Ακίνητα: Περί τα 80-100 τ.μ. ενός παλαιού ακινήτου σε επιλεγμένες περιοχές του κέντρου και των δυτικών προαστίων εξασφαλίζουν σήμερα 200.000 ευρώ. Όλες οι λεπτομέρειες και οι… ευκαιρίες στο xristika.gr.
Για παράδειγμα, στα νότια προάστια, όπου οι τιμές έχουν εκτοξευτεί τα τελευταία χρόνια, 200.000 ευρώ κρίνονται πλέον ως ανεπαρκές ποσό. Συγκεκριμένα, με βάση τις συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν το 2023, μέσω του δικτύου μεσιτικών γραφείων RE/MAX, μπορεί κανείς να αποκτήσει ένα διαμέρισμα 47 τ.μ. στη Γλυφάδα ή 66 τ.μ. στο Ελληνικό ή ακόμη και 79 τ.μ. στον Αλιμο. Αντίστοιχα, στα βόρεια προάστια, που αποτελούν και το δημοφιλέστερο σημείο, ή έστω το πιο επιθυμητό, μεταξύ πολλών Ελλήνων αγοραστών, 200.000 ευρώ αρκούν για 70 τ.μ. στα Βριλήσσια ή 74 τ.μ. στο Χαλάνδρι και 81 τ.μ. στο Μαρούσι.
Αντιθέτως, στο κέντρο της Αθήνας μπορεί κανείς να αποκτήσει σχεδόν 90 τ.μ., ενώ ανάλογα με τη συνοικία να ξεπεράσει κατά πολύ τα 100 τ.μ.
Για παράδειγμα, στην Κυψέλη μπορεί να αγοραστεί διαμέρισμα 125 τ.μ., στους Αμπελοκήπους 108 τ.μ., στα Εξάρχεια 106 τ.μ. και στα Πατήσια 155 τ.μ. Το ίδιο ισχύει και με τις συνοικίες των δυτικών προαστίων, όπου στο Αιγάλεω μπορεί να αποκτηθεί κατοικία 150 τ.μ. και στο Περιστέρι 144 τ.μ.
Ωστόσο θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι 200.000 ευρώ αποτελούν και το «ταβάνι» για τη μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων αγοραστών, οι οποίοι δεν έχουν πλέον την απαιτούμενη ρευστότητα, μέσω αποταμιεύσεων προηγούμενων ετών ή από τη συνδρομή του οικογενειακού περιβάλλοντος, ώστε να συγκεντρώσουν ένα τέτοιο ποσό.
Αντίστοιχα, η πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό εξακολουθεί να κρίνεται δύσκολη, όπως φαίνεται από τους σχετικούς αριθμούς.
Ακίνητα: Αλλαξε η αγορά
Με βάση τα στοιχεία από σχετική ανάλυση της Cerved Property Services, η αγορά κατοικίας σήμερα έχει εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά σε σχέση με εκείνη του 2008, δηλαδή πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.
Συγκεκριμένα, το μέγεθος της αγοράς με όρους όγκου συναλλαγών έχει υποχωρήσει σε 9 δισ. ευρώ ετησίως, έναντι 22 δισ. ευρώ, ενώ το 20% των συναλλαγών πραγματοποιείται με τραπεζικό δανεισμό, όταν το 2008 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν στο 80%.
Τότε, οι ετήσιες εκταμιεύσεις στεγαστικών δανείων διαμορφώνονταν σε 13,2 δισ. ευρώ, έναντι μόλις 1,2 δισ. ευρώ σήμερα.
Αντίστοιχα, μια σημαντική διαφορά είναι ότι πριν από την κρίση η συμμετοχή των ξένων επενδυτών δεν ξεπερνούσε το 2% του συνόλου των συναλλαγών, τη στιγμή που σήμερα οι ξένοι είναι υπεύθυνοι για τουλάχιστον 1 στις 4 συναλλαγές ή το 25%.
Την ίδια στιγμή που τα εισοδήματα παραμένουν χαμηλά, οι τιμές έχουν αυξηθεί κατακόρυφα και ήδη έχουν φτάσει ή και ξεπεράσει το επίπεδο στο οποίο βρίσκονταν πριν από την οικονομική κρίση.
Στο σύνολο της Αττικής, η μέση τιμή πώλησης είναι πλέον 1,8% υψηλότερα, με αποκορύφωμα ασφαλώς τα νότια προάστια, όπου το κόστος είναι 8,4% υψηλότερο από το 2008, ενώ στο κέντρο της Αθήνας (Δήμος Αθηναίων) η μέση τιμή πώλησης είναι 7,6% υψηλότερα από το επίπεδο του 2008.
Στον Πειραιά οι τιμές έχουν επιστρέψει στο επίπεδο του 2008 (0,8%), κάτι που ισχύει και με τα δυτικά προάστια (0,1%).
Στον αντίποδα, στα βόρεια προάστια παραμένει μια μικρή απόκλιση του 3,2%, πλην όμως είναι σαφές ότι πολλά από τα ακίνητα που διατίθενται προς πώληση, ιδίως όσα είναι υψηλότερων προδιαγραφών, πωλούνται σαφώς ακριβότερα συγκριτικά με το 2008.
Στο σύνολο της χώρας, η μέση τιμή πώλησης ανέρχεται πλέον σε 275.000 ευρώ, έχοντας καταγράψει άνοδο κατά 57% έναντι του 2018, όταν δεν ξεπερνούσε τις 175.000 ευρώ.
Η εικόνα αυτή αποτυπώνει την πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί, βάσει της οποίας είναι πολύ δύσκολη έως ανέφικτη η εξασφάλιση χρηματοδότησης για τα περισσότερα νοικοκυριά, με δεδομένο ότι υπάρχουν και οφειλές είτε προς τις ίδιες τις τράπεζες (π.χ. πιστωτικές κάρτες, καταναλωτικά δάνεια κ.τ.λ.) είτε προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία, που δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο την λήψη στεγαστικού δανείου.
Σύμφωνα με τη Cerved, για την απόκτηση μιας κατοικίας αξίας 230.000 ευρώ χρειάζονται ετήσια εισοδήματα τουλάχιστον 27.500 ευρώ.
Με αυτά μπορεί κανείς να εξασφαλίσει δάνειο αξίας 160.000 ευρώ, συνεισφέροντας επιπλέον 70.000 ευρώ ιδίων κεφαλαίων, ώστε να μπορέσει να αποκτήσει το συγκεκριμένο ακίνητο.
Ακίνητα: Σε μικρότερες κατοικίες από αυτές που επιθυμούν ζουν οι Ελληνες
Η οικονομική δυσκολία και η αδυναμία πρόσβασης στην αγορά κατοικίας συνθέτουν και την αρνητική ψυχολογία που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται πλέον στο ευρύ κοινό.
Οπως προέκυψε από σχετική έρευνα της Metron Analysis για τον Σύλλογο Μεσιτών Αθηνών – Αττικής και την εταιρεία Update Entertainment, οι Ελληνες ζουν σε σπίτια που δεν τους ικανοποιούν και δεν καλύπτουν τις ανάγκες τους.
Συγκεκριμένα παρατηρείται απόκλιση κατά 25 τ.μ. ανάμεσα στην πραγματικότητα και την ιδανική κατάσταση που θα ήθελαν τόσο οι ιδιοκτήτες όσο και οι ενοικιαστές.
Με βάση τις απαντήσεις που δόθηκαν, οι ενοικιαστές μένουν σε 69 τ.μ. αντί για 94 τ.μ. που θα επιθυμούσαν και οι ιδιοκτήτες σε 96 τ.μ. αντί για 121 τ.μ.
Δύο στους τρεις θεωρούν ότι τα πράγματα πηγαίνουν προς τη λάθος κατεύθυνση και το 38% ότι προσωπικά βρίσκεται σε χειρότερη θέση σε σχέση με πριν από ένα χρόνο.
Επίσης, το 58% αξιολογεί αρνητικά τη σημερινή οικονομική κατάσταση της χώρας, ενώ το 51% εκφράζει αρνητικές προσδοκίες ως προς τις οικονομικές συνθήκες το επόμενο διάστημα.
Μεταξύ όσων νοικιάζουν (34%), το 37% θεωρεί ότι το ύψος των ενοικίων έχει αυξηθεί πολύ κι ένα πρόσθετο 37% ότι έχει αυξηθεί μεν, αλλά λίγο.
Οσον αφορά την αγορά κατοικίας, ένα 70% εκτιμά ότι οι τιμές αγοράς κατοικιών θα ανέβουν τα επόμενα χρόνια (ποσοστό παραπλήσιο με το 73% που κάνει την ίδια πρόβλεψη για τα ενοίκια).
Επίσης, παρότι η αγορά κατοικίας θεωρείται εν γένει μια καλή επένδυση για το 66%, ωστόσο μόνο το 10% τη θεωρεί προσωπικά πολύ πιθανή τα επόμενα πέντε χρόνια.
Εύρημα εύλογο, εάν συνυπολογίσουμε τις περιορισμένες οικονομικές προσδοκίες αλλά και ότι ειδικά για τους νέους και τις νέες η αγορά κατοικίας δεν θεωρείται καθόλου εύκολη από το 57% των ερωτωμένων.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από ακόμη μία έρευνα συγκυρίας, το 2ο «Βαρόμετρο της Αγοράς Ακινήτων», που πραγματοποιήθηκε από το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Πανεπιστημίου Μακεδονίας (ΠΑΜΑΚ), για λογαριασμό του κ. Ηλία Παπαγεωργιάδη, επικεφαλής του επιχειρηματικού ομίλου MORE Group, φαίνεται πως οι ιδιοκτήτες και οι επαγγελματίες της αγοράς είναι πλέον λιγότερο αισιόδοξοι για μια περαιτέρω αύξηση των τιμών πώλησης. Πριν από έξι μήνες, το 71,7% πίστευε ότι οι τιμές θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Σήμερα, το ποσοστό αυτό έχει μειωθεί σε 56%.
Παράλληλα, 72,5% των Ελλήνων δηλώνουν ότι έχουν λιγότερα/μάλλον λιγότερα χρήματα για αγορά ή ενοικίαση ακινήτου, ενώ το 69,5% αξιολογεί ως δύσκολη ή μάλλον δύσκολη την πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό.
Οπως αναφέρει ο κ. Παπαγεωργιάδης, «διαπιστώνουμε ότι περίπου το 25% των πολιτών βρίσκεται σε καλή οικονομική κατάσταση και είναι σε θέση να επενδύσει ή να αγοράσει κάποιο ακίνητο, ενώ το υπόλοιπο 75% αντιμετωπίζει πολλαπλές πιέσεις στο εισόδημά του».
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι το 66% των ερωτηθέντων θεωρεί «παράλογη», «ακατανόητη» και «φούσκα» την αύξηση των τιμών πώλησης κατοικιών που πραγματοποιήθηκε τα προηγούμενα χρόνια.
Ακίνητα: Οι πιο φθηνές περιοχές για αγορά ή ενοικίαση
Σε… πονοκέφαλο έχει εξελιχθεί η ανεύρεση φτηνής στέγης για χιλιάδες Έλληνες.
H Αθηναϊκή Ριβιέρα, δηλαδή τα νότια προάστια της Αθήνας, εξακολουθούν να αποτελούν την πιο ακριβή περιοχή για την αγορά ή ενοικίαση κατοικίας.
Τη μεγαλύτερη αύξηση στις τιμές πώλησης ακινήτων στα μεγάλα αστικά κέντρα, κατά το πρώτο τρίμηνο του 2024, παρουσίασε ο Πειραιάς.
Στα νότια προάστια τη Αθήνας, το α΄ τρίμηνο του 2024, η μέση τιμή για τα σπίτια προς πώληση ήταν η υψηλότερη, με 3.664 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο.
Η εν λόγω περιοχή είχε τα πρωτεία ακρίβειας και στην ενοικίαση, με τις τιμές μίσθωσης να διαμορφώνονται στα 12,35 ευρώ/τ.μ.
Σύμφωνα τα στοιχεία της ιστοσελίδας Spitogatos, η μεγαλύτερη μείωση στις τιμές πώλησης σημειώθηκε στην Καστοριά με -15,1%, σε σύγκριση με το περυσινό αντίστοιχο διάστημα.
Όσο για τις ενοικιάσεις, η χαμηλότερη τιμή καταγράφεται στο Κιλκίς με 3,57 ευρώ/τ.μ. και η υψηλότερη τιμή στη Χαλκιδική με 32,31 ευρώ/τ.μ..
Η μεγαλύτερη αύξηση σε αυτό το τρίμηνο σε σχέση με το προηγούμενο έτος, αναφορικά με τις πωλήσεις, καταγράφηκε στον Πειραιά με +27,3%, ενώ στην εν λόγω περιοχή και δη στο κέντρο της πόλης, υπήρξε η μεγαλύτερη ποσοστιαία μεταβολή με +18,5%.
Σε σχέση με τις τιμές πώλησης, στο κέντρο της Αθήνας φτάνουν στο πρώτο τρίμηνο 2024 σε 2.073 ευρώ/τ.μ. (+14,6%), στα βόρεια προάστια στα 3.000 ευρώ/τ.μ. (+7,1%), στα νότια, όπως ειπώθηκε, η άνοδος ήταν 8,8% με 3.664 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, στα δυτικά προάστια στα 1.880 ευρώ/τ.μ. κατά μέσο όρο, ήτοι +15% σε σχέση με το α’ τρίμηνο 2023, στα ανατολικά στα 2.083 ευρώ/τ.μ. και στο υπόλοιπο Αττικής στα 1.889 ευρώ/τ.μ..
Στο κέντρο του Πειραιά οι τιμές πώλησης στο α’ τρίμηνο 2024 ανήλθαν κατά μέσο όρο στα 2.333 ευρώ/τ.μ. και στα προάστια της πόλης στα 1.875 ευρώ/τ.μ..
Στη Θεσσαλονίκη, στον Δήμο οι τιμές ανήλθαν κατά μέσο όρο στα 2.273 ευρώ/τ.μ. (+13,6%), στα προάστια 1.647 ευρώ/τ.μ. (+14,6%) και στον υπόλοιπο νομό στα 836 ευρώ/τ.μ. στο πρώτο τρίμηνο του 2024.
Σε σχέση με τις τιμές ενοικίασης, στο κέντρο της Αθήνας ανήλθαν κατά μέσο όρο στα 10,36 ευρώ/τ.μ. στο α’ τρίμηνο 2024, ενισχυμένες 10,4% έναντι των αρχών του 2023, ενώ στα νότια προάστια έφτασαν στα 12,35 ευρώ (+11,5%).
Στα βόρεια της πόλης ανήλθαν σε 10,94 ευρώ/τ.μ. (+6,6% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο 2023), στα δυτικά σε 8,18 ευρώ/τ.μ. (+9,7%), στα ανατολικά προάστια σε 8,57 ευρώ/τ.μ. (+13%), στην υπόλοιπη Αττική σε 8,6 ευρώ/τ.μ..
Όπως αναφέρθηκε, ο Πειραιάς και πάλι ήταν πρωταθλητής στις αυξήσεις σε ποσοστιαία μεταβολή, με +18,5% στο κέντρο (8,13 ευρώ/τ.μ.) και +15,6% στα προάστια με 8,13 ευρώ/τ.μ. κατά μέσο όρο.
Στην Θεσσαλονίκη οι τιμές ενοικίασης ανήλθαν σε 8,75 ευρώ/τ.μ. στο κέντρο της πόλης (+9,4%), στα 6,71 ευρώ/τ.μ. στην περιφέρεια (άνοδος 9,8%) και στα 4,12% στο υπόλοιπο νομού (+9,9%).
Ακίνητα: Μας παίρνουν τα σπίτια οι ξένοι – Αυτοί ψάχνουν να αγοράσουν στην Αττική
Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ αλλά και Ισραήλ οι χώρες με τις περισσότερες αναζητήσεις για ακίνητα στη χώρα μας. Όλες οι λεπτομέρειες στο xristika.gr.
Τέσσερις εθνικότητες και συγκεκριμένα οι Γερμανοί, οι Βρετανοί, οι αγοραστές από τις ΗΠΑ αλλά και το Ισραήλ είναι αυτές που κυριαρχούν αυτή την στιγμή ως προς το ενδιαφέρον για αγορές κατοικιών στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής.
Πρόκειται για τις χώρες με τις περισσότερες αναζητήσεις τη δεδομένη συγκυρία για κατοικίες προς αγορά στο κέντρο της Αθήνας, όπως προκύπτει από τα στοιχεία από το δίκτυο του Spitogatos και τις αναζητήσεις που έγιναν εντός του β’ τριμήνου του 2023.
Το γνωστό δίκτυο αγγελιών, με πάνω από 3 εκατομμύρια μηνιαίους επισκέπτες που βλέπουν περισσότερες από 100 εκατομμύρια σελίδες τον μήνα, έχει καταγράψει το ενδιαφέρον από το εξωτερικό για τις κυριότερες περιοχές όπου εστιάζουν οι ξένοι υποψήφιοι στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής, που περιλαμβάνουν, όπως είναι εύλογο, το κέντρο, αλλά και τα νότια προάστια με τον Πειραιά, περιοχές που έχουν ευκολότερη πρόσβαση στο θαλάσσιο μέτωπο της πόλης.
Ενα αξιοσημείωτο στοιχείο είναι η άνοδος των υποψηφίων αγοραστών από τις ΗΠΑ, είτε πρόκειται για ομογενείς είτε ακόμη και για αμιγώς Αμερικανούς.
Γεγονός, το οποίο αποδίδεται αφενός στην ελκυστικότητα γενικότερα των ελληνικών ακινήτων ως προς τις τιμές σε σύγκριση με άλλες αγορές- έστω κι αν έχει καταγραφεί σημαντική αύξηση το τελευταίο διάστημα- αφετέρου στις αυξημένες αεροπορικές συνδέσεις από αμερικανικά αεροδρόμια προς την Αθήνα, που κάνουν πλέον σαφώς πιο εύκολη την πρόσβαση στην ελληνική πρωτεύουσα.
Ειδικότερα ανά περιοχή ενδιαφέροντος στο κέντρο της Αθήνας, την «πρωτιά» κατέχουν οι Βρετανοί, ενώ ακολουθούν στη δεύτερη θέση οι ενδιαφερόμενοι από τις ΗΠΑ και τρίτοι οι Ισραηλινοί.
Σημειωτέον ότι με βάση τα στοιχεία από το δίκτυο του Spitogatos, όπως αυτά προκύπτουν από τις αγγελίες στο β’ τρίμηνο του 2023 η μέση τιμή πώλησης κατοικιών στο κέντρο της Αθήνας ήταν στα 1.887 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο τ.μ., στο +11% έναντι του 2022.
Στα πιο ακριβά νότια προάστια, εκεί όπου οι μέσες ζητούμενες τιμές διαμορφώνονται στα 3.511 ευρώ ανά τ.μ., οι. περισσότερες αναζητήσεις προέρχονται αυτή την στιγμή από την αμερικανική αγορά. Στη δεύτερη θέση στα νότια της Αθήνας είναι οι υποψήφιοι αγοραστές από το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ τρίτοι ακολουθούν οι Γερμανοί.
Στην περιοχή του Πειραιά, όπου οι μέσες τιμές στην πόλη διαμορφώνονται στα 1.917 ευρώ ανά τ.μ., πρώτη αγορά αναδεικνύεται επίσης αυτή των ΗΠΑ. Στη δεύτερη θέση βρίσκονται οι Βρετανοί και τρίτοι οι Γερμανοί.
Η κατάταξη αλλάζει όταν πρόκειται για τα προάστια του Πειραιά, όπου η μέση τιμή έχει ανέβει τον τελευταίο χρόνο κατά 14,3% στα 1.563 ευρώ ανά τ.μ. γεγονός το οποίο αποδίδεται και στο αυξανόμενο ενδιαφέρον από το ξένο κοινό.
Στην περίπτωση των προαστίων του λιμανιού, οι χώρες με τις περισσότερες αναζητήσεις για την αγορά κατοικιών με βάση πάντα τα στοιχεία από το δίκτυο του Spitogatos είναι καταρχάς η Γερμανία, μετά οι ΗΠΑ και τρίτο το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ακίνητα: Κατάσταση εκτός ελέγχου – Πόσα ζητάνε για «τρύπες»
Οι τιμές ενοικίασης και πώλησης των κατοικιών «πήραν φωτιά» στην Αττική αλλά και στη θεσσαλονίκη, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Spitogatos Property Index (SPI), του ομώνυμου δικτύου ηλεκτρονικών αγγελιών ακινήτων.
Στην Αττική η μεγαλύτερη αύξηση σημειώνεται στα νότια προάστια, ενώ η Θεσσαλονίκη κατέχει την πρωτιά στις αυξήσεις των τιμών πώλησης κατοικιών το β’ τρίμηνο.
Τα Νότια προάστια της Αττικής αποτελούν την ακριβότερη περιοχή της Ελλάδας στο πλαίσιο των αστικών κατοικιών.
Στο δεύτερο τρίμηνο του 2023 παρουσίασε τη μεγαλύτερη αύξηση με 14,7% στο Λεκανοπέδιο, κάτι που σημαίνει πως η μέση τιμή πώλησης αγγίζει τα 3.510 ευρώ/τ.μ., έναντι 3.060 ευρώ/τ.μ. πριν από έναν χρόνο. Προς τα πάνω κινήθηκαν οι τιμές πώλησης και στις υπόλοιπες περιοχές της Αττικής.
Ειδικότερα οι τιμές σε Ανατολικά και Δυτικά Προάστια αυξήθηκαν κατά 10,6% και κατά 14,3% αντίστοιχα, ενώ στα Βόρεια Προάστια ενισχύθηκαν κατά 10,3% (στα 2.846 ευρώ ανά τ.μ). Στο κέντρο κινήθηκαν επίσης προς τα πάνω κατά 11% (στα 1.887 ευρώ ανά τ.μ.).
Στον Πειραιά η μέση τιμή πώλησης αυξήθηκε +11,1% και διαμορφώθηκε στα 1.917 ευρώ ανά τ.μ.
Την πρωτοκαθεδρία στις αυξήσεις των τιμών πώλησης κατοικιών έχει η Θεσσαλονίκη, που καταγράφηκε άνοδος 21,4% (στα 2.120 ευρώ ανά τ.μ) σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022.
Άνοδο κατά 17% εμφάνισαν οι τιμές ακινήτων στους περιφερειακούς δήμους της συμπρωτεύουσας (στα 1.500 ευρώ ανά τ.μ.).
Ανοδική πορεία κατέγραψαν και οι τιμές ενοικίων, με τα νότια προάστια της Αττικής να αναδεικνύονται σε πρωταθλητές των αυξήσεων το β’ τρίμηνο της τρέχουσας χρονιάς.
Συγκεκριμένα η μέση τιμή ενοικίασης διαμορφώνεται στα 11,3 ευρώ ανά τ.μ. (+6,8% σε σχέση με πέρυσι). Αύξηση 6,7% στη μέση τιμή (στα 10,67 ευρώ ανά τ.μ.) παρουσίασε η τιμή στα Βόρεια Προάστια ενώ στο αθηναϊκό κέντρο η μέση τιμή αναρριχήθηκε στα 9,5 ευρώ ανά τ.μ. (+5,8%).
Στα Δυτικά καταγράφηκε άνοδος κατά 4,4% (7,63 ευρώ ανά τ.μ.) και στα Ανατολικά κατά 4,6% στα 8 ευρώ ανά τ.μ.
Επίσης στο κέντρο της Θεσσαλονίκης τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 6,7% (8,5 ευρώ ανά τ.μ.) ενώ στους περιφερειακούς δήμους κατά 7,7% στα 6,3 ευρώ ανά τ.μ.