Έχεις καφετέρια ή ταβέρνα; Η ΑΑΔΕ ζητά να πληρώσεις χιλιάδες ευρώ

ΑΑΔΕ: 17.800 επιχειρήσεις θα επιστρέψουν όλη την επιστρεπτέα προκαταβολη και μάλιστα εντόκως. Όλες οι εξελίξεις στο xristika.gr.

Περισσότερες από 17.800 επιχειρήσεις και επαγγελματίες καλούνται να επιστρέψουν τις επιστρεπτέες προκαταβολές (το συνολικό ποσό) που έλαβαν από τους επτά κύκλους που πραγματοποίησε το υπουργείο Οικονομικών.

Οι ανωτέρω δεν τήρησαν τους όρους και τις προϋποθέσεις που όριζε η σχετική νομοθεσία, όπως για παράδειγμα τη διατήρηση του προσωπικού για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και πλέον καλούνται να επιστρέψουν το ποσό εφάπαξ και εντόκως.

Επί της ουσίας κάποιες επιχειρήσεις εισέπραξαν την κρατική ενίσχυση και μετά ξεκίνησαν απολύσεις, δεν υπέβαλαν φορολογικές δηλώσεις κ.λπ.

Το εντυπωσιακό είναι ότι κάποιες από αυτές θα έπρεπε να αποπληρώσουν μόνο το 25% του κρατικού δανείου.

Για παράδειγμα, επιχείρηση που έλαβε συνολικά 100.000 ευρώ έπρεπε να επιστρέψει 25.000 ευρώ.

Συνολικά 605.530 επιχειρήσεις και επαγγελματίες έλαβαν 8,3 δισ. ευρώ μέσω του προγράμματος της επιστρεπτέας προκαταβολής και το ποσό που κλήθηκαν να επιστρέψουν ήταν της τάξεως των 2,74 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα:

• Το 25% εφόσον έχουν πτώση ακαθάριστων εσόδων το 2020 σε σχέση με το 2019 άνω του 70% και καταγράφουν ζημίες προ φόρων.

• Το 33,3% εφόσον έχουν πτώση ακαθάριστων εσόδων το 2020 σε σχέση με το 2019 μεταξύ 30% και 70% και καταγράφουν ζημίες προ φόρων.

• Οι υπόλοιπες επιχειρήσεις επιστρέφουν το 50%.

Σύμφωνα με τη νομοθεσία, «σε περίπτωση που κατά τον έλεγχο της επιχείρησης από τη φορολογική διοίκηση ή άλλο αρμόδιο όργανο ελέγχου διαπιστωθεί μη τήρηση των όρων της παρούσας, υπέρβαση του ανώτατου ορίου ενίσχυσης ή υποβολή ψευδών στοιχείων, ζητείται η άμεση επιστροφή του συνόλου της χορηγηθείσας ενίσχυσης εντόκως από την ημερομηνία που τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου, σύμφωνα με την κείμενη σχετική εθνική και ενωσιακή νομοθεσία».

Οπως αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, αρκετές επιχειρήσεις οι οποίες προέβησαν σε απολύσεις ανέφεραν ως δικαιολογία ότι δεν γνώριζαν ότι θα έπρεπε να διατηρήσουν το προσωπικό.

Μάλιστα υπάρχει περίπτωση επιχείρησης η οποία έλαβε μεγάλα χρηματικά ποσά από τρεις κύκλους και η οποία σε κανέναν κύκλο δεν τήρησε τον όρο της διατήρησης του προσωπικού, αγνοώντας πλήρως όλες τις προϋποθέσεις που προέβλεπε η νομοθεσία και οι αποφάσεις.

Τα στοιχεία αυτά προέκυψαν από τον φάκελο που απέστειλε η «Εργάνη» στην ΑΑΔΕ και αποδείχθηκε ποιες επιχειρήσεις δεν διατήρησαν το προσωπικό, όπως προέβλεπε κάθε ένας από τους επτά κύκλους της επιστρεπτέας προκαταβολής.

Για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις που είχαν λάβει το κρατικό δάνειο στον πρώτο κύκλο θα έπρεπε έως την 31η Οκτωβρίου 2020 να διατηρήσουν τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσαν κατά την 31η Μαρτίου 2020. Σε κάθε κύκλο υπήρχε διαφορετική ημερομηνία για τη διατήρηση του προσωπικού.

Οι οδηγίες που δόθηκαν στον ελεγκτικό μηχανισμό της ΑΑΔΕ:

α) Να γίνεται άμεσα απαιτητό το σύνολο της χορηγηθείσας ενίσχυσης στις επιχειρήσεις που δεν τήρησαν τους όρους της απόφασης για τη διατήρηση του προσωπικού.

β) Το υπερβάλλον ποσό της ενίσχυσης, στην περίπτωση που η επιχείρηση είναι δικαιούχος μικρότερου ποσού από το χορηγηθέν, επιστρέφεται εντόκως από την ημερομηνία χορήγησης της ενίσχυσης, με το επιτόκιο ανάκτησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τα ανωτέρω ισχύουν και για την επιστροφή του συνόλου της χορηγηθείσας ενίσχυσης, σε περίπτωση που δεν υποβληθούν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά.

Τι δείχνουν τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών για τις επιστρεπτέες προκαταβολές:

– Στον πρώτο κύκλο της επιστρεπτέας προκαταβολής ενισχύθηκαν 52.490 επαγγελματίες και επιχειρήσεις με το ποσό των 601,813 εκατ. ευρώ.

– Στον δεύτερο κύκλο ενισχύθηκαν 89.732 επαγγελματίες και επιχειρήσεις με το ποσό των 1,259 δισ. ευρώ.

– Στον τρίτο κύκλο ενισχύθηκαν 101.522 δικαιούχοι με το ποσό των 1,510 δισ. ευρώ.

– Στο τέταρτο κύκλο οι ενισχύσεις έφθασαν τα 2,174 δισ. ευρώ για 447.041 επιχειρήσεις και επαγγελματίες.

– Στον πέμπτο κύκλο το ύψος των ενισχύσεων ήταν 1,225 δισ. ευρώ για 359.691 επαγγελματίες και επιχειρήσεις.

– Στον έκτο κύκλο οι δικαιούχοι έλαβαν ποσό ύψους 500 εκατ. ευρώ.

– Οι δικαιούχοι του 7ου κύκλου, που ανέρχονται σε περίπου 300.000, μοιράστηκαν 1 δισ. ευρώ.

ΑΑΔΕ: Το «κόλπο» για να πάρετε χιλιάδες ευρώ με χαμηλότοκα δάνεια

Τα χαμηλότοκα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης μπορεί να… «είναι εκεί και ναι περιμένουν» αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούν να τα πάρουν όλοι

! Και μόνο το ότι τα δάνεια αυτά περνούν από την «κρησάρα» των τραπεζών (καθώς συμμετέχουν στην συνολική χρηματοδότηση) είναι αρκετό για να κοπεί μεγάλος αριθμός υποψηφίων που ζητούν επιχειρηματικά δάνεια.

Ως γνωστό, η πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων βρίσκεται εκτός τραπεζικού δανεισμού λόγω υποχρεώσεων και εκκρεμοτήτων για επιχειρηματικά δάνεια του παρελθόντος. Από 850.000 ΑΦΜ μόλις 50.000 επιχειρήσεις θεωρούνται επιλέξιμες για δανεισμό. Πρόκειται για 500 μεγάλες επιχειρήσεις (με βάση τον κοινοτικό ορισμό) περίπου 4.500 μεσαίες και 45.000 μικρές.

Πρακτικά, δηλαδή, μόνο οι μεγάλες επιχειρήσεις μπορούν να χρηματοδοτηθούν από το τραπεζικό σύστημα, κάτι που σημαίνει ότι μόνο αυτές μπορούν να πάρουν και επιχειρηματικά δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Έτσι λοιπόν, μόνο τυχαίο δεν είναι το ότι –ειδικά- για τις μεγάλες επιχειρήσεις, το ελάχιστο επιτόκιο χορήγησης δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης αυξήθηκε και διαμορφώνεται, πλέον, σε σταθερό 1%.

Οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις επιχειρήσεις, αυτές δηλαδή που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη (όπου το επιτόκιο παραμένει αμετάβλητο στο 0,35%) δεν μπορούν να πάρουν -με την ίδια ευκολία- τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης.

Οι περισσότεροι μικρομεσαίοι απορρίπτονται από τις τράπεζες που έχουν συμμετοχή, φωνή και λόγο στα… εν λόγω επιχειρηματικά δάνεια.

Υπενθυμίζεται ότι κάθε σχέδιο που εγκρίνεται, χρηματοδοτείται σε ποσοστό έως 50% με δάνειο από το Ταμείο Ανάκαμψης και τουλάχιστον κατά 30% με δάνειο από τη συνεργαζόμενη τράπεζα, ενώ το 20% της επένδυσης καλύπτεται με ίδια συμμετοχή.

Και τα προβλήματα δεν σταματούν εκεί! Όσες μικρές ή πολύ μικρές επιχειρήσεις καταφέρνουν να περάσουν το σκόπελο της αρχικής επιλογής αντιμετωπίζουν το εξής δίλημμα:

Να προχωρήσουν σε δανεισμό μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης (και να “γλυτώσουν” το Euribor) ή να πάρουν επιχειρηματικό δάνειο; Γιατί όπως εξηγούν τραπεζικοί παράγοντες, οι επενδύσεις των μικρών επιχειρήσεων είναι συνήθως χαμηλούς προϋπολογισμού.

Σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις, τα έξοδα για να ενταχθεί κάποιος σε δάνειο του Ταμείο Ανάκαμψης, αντιστοιχούν ή ξεπερνούν το επιπλέον επιτοκιακό κόστος ενός επιχειρηματικού δάνειο με Euribor 4% (για παράδειγμα).

Διότι, για να περάσει ένα επενδυτικό σχέδιο στο Ταμείο Ανάκαμψης χρειάζεται και ορκωτό ελεγκτή και ανεξάρτητο οικονομικό σύμβουλο, μάνι μάνι, 15.000 – 20.000 € μόνο για έξοδα!

Ετσι, τα έξοδα για «τρίτους» εξανεμίζουν το όφελος από το μειωμένο επιτόκιο για μικρές επενδύσεις, ενώ υπάρχει πάντα και ο κίνδυνος να μην είναι εγκριθεί τελικά (και παρόλα αυτά) το σχέδιο για το Ταμείο Ανάκυψης (ενώ για το επιχειρηματικό δάνειο τα πράγματα είναι ευκολότερα)

Όπως προαναφέρθηκε το ελάχιστο επιτόκιο χορήγησης δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας από τους τραπεζικούς φορείς προς τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις παραμένει σταθερό στο 0,35%, ενώ για τις υπόλοιπες, αυξάνεται και διαμορφώνεται, πλέον, σε επίσης σταθερό 1%.

Το παραπάνω επιτόκια ισχύουν για όσες δανειακές συμβάσεις συναφθούν μεταξύ των τραπεζικών φορέων και των δικαιούχων με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας από 25/10/2022.

Η αύξηση του σταθερού επιτοκίου από 0,35% σε 1% για τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις δεν αφορά όσες έχουν, ήδη, συνάψει, το αργότερο έως 24/10/2022, σύμβαση με ανεξάρτητο αξιολογητή για τον έλεγχο του επενδυτικού τους σχεδίου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, μέχρι σήμερα, έχουν υποβληθεί 160 επενδυτικά σχέδια, συνολικού προϋπολογισμού 7,14 δισ. ευρώ (σε 2,98 δισ. ευρώ ανέρχονται τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, σε 2,55 δισ. ευρώ τα κεφάλαια των τραπεζών και σε 1,61 δισ. ευρώ τα ίδια κεφάλαια). Από το ποσό αυτό, πάνω από 1 δισ. ευρώ αφορούν επενδύσεις από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

ΑΑΔΕ: Δες πόσα παραπάνω θα πληρώσει στη δόση του επόμενου μήνα

Σε ακόμη μία – την τρίτη κατά σειρά από τον περασμένο Ιούλιο – αύξηση επιτοκίων αναμένεται να προχωρήσει αύριο, Πέμπτη, η Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με τους μεν, δανειολήπτες που έχουν  στεγαστικό δάνειο να βλέπουν τις δόσεις τους να «φουσκώνουν» και τους δε, καταθέτες να… ανταμείβονται με το σταγονόμετρο.

Ειδικότερα, η αγορά έχει προεξοφλήσει την αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και αναχρηματοδότησης κατά 75 μονάδες βάσης, στο πλαίσιο της προσπάθειας της κεντρικής τράπεζας να τιθασεύσει τον πληθωρισμό, ο οποίος επιμένει να κινείται σε σχεδόν διψήφια ποσοστά και σίγουρα πολύ πάνω από τον στόχο του 2%.

Αυτό πρακτικά μεταφράζεται αφενός, σε σημαντική αύξηση του κόστους χρηματοδότησης και δη, σε μία περίοδο, όπου νοικοκυριά και επιχειρήσεις προσπαθούν να διαχειριστούν το ήδη αυξημένο κόστος διαβίωσης και λειτουργίας και αφετέρου, σε «τιμωρία» για τους αποταμιευτές, μιας και οι τράπεζες αρνούνται – τουλάχιστον προς ώρας – να περάσουν την όποια αύξηση στα αντίστοιχα προιόντα.

Πιο αναλυτικά, όπως προκύπτει από τα παραδείγματα που παρουσιάζει το newmoney, σε περίπτωση αύξησης των επιτοκίων κατά 0,75% η δόση για ένα μέσο στεγαστικό δάνειο, ύψους 100.000 ευρώ, με μέσο αρχικό επιτόκιο 3% και διάρκεια αποπληρωμής τα 15 έτη, ήτοι 180 μήνες, θα αυξηθεί από τα 696 ευρώ/μήνα στα 733 ευρώ/μήνα (επιπλέον επιβάρυνση κατά περίπου 37 ευρώ).

Εάν η διάρκεια ανέρχεται στα 20 έτη ή 240 μήνες, τότε το μηνιαίο κόστος αυξάνεται στα 39 ευρώ, με τη δόση να διαμορφώνεται στα 600 ευρώ.

Αντιστοίχως, για ένα μέσο επιχειρηματικό τοκοχρεωλυτικό δάνειο, ύψους 200.000 ευρώ, με μέσο αρχικό επιτόκιο 5,5% και διάρκεια αποπληρωμής τα 10 χρόνια, η αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης μεταφράζεται σε αύξηση της μηνιαίας δόσης κατά 76 ευρώ/μήνα (από αρχική δόση 2.230 ευρώ σε 2.307 ευρώ).

Αξίζει να αναφερθεί πως οι αυξήσεις της ΕΚΤ «ακουμπούν» πρωτίστως τα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο που αποτελούν και την πλειονότητα στην Ελλάδα, αλλά και τα νέα δάνεια με σταθερό (σ.σ. εξ άλλου, όπως είχε γράψει το newmoney τα περίπου 27.000 δάνεια που χορηγήθηκαν την τελευταία τριετία με σταθερό επιτόκιο έχουν προκαθορισμένες δόσεις).

Οι τράπεζες, προκειμένου να «κλειδώσουν» μέσω Interest Rate Swap το κόστος χρηματοδότησης των κεφαλαίων που αντλούν από τη διατραπεζική αγορά, έχουν ένα κόστος της τάξεως των 320 ποσοστιαίων μονάδων, στο οποίο προστίθενται και άλλα κόστη, όπως για την κάλυψη του πιστωτικού και λειτουργικού κινδύνου, της διαχείρισης κ.ο.κ..

Αυτό πρακτικά σημαίνει πως η επίμαχη δραστηριότητα αποδεικνύεται μάλλον ασύμφορη, με τις ίδιες να προχωρούν αφενός, σε αυξήσεις στα σταθερά επιτόκια, με, ταυτόχρονη, επαναφορά του «πέναλτι» στην πρόωρη εξόφληση και αφετέρου, σε μειώσεις στα spreads δανεισμού για τα κυμαινόμενα, σε μία προσπάθεια να τα καταστήσουν πιο ελκυστικά.

«Τους τελευταίους μήνες έχουμε προχωρήσαμε σε μειώσεις στα στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου 80 και 50 μονάδες βάσης, συνολικά, δηλαδή, -1,30%. Ταυτόχρονα, αυξήσαμε, κατά μέγιστο, 40 και 50 μονάδες βάσης τα προγράμματα σταθερού επιτοκίου, ήτοι +0,9% maximum», τονίζουν στο newmoney αρμόδιες πηγές.

ΑΑΔΕ: Οι καταθέσεις

Στον αντίποδα, στο μηδέν παραμένουν τα επιτόκια καταθέσεων, με τις τράπεζες να έχουν μόλις πρόσφατα «περάσει» τις πρώτες, μικρές αυξήσεις, «αγνοώντας» τις δύο προηγούμενες κινήσεις της ΕΚΤ.

Όπως εξηγούν στο newmoney αρμόδια στελέχη, οι λόγοι πίσω από την… αργοπορία είναι αφενός, η πλεονάζουσα ρευστότητα, απόρροια έως ένα βαθμό και των μέτρων στήριξης κατά της πανδημίας και αφετέρου, το γεγονός ότι μέχρι σήμερα ουδέποτε επέβαλαν αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις πελατών τους.

Υπογραμμίζεται πως οι τράπεζες έχουν ήδη τιμολογήσει ευνοϊκά συγκεκριμένες κατηγορίες καταθετών, όπως, για παράδειγμα, τις επιχειρήσεις ή τους λογαριασμούς μισθοδοσίας, εστιάζοντας πλέον την προσοχή τους στις προθεσμιακές καταθέσεις, οι οποίες έτσι κι αλλιώς έχουν αποταμιευτική χροιά.

Στο πλαίσιο αυτό, Alpha Bank και Eurobank προχώρησαν πρώτες σε αναπροσαρμογή των επιτοκίων από τη ζώνη του 0,01% – 0,03% στο 0,02% – 0,20%, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος θα κυμανθούν – πιθανότατα μετά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ – και οι υπόλοιπες (σ.σ. το μέσο επιτόκιο των προθεσμιακών καταθέσεων στη χώρα μας διαμορφώνεται στο 0,11%).