδιο ή άλλο τραπεζικό λογαριασμό αλλά αν τα αναληφθέντα ποσά υπερκαλύπτουν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων ή λοιπών δαπανών, έτσι ώστε να μην δικαιολογούνται μεταγενέστερες καταθέσεις ίσου ή άλλου ποσού στον ίδιο ή άλλο λογαριασμό.
- Σ’ αυτήν την περίπτωση μπορεί να αποδειχθεί και να τεκμηριωθεί από τον έλεγχο ότι, οι συγκεκριμένες αναλήψεις που έγιναν από τον φορολογούμενο από έναν ή περισσότερους λογαριασμούς δαπανήθηκαν για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων ή λοιπών δαπανών οπότε δεν μπορεί να θεωρηθεί εφικτή η επανακατάθεση των ποσών αυτών σε ίδιους ή άλλους λογαριασμούς.
- Επιπλέον ο έλεγχος κρίνει και τεκμηριώνει εάν πρόκειται ή όχι για «πρωτογενείς καταθέσεις», δηλαδή για ποσά που προέρχονται από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία και δεν προέρχονται από αναλήψεις από άλλους τραπεζικούς λογαριασμούς. Σημειώνεται ότι δεν αντίκειται στη φορολογική νομοθεσία η ανάληψη χρηματικών ποσών και η αποδεδειγμένη επανακατάθεση μέρους ή του συνόλου αυτών και ούτε προβλέπεται χρονικός περιορισμός για την διαδικασία κίνησης χρηματικών κεφαλαίων.
- Όταν δεν μπορεί να δικαιολογηθεί η προσαύξηση της περιουσίας, τότε αυτή φορολογείται στη χρήση που διαπιστώνεται από τον έλεγχο ότι επήλθε. Ο φορολογούμενος δύναται σε κάθε περίπτωση να αποδείξει ότι ο χρόνος αυτός είναι διάφορος από αυτόν που διαπιστώθηκε από τον έλεγχο.
Επίσης η ΔΕΔ διευκρινίζει τα ακόλουθα:
- Δεν υφίσταται προσαύξηση περιουσίας, στην περίπτωση κατά την οποία είναι εμφανής η πηγή προέλευσης ενός χρηματικού ποσού, το οποίο εμφανίζεται ως πίστωση στον τραπεζικό λογαριασμό του ελεγχόμενου φυσικού προσώπου (π.χ. εισόδημα από κεφάλαιο, εισόδημα από κινητές αξίες, εισόδημα Δ πηγής του ν.2238/1994, πώληση περιουσιακών στοιχείων, δάνειο, κτλ.), ακόμα και αν το ποσό αυτό δεν συμπεριελήφθη στις σχετικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, ενώ υπήρχε σχετική υποχρέωση.
- Στις περιπτώσεις αυτές, εφόσον οι εν λόγω πιστώσεις συνεπάγονται φορολογική υποχρέωση στον φόρο εισοδήματος, ο καταλογισμόςδεν θα γίνεται κατ’ επίκληση των ανωτέρω διατάξεων, αλλά
- των. κατά περίπτωση, εφαρμοστέων διατάξεων του ν.2238/1994 ή του ν.4172/2013, αναλόγως του είδους του εισοδήματος.
- Γενικά, επισημαίνεται ότι πίστωση σε τραπεζικό λογαριασμό μπορεί να λογισθεί και να φορολογηθεί ως εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα του δικαιούχου του λογαριασμού, εφόσον δεν καλύπτεται με τα δηλωθέντα εισοδήματα του, ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη, ενόψει των συνθηκών, πηγή ή αιτία, είτε την οποία αυτός επικαλείται, κατόπιν κλήσης του από τη Διοίκηση για παροχή σχετικών πληροφοριών ή προηγούμενη ακρόαση, είτε την οποία εντοπίζει η φορολογική αρχή στο πλαίσιο της λήψης των προβλεπόμενων στο νόμο, αναγκαίων, κατάλληλων και εύλογων μέτρων ελέγχου.
- Ο φορολογούμενος οφείλει κατ’ αρχήν, να ανταποκριθεί στην κλήση της ελεγκτικής αρχής να της χορηγήσει τα αναγκαία και εύλογα, ενόψει των συνθηκών, στοιχεία διευκρίνισης και επαρκούς δικαιολόγησης της περιουσιακής του κατάστασης, η οποία προδήλως δεν ανταποκρίνεται σε εκείνη που προκύπτει από τα στοιχεία των φορολογικών του δηλώσεων. Η άρνηση ή η παράλειψη του φορολογούμενου να παράσχει τις παραπάνω πληροφορίες ή η αδυναμία του να τεκμηριώσει επαρκώς τους ισχυρισμούς προς δικαιολόγηση των επίμαχων ποσών λαμβάνεται υπόψη κατά την εκτίμηση από τη φορολογική αρχή των αποδείξεων σε βάρος του.
Ο χαρακτηρισμός μιας πίστωσης σε λογαριασμό στον οποίο συμμετέχει ο ελεγχόμενος ως προερχόμενης ή σχετιζόμενης με ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα εξετάζεται ως πραγματικό γεγονός.
Εφόσον αποδειχθεί ότι προέρχεται από ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή προσδιορίζεται το είδος της παρασχεθείσας υπηρεσίας και ο λήπτης αυτής ή το πωληθέν αγαθό και ο αγοραστής αυτού, τότε φορολογείται, κατά περίπτωση και υπόκειται σε τυχόν λοιπές φορολογίες (π.χ. ΦΠΑ), εάν δεν έχει ήδη φορολογηθεί.
Στην περίπτωση που ο ελεγχόμενος συμμετέχει σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο (ΟΕ, EE. ΑΕ. ΕΠΕ. IKE), κοινωνία ή κοινοπραξία, και το ποσό που πιστώνεται σε λογαριασμό στον οποίο συμμετέχει το φυσικό πρόσωπο είναι ποσό που αποδεικνύεται ότι αφορά συναλλαγές ή εισόδημα ή περιουσία του νομικού προσώπου ή κοινωνίας ή κοινοπραξίας, δεν συνιστά προσαύξηση περιουσίας, καθώς είναι γνωστής προέλευσης.
Στην περίπτωση αυτή το ποσό δύναται να συνιστά δάνειο (αν τούτο προκύπτει από τις σχετικές εγγραφές στα βιβλία ή από άλλα στοιχεία), ή ταμειακή διευκόλυνση, ανάλογα με τα πραγματικά περιστατικά της κάθε περίπτωσης, κατά την κρίση του ελέγχου.
Αν αυτό το ποσό επεστράφη στο νομικό πρόσωπο (ή κοινωνία ή κοινοπραξία) πριν από την διενέργεια του ελέγχου, τότε αποτελεί δάνειο ή ταμειακή διευκόλυνση (ανάλογα με τα πραγματικά περιστατικά) για το φυσικό πρόσωπο και η τυχόν απόδοση (υπεραξία) αποτελεί εισόδημα του φυσικού προσώπου εφόσον στο νομικό πρόσωπο επεστράφη μόνο το κεφάλαιο.
Σε κάθε περίπτωση οι σχετικές πιστώσεις αξιολογούνται σε σχέση με τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, λαμβανομένου υπόψη και του αναλογούντος ΦΠΑ. ανάλογα με την περίπτωση.
Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος επικαλείται μεν τη λήψη δανείου από ελληνική ή αλλοδαπή επιχείρηση, αλλά δεν υπάρχει σχετικό έγγραφο βέβαιης χρονολογίας.