Απίστευτο: Δείτε τη νέα τιμή που θα φτάσει το σουβλάκι μέσα στο καλοκαίρι

Ακρίβεια: Με την ανάμνηση του σουβλακίου θα μείνουμε καθώς όπως φαίνεται, η τιμή του θα ξεπεράσει τα 4 ευρώ ανά τεμάχιο!

Το «κύμα» ακρίβειας φαίνεται να πλήττει τη χώρα καθώς οι τιμές των προϊόντων παίρνουν την ανιούσα κάθε μέρα. Οι παραγγελίες μέσω delivery, δείχνουν ότι έχουν μειωθεί ακόμα και στο πιο προσιτό φαγητό των Ελλήνων, το σουβλάκι, καθώς η τιμή του έχει σκαρφαλώσει πάνω από τα 3,20 ευρώ κατά μέσο όρο ενώ στα νησιά πωλείται ακόμη και πάνω από 3,5 ευρώ.

Οι τιμές των κρεάτων έχουν αυξηθεί, ακόμη και το φθηνότερο κοτόπουλο έχει πάρει την ανηφόρα, οι τιμές του ηλιέλαιου που χρησιμοποιείται για τηγάνισμα αυξάνονται συνεχώς, ενώ ταυτόχρονα το κόστος ενέργειας πιέζει ασφυκτικά τις επιχειρήσεις.

«Οτιδήποτε μπαίνει στο μαγαζί μας, από πρώτες ύλες μέχρι υλικά συσκευασίας και φυσικά ή ενέργεια έχει αυξηθεί» τονίζει ο πρόεδρος της Ένωσης Ψητοπωλών Αττικής Νίκος Αγγελουσούλης μιλώντας στην ΕΡΤ.

Όσοι επαγγελματίες του κλάδου δεν κατάφεραν να απορροφήσουν το μπαράζ των ανατιμήσεων, μετακύλισαν μέρος τους αυξημένου κόστους στις τιμές των προϊόντων τους. Φυσικά όχι μόνο στο σουβλάκι αλλά και στα υπόλοιπα προϊόντα των καταλόγων τους.

Το τυλιχτό σουβλάκι ήδη από τον Μάρτιο είχε αυξηθεί κατά 10 – 15% σε σχέση με την τιμή του το περασμένο φθινόπωρο. Πλέον στα περισσότερα ψητοπωλεία της Αττικής κυμαίνεται κοντά στα 3,20 – 3,30 ευρώ, στη Θεσσαλονίκη φτάνει τα 3,50 ευρώ κατά μέσο όρο, ενώ πάνω από τα 3,50 ευρώ πωλείται σε κάποια νησιά.

Αντίστοιχα με το «τυλιχτό» έχει αυξηθεί και το σκέτο σουβλάκι (καλαμάκι κοτόπουλο και χοιρινό) κατά περίπου 0,40 λεπτά φτάνοντας στα 2,10- 2,20 ευρώ αλλά και η μερίδα τηγανητές πατάτες, κατά μέσο όρο 0,30 – 0,50 λεπτά.

Ακρίβεια: Μειώθηκαν οι παραγγελίες

Οι ανατιμήσεις έχουν ήδη εμφανείς επιπτώσεις και στην κατανάλωση καθώς οι παραγγελίες γίνονται μικρότερες αλλά και πιο αραιές όσο περνάει ο καιρός, όπως διαπιστώνουν οι επαγγελματίες του κλάδου. Στην Αττική η πτώση στην κατανάλωση αυτή στιγμή αγγίζει έως και το 15%.

Μεγαλύτερη μείωση στις παραγγελίες διαπιστώνουν οι επαγγελματίες στη Θεσσαλονίκη καθώς όπως επισημαίνει ο γενικός γραμματέας της Ένωσης Εστιατόρων, Ψητοπωλών και Καφέ Μπαρ Θεσσαλονίκης Μιχάλης Επιτροπίδης φτάνει το 30% σε σύγκριση με πέρσι.

Όσον αφορά στο κόστος των παραγγελιών, ενδεικτικά σε ένα συνοικιακό ψητοπωλείο όπου η μέση παραγγελία ήταν γύρω στα 11 ευρώ, σήμερα διαμορφώνεται στα 8 με 8,5 ευρώ.

Ενόψει του καλοκαιριού και με το σουβλάκι να αποτελεί έως τώρα την πιο προσιτή λύση για τις διακοπές, εν μέσω μάλιστα του γενικότερου κύματος ακρίβειας, ερωτηματικό παραμένει πώς θα εξελιχθεί η τιμή του.

«Περιμένουμε να σταθεροποιηθούν οι τιμές στην αγορά για να μπορέσουμε και εμείς να διαμορφώσουμε τους καταλόγους μας χωρίς αλλαγές.
Το θετικό είναι ότι την προηγούμενη εβδομάδα διαπιστώσαμε ότι δεν είχαμε νέες αυξήσεις» σημειώνει ο κ. Αγγελουσούλης.

Λαμβάνοντας υπόψη πάντως ότι το κύμα ανατιμήσεων στην αγορά συνεχίζεται, η ανησυχία ότι θα έρθουν και νέες ανατιμήσεις στα ψητοπωλεία το επόμενο διάστημα είναι έντονη. Βάσιμοι φαίνονται οι φόβοι των καταναλωτών ότι μέσα στο καλοκαίρι θα φτάσουν να πληρώνουν το «τυλιχτό» σουβλάκι 4 ευρώ.

Ακρίβεια: Δείτε ποια βασικά αγαθά αυξάνονται έως και 50% και άμεσα

Οι αυξήσεις σε τρόφιμα και άλλα προϊόντα ευρείας κατανάλωσης συνεχίζονται με αμείωτη ένταση, με την ακρίβεια να έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, που επιδεινώνεται λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.

Πλέον οι ανατιμήσεις είναι καθημερινές, με πάνω από το 60% των προϊόντων που διατίθενται από τα καταστήματα τροφίμων να πωλείται ακριβότερα από τις αρχές του χρόνου.

Οι καταναλωτές έρχονται αντιμέτωποι με μπαράζ ανατιμήσεων από τον περασμένο Σεπτέμβριο, δηλαδή τους τελευταίους οκτώ μήνες που έχει ξεσπάσει η ενεργειακή κρίση. Και ενώ αρκετοί ήλπιζαν ότι τον Μάρτιο θα έχει αποκλιμακωθεί η κατάσταση στην αγορά, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία επιδεινώθηκε περαιτέρω η ενεργειακή κρίση, με αποτέλεσμα να έχουμε τις μεγαλύτερες πληθωριστικές πιέσεις μετά το 1996.

Μιλώντας στη Realnews, υψηλόβαθμο στέλεχος αλυσίδας σούπερ μάρκετ εκτιμά ότι τουλάχιστον 6 στα 10 προϊόντα πωλούνται ακριβότερα τους τελευταίους τέσσερις μήνες, με ορισμένα από αυτά να έχουν ανατιμηθεί δύο και τρεις φορές.

Δηλαδή, αν ένα μικρό σούπερ μάρκετ πουλάει 2.000 προϊόντα, τα 1.200 έχουν ανατιμηθεί τουλάχιστον μία φορά.

Τα καταστήματα τροφίμων γίνονται καθημερινά παραλήπτες ανατιμημένων τιμολογίων σε ποσοστό που τις περισσότερες φορές ξεπερνά ακόμη και το 10% και φτάνει ακόμη και το 50%.

Τα νέα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η «R» αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Από τις αμέσως επόμενες ημέρες -και σταδιακά μέχρι τα μέσα Ιουνίου- αναμένεται να ανατιμηθούν σε ποσοστό έως 50% τουλάχιστον 300 προϊόντα.

Ανατιμήσεις που θα περνούν σταδιακά στα ράφια των καταστημάτων τροφίμων ανάλογα με τα αποθέματα που διαθέτουν στις αποθήκες τους.

Συγκεκριμένα, η νέα λίστα της ακρίβειας περιλαμβάνει τα εξής προϊόντα:

  • Σπορέλαια 50%,
  • χαρτικά 15%-25%,
  • μαργαρίνες 20%,
  • ελαιόλαδο 20%,
  • αραβοσιτέλαιο 10%-18%,
  • κρουασάν 9%-20%,
  • τυριά 4%-17%,
  • ψωμί 8%,
  • ξινό νερό έως 16%,
  • καφές φίλτρου 17%,
  • ελληνικός καφές 13%,
  • έτοιμα φαγητά 5%-13%,
  • φρέσκοι χυμοί και τσάι 2,5%-12%,
  • κατεψυγμένες πατάτες 10%,
  • γάλα 5%-9%,
  • μπισκότα 8%,
  • απορρυπαντικά 5%-8%,
  • γιαούρτι 6%-7%,
  • βούτυρο 5%- 6%,
  • σαλάτες 6%,
  • σαμπουάν 6%,
  • κρασιά 4%- 6%,
  • ρεβίθια 5%,
  • αλάτι 5%,
  • κονσέρβες 5%,
  • δημητριακά 5%,
  • αυγά 4,5% κατά μέσο όρο,
  • παξιμάδια 4,5%
  • και κρέμες γάλακτος 1,5%.

Σημειώνεται, ωστόσο, ότι πρόκειται για μεμονωμένες ανατιμήσεις και δεν αφορούν το σύνολο των αγαθών που περιλαμβάνονται στις  συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων.

Ακρίβεια: Εφιαλτικό σενάριο – Τα χειρότερα είναι μπροστά μας

Το σοκ από την άνοδο στις παγκόσμιες τιμές των τροφίμων και των καυσίμων, που συνδέεται με τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας, αναμένεται να διαρκέσει μέχρι τουλάχιστον τα τέλη του 2024 και αυξάνει τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού, ανέφερε η Παγκόσμια Τράπεζα στην πιο πρόσφατη έκθεσή της για τις προοπτικές της αγοράς εμπορευμάτων (Commodities Market Outlook).

Στην πρώτη συνολική ανάλυσή της για τον αντίκτυπο του πολέμου στις αγορές εμπορευμάτων, η Παγκόσμια Τράπεζα, που παρέχει δάνεια και επιχορηγήσεις σε χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος, ανέφερε πως ο κόσμος αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο σοκ στις αγορές εμπορευμάτων από τη δεκαετία του 1970.

Επιδεινώνεται, αναφέρει, από τους περιορισμούς στο εμπόριο τροφίμων, καυσίμων και λιπασμάτων που επιτείνουν τις ήδη αυξημένες πληθωριστικές πιέσεις σε όλον τον κόσμο.

«Οι διαμορφωτές πολιτικής θα πρέπει να εκμεταλλευθούν κάθε ευκαιρία προκειμένου να αυξήσουν την οικονομική μεγέθυνση στη χώρα τους και να αποφύγουν ενέργειες που πλήττουν την παγκόσμια οικονομία», δήλωσε ο Ίντερμιτ Τζιλ, αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας για τη Δίκαιη Ανάπτυξη, τον Χρηματοπιστωτικό Τομέα και τους Θεσμούς.

Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο εξαγωγέας φυσικού αερίου και λιπασμάτων και ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας αργού πετρελαίου.

Μαζί με την Ουκρανία, αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ένα τρίτο των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού, το 19% των εξαγωγών καλαμποκιού και στο 80% των εξαγωγών ηλιελαίου.

Η παραγωγή και εξαγωγή αυτών και άλλων εμπορευμάτων έχει διαταραχθεί αφότου η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου.

Ως αποτέλεσμα, η Παγκόσμια Τράπεζα αναμένει πως οι τιμές της ενέργειας θα αυξηθούν πάνω από 50% το 2022 προτού μετριαστούν το 2023 και 2024, ενώ οι τιμές μη ενεργειακών εμπορευμάτων, περιλαμβανομένων εκείνων της γεωργίας και των μετάλλων, θα αυξηθούν σχεδόν 20% το 2022 προτού αρχίσουν να μειώνονται.

Η τράπεζα ανέφερε πως οι τιμές των εμπορευμάτων θα υποχωρήσουν ελαφρά μόνο και θα παραμείνουν πολύ πάνω από τον πλέον πρόσφατο μέσο όρο πέντε ετών μεσοπρόθεσμα.

«Σε περίπτωση παρατεταμένου πολέμου, ή επιπρόσθετων (δυτικών) κυρώσεων στη Ρωσία, οι τιμές θα μπορούσαν να είναι ακόμη υψηλότερες και πιο ασταθείς απ΄ ό,τι προβλέπεται τώρα», ανέφερε.

Σε ό,τι αφορά την απόκριση της πολιτικής στην κρίση, η Παγκόσμια Τράπεζα ξεχωρίζει τις φορολογικές ελαφρύνσεις και τις επιδοτήσεις που, όπως αναφέρει, τείνουν να επιτείνουν τις ελλείψεις στην προσφορά και τις αυξήσεις των τιμών, καλώντας αντ’ αυτού για προγράμματα σχολικών γευμάτων, καθώς και μεταβιβάσεις μετρητών και προγράμματα δημόσιας απασχόλησης για ευάλωτες ομάδες.