Δεν είναι φάρσα: Τράπεζα δίνει 300 ευρώ – Δείτε σε ποιους και γιατί

Τράπεζες: Σε μια ασυνήθιστη κίνηση προχώρησε μεγάλη ελληνική τράπεζα καθώς δίνει 300 ευρώ στους υπαλλήλους της! Όλες οι εξελίξεις στο xristika.gr

Στην παροχή εφάπαξ ποσού 300 ευρώ για τους υπαλλήλους της προχωρά η Eurobank, με τα ανώτερα και τα ανώτατα στελέχη να εξαιρούνται από την παροχή.

Η στήριξη θα γίνει με τη χρήση vouchers, ενώ εντός των επόμενων ημερών θα υπάρξει μία ειδική ενημέρωση στη Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού της Eurobank προκειμένου να καθοριστούν οι όροι αλλά και η διαδικασία καταβολής της στήριξης.

Η διοίκηση της τράπεζας ενημερωσε το προσωπικό ότι έλαβε την παραπάνω απόφαση, μετά την σημαντική αύξηση του κόστους ζωής και ως εκ τούτου κατανοεί ότι και οι τραπεζοϋπάλληλοι αντιμετωπίζουν αρκετές δυσκολίες.

Με αυτόν τον τρόπο η τράπεζα προσφέρει μία επιπλέον στήριξη στους υπαλλήλους της σε μία ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο όπου έχει αυξηθεί σημαντικά το κόστος ζωής και οι τιμές τόσο στον ενεργειακό τομέα όσο και στα είδη πρώτης ανάγκης.

Η κίνηση της τράπεζας έρχεται σε μία στιγμή όπου σχεδόν το σύνολο των βασικών αγαθών έχει «δει» τις τιμές να διαμορφώνονται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών.

Τράπεζες: Αυξάνονται οι καταθέσεις άνω των 50.000 ευρώ

Τα στοιχεία που δημοσιοποίησε το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ) για το 2021 δείχνουν συνεχή υποχώρηση των αποταμιεύσεων στις μικρότερες καταθέσεις και αντίστοιχα ανοδική στα μεγαλύτερα κλιμάκια από τα μέσα του 2012, όταν ξεκίνησαν να δημοσιεύονται τα σχετικά στατιστικά. Τότε, ο βασικός λόγος ήταν να διαπιστωθεί ο αριθμός και το ποσό των καταθέσεων με υπόλοιπα άνω των 100.000 ευρώ που καλύπτονται από το ΤΕΚΕ, καθώς είχε κλονιστεί η εμπιστοσύνη προς το τραπεζικό σύστημα.

Η παραπάνω διαπίστωση ισχύει τόσο για το ποσοστό των καταθετών ανά κλιμάκιο όσο και για το ποσοστό στο σύνολο των καταθέσεων που αντιστοιχούν. Για παράδειγμα, στις 31 Δεκεμβρίου του 2021, το 71,8% των καταθετών είχαν καταθέσεις με ποσά έως 1.000 ευρώ. Το 71,8% των καταθετών, δηλαδή σχεδόν 7 στους 10 κατέχουν μόλις 1,5 των συνολικών καταθέσεων.

Τι λένε οι τράπεζες
Σε ό,τι αφορά στους λόγους της αύξησης των καταθέσεων, τα τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι τα ποσοστά που δημοσιεύονται δεν αποκλίνουν πολύ από την πραγματικότητα, μολονότι δεν αντιστοιχούν σε μοναδικά ΑΦΜ. Πράγματι, ένας μικρός αριθμός καταθετών κατέχει το μεγαλύτερο ποσοστό των καταθέσεων. Τα ποσοστά παρουσιάζουν διαφοροποίηση από τράπεζα σε τράπεζα, λόγω του προφίλ του πελατολογίου. Ωστόσο, συγκλίνουν στις εξής εκτιμήσεις:

Πρώτον, τα μεγαλύτερα ποσά αντιστοιχούν σε υψηλότερα εισοδήματα που έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα αποταμίευσης και επένδυσης. Αυτό έγινε πιο έκδηλο κατά την περίοδο της πανδημίας.

Δεύτερον, τα μεγάλα υπόλοιπα και η μεγαλύτερη αύξησή τους οφείλεται κυρίως σε επιχειρηματικά κέρδη καθόλη την τελευταία δεκαετία.

Τρίτον, η αύξηση των υπολοίπων οφείλεται σε κάποιο βαθμό στη σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης προς το τραπεζικό σύστημα. Οι εισροές από αρκετά δηλές το 2018 έγιναν πιο εμφανείς από το 2019, τόσο από ιδιώτες όσο και από επιχειρήσεις.

Τέταρτον, οι πωλήσεις ακινήτων και κυρίως σε κατοίκους εξωτερικό ή Έλληνες του εξωτερικού έχουν συμβάλει στην αύξηση των καταθέσεων, κυρίως τα τελευταία δύο χρόνια, λόγω της μεγάλης ανόδου των τιμών. Οι εκταμιεύσεις δανείων της τελευταίας διετίας (περίπου 1,6 δισ. ευρώ), με το ποσοστό χρηματοδότησης να κυμαίνεται γύρω στο 65%, δεν εξηγούν τους τζίρους που γίνονται στην κτηματαγορά, ούτε τις καθαρές εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων για οικιστικά ακίνητα ύψους 1 δισ. μόνο το 2021. Επίσης, τραπεζικά στελέχη σημειώνουν ότι οι περισσότερες αγοραπωλησίες -και μάλιστα σε ακριβές περιοχές- πραγματοποιούνται χωρίς τραπεζικό δανεισμό- με αγοραστές από το εξωτερικό και από Έλληνες του εξωτερικού. Οι πωλήσεις αυτές μετατρέπονται σε καταθέσεις.

Προσοχή στην ανάγνωση
Ωστόσο, μια διευκρίνιση από το ΤΕΚΕ και από την ΤτΕ, δηλαδή ότι δεν υπάρχουν στοιχεία των καταθέσεων ανά ΑΦΜ, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα ποσοστά μπορεί να είναι σχετικά αντιπροσωπευτικά της μεγάλης εικόνας, χωρίς να αποδίδουν την πραγματικότητα με ακρίβεια. Αυτό ισχύει για δύο λόγους:

Πρώτον, μετά το 2010 και την κρίση που ακολούθησε, οι Έλληνες καταθέτες μελέτησαν αρκετά τα όρια για τα ποσά που καλύπτονται από το ΤΕΚΕ (έως 100.000 ευρώ ανά καταθέτη ανά τράπεζα για το σύνολο των καταθέσεών του, ανεξαρτήτως αριθμού λογαριασμών). Αυτό οδήγησε στο “σπάσιμο” των λογαριασμών σε ποσά μικρότερα των 100.000 ευρώ. Επίσης, από μετρήσεις έχει φανεί ότι οι Έλληνες είναι από τους πιο ενημερωμένους σχετικά με τα όρια κάλυψης εγγυήσεων και για τους όρους, σε σχέση με άλλους Ευρωπαίους.

Δεύτερον, κάθε Έλληνας ιδιώτης έχει πάνω από δύο λογαριασμούς, σε τουλάχιστον δύο τράπεζες. Συνήθως, ο ένας έχει τα μικρότερα ποσά ή είναι μηδενικός, ενώ ένας άλλος ή άλλοι χρησιμοποιούνται για μισθοδοσία, δαπάνες, επενδύσεις, δάνεια, κλπ.

Συνεπώς, ακόμα κι αν θεωρηθεί το σύνολο των τραπεζών ως μία τράπεζα όπου εκεί ισχύουν οι μέσοι όροι με τα ποσοστά κατανομής, πολλοί καταθέτες θα βρίσκονται ταυτόχρονα σε χαμηλότερα και υψηλότερα κλιμάκια. Για παράδειγμα, ένας μπορεί να υπολογίζεται στο κλιμάκιο έως 1.000 ευρώ και ταυτόχρονα στο κλιμάκιο έως 5.000 ευρώ και άνω των 100.000 ευρώ. Γενικά, πάντως, εκτιμάται ότι πιο ακριβής είναι η εικόνα για τα μεγαλύτερα κλιμάκια, ειδικά για τα ποσά των 100.000 ευρώ και άνω.

Η προσέγγιση της ΤτΕ
Η Τράπεζα της Ελλάδος εφάρμοσε μια μεθοδολογία προκειμένου να προσεγγίσει με μεγαλύτερη ακρίβεια την κατανομή των καταθέσεων τη διετία της πανδημίας, προσπερνώντας όσο ήταν δυνατόν το ζήτημα με τις μοναδικές καταθέσεις ανά ΑΦΜ.

Με βάση τους υπολογισμούς της ΤτΕ, όπως αναφέρεται στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας τον Μάιο, προκύπτει ότι το Δεκέμβριο του 2021 η κατανομή των λογαριασμών ήταν ως εξής:

-Έως 5.000 ευρώ: πάνω από 4,5 εκατ. λογαριασμούς,

-5.000-50.000 ευρώ: 2 εκατ. λογαριασμούς,

-50.000-100.000: 360 χιλιάδες λογαριασμούς,

-100.000-500.000 ευρώ: 110 χιλιάδες λογαριασμούς,

-500.000-1 εκατ. ευρώ: 5.200 λογαριασμούς

– 1 εκατ.-5 εκατ. ευρώ: 1.300 λογαριασμούς

– 5 εκατ.-10 εκατ. ευρώ: 80 λογαριασμούς

– Άνω των 10 εκατ. ευρώ: έως 84 λογαριασμούς.

Αιτίες μεταβολής καταθέσεων ανά κλιμάκιο
Σύμφωνα με τη μεθοδολογία της ΤτΕ, προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:

Πρώτον, οι λογαριασμοί με τα χαμηλότερα υπόλοιπα, δηλαδή μέχρι 5.000 ευρώ, είναι αυτοί που αύξησαν λιγότερο τις καταθέσεις τους κατά την πανδημία. Συγκεκριμένα, το 2020 αύξησαν τα υπόλοιπα κατά 9%, αλλά το 2021 μειώθηκαν κατά 4,3%. Έτσι, στη διετία 2020-2021, η συνολική αύξηση ήταν 4,4%.

Δεύτερον, οι λογαριασμοί με τα μικρότερα ποσά είναι οι περισσότεροι (4,5 εκατ.) με τις μικρότερες συνολικές καταθέσεις. Το 50% περίπου του συνολικού υπολοίπου των καταθετικών λογαριασμών φυσικών προσώπων αφορά καταθέσεις έως 50.000 ευρώ, το 44% αφορά λογαριασμούς από 50.000-500.000 ευρώ και το υπόλοιπο 6% περίπου τις κατηγορίες άνω των 500.000 ευρώ.

Τρίτον, το 60% της απόλυτης αύξησης των καταθέσεων στα φυσικά πρόσωπα προήλθε από τις κατηγορίες λογαριασμών μεταξύ 5.000 ευρώ και 100.000 ευρώ.

Τέταρτον, άνω του 90% της απόλυτης αύξησης των καταθέσεων των επιχειρήσεων προήλθε από τις κατηγορίες λογαριασμών άνω των 100.000 ευρώ.

Πέμπτον, όσο αυξάνονται τα υπόλοιπα, τόσο μειώνεται και μάλιστα απότομα ο αριθμός των λογαριασμών και αυξάνεται η άνοδος των καταθέσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Έκτον, η μεγαλύτερη “υπερβάλλουσα ρευστότητα”, δηλαδή μεγαλύτερη άνοδος από την τάση που προϋπήρχε της πανδημίας, παρατηρήθηκε στα κλιμάκια με υπόλοιπα από 5.000 ευρώ έως 50.000 ευρώ. Η παραπάνω (σε σχέση με την τάση) αποταμίευση υπολογίζεται σε 3 δισ. στη διετία 2020-2021. η μεγαλύτερη “υπερβάλλουσα ρευστότητα”, δηλαδή μεγαλύτερη άνοδος από την τάση που προϋπήρχε της πανδημίας, παρατηρήθηκε στα κλιμάκια με υπόλοιπα από 5.000 ευρώ έως 50.000 ευρώ. Η παραπάνω (σε σχέση με την τάση) αποταμίευση υπολογίζεται σε 3 δισ. στη διετία 2020-2021.

Στα μικρότερα κλιμάκια
Στα μικρότερα κλιμάκια, εκτιμάται ότι αντανακλώνται μεταξύ άλλων:

(α) τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης και αναβολής πληρωμής υποχρεώσεων που ελήφθησαν στη διάρκεια της πανδημίας με σκοπό να στηρίξουν τους εργαζόμενους σε πληττόμενους κλάδους με στόχο τη διατήρηση υφιστάμενων θέσεων απασχόλησης και του διαθέσιμου εισοδήματος, και

(β) η μείωση της κατανάλωσης λόγω εφαρμογής των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης.

Για τις υψηλότερες κατηγορίες άνω των 50.000 ευρώ, η αύξηση συνεχίστηκε με σταθερότητα ή επιταχύνθηκε το 2021, δηλαδή οι κατηγορίες αυτές συνέχισαν να συσσωρεύουν καταθέσεις, γεγονός που μπορεί να συνδέεται με την ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη σε συνδυασμό με αυξημένη ροπή προς αποταμίευση.

Επιχειρήσεις
Αντίθετα με τα φυσικά πρόσωπα, σύμφωνα με την ΤτΕ, οι καταθέσεις των επιχειρήσεων αποτελούνται κυρίως, σε ποσοστό άνω του 70%, από λογαριασμούς άνω των 500.000 ευρώ, με συνέπεια η γενική εξέλιξή τους να επηρεάζεται κατά κύριο λόγο από εκείνες των μεγαλύτερου μεγέθους επιχειρήσεων.

Μεταξύ Δεκεμβρίου 2019 και Δεκεμβρίου 2021, το μεγαλύτερο μέρος (άνω του 90%) της απόλυτης αύξησης των καταθέσεων των επιχειρήσεων προήλθε από τις κατηγορίες λογαριασμών άνω των 100 χιλ. ευρώ. Η αύξηση των καταθέσεων στις επιχειρήσεις επιβραδύνθηκε σημαντικά το 2021 για τις κατηγορίες λογαριασμών από 5.000 μέχρι 1 εκατ. ευρώ, ενώ διατηρήθηκε περίπου σταθερή ή επιταχύνθηκε για τους πολύ χαμηλούς λογαριασμούς κάτω των 5.000 ευρώ και για τους υψηλότερους λογαριασμούς άνω του 1 εκατ. ευρώ.

Η εξέλιξη αυτή, σημειώνει η ΤτΕ, πιθανόν αντανακλά εν μέρει την εξέλιξη του τραπεζικού δανεισμού στη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών λόγω του περιορισμού το 2021, σε σχέση με το προηγούμενο έτος, των πόρων μέσω αναπτυξιακών φορέων που ήταν διαθέσιμοι προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Οι υπερβάλλουσες καταθέσεις των επιχειρήσεων διευρύνθηκαν περαιτέρω το 2021 σε σχέση με το 2020 για όλες τις κατηγορίες καταθετικών λογαριασμών, κυρίως δε για λογαριασμούς άνω του 1 εκατ. ευρώ.