Αποζημίωση – απολύσεις: Τριπλή ανατροπή στις εργασιακές σχέσεις, µε θετικό πρόσηµο υπέρ του εργαζόµενου, φέρνει το νοµοσχέδιο-σκούπα του υπουργείου Εργασίας.
Το πολυνοµοσχέδιο µε την τριπλή ρύθµιση των 120 δόσεων επιχειρεί να φέρει τα πάνω κάτω στην αγορά εργασίας, ενισχύοντας το «οπλοστάσιο» των εργαζοµένων µε δέσµη εργατικών ρυθµίσεων.
Αναλυτικά, µε σειρά διατάξεων το νοµοσχέδιο:
- βάζει φρένο στην υποδηλωµένη εργασία που εµφανίζεται ψευδώς δηλωµένη ως µερική ή εκ περιτροπής αλλά στην πραγµατικότητα είναι πλήρους ωραρίου,
- µπλοκάρει τις αναιτιολόγητες απολύσεις,
- εισάγει αυτόµατη ρήτρα που οδηγεί στην τεκµαιρόµενη πλήρη απασχόληση του µισθωτού, αν δεν τηρηθεί η έγγραφη διαδικασία και η 8ήµερη προθεσµία που προβλέπονται για τη νόµιµη µετατροπή µιας σύµβασης σε καθεστώς µερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης. Ιδιαίτερη σηµασία έχει η ρύθµιση για την αντιµετώπιση της υποδηλωµένης εργασίας, που βασίζεται στην κατάχρηση των ευέλικτων µορφών απασχόλησης.
Το φαινόµενο αυτό, που για παράδειγµα είναι διαδεδοµένο σε κλάδους όπως ο επισιτισµός και ο τουρισµός, θα αντιµετωπίζεται πλέον µε αυξηµένες κυρώσεις.
Την ίδια στιγµή έρχεται σειρά διατάξεων για την ενίσχυση της αποτελεσµατικότητας των ελέγχων του Σώµατος Επιθεώρησης Εργασίας:
- Στην κατηγοριοποίηση των παραβάσεων της εργατικής νοµοθεσίας που επισύρουν διοικητικές κυρώσεις και πρόστιµα προστίθεται το κριτήριο του «καθεστώτος απασχόλησης», το οποίο αφορά την πρόσληψη εργαζοµένων µε ευέλικτες µορφές απασχόλησης, όπως η µερική ή η εκ περιτροπής εργασία. Στόχος είναι να δηµιουργηθεί αντικίνητρο στην κατάχρηση ευέλικτων µορφών απασχόλησης που κρύβουν περιπτώσεις υποδηλωµένης εργασίας και το φαινόµενο να αντιµετωπιστεί πιο αποτελεσµατικά. Στο πλαίσιο της εν λόγω διάταξης αναµένεται να αυστηροποιηθεί το ισχύον σήµερα πλαίσιο προστίµων για την υποδηλωµένη και ψευδώς δηλωµένη µερική απασχόληση. Πρόκειται για περιπτώσεις εργαζοµένων που απασχολούνται για παράδειγµα µε πλήρες 8ωρο αλλά δηλώνονται για 4ωρο ή και ακόµη λιγότερες ώρες. Τα κριτήρια Με τη νέα υπουργική απόφαση, την οποία προβλέπει η διάταξη θα εξειδικεύονται τα κριτήρια, ώστε να υπάρχει αυστηρή µεταχείριση των εν λόγω περιπτώσεων. Παράλληλα, διατηρούνται τα ήδη υφιστάµενα κριτήρια, δηλαδή η σοβαρότητα της παράβασης, η τυχόν επαναλαµβανόµενη µη συµµόρφωση στις υποδείξεις των αρµόδιων οργάνων, οι παρόµοιες παραβάσεις για τις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις στο παρελθόν, ο βαθµός υπαιτιότητας, ο αριθµός των εργαζοµένων, το µέγεθος της επιχείρησης, ο αριθµός των εργαζοµένων που θίγονται κ.ά.
- Εξαιρούνται µε ρητή διάταξη νόµου οι ελεγκτές του ΣΕΠΕ και του υπουργείου Εργασίας από την αυτόφωρη διαδικασία. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται η προστασία τους από αβάσιµες και προσχηµατικές εγκλήσεις σε βάρος τους και η διασφάλιση της απρόσκοπτης άσκησης των αρµοδιοτήτων τους, καθώς παρατηρούνται φαινόµενα καταχρηστικής κίνησης της ποινικής διαδικασίας σε βάρος Επιθεωρητών Εργασίας, µε κύριο σκοπό τον εκφοβισµό τους. Αντίστοιχες διατάξεις υπάρχουν ήδη για τους «ράµπο» της Εφορίας (υπάλληλοι της ΑΑΔΕ), όπως επίσης για την προστασία των δικαστικών επιµελητών, των αστυνοµικών, λιµενικών και πυροσβεστικών υπαλλήλων και των δασικών υπαλλήλων κ.ά.
- Ενισχύεται το υφιστάµενο πλαίσιο ποινικών ευθυνών όσων παρεµποδίζουν τους ελέγχους του ΣΕΠΕ, ώστε να καλύπτονται όχι µόνο η παρεµπόδιση εισόδου των ελεγκτικών οργάνων και η άρνηση παροχής ή η παροχή ψευδών πληροφοριών και στοιχείων, αλλά και όλες οι συµπεριφορές που συνιστούν παρεµπόδιση του ελεγκτικού έργου, όπως για παράδειγµα η παρεµπόδιση κατά τη διάρκεια του ελέγχου. Ετσι µε τη νέα διάταξη προβλέπεται πως εργοδότης, διευθυντής επιχείρησης, εκπρόσωπος ή οποιοσδήποτε τρίτος παρεµποδίζει την είσοδο σε υπάλληλο του ΣΕΠΕ ή του υπουργείου Εργασίας, που διενεργεί ή συµµετέχει σε έλεγχο εφαρµογής της εργατικής νοµοθεσίας ή παρεµποδίζει ή διακόπτει µε οποιονδήποτε τρόπο τη διενέργεια του ελέγχου ή αρνείται να παράσχει στοιχεία και πληροφορίες ή παρέχει ψευδή στοιχεία και πληροφορίες, τιµωρείται µε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 1 έτους ή µε χρηµατική ποινή τουλάχιστον 900 ευρώ ή και µε τις δύο αυτές ποινές.
Αποζημίωση – απολύσεις: Έγκυρες μόνο όσες απολύσεις οφείλονται σε βάσιμο λόγο
Το νοµοσχέδιο-σκούπα βάζει µπλόκο στις αναιτιολόγητες απολύσεις µισθωτών αορίστου χρόνου, καθώς εισάγει την έννοια του «βάσιµου λόγου» ως απαραίτητη προϋπόθεση για να θεωρείται µια απόλυση έγκυρη.
Ειδικότερα, το νοµοσχέδιο αναφέρει πως η απόλυση θεωρείται έγκυρη, εφόσον οφείλεται σε βάσιµο λόγο, κατά την έννοια του Αναθεωρηµένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, όπως επίσης αν έχει γίνει εγγράφως, έχει καταβληθεί η οφειλόµενη αποζηµίωση και έχει καταχωρισθεί η απασχόληση του απολυόµενου στα τηρούµενα για τον ΕΦΚΑ µισθολόγια ή έχει ασφαλιστεί ο απολυόµενος.
Εγκριτοι εργατολόγοι µιλούν για πολύ σηµαντικό «ανάχωµα στις απολύσεις» και ριζική αλλαγή του σηµερινού πλαισίου, που επιτρέπει την απόλυση µισθωτών µε συµβάσεις αορίστου χρόνου χωρίς αιτιολόγηση.
Πλέον θα απαιτείται «βάσιµος λόγος» που να συνδέεται µε την ικανότητα ή τη συµπεριφορά τους ή να βασίζεται στις λειτουργικές απαιτήσεις της επιχείρησης.
Κι αν αυτό δεν θεµελιώνεται, θα µπορεί το δικαστήριο να διατάξει την ακυρότητα της απόλυσης και την επαναπρόσληψη του εργαζόµενου.
«Το δίκαιο της απόλυσης αλλάζει σε τέτοιο βαθµό στα ποιοτικά του εργαλεία όσο δεν έχει αλλάξει από το 1920» δηλώνει ο δικηγόρος-εργατολόγος Γιάννης Καρούζος.
Οπως ο ίδιος εξηγεί, η χώρα µας µε τον νόµο 4359 του 2016 κύρωσε τον Αναθεωρηµένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, αλλά στην πραγµατικότητα µε βάση κυρίαρχες απόψεις εργατολόγων και δικαστηρίων η εφαρµογή του κρίθηκε µάλλον «χαλαρή».
Αποζημίωση – απολύσεις: Τα δικαστήρια
Υπήρχαν µάλιστα αντιφατικές αποφάσεις δικαστηρίων, που κατέληγαν σε διαφορετικές κρίσεις.
Το Εφετείο Θεσσαλονίκης για παράδειγµα απεφάνθη πως ο εργοδότης θα µπορούσε να καταγγείλει τη σύµβαση εργασίας του εργαζόµενου όπως παγίως συµβαίνει στην Ελλάδα για οποιαδήποτε αιτία ή και χωρίς αιτία, εφόσον όµως η απόλυσή του αυτή δεν ήταν καταχρηστική.
Το Εφετείο Πειραιά έκρινε το αντίθετο. Με την προωθούµενη διάταξη αίρεται η όποια διαφωνία υπήρχε και ενσωµατώνεται στο ελληνικό δίκαιο µε σαφήνεια η έννοια του «βάσιµου λόγου».
«Μέχρι σήµερα ο εργοδότης όταν απέλυε έναν εργαζόµενο µε συµβάσεις αορίστου χρόνου, δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογεί την απόλυση. Αυτό συνέβαινε µόνο στις περιπτώσεις πρόωρης απόλυσης για συµβάσεις ορισµένου χρόνου όπου απαιτείται σπουδαίος λόγος. Πλέον θα πρέπει να συντρέχει βάσιµος λόγος για να είναι έγκυρη µια απόλυση µισθωτού αορίστου χρόνου, ενώ το βάρος της απόδειξης για πρώτη φορά το έχει ο εργοδότης. Μάλιστα δεν χρειάζεται να ερµηνευτεί ποιος πρέπει να αποδείξει τον βάσιµο λόγος της απόλυσης, καθώς αυτό προκύπτει µε σαφή διατύπωση από το ίδιο το κείµενο της διάταξης», εξηγεί ο κ. Καρούζος στο «Έθνος».
Δίνεται έτσι η δυνατότητα στους εργαζόµενους να διεκδικήσουν επαρκή αποζηµίωση ή άλλη κατάλληλη επανόρθωση, σε περίπτωση απόλυσης δίχως βάσιµο λόγο, εκτός από την αποζηµίωση που καταβάλλεται λόγω της απόλυσης.
Με την επερχόµενη ακυρότητα της καταγγελίας, οι εργαζόµενοι αποκτούν το δικαίωµα επαναπασχόλησης στον εργοδότη που κατήγγειλε τη σύµβαση εργασίας δίχως βάσιµο λόγο, ενώ συγχρόνως διατηρούν το δικαίωµα καταβολής του µισθού τους (µισθοί υπερηµερίας).
Αποζημίωση – απολύσεις: Καθιερώνεται ρήτρα πλήρους απασχόλησης
Αυτόµατη ρήτρα, που οδηγεί στην τεκµαιρόµενη πλήρη απασχόληση του µισθωτού, αν δεν τηρηθεί η έγγραφη διαδικασία και η 8ήµερη προθεσµία που προβλέπονται για τη νόµιµη µετατροπή µιας σύµβασης σε καθεστώς µερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, περιλαµβάνει το νοµοσχέδιο-σκούπα.
Το ισχύον θεσµικό πλαίσιο αποδεικνύεται µάλλον «λειψό», καθώς προβλέπει την ακυρότητα των σχετικών συµφωνιών ή αποφάσεων σε περίπτωση µη τήρησης των προϋποθέσεων, χωρίς όµως να ορίζει τις συνέπειες στην εργασιακή σχέση.
Αναφορά υπάρχει µόνο για περίπτωση µη γνωστοποίησης συµφωνίας µερικής απασχόλησης στην Επιθεώρηση Εργασίας. Με τη νέα ρύθµιση ορίζεται ρητά πως τεκµαίρεται η πλήρης απασχόληση του εργαζοµένου αν παραβιαστούν οι προϋποθέσεις και για τη µερική και για την εκ περιτροπής.
Αποζημίωση – απολύσεις: Τα πάνω – κάτω
Εισάγεται ρητά η υποχρέωση του εργοδότη να καταβάλλει µέσω τράπεζας την οφειλόµενη αποζηµίωση απόλυσης, ώστε να ελέγχεται πληρέστερα η τήρηση και της εν λόγω υποχρέωσης των εργοδοτών, όπως συµβαίνει από τον Ιούλιο του 2016 µε τις αποδοχές και τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζοµένων στο σύνολο του ιδιωτικού τοµέα.
Το ίδιο θα ισχύσει από 1ης Ιουλίου και για τις αποζηµιώσεις και τις εισφορές των µαθητευοµένων, σπουδαστών και φοιτητών που πραγµατοποιούν πρακτική άσκηση ή µαθητεία.