Ασύλληπτο αυτό που γίνεται με τις χρυσές λίρες στην Ελλάδα: Απίστευτο κι όμως αληθινό

Χρυσές λίρες: Η τιμή του χρυσού έχει αρχίσει να προσεγγίζει ιστορικά υψηλά και όλοι σκέφτονται το πώς θα πουλήσουν τις χρυσές λίρες που έχουν.

Κάθε φορά που υπάρχει μια μεγάλη κρίση, ο χρυσός παρουσιάζεται ως το αποκούμπι του επενδυτή.

Η κατοχή χρυσού προσφέρεται για πολλούς ως η επένδυση που παρέχει ασφάλεια.

Μάλιστα, αν γυρίσουμε κάποιες δεκαετίες πίσω, ένα σωρό ελληνικά νοικοκυριά στήθηκαν πάνω στις οικονομίες που δημιουργήθηκαν με κόπο – και δεν ήταν άλλες από την αξία των χρυσών λιρών που συνήθως ήταν κρυμμένες κάτω από το στρώμα ή σε κάποιο κουτί στα ντουλάπια της κουζίνας.

Μιλώντας σε podcast της ιστοσελίδας Newsbeast o Χρήστος Αλωνιστιώτης, επικεφαλής διαχειριστής κεφαλαίων της εταιρείας XSpot Wealth, αναφέρεται στην αξία των χρυσών λιρών σήμερα και πόσο μπορούμε να τις πουλήσουμε.

«Ο χρυσός είναι ένα επενδυτικό προϊόν που μπορεί να προσφέρει σε έναν επενδυτή σταθερότητα, με την έννοια ότι οι αποδόσεις που θα λάβει κάποιος μετά από πολλά χρόνια, δεν είναι κάτι το εξαιρετικό.

Σε περιόδους, όμως, όπου οποιοδήποτε επενδυτικό προϊόν έχει μεγάλες διακυμάνσεις και μπορεί να βρεθεί στο -20 ή στο -30% της αξίας του, ο χρυσός, κατά πάσα πιθανότητα, δε θα έχει τόσο μεγάλες διακυμάνσεις» σημειώνει ο κύριος Αλωνιστιώτης.

«Είναι ένα επενδυτικό προϊόν όπου κάποιος μπορεί να διεκδικήσει μια λογική απόδοση σε βάθος χρόνου, αλλά αυτό δεν είναι η παντοτινή πραγματικότητα.

Υπάρχουν περίοδοι, όπως ήταν από το 2008 μέχρι σήμερα, όπου κάποιος που αγόρασε χρυσό στα υψηλότερα σημεία του ακόμη δεν έχει καταφέρει να βρεθεί πάνω από αυτά» τονίζει.

Σύμφωνα δε με τον κ. Αλωνιστιώτη τα πιο βασικά είδη λίρας που μπορεί να βρει κάποιος στην ελληνική αγορά είναι οι λίρες Αγγλίας με το πρόσωπο της βασίλισσας Ελισάβετ – οι προ του 1973 και οι μετά.

«Οι έλληνες επενδυτές που έχουν λίρες, έχουν συνήθως μία από αυτές τις δύο κατηγορίες» σημειώνει χαρακτηριστικά.

Όπως τονίζει ο κ. Αλωνιστιώτης αν κάποιος διαθέτει 10 χρυσές λίρες Αγγλίας έχει μια αποτίμηση που κυμαίνεται μετά των 4.500 και 4.800 ευρώ.

Από την άλλη «οι ράβδοι που βλέπουμε στις ταινίες να φορτώνονται στις τσάντες όταν μπαίνουν στα θησαυροφυλάκια, και να φεύγουν τρέχοντας, έχουν βάρος 12,5 κιλά. Και η αξία της είναι περίπου στις 735 με 750.000 ευρώ».

Χρυσές Λίρες: Άδειασαν τα… σεντούκια

Η άνοδος της τιμής της χρυσής λίρας ήρθε σε μια περίοδο που τα νοικοκυριά είχαν… ξεφορτωθεί τις λίρες που κατείχαν, επειδή στα προηγούμενα τρία χρόνια είχε καταγραφεί άνοδος της τιμής, αλλά όχι βέβαια στα σημερινά επίπεδα.

Στις 31 Δεκεμβρίου 2018 η Τράπεζα της Ελλάδος αγόραζε τη χρυσή λίρα στα 254,43 ευρώ, ένα χρόνο αργότερα, στις 31-12-2019 η τιμή αγοράς της χρυσής λίρας είχε αυξηθεί στο ποσό των 309,09 ευρώ, στις 31/12/2020 διαμορφώθηκε σε 349,64 ευρώ και στις 31 Δεκεμβρίου 2021 είχε αυξηθεί σε 365,27 ευρώ.
349,64

Το 2021 τα νοικοκυριά πούλησαν στην ΤτΕ, 45.588 χρυσές λίρες Αγγλίας, έναντι 86.584 τεμάχια που πωλήθηκαν το 2020, με τις πωλήσεις να καταγράφουν μείωση κατά 47,3%.

Το 2020 οι πωλήσεις χρυσών λιρών Αγγλίας από τα νοικοκυριά στην Τράπεζα της Ελλάδος είχαν ανέλθει σε 86.584 και το 2019 είχαν ανέλθει σε 99.744 τεμάχια.

Από το 2002 που υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία από την ΤτΕ, οι ρευστοποιήσεις χρυσών λιρών από τα νοικοκυριά ανήλθαν σε 3.095.508 τεμάχια ενώ οι αγορές λιρών από τους ιδιώτες ανήλθαν σε 1.480.715 τεμάχια, που σημαίνει, ότι από τα… σεντούκια των νοικοκυριών λείπουν 1.614.793 χρυσές λίρες Αγγλίας.

Χρυσές λίρες: Υπό εξαφάνιση και τα μετρητά!

Παράλληλα, μπορεί οι Έλληνες να μάζεψαν… χρήματα στην καραντίνα ωστόσο φαίνεται πως προτιμούν τις ψηφιακές αγορές με αποτέλεσμα τα μετρητά να είναι είδος προς εξαφάνιση!

Συνολικά οι ενεργές κάρτες –χρεωστικές, πιστωτικές, προπληρωμένες, εικονικές- που κυκλοφορούν είναι 18,6 εκατομμύρια και με αυτές πραγματοποιήθηκαν 1,15 δισ συναλλαγές αξίας 66 δισ ευρώ.

Σύμφωνα με την Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας Ελλάδος, από τα 18,6 εκατομμύρια κάρτες, τα 15,7 εκατομμύρια είναι χρεωστικές κάρτες –από τις οποίες το 1,7 εκατομμύρια προπληρωμένες-, ενώ οι ενεργές πιστωτικές κάρτες είναι 2,9 εκατομμύρια.

Σημαντική αύξηση –κατά 38%- εμφάνισαν οι εικονικές κάρτες πληρωμών με τον αριθμό τους να ανεβαίνει στις 100 χιλιάδες κάρτες. Την αύξηση των προπληρωμένων και των εικονικών καρτών η ΤτΕ την αποδίδει στον αυξημένο αριθμό συναλλαγών που διενεργούνται μέσω διαδικτύου.

Πέρυσι πραγματοποιήθηκαν 1,15 δισεκατομμύρια συναλλαγές με «πλαστικό» χρήμα (από 976 εκατ. το 2019, αύξηση κατά 18%).

Ο αριθμός των συναλλαγών με χρεωστικές κάρτες αυξήθηκε κατά 20% -σε 1.029 δισεκατομμύρια-, καθώς το 89% του συνολικού αριθμού πληρωμών με κάρτες γίενται με χρεωστικές, οι οποίες αποτελούν το κύριο υποκατάστατο της χρήσης μετρητών.

Οριακά –κατά 1,68%- ήταν και ο αριθμός συναλλαγών με πιστωτικές κάρτες, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 121 εκατομμύρια.

Η αξία των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών κυμάνθηκε στα 66 δισεκ. ευρώ, αυξημένη κατά 2% συγκριτικά με το προηγούμενο -με τις χρεωστικές να συμμετέχουν κατά 92% στη συνολική αξία των συναλλαγών με όλα τα είδη καρτών πληρωμών.

Ο μέσος αριθμός συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα αυξήθηκε σε 65 συναλλαγές, από 56 το 2019, ενώ με πιστωτικές κάρτες ο μέσος αριθμός συναλλαγών μειώθηκε στις 42, από 45 το 2019.

Η μέση αξία συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα παρουσίασε αύξηση κατά 1% σε 3.845 ευρώ (από 3.798 ευρώ το 2019). Αντίθετα η μέση αξία συναλλαγών ανά πιστωτική κάρτα μειώθηκε στα 1.938 ευρώ (-19%), από 2.390 ευρώ το προηγούμενο έτος.

Όπως σημειώνει η ΤτΕ η μέση αξία ανά συναλλαγή το 2020 μειώθηκε στα 57 ευρώ, από 66 ευρώ το 2019 και 70 ευρώ το 2018. Η πτώση της μέσης αξίας ανά συναλλαγή καταγράφηκε τόσο στις συναλλαγές με χρεωστικές κάρτες, όπου μειώθηκε σε 59 ευρώ, από 68 ευρώ το 2019, όσο και στις συναλλαγές με πιστωτικές κάρτες, στις οποίες μειώθηκε σε 46 ευρώ, από 52 ευρώ το προηγούμενο έτος.

Μάλιστα σύμφωνα με την ΤτΕ, «οι μειώσεις της μέσης αξίας ανά συναλλαγή που παρατηρούνται κατά το έτος 2020 είναι μεγαλύτερης κλίμακας από αυτές των προηγούμενων ετών, γεγονός που ενδεχομένως να οφείλεται στη μείωση των εισοδημάτων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων που προκλήθηκε από την παγκόσμια υγειονομική κρίση».