Απόφαση – «βόμβα» από τις ελληνικές τράπεζες

Τράπεζες: Σοκ φέρνει στην αγορά η απόφαση των τραπεζών να κλείσουν τις… στρόφιγγες δανεισμού, παρά την παρέμβαση Σταϊκούρα. Διαβάστε όλες τις εξελίξεις στο xristika.gr

Να αυξήσει την πίεση στις τράπεζες για περισσότερα δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις προσπαθεί ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, αλλά η προσπάθειά του φαίνεται εκ των προτέρων καταδικασμένη να αποτύχει, καθώς οι τράπεζες δεν σκοπεύουν να αλλάξουν την εξαιρετικά συντηρητική πολιτική τους στις χορηγήσεις, που έχει οδηγήσει τις ΜμΕ σε χρηματοδοτική ασφυξία.

Η κυβέρνηση έχει θορυβηθεί από τον απελπιστικά αργό ρυθμό αύξησης των δανείων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, την ώρα που χρειάζονται περισσότερο τη ρευστότητα για να ανταποκριθούν στην επανεκκίνηση της οικονομίας.

Τα στοιχεία της τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ότι συνολικά οι χρηματοδοτικές ροές προς τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως μεγέθους, δεν είναι ικανοποιητικές.

Τον Μάιο, η μηνιαία καθαρή ροή της χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις ήταν οριακά θετική, κατά 68 εκατ. ευρώ, όμως τον Απρίλιο είχε καταγραφεί αρνητική ροή 657 εκατ. ευρώ.

Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής έπεσε στο 6,2%, από 6,7% τον Απρίλιο. Στις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, η ροή ήταν θετικό μόλις κατά 49 εκατ. ευρώ τον Μάιο, ενώ τον Απρίλιο ήταν αρνητική κατά 894 εκατ. ευρώ.

Όπως φαίνεται στο γράφημα της Τράπεζας της Ελλάδος, το 12μηνο Απριλίου 2020 – Απριλίου 2021, δηλαδή στη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας, οι τράπεζες για 8 από τους 12 μήνες συνολικά χορηγούσαν στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις δάνεια κάτω από 500 εκατ. ευρώ τον μήνα.

Επίσης, οι χορηγήσεις στους μικρούς ήταν πάντα πολύ μικρότερες από τα ποσά που δίνονταν στις μεγάλες επιχειρήσεις. Κάποιες εξάρσεις που σημειώθηκαν, με αυξημένα δάνεια σε «μικρούς», σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με τα κρατικά προγράμματα δανεισμού με εγγυήσεις ή με επιδότηση επιτοκίου.

Ο Χρήστος Σταϊκούρας θα συγκαλέσει τηλεδιάσκεψη, με αντικείμενο τη συμβολή του τραπεζικού συστήματος στην ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία –και με έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, επιχειρώντας να πιέσει τις τράπεζες για περισσότερα δάνεια.

Η τηλεδιάσκεψη θα γίνει με τη συμμετοχή της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και των συστημικών τραπεζών, της Τράπεζας της Ελλάδος, καθώς και εκπροσώπων από φορείς της αγοράς και Επιμελητήρια της χώρας.

Όπως σημειώνει το υπουργείο Οικονομικών, «η ενίσχυση της ρευστότητας αποτελεί βασικό άξονα της κυβερνητικής πολιτικής για την επίτευξη ισχυρής και διατηρήσιμης ανάπτυξης».

Από την πλευρά των τραπεζών, η τηλεδιάσκεψη αντιμετωπίζεται σαν μια άσκηση δημοσίων σχέσεων από την πλευρά της κυβέρνησης, που δεν πρόκειται να αλλάξει την πολιτική τους στις χορηγήσεις νέων δανείων:

Οι τράπεζες βρίσκονται σε φάση κορύφωσης της προσπάθειας εξυγίανσης των χαρτοφυλακίων δανείων και αποφεύγουν συστηματικά την έκθεση σε κινδύνους, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, την ώρα που ήδη η κρίση της πανδημίας αναμένεται να δημιουργήσει μία, μικρότερη ή μεγαλύτερη, νέα γενιά «κόκκινων» δανείων.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι τράπεζες στρέφουν τη ρευστότητά τους σε κρατικά ομόλογα και χρηματοδοτήσεις μεγάλων έργων και ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων, αφήνοντας μικρά ποσά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα οποία κατευθύνονται μάλιστα στις λίγες αξιόχρεες επιχειρήσεις αυτής της κατηγορίας.

Με αυτά τα δεδομένα, η σταθερή απάντηση των τραπεζών στις πιέσεις για περισσότερα δάνεια είναι ότι θα χρηματοδοτούνται οι υγιείς επιχειρήσεις, αλλά εάν θέλει η κυβέρνηση να χορηγηθούν δάνεια μεγαλύτερου πιστωτικού κινδύνου θα πρέπει να «βάλει πλάτη» η ίδια, μέσω παροχής εγγυήσεων, ή να χρησιμοποιήσει άλλα εργαλεία στήριξης της ρευστότητας από τον προϋπολογισμό, όπως η επιστρεπτέα προκαταβολή.

Οι τράπεζες θα αρχίσουν να χορηγούν περισσότερα επιχειρηματικά δάνεια όταν ενεργοποιηθούν τα προγράμματα με τα 12,7 δισ. ευρώ άτοκων δανείων από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Όμως, αυτά θα είναι δάνεια για χρηματοδότηση επενδύσεων και όχι για κεφάλαιο κίνησης, ενώ θα υπάρχουν και πρόσθετες προϋποθέσεις για τη χορήγησή τους, πέραν των συνηθισμένων τραπεζικών κριτηρίων.

Για παράδειγμα, όπως έλεγε στη συνέλευση του ΣΕΤΕ ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας, οι τουριστικές επενδύσεις που θα επιλεγούν θα πρέπει να συνδυάσουν και τις διαστάσεις της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.

Σε κάθε περίπτωση, τη μερίδα του λέοντος και από αυτά τα δάνεια θα πάρουν μεγάλες επιχειρήσεις και όχι μικρομεσαίες.

Τράπεζες: «Εξαφανίστηκαν» τα μετρητά – Με το… κιάλι τα βλέπει η αγορά

Μπορεί οι Έλληνες να μάζεψαν… χρήματα στην καραντίνα ωστόσο φαίνεται πως προτιμούν τις ψηφιακές αγορές με αποτέλεσμα τα μετρητά να είναι είδος προς εξαφάνιση!

Συνολικά οι ενεργές κάρτες –χρεωστικές, πιστωτικές, προπληρωμένες, εικονικές- που κυκλοφορούν είναι 18,6 εκατομμύρια και με αυτές πραγματοποιήθηκαν 1,15 δισ συναλλαγές αξίας 66 δισ ευρώ.

Σύμφωνα με την Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας Ελλάδος, από τα 18,6 εκατομμύρια κάρτες, τα 15,7 εκατομμύρια είναι χρεωστικές κάρτες –από τις οποίες το 1,7 εκατομμύρια προπληρωμένες-, ενώ οι ενεργές πιστωτικές κάρτες είναι 2,9 εκατομμύρια.

Σημαντική αύξηση –κατά 38%- εμφάνισαν οι εικονικές κάρτες πληρωμών με τον αριθμό τους να ανεβαίνει στις 100 χιλιάδες κάρτες. Την αύξηση των προπληρωμένων και των εικονικών καρτών η ΤτΕ την αποδίδει στον αυξημένο αριθμό συναλλαγών που διενεργούνται μέσω διαδικτύου.

Πέρυσι πραγματοποιήθηκαν 1,15 δισεκατομμύρια συναλλαγές με «πλαστικό» χρήμα (από 976 εκατ. το 2019, αύξηση κατά 18%).

Ο αριθμός των συναλλαγών με χρεωστικές κάρτες αυξήθηκε κατά 20% -σε 1.029 δισεκατομμύρια-, καθώς το 89% του συνολικού αριθμού πληρωμών με κάρτες γίενται με χρεωστικές, οι οποίες αποτελούν το κύριο υποκατάστατο της χρήσης μετρητών.

Οριακά –κατά 1,68%- ήταν και ο αριθμός συναλλαγών με πιστωτικές κάρτες, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 121 εκατομμύρια.

Η αξία των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών κυμάνθηκε στα 66 δισεκ. ευρώ, αυξημένη κατά 2% συγκριτικά με το προηγούμενο -με τις χρεωστικές να συμμετέχουν κατά 92% στη συνολική αξία των συναλλαγών με όλα τα είδη καρτών πληρωμών.

Ο μέσος αριθμός συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα αυξήθηκε σε 65 συναλλαγές, από 56 το 2019, ενώ με πιστωτικές κάρτες ο μέσος αριθμός συναλλαγών μειώθηκε στις 42, από 45 το 2019.

Η μέση αξία συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα παρουσίασε αύξηση κατά 1% σε 3.845 ευρώ (από 3.798 ευρώ το 2019). Αντίθετα η μέση αξία συναλλαγών ανά πιστωτική κάρτα μειώθηκε στα 1.938 ευρώ (-19%), από 2.390 ευρώ το προηγούμενο έτος.

Όπως σημειώνει η ΤτΕ η μέση αξία ανά συναλλαγή το 2020 μειώθηκε στα 57 ευρώ, από 66 ευρώ το 2019 και 70 ευρώ το 2018. Η πτώση της μέσης αξίας ανά συναλλαγή καταγράφηκε τόσο στις συναλλαγές με χρεωστικές κάρτες, όπου μειώθηκε σε 59 ευρώ, από 68 ευρώ το 2019, όσο και στις συναλλαγές με πιστωτικές κάρτες, στις οποίες μειώθηκε σε 46 ευρώ, από 52 ευρώ το προηγούμενο έτος.

Μάλιστα σύμφωνα με την ΤτΕ, «οι μειώσεις της μέσης αξίας ανά συναλλαγή που παρατηρούνται κατά το έτος 2020 είναι μεγαλύτερης κλίμακας από αυτές των προηγούμενων ετών, γεγονός που ενδεχομένως να οφείλεται στη μείωση των εισοδημάτων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων που προκλήθηκε από την παγκόσμια υγειονομική κρίση».