Τράπεζες: Mικρά ποσά καταθέσεων έχουν οι περισσότεροι Έλληνες στις ελληνικές τράπεζες, ενώ σημαντικές ήταν οι εκροές κεφαλαίων στο εξωτερικό στη διάρκεια της πανδημίας, παρά την άνοδο των καταθέσεων.
Καταθέσεις άνω των 10 εκατ. ευρώ έχουν μόνο 84 λογαριασμοί, ενώ 4.500.000 λογαριασμοί έχουν υπόλοιπα έως 5.000 ευρώ
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, εάν δεν υπήρχε η πανδημία του κορονοϊού, οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες, θα ήταν λιγότερες κατά 22 δισ. ευρώ, καθώς η αύξησή τους αποδίδεται στη μείωση της κατανάλωσης και στις κρατικές ενισχύσεις.
Ωστόσο ταυτόχρονα, η ΤτΕ αποκαλύπτει, μέσα σε ειδικό κεφάλαιο στην έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ότι την ίδια περίοδο υπήρξαν αυξημένες εκροές κεφαλαίων στο εξωτερικό.
Αναλυτικότερα σύμφωνα με την ΤτΕ, όσον αφορά την ποσοστιαία σύνθεση των καταθέσεων φυσικών προσώπων με βάση το υπόλοιπο του λογαριασμού, παρατηρούνται στο σύνολο των τραπεζών σχετικά μικρές διακυμάνσεις διαχρονικά:
- Το μεγαλύτερο μερίδιο στις καταθέσεις των φυσικών προσώπων στο τραπεζικό σύστημα έχει η κατηγορία υπολοίπου 5.000-50.000 ευρώ, η οποία αντιπροσωπεύει από το 2015 σχεδόν σταθερό ποσοστό –κυμαίνεται γύρω στο 41%-42%.
- Η δεύτερη σε σημασία κατηγορία αφορά τους λογαριασμούς ύψους 100.000-500.000 ευρώ, με ποσοστό που κυμαίνεται γύρω στο 23-24%, και ακολουθεί η κατηγορία 50.000-100.000 ευρώ με 19%-20%.
- H χαμηλότερη κατηγορία λογαριασμών, κάτω των 5.000 ευρώ, αντιπροσωπεύει το 9-10% του συνόλου των καταθέσεων των φυσικών προσώπων.
- Οι κατηγορίες άνω των 500.000 ευρώ αντιπροσωπεύουν γύρω στο 6% του συνόλου.
Η ΤτΕ διευκρινίζει πως, επειδή ο τομέας των φυσικών προσώπων περιλαμβάνει, εκτός από τα νοικοκυριά, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τις ατομικές επιχειρήσεις, εικάζεται ότι ένα τμήμα των εν λόγω καταθέσεων είναι δυνατόν να αφορά λογαριασμούς που χρησιμοποιούνται ως κεφάλαια κίνησης.
Εάν οι καταθέσεις άνω των 100 χιλιάδων ευρώ αποτελούν αποταμιευτικές επιλογές νοικοκυριών (και όχι κεφάλαια κίνησης επιτηδευματιών), στοιχειοθετείται ύψιστος βαθμός εμπιστοσύνης στη φερεγγυότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, δεδομένου ότι, όπως είναι γνωστό, η εγγύηση καταθέσεων καλύπτει ποσό μέχρι 100.000 μόνο, όχι βεβαίως ανά κατάθεση, αλλά ανά συνδικαιούχο.
Τράπεζες: Εισροές κεφαλαίων από 2015
Η ΤτΕ σημειώνει πως στη διάρκεια της περιόδου Ιουλίου 2015-Δεκεμβρίου 2019 η αύξηση των καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα υποστηρίχθηκε από την επιστροφή τραπεζογραμματίων στο τραπεζικό σύστημα, με την σωρευτική θετική καθαρή ροή να ανέρχεται σε 29,6 δισ. ευρώ και από επαναπατρισμό κεφαλαίων από τοποθετήσεις σε χρηματοοικονομικά στοιχεία στο εξωτερικό ύψους 16 δισ. ευρώ.
Στη διάρκεια της πανδημίας η εμπιστοσύνη αυτή ενισχύθηκε και οι καταθέσεις ύψους άνω των 100 χιλιάδων ευρώ στις εγχώριες τράπεζες αυξήθηκαν έντονα σε ένα περιβάλλον μηδαμινών επιτοκίων καταθέσεων και ελεύθερης διασυνοριακής κίνησης κεφαλαίων και ενώ οι διεθνείς αγορές κεφαλαίων παρουσίαζαν πρωτοφανή και σχεδόν συνεχή άνοδο.
Ωστόσο, σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος, μια άλλη ανάγνωση είναι ότι η χρησιμοποίηση των τραπεζικών καταθέσεων ως του κατ’ εξοχήν μέσου για τη διατήρηση υψηλών αποταμιεύσεων (σε τοποθετήσεις με μεγαλύτερη ρευστότητα από ό,τι τα ακίνητα/κατοικίες) «δεν αποτελεί μόνο ένδειξη υψηλής εμπιστοσύνης προς το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, αλλά εκδήλωση ελλειμμάτων χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού ή και μεγάλης αποστροφής προς τον κίνδυνο διακυμάνσεων της ονομαστικής αξίας των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων».
Την περίοδο όπως τονίζει η ΤτΕ, κάποιοι βεβαίως στράφηκαν σε τοποθετήσεις στο εξωτερικό. Η εικόνα που προκύπτει από τη Διεθνή Επενδυτική Θέση όσον αφορά τις χρηματοοικονομικές επενδύσεις κατοίκων στο εξωτερικό είναι ότι ο τομέας νοικοκυριά-φυσικά πρόσωπα αντιπροσωπεύει σημαντικό μέρος των επενδύσεων του εγχώριου ιδιωτικού τομέα (εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων) στο εξωτερικό, ιδίως σε καταθέσεις και σε αμοιβαία κεφάλαια εξωτερικού.
Πρόκειται για νοικοκυριά-φυσικά πρόσωπα πιθανότατα σχετικά υψηλότερου εισοδήματος και ίσως με υψηλότερη χρηματοοικονομική εκπαίδευση. Τα χρόνια της πανδημίας καταγράφηκαν συγκριτικά υψηλές εκροές κεφαλαίων προς το εξωτερικό για τοποθετήσεις σε ομολογιακούς τίτλους το 2020 και σε μετοχικούς τίτλους/αμοιβαία κεφάλαια το 2021.
Μάλιστα η ΤτΕ υπολογίζει, πως η συντριπτική πλειοψηφία των καταθέσεων Ελλήνων στο εξωτερικό αφορά σε φυσικά πρόσωπα και όχι σε επιχειρήσεις.
Ειδικότερα εκτιμά πως τα εγχώρια φυσικά πρόσωπα αντιπροσωπεύουν:
- το 55-60% των συνολικών καταθέσεων κατοίκων στο εξωτερικό,
- το 60% των μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων στο εξωτερικό και
- το 10-15% των ομολόγων εξωτερικού αντίστοιχα.
Τράπεζες: Πόσοι είναι οι λογαριασμοί ανά ποσό
Ο αριθμός των λογαριασμών καταθέσεων σε κάθε κατηγορία υπολοίπου δεν είναι διαθέσιμος, διευκρινίζει η ΤτΕ. Ωστόσο, διαιρώντας το συνολικό υπόλοιπο των καταθέσεων κάθε κατηγορίας με το μέσο υπόλοιπο αυτής (μέσος όρος των δύο ακραίων ποσών που αποτελούν τα όρια της κατηγορίας), λαμβάνεται μία τάξη μεγέθους αναφορικά με το πιθανό πλήθος λογαριασμών που περιλαμβάνει κάθε μία από αυτές.
Για παράδειγμα, με βάση αυτό τον υπολογισμό προκύπτει ότι το Δεκέμβριο του 2021:
- η κατηγορία λογαριασμών μέχρι 5 χιλ. ευρώ μπορεί να περιλάμβανε πάνω από 4,5 εκατ. λογαριασμούς,
- η κατηγορία 5 χιλ.-50 χιλ. ευρώ μπορεί να περιλάμβανε 2 εκατ. λογαριασμούς,
- η κατηγορία 50 χιλ.-100 χιλ. ευρώ 360 χιλιάδες λογαριασμούς,
- η κατηγορία 100 χιλ.-500 χιλ. ευρώ 110 χιλιάδες λογαριασμούς,
- η κατηγορία 500 χιλ.-1 εκατ. ευρώ 5.200 λογαριασμούς,
- η κατηγορία 1 εκατ.-5 εκατ. ευρώ 1.300 περίπου λογαριασμούς,
- η κατηγορία 5 εκατ.-10 εκατ. ευρώ περίπου 80 λογαριασμούς και
- η υψηλότερη κατηγορία, άνω των 10 εκατ. ευρώ, μπορεί να περιλάμβανε κατά το μέγιστο 84 λογαριασμούς.
Τράπεζες: Γιατί βάζουν μαζικό λουκέτο
Παράλληλα, μεγάλη ανησυχία επικρατεί στην αγορά για τα τεκταινόμενα στον τραπεζικό κλάδο καθώς τα διαδοχικά λουκέτα και οι μαζικές απολύσεις δείχνουν πως κάτι καθόλου καλό συμβαίνει…
Νέο γύρο εθελούσιων εξόδων αλλά και μείωσης καταστημάτων σχεδιάζουν οι τράπεζες για το 2022 και το 2023, θέλοντας να μειώσουν έτι περαιτέρω τα λειτουργικά τους έξοδα.
Στόχος τους, είναι συνολικά το προσωπικό των τεσσάρων συστημικών τραπεζών να μην ξεπερνά τα 24.000 άτομα μέχρι το τέλος του 2023, έναντι περίπου 32.000 στο τέλος του 2020.
Αυτό σημαίνει ότι συνολικά θα αποχωρήσουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο περισσότεροι από 8.000 εργαζόμενοι. Ήδη, ένα σημαντικό κομμάτι, άνω των 3.000 έχει είτε συμμετάσχει σε εθελούσιες ενώ περίπου 2.500 αποτέλεσαν μέρος κάποιου “carve out”, απόσχισης δηλαδή δραστηριοτήτων, κυρίως εκείνων που αφορούν τους κλάδος των μη εξυπηρετούμενων δανείων αλλά και των πιστωτικών καρτών.
Με άλλα λόγια, περίπου 2.500 ακόμη τραπεζοϋπάλληλοι θα πρέπει, με την έναν ή τον άλλο τρόπο να βρεθούν εκτός τραπεζικού συστήματος μέσα στην επόμενη διετία. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών θα λάβει μέρος σε κάποιας μορφής εθελούσια έξοδο, ενώ κάποιοι θα συνταξιοδοτηθούν με τις θέσεις τους να μην καλύπτονται.
Ήδη, η Τράπεζα Πειραιώς, στην παρουσίαση του επιχειρηματικού της πλάνου προβλέπει τη διενέργεια νέας εθελούσιας, και μάλιστα εμπροσθοβαρούς, καθώς επιδιώκει σημαντική μείωση του λειτουργικού της κόστους. Αντίστοιχα, προ ημερών ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα εθελούσιας αποχώρησης που είχε θέσει σε εφαρμογή η Τράπεζα Αττικής, ενώ σύντομα αναμένεται να προχωρήσουν σε αντίστοιχες κινήσεις η Εθνική Τράπεζα, η Alpha Bank και η Eurobank.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι κινήσεις αυτές είναι σαφώς πιο στοχευμένες σε σχέση με το παρελθόν, καθώς πλέον εστιάζονται σε συγκεκριμένους κλάδους εντός των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Για παράδειγμα, επιδίωξη των τραπεζών είναι να μειώσουν τα λειτουργικά κόστη από το δίκτυο των υποκαταστημάτων τους, προχωρώντας ταυτόχρονα στο μετασχηματισμό τους.
Έτσι, δίνουν ξεχωριστά κίνητρα στη συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων. Αντίθετα, ουσιαστικά «αποκλεισμένες» από τις εθελούσιες είναι οι διευθύνσεις επιχειρηματικών δανείων αλλά και πληροφορικής, καθώς αποτελούν βασικό μοχλό για την επίτευξη των οικονομικών στόχων αλλά και των έργων ψηφιακού μετασχηματισμού των τραπεζών.
Ταυτόχρονα, «χέρι-χέρι» με τα προγράμματα εθελούσιων εξόδων πηγαίνουν και οι διαδικασίες μείωσης του δικτύου των τραπεζικών υποκαταστημάτων. Ειδικά μετά την πανδημία, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν «πατήσει γκάζι» προς αυτή την κατεύθυνση, στοχεύοντας στο κλείσιμο τουλάχιστον 150 επιπλέον καταστημάτων μέχρι το τέλος του 2023. Η μείωση αυτή στο δίκτυο έρχεται να προστεθεί στα ήδη 250 και πλέον καταστήματα που έχουν κλείσει την τελευταία τριετία ενώ και στα εναπομείναντα αναμένεται να γίνουν σημαντικές αλλαγές ως προς τον τρόπο λειτουργίας τους.
Συγκεκριμένα, οι τράπεζες επιδιώκουν αυτά εστιάσουν περισσότερο στην παροχή τραπεζικών συμβουλών και εξειδικευμένων υπηρεσιών και όχι στην παραδοσιακή εξυπηρέτηση «από το γκισέ». Παράλληλα, προχωρούν στην ψηφιοποίηση επιπλέον διαδικασιών ενώ δημιουργούν ειδικές υποδομές εντός των καταστημάτων, ώστε η μεγάλη πλειονότητα των συναλλαγών να γίνεται αποκλειστικά ηλεκτρονικά, δίχως να εμπλέκονται εργαζόμενοι.